Του Παύλου Ξανθούλη
Η Ε.Ε. εν μέσω ανακατατάξεων, κυρίως στην Κομισιόν αλλά και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, βρίσκεται κυριολεκτικά στο σκοτάδι αναφορικά με τους σχεδιασμούς του νεοεκλεγέντος Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στο Ουκρανικό, ενώ στη σφαίρα των εκτιμήσεων εξαντλείται και η εικόνα των Βρυξελλών αναφορικά με το πράσινο φως που άναψε ο απερχόμενος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, οδηγώντας για πρώτη φορά χθες στη χρήση αμερικανικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς από την Ουκρανία, κατά της Ρωσίας, σε ρωσικό έδαφος.
Δύο διπλωματικές πηγές στην Ε.Ε. ανέφεραν πάντως στην «Κ», ότι η γενική εκτίμηση που τείνει να επικρατήσει, παραπέμπει σε μια «ελεγχόμενη κίνηση» του Τζο Μπάιντεν, «προκειμένου να προσδώσει πλεονέκτημα στο Κίεβο. Ή έστω ένα καλύτερο σημείο εκκίνησης, στη διαπραγμάτευση που εκτιμάται ότι θα γίνει για το τέλος του πολέμου, με την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων στις Ηνωμένες Πολιτείες από τον Ντόναλντ Τραμπ, στις αρχές του 2025». Όπως μάλιστα λέγεται, οι εν λόγω πύραυλοι –αγνώστου μέχρι στιγμής αριθμού– θα αξιοποιηθούν από την Ουκρανία για να στηρίξει τις επιχειρήσεις της στο Κουρσκ, υπό το φως της ενίσχυσης της Μόσχας και με βορειοκορεατικά στρατεύματα.
Σε κάθε πάντως περίπτωση, ακόμη κι αν επιχειρείται όλα να γίνουν με ελεγχόμενο τρόπο από την απερχόμενη αμερικανική διοίκηση, θα πρέπει να λεχθεί ότι η απόφαση Μπάιντεν δεν παύει να είναι υψηλού ρίσκου. Διότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα αντιδράσει ο απρόβλεπτος Βλαντιμίρ Πούτιν, εάν οι αμερικανικοί πύραυλοι που άρχισαν από χθες να χρησιμοποιούνται, προκαλέσουν αιματηρά κτυπήματα σε ρωσικό έδαφος. Ήδη, ο Ρώσος πρόεδρος επεχείρησε να δώσει μια πρώτη απάντηση στις ΗΠΑ, εγκρίνοντας το επικαιροποιημένο πυρηνικό δόγμα της Ρωσίας, στο πλαίσιο του οποίου οποιαδήποτε συμβατική επίθεση κατά της Ρωσίας με τη συνδρομή πυρηνικής δύναμης, θα μπορούσε να εκληφθεί ως κοινή επίθεση κατά της χώρας. Την ίδια ώρα, η Μόσχα υποδεικνύει ότι η χρήση των αμερικανικών πυραύλων προϋποθέτει τη συμβολή «νατοϊκού χεριού», υπό την έννοια της καθοδήγησης, αν μη τι άλλο, των Ουκρανών από τη Συμμαχία, κάτι που παραπέμπει σε «εμπλοκή» της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Από την εικόνα που διαμορφωνόταν ενώ γράφονταν χθες αυτές οι γραμμές, δεν έλειψαν και οι φωνές για το ενδεχόμενο εκδήλωσης ενός τρίτου παγκοσμίου πολέμου. Η Σουηδία, σύμφωνα με το BBC, εξέδωσε νέες οδηγίες στους πολίτες της, στο πλαίσιο ενός «εγχειριδίου κρίσεων», ενώ ανάλογη κίνηση εκδήλωσε και η Νορβηγία, όπως και η Φινλανδία που προτίμησε πάντως μια «ψηφιακή έκδοση».
Στην υπό διαμόρφωση εξίσωση, με φόντο μια ενδεχόμενη μείζονα κρίση, θα πρέπει να προστεθεί το γεγονός ότι το βεληνεκές των πυραύλων κυμαίνεται στα 300 χιλιόμετρα, κάτι που επικαλέστηκε ο (επίσης απερχόμενος) ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε., Γιοσέπ Μπορέλ, υποδεικνύοντας μάλλον με καθησυχαστικό ύφος, ότι «δεν αποτελεί μια θεαματικά βαθιά απόσταση». Η τοποθέτηση Μπορέλ, μετά το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε., αποκτά περισσότερο νόημα, αν συνυπολογιστεί με τις πληροφορίες που διέρρευσαν, σύμφωνα με τις οποίες η Μόσχα έχει ήδη μετακινήσει αεροπλάνα και εξοπλισμούς που διέθετε στην ακτίνα των εν λόγω 300 χιλιομέτρων από τα ουκρανικά σύνορα, ώστε να μην υποστεί μεγάλο κόστος στις εν λόγω περιοχές, που απέχουν πολύ από τη Μόσχα (βρίσκεται σε απόσταση 700 χιλιομέτρων από τα ουκρανικά σύνορα).
«Όχι» στους ρυθμούς Μπάιντεν
Ο ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε., Γιοσέπ Μπορέλ, κάλεσε τα κράτη-μέλη να παράσχουν τη δυνατότητα στην Ουκρανία να χρησιμοποιεί τα όπλα που της έχουν διατεθεί, περιλαμβανομένων δηλαδή και πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς. Μιλώντας μετά το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων, προχθές το βράδυ, ανέφερε ότι «υποστήριξα την απόφαση που έλαβε η αμερικανική διοίκηση, η οποία μου φαίνεται λογικό να παρέχει όπλα όχι μόνο για να σταματήσει τα βέλη, αλλά και για να επιτεθεί στους τοξότες», εννοώντας ότι η ουκρανική αντεπίθεση δεν πρέπει να εξαντλείται στο ουκρανικό έδαφος, αλλά να εκτείνεται και στο σημείο από το οποίο εκκινεί ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Την αμερικανική απόφαση, υποστήριξε και η Γαλλία, διά του Εμανουέλ Μακρόν, καθιστώντας σαφές ότι και το Παρίσι κινείται προς την ίδια κατεύθυνση.
Ο Γιοσέπ Μπορέλ, πάντως, παραδέχθηκε ότι δεν έπεισε το σύνολο της Ε.Ε., όπως ήταν αναμενόμενο και ότι το κάθε κράτος-μέλος της Ένωσης θα ενεργήσει μονομερώς επί του ζητήματος, στη βάση δηλαδή των εθνικών του συμφερόντων. Άλλωστε, ο καγκελάριος της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς, είχε την περασμένη Παρασκευή τηλεφωνική επικοινωνία με τον Βλαντιμίρ Πούτιν (για την οποία ήταν ενήμερη η Ε.Ε., σε αντίθεση με τις εκπλήξεις που εισέπραξαν οι Βρυξέλλες από αντίστοιχες κινήσεις του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν). Αν και η ΥΠΕΞ της Γερμανίας Αναλένα Μπέρμποκ είχε αναφέρει ότι στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων θα συζητείτο και η κίνηση Μπάιντεν, η Καγκελαρία φρόντισε να κλείσει το ζήτημα, διαμηνύοντας από το Βερολίνο ότι η γερμανική θέση δεν διαφοροποιείται, επαναλαμβάνοντας την αντίθεσή της να συναινέσει στη χρήση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς από την Ουκρανία σε ρωσικό έδαφος.
Ο Γιοσέπ Μπορέλ απέφυγε να σχολιάσει το τηλεφώνημα Σολτς-Πούτιν, αν και όταν ρωτήθηκε κατά πόσον ο ίδιος θα επικοινωνούσε με τον Ρώσο πρόεδρο, απάντησε αρνητικά και μάλιστα με κάθετο τρόπο. Την τηλεφωνική επικοινωνία του Γερμανού καγκελαρίου Όλαφ Σολτς με τον Ρώσο πρόεδρο σχολίασε επί της ουσίας ο ΥΠΕΞ της Εσθονίας Μάργκους Τσάχνα. Μιλώντας στους Reuters, τη χαρακτήρισε ως ένα «στρατηγικό λάθος», υποστηρίζοντας ότι αποδυνάμωσε την ευρωπαϊκή ενότητα σχετικά με τον πόλεμο της Μόσχας κατά της Ουκρανίας.
Υπό εξέταση η Κίνα
Όπως αποκάλυψε η Γερμανίδα ΥΠΕΞ Αναλένα Μπέρμποκ, τα κράτη-μέλη συζητούν το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων κατά του Πεκίνου, εάν διαπιστωθεί ότι η Κίνα συμμετέχει στο πρόγραμμα μη επανδρωμένων αεροσκαφών της Μόσχας. Ωστόσο, ο Γιοσέπ Μπορέλ χαμήλωσε τους τόνους επί του προκειμένου, σημειώνοντας ότι οι πληροφορίες περί κινεζικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών που παραδίδονται προς χρήση στον ρωσικό στρατό είναι προς επαλήθευση. Κληθείς να σχολιάσει πληροφορίες για κινέζικο εργοστάσιο παραγωγής drones για λογαριασμό και της Ρωσίας, ο κ. Μπορέλ είπε ότι «η πληροφορία αυτή δεν προέρχεται από τις δικές μου υπηρεσίες», προσθέτοντας ότι «κατά συνέπεια, δεν γνωρίζω την αξιοπιστία της».
Σημειώνεται ότι η Ε.Ε. αποφάσισε τη διεύρυνση των κυρώσεων κατά του Ιράν, για συμμετοχή στην ενίσχυση της πολεμικής μηχανής της Ρωσίας, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση της Τεχεράνης. Οι κυρώσεις κατά του Ιράν αφορούν λιμάνια και πλοία που εκτιμάται ότι χρησιμοποιούνται για την αποστολή ιρανικών όπλων προς τη Ρωσία.