Money Review
Το ότι η δανέζικη LEGO τα μάζεψε και έφυγε από την Ρωσία, επειδή αυτή εισέβαλε στην Ουκρανία, σίγουρα δεν θα αποτελέσει πλήγμα για την ρωσική οικονομία. Εντούτοις πριν από αυτήν είχαν εγκαταλείψει (ή ελαχιστοποιήσει την λειτουργία τους) την Ρωσία χιλιάδες τεχνολογικοί κολοσσοί και ανάμεσά τους η Apple, η Micsosoft, η SAP, η CISCO. Η Ρωσία απομονώνεται τεχνολογικά και βυθίζεται σε ένα ψηφιακό σκοτάδι διαρκείας. Οι λόγοι είναι πολλοί.
Oι ΗΠΑ, μόλις τα ρωσικά στρατεύματα άρχισαν να εισβάλουν στην Ουκρανία εφάρμοσαν τον Κανόνα Αλλοδαπών Άμεσων Προϊόντων (Foreign Direct Product Rule — FDPR). Ο μηχανισμός αυτός απαγορεύει τις εξαγωγές μίας μεγάλης γκάμας αμερικανικών τεχνολογικών προϊόντων. Είναι ένας κανόνας ευρύτατης εμβέλειας, διότι απαγορεύει την εξαγωγή προϊόντων προς την Ρωσία εφόσον για να φτιαχτούν έχουν χρησιμοποιήσει αμερικανικό λογισμικό ή εξοπλισμό. Όπως είναι φυσικό, το κλείσιμο της τεχνολογικής στρόφιγγας αδυνατίζει την ρώσικη οικονομία, αλλά και την ρωσική πολεμική μηχανή· τα κοινά καταναλωτικά αγαθά, όπως τα κινητά τηλέφωνα και τα λαπτοπ κατ΄αρχήν δεν περιορίζονται. Αυτό τον κανόνα εφαρμόζουν ακόμη 30 χώρες, και οι πολυεθνικοί τεχνολογικοί κολοσσοί έπαψαν να εξάγουν στην Ρωσία. Οι περισσότερες εταιρείες έκλεισαν και τα καταστήματά τους, ενώ -κρίσιμα-σταμάτησαν να πωλούν και υπηρεσίες.
Ας πάρουμε πρώτα τα προϊόντα. Όλα τα προηγμένα ολοκληρωμένα κυκλώματα (τα «τσιπς») κατασκευάζονται με λογισμικό και εργαλεία που έχει φτιαχτεί στις ΗΠΑ, τη Βρετανία ή την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτόματα λοιπόν είναι μη εξαγώγιμα είδη για την Ρωσία, με τεράστιες επιπτώσεις. Σχεδόν όλη η ρωσική υποδομή, οι ένοπλες δυνάμεις οι επιχειρήσεις και η διοίκηση εξαρτώνται από πληθώρα τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών που δεν είναι πλέον διαθέσιμες.
Η απαγόρευση εξαγωγής προϊόντων όμως είναι η κορυφή του παγόβουνου. Η σημαντικότερη -και αρχικά αφανής- επίπτωση είναι ότι θα σταματήσουν και οι ενημερώσεις λογισμικού, καθώς και τα συμβόλαια συντήρησης. Μπορεί τα PC να ζήσουν αρκετό καιρό με τα Windows 10, αλλά δεν θα συμβεί το ίδιο με τα μεγαλύτερα συστήματα. Η ενέργεια, τα logistics και η βιομηχανία στηρίζονται σε συστήματα από την SAP και την Oracle. Τι θα συμβεί όταν τελειώσει η συνδρομή ή η υποστήριξή τους; Θα πάψουν να λειτουργούν. Το ίδιο θα συμβεί και με την ραχοκοκαλιά των δικτύων, τους routers της CISCO λόγου χάρη, όπου όταν χαλάσουν θα πρέπει να αντικατασταθούν από τοπικά προϊόντα, τα οποία είναι γενιές πίσω. Και το πρόβλημα πάει βαθύτερα: οι τράπεζες ήδη δυσκολεύονται, ενώ ο αγροτικός τομέας που χρειάζεται την πληροφορικά τεχνολογία την άνοιξη, εποχή της σποράς δεν μπόρεσε να λειτουργήσει ικανοποιητικά, γιατί αμερικανικές εταιρείες όπως η Τrimble που έχει λύσεις για την γεωργία ακριβείας δεν είναι προσβάσιμες. Αυτή η επιβράδυνση είναι λογικό να δημιουργήσει μία μετακίνηση προς λύσεις cloud, (όσες υπάρχουν ή θα δημιουργηθούν) όπου όμως επειδή δεν θα υπάρχει ανταγωνισμός, και η ανάγκη υποκατάστασης θα είναι άμεση, οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών θα εκτοξευθούν. Σε ένα γενικότερα πλαίσιο ο ψηφιακός μετασχηματισμός της Ρωσίας θα επιβραδυνθεί, και πολλά έργα θα παγώσουν επ΄ αόριστον. Σε αυτό πρέπει να συνεκτιμήσουμε το ότι οι μεγαλόστομες ρώσικες διακηρύξεις για τεχνολογική αυτονομία έχουν μείνει σε μεγάλο βαθμό στα λόγια.
Και η Κίνα; Θα προστρέξει να καλύψει το κενό, προσβλέποντας και σε ένα γεωστρατηγικό πλεονέκτημα; Η σύντομη απάντηση είναι ότι: α) δεν μπορεί και β) δεν θέλει. Δεν μπορεί γιατί και η ίδια με την σειρά της εξαρτάται από τις ΗΠΑ για εξοπλισμό και λογισμικό, προκειμένου να φτιάξει τα τσιπ που παράγει «φασόν» για όλο τον κόσμο, αλλά και για την δική της τεχνολογική ατζέντα. Και δεν θέλει επειδή μπορεί να αποτελέσει στόχο του ίδιου μηχανισμού απαγόρευσης εξαγωγών, του FDPR. Η Κίνα έχει ήδη πάρει μία γεύση του γιατρικού —που εφαρμόστηκε στην περίπτωση της Huawei προκαλώντας δραματική πτώση του τζίρου για την επιχείρηση. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις ούτε η ίδια η Κίνα έχει εναλλακτικές λύσεις: μήτε στην πρόδηλη περίπτωση της Microsoft (κυρίως σε λογισμικό εξυπηρετητών και Βάσεων Δεδομένων), μήτε και σε πιο εξειδικευμένους τομείς, όπως τις σχεδόν μονοπωλιακές λύσεις της αμερικανικής Halliburton για τον ενεργειακό τομέα, το πετρέλαιο και το αέριο.
Δεν φεύγουν, ωστόσο, μόνον οι εταιρείες: φεύγουν και οι άνθρωποι. Η Ρωσία πάντα είχε ένα ισχυρό ανθρώπινο δυναμικό στις τεχνολογίες πληροφορικής και ιδιαίτερα στο λογισμικό. Τώρα που η αγορά εργασίας γι΄ αυτούς του ανθρώπους στενεύει, έχουν αρχίσει να μεταναστεύουν στην Δύση σε μεγάλα πλήθη. Ήδη, σύμφωνα με εκτιμήσεις, έχουν φύγει 170,000 εξειδικευμένοι επιστήμονες και τεχνικοί πληροφορικής και το κύμα δεν φαίνεται να μειώνεται. Παρενθετικά, η μεγάλη φυγή από την Ρωσία (και την Ουκρανία) ανθρώπων που εργάζονται στην τεχνολογία, και ιδιαίτερα την Πληροφορική, είναι μεν μια μεγάλη αιμορραγία γι’ αυτούς —αλλά ειρωνικά μία μεγάλη ευκαιρία για εμάς, που θα μπορούσαμε να προσελκύσουμε μία ολόκληρη πόλη ψηφιακών νομάδων. Η Τουρκία έχει αποδειχθεί εξαιρετικά φιλόξενη γι΄ αυτούς. Αυτό, όμως, είναι αντικείμενο ενός άλλου άρθρου.
Για την Ρωσία «Λεφτά υπάρχουν» από την λειτουργία του μεγάλου βενζινάδικου, αλλά λύσεις όχι. Θα οπισθοχωρεί διαρκώς στον Μεγάλο Ψηφιακό Μετασχηματισμό, και θα αργήσει πολύ να συνέλθει, αν τα καταφέρει κάποτε. Είναι ένας άλλος λόγος για τον οποίο θα γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνη. Και πολύ αυταρχική για τους πολίτες της, για την ψηφιακή απομόνωση των οποίων δεν μιλήσαμε καθόλου. Μίας χώρας όπου και η τεχνολογία την έδεσε πρόσκαιρα με την Δύση, αλλά αυτοί οι δεσμοί έχουν πλέον διαρραγεί, σχεδόν ανεπανόρθωτα.
Ο Γιώργος Ναθαναήλ είναι Σύμβουλος Επιχειρήσεων.