Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Ο Προϋπολογισμός του 2024 από ότι φαίνεται δεν θα έχει τις εκπλήξεις που είχε ο μακρινός Προϋπολογισμός του 2021 που είχε καταψηφιστεί, παρόλο που πλέον τα δύο μεγάλα κόμματα, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ είναι στην πλευρά της αντιπολίτευσης. Υπέρ της έγκρισης του Προϋπολογισμού του 2024 αναμένεται να ταχθούν ο ΔΗΣΥ και τουλάχιστον τρία κόμματα της συμπολίτευσης, δηλαδή ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ και ΔΗΠΑ, όμως, η Κυβέρνηση και οι Υπουργοί έμαθαν τα χαρμόσυνα νέα από μακριά. Με τα κόμματα αυτά ο Προϋπολογισμός του 2024 έχει τη δυναμική που χρειάζεται για να εγκριθεί και να ψηφιστεί σε νόμο, ώστε να μην αρχίσει η Κύπρος να κινείται με δωδεκατημόρια, όπως είχε γίνει το 2021. Η πρεμιέρα του Προϋπολογισμού του 2024 ωστόσο στιγματίστηκε από την απουσία των Υπουργών, όπου μόνο ο Υπουργός Μεταφορών Αλέξης Βαφεάδης τίμησε –έστω και με καθυστέρηση 2 ωρών- με την παρουσία του την Ολομέλεια.
Στις ομιλίες των αρχηγών των κομμάτων της συμπολίτευσης ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, ΔΗΠΑ όπως αναγνώστηκαν τα οικονομικά δεδομένα της χώρας είχαν ένα άκρως θετικό πρίσμα και ακούστηκαν προτάσεις όπως ότι, «ο πρώτος Προϋπολογισμός της Κυβέρνησης Χριστοδουλίδη φιλοδοξεί να σηματοδοτήσει την αρχή μιας νέας πορείας οικονομικής διαχείρισης», ότι «η κυπριακή οικονομία είναι πολύ καλύτερη από τις περισσότερες χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης» και ότι «η κυβέρνηση του Προέδρου Χριστοδουλίδη δεν έμεινε αδρανής και υιοθέτησε πακέτο μέτρων για να απαλύνει τις δυσκολίες μας μεγάλης μερίδας του κυπριακού λαού δίχως να ξεπερνά τις δημοσιονομικές δυνατότητες».
Στην αντιπολίτευση το πρίσμα ήταν διαφορετικό, παρά το ότι ειδικά ο ΔΗΣΥ θα τον στηρίξει. «Μπροστά στην έκρυθμη κατάσταση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε δεν χωράνε ούτε ακροβατισμοί ούτε και πειραματισμοί», σημείωσε η Πρόεδρος του ΔΗΣΥ κ. Αννίτα Δημητρίου, συμπλήρωσε δε, ότι, «ο συγκεκριμένος προϋπολογισμός δεν διαπνέεται από κάτι νέο, κάποιο καινούριο έργο, ένα ηγετικό όραμα για τον τόπο και νέες προοπτικές για τους πολίτες». Το ΑΚΕΛ από πλευράς του με τον γ.γ. του, τον κ. Στέφανο Στεφάνου κατέστησε σαφές πως θα τον καταψηφίσει διότι πολύ λίγα πράγματα περιλαμβάνει για την αντιμετώπιση των σημαντικών δομικών στρεβλώσεων που ταλαιπωρούν την οικονομία, ενώ υπέδειξε πως η Κυβέρνηση Χριστοδουλίδη κατάφερε μέσα σε 10 μήνες να απογοητεύσει με τις κακές επιδόσεις και συμπεριφορές της ακόμα και πολλούς από αυτούς που ψήφισαν Ν. Χριστοδουλίδη. Ο Βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων-Συνεργασία Πολιτών Χαράλαμπος Θεοπέμπτου εστίασε στις δράσεις της Κυβέρνησης για την ενέργεια, ρίχνοντας το μπαλάκι στην Κυβέρνηση για τις ενεργειακές αναβαθμίσεις και τα κυβερνητικά κτήρια. «Ο τρόπος που σκέφτεται η Κυβέρνηση για τις ενεργειακές αναβαθμίσεις φάνηκε με την ενεργειακή απόδοση του κτηρίου της πρώην Λαϊκής καθώς ήταν ένα από τα κύρια θέματα συζήτησης όταν εκφράστηκε η πρόθεση της Κυβέρνησης να το αγοράσει», σχολίασε ενδεικτικά μεταξύ πολλών άλλων σημείων στην ομιλία του.
Να παραμείνουν Υγιή τα δημόσια οικονομικά
Η Πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής Οικονομικών, Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, από πλευράς της σημείωσε πως, «επιθυμία όλων των πλευρών είναι η διατήρηση υγιών δημόσιων οικονομικών με σκοπό την ανταπόκριση στις μελλοντικές προκλήσεις και την περαιτέρω εξομάλυνση». Σύμφωνα με την Πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικών η πλειοψηφία των μελών της εκφράζει ικανοποίηση για τη θετική πορεία της κυπριακής οικονομίας, δεδομένων των εξωγενών συνθηκών που επικρατούν, καθώς και για τη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι ανησυχίες της Επιτροπής εστιάζονται στις επιπτώσεις των επιπέδων του πληθωρισμού στην αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, στα δημόσια οικονομικά και στην οικονομία γενικότερα, παρά το ότι αποκλιμακώνονται οι πιέσεις.
Στα συμπεράσματα της Επιτροπής, ζητείται η βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας, ο περαιτέρω περιορισμός του δημόσιου χρέους, η διατήρηση δημοσιονομικού πλεονάσματος, η προστασία του βιοτικού επιπέδου των πολιτών από τις πληθωριστικές πιέσεις και η διασφάλιση της ευημερίας των πολιτών. Ζητείται, επίσης όπως ειπώθηκε η προώθηση της πράσινης οικονομίας, του ψηφιακού μετασχηματισμού, της έρευνας και της καινοτομίας, καθώς και η υλοποίηση σημαντικών αναπτυξιακών έργων εκτιμάται ότι θα βοηθήσουν στην αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας, καθώς και η υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, καθώς και η βέλτιστη αξιοποίηση των εργαλείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα συμβάλουν στη βελτίωση της οικονομίας και της απασχόλησης.