ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Έκοψαν 1,9% του ΑΕΠ τα σοκ στην αλυσίδα εφοδιασμού

Προτείνεται προσοχή από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τονίζει οικονομολόγος της ΕΚΤ

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Τη θέση πως, θα απαιτηθεί περισσότερη προσοχή από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής όσον αφορά στις διαταραχές της διακοπής της εφοδιαστικής αλυσίδας σημειώνει επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Παράλληλα, τονίζει πως από τις αρχές του 2020 και μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022 το πραγματικό ΑΕΠ θα ήταν 1,9% υψηλότερα εάν δεν υπήρχαν οι κραδασμοί που προήλθαν από τις απανωτές διακοπές της αλυσίδας εφοδιασμού. Σε «paper» που δημοσίευσε την προηγούμενη εβδομάδα, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, κύριος Roberto A. De Santis, με τίτλο «Διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας και σοκ του ενεργειακού εφοδιασμού: Αντίκτυπος στην παραγωγή και τις τιμές της Ζώνης του Ευρώ» υπογραμμίζει πως, οι διακοπές των εφοδιαστικών αλυσίδων έχουν επιπτώσεις στην παραγωγή και μπορούν να εδραιωθούν στον βασικό Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) και στον αναμενόμενο πληθωρισμό εάν συμβαίνουν για παρατεταμένη χρονική περίοδο.

Τα σοκ διακοπής της εφοδιαστικής αλυσίδας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο όταν χτύπησε η πανδημία, εξηγώντας περίπου το 35% της πτώσης του ΑΕΠ τον Μάρτιο-Απρίλιο 2020

Ο κ. De Santis σημειώνει στην ανάλυσή του ότι, οι διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας και οι ενεργειακές κρίσεις έπαιξαν βασικό ρόλο στη διαμόρφωση των βασικών τιμών και του αναμενόμενου πληθωρισμού την περίοδο 2020-2022. Το πραγματικό ΑΕΠ επηρεάστηκε και αυτό αρνητικά από τις διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας και μόνο οριακά από τις δυσμενείς κρίσεις του λιανικού ενεργειακού εφοδιασμού. Αντίθετα, το ΑΕΠ επηρεάστηκε έντονα από τα σοκ της ζήτησης και κατά την ανάκαμψη μετά την πανδημία. Στην ανάλυσή του τονίζεται ότι, το «lockdown» ήταν ένα εξαιρετικά μεγάλο και περίπλοκο γεγονός και ο πόλεμος στην Ουκρανία (και τα προηγούμενα γεγονότα) όχι μόνο προκάλεσαν σοκ στις τιμές της ενέργειας, αλλά και μια γενική αύξηση της αβεβαιότητας.

Σύμφωνα με τον δημιουργό του «paper», τόσο οι δυσμενείς διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας όσο και οι κρίσεις του λιανικού ενεργειακού εφοδιασμού μπορούν να εξηγήσουν μια μεγάλη μερίδα διακυμάνσεων της παραγωγής και των τιμών την περίοδο 2020-2022. Όπως αναφέρει με στοιχεία, μεταξύ Ιανουαρίου 2020 και Σεπτεμβρίου 2022, οι διαταραχές της προσφοράς αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα της αύξησης του 8% του ΕνΔΤΚ, περίπου το 55% της αύξησης 2,7% του βασικού ΕνΔΤΚ και περίπου το 60% της αύξησης κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες στις προσδοκίες για τον πληθωρισμό στα επόμενα δύο χρόνια. Από τη μερική επαναλειτουργία της οικονομίας το καλοκαίρι του 2021, 10% από την αύξηση του 3,4% στο βασικό ΕνΔΤΚ και 20% της αύξησης του 0,6% στις προσδοκίες για τον πληθωρισμό των επόμενων δύο ετών αποδίδεται σε «σοκ ζήτησης».

Έπαιξαν καθοριστικό ρόλο

Συνεχίζοντας, στην ανάλυσή του ο κ. De Santis προσθέτει ότι τα σοκ διακοπής της εφοδιαστικής αλυσίδας έπαιξαν καθοριστικό ρόλο όταν χτύπησε η πανδημία, εξηγώντας περίπου το 35% της πτώσης του ΑΕΠ τον Μάρτιο-Απρίλιο 2020. «Η αναδιοργάνωση των αλυσίδων εφοδιασμού ήταν σχετικά γρήγορη το καλοκαίρι του 2020 , αλλά τέτοιοι κραδασμοί έπληξαν ξανά τη δραστηριότητα το φθινόπωρο του 2020», συμπληρώνει. Ο κ. De Santis αναφέρει πως «με την κατάρρευση του παγκόσμιου εμπορίου τον Απρίλιο του 2020, τα φορτηγά πλοία δεν μπόρεσαν να κινηθούν με πλήρη χωρητικότητα και πολλά εμπορευματοκιβώτια παρέμειναν να συσσωρεύονται στα λιμάνια των δυτικών χωρών λόγω των lockdown. Μετά το καλοκαίρι του 2020, όταν η παγκόσμια ζήτηση είχε ξανά αυξηθεί, η έλλειψη εμπορευματοκιβωτίων για τη μεταφορά αυτών των εμπορευμάτων από την Ασία στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, καθώς και πολλά πλοία που φτάνουν στους προορισμούς τους πολύ εκτός χρονοδιαγράμματος (επιδεινώθηκε από το τεράστιο εμπορευματοκιβώτιο πλοίο που απέκλεισε τη διώρυγα του Σουέζ), οδήγησε σε σημαντικά σημεία συμφόρησης στον εφοδιασμό». Από τις αρχές του 2020 και μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022, το πραγματικό ΑΕΠ θα ήταν 1,9% υψηλότερα εάν απουσίαζαν οι κραδασμοί που προήλθαν λόγω διακοπής των αλυσίδων εφοδιασμού.

Ασταθής η κατάσταση

Ο κ. De Santis υπενθυμίζει ότι «η κατάσταση ήταν ασταθής από τον Οκτώβριο του 2021, επειδή οι δυσμενείς κλυδωνισμοί στον ενεργειακό εφοδιασμό άρχισαν να προκαλούν μείωση της παραγωγής, καθώς η ενεργειακή κρίση εντάθηκε στη Ζώνη του Ευρώ με αποκορύφωμα τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας». Ωστόσο, όπως αναφέρει, οι διαταραχές του ενεργειακού εφοδιασμού επηρέασαν οριακά μόνο το πραγματικό ΑΕΠ, επειδή εφαρμόστηκε δημοσιονομική πολιτική για τον περιορισμό της αύξησης των τιμών της ενέργειας. Επίσης, κατά τον επικεφαλής οικονομολόγο οι κρίσεις ζήτησης συνέβαλαν στη δυναμική του πραγματικού ΑΕΠ και ευθύνονται περίπου στο 25% της πτώσης του ΑΕΠ τον Μάρτιο-Απρίλιο 2020. «Η ανάκαμψη της ζήτησης ήταν γρήγορη και σταθερή» αναφέρει, ενώ συμπληρώνει ότι «οι δυνάμεις της ζήτησης ήταν ιδιαίτερα έντονες μετά τον πρώτο γύρο εμβολιασμού από τον Covid την άνοιξη του 2021». Στην ανάλυσή του προσθέτει και άλλα στατιστικά, όπως ότι, από τις αρχές του 2020 και έως τον Σεπτέμβριο του 2022 το πραγματικό ΑΕΠ θα ήταν 2,4% χαμηλότερο αν δεν υπήρχαν οι ευνοϊκοί κλυδωνισμοί της ζήτησης.

Διαταραχές σε ενέργεια και λιανικό

Ομοίως, κατά τον κ. De Santis η μεταποιητική παραγωγή μηχανοκίνητων οχημάτων και οι τομείς της ενέργειας επηρεάστηκαν έντονα από τους κλυδωνισμούς διακοπής της εφοδιαστικής αλυσίδας και τις δυσμενείς κρίσεις στον ενεργειακό εφοδιασμό λιανικής. Από τη μία πλευρά –κατά τον οικονομολόγο– τα σοκ διακοπής της εφοδιαστικής αλυσίδας είναι πολύ επίμονα. Από την άλλη, η μικρή και παροδική επίδραση των κλυδωνισμών του λιανικού ενεργειακού εφοδιασμού στον βασικό ΕνΔΤΚ και τον αναμενόμενο πληθωρισμό συνοδεύτηκε από μια σειρά από διαδοχικές μεγάλες δυσμενείς διαταραχές στον ενεργειακό εφοδιασμό. Αυτό συνεπαγόταν σημαντική συμβολή και των δύο διαταραχών προσφοράς στον επιχειρηματικό κύκλο, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεών τους στον αναμενόμενο πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα. «Οι επίμονες και ισχυρές δυνάμεις προσφοράς και οι ευνοϊκοί κλυδωνισμοί της ζήτησης απαιτούσαν τη σύσφιξη της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής το 2021 και το 2022», καταλήγει.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση

X