Money Review
10 Νοεμβρίου 2001
Η Apple αρχίζει να πουλά το πρώτο iPod, τη συσκευή που έσωσε τη μουσική.
Το 2001, η βιομηχανία της μουσικής βρισκόταν σε ελεύθερη πτώση και οι δισκογραφικές εταιρείες σε πανικό. Η πειρατεία ήταν παντού, καθώς όλοι έγραφαν CD και «κατέβαζαν» τραγούδια από σάιτ filesharing όπως το Napster.
Ο τότε επικεφαλής της IFPI, της ένωσης των δισκογραφικών εταιρειών, θα έλεγε αργότερα στον Guardian ότι το filesharing ήταν «μία κρίση τεραστίων διαστάσεων» για τον κλάδο. «Πραγματικά ήταν μία ξένη εισβολή».
Όμως η βιομηχανία της μουσικής δυσκολευόταν να απαντήσει: Αντί να καινοτομήσει, το μόνο που έκανε ήταν να κυνηγήσει δικαστικά το Napster.
Όταν τα πρώτα ψηφιακά music players έκαναν την εμφάνισή τους στην αγορά, προς τα τέλη του 1998 με τις αρχές του 1999, οι δισκογραφικές εταιρείες δεν ήθελαν να ακούσουν ούτε λέξη. Κινήθηκαν και πάλι δικαστικά, προσπαθώντας να βγάλουν τα MP3 players από την αγορά, όμως απέτυχαν.
Ο Steve Jobs δεν άργησε να δει την ευκαιρία. Τα MP3 players της εποχής ήταν ογκώδη, κάποιες φορές ήταν βαριά και μπορούσαν να αποθηκεύσουν ελάχιστα τραγούδια. Αλλά και τα Walkman που ήταν πολύ δημοφιλή εκείνα τα χρόνια, είχαν τους δικούς τους περιορισμούς: Πόσες κασέτες μπορούσε να κουβαλά κανείς μαζί του για να μην χρειάζεται να ακούει τα ίδια τραγούδια ξανά και ξανά.
Το πρώτο iPod που κυκλοφόρησε το 2001 (φωτ. AP)
Ο συνιδρυτής της Apple πίστευε ότι μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερο. Για εκείνον, άλλωστε, ήταν ένα πολύ προσωπικό στοίχημα, καθώς αφορούσε την επάνοδό του στην Apple, αφότου είχε εκδιωχθεί από την ίδια του την εταιρεία από το 1985 έως το 1997.
Ο Jobs επέμεινε πολύ στο ντιζάιν και την ευχρηστία του iPod. Όταν οι μηχανικοί της Apple ολοκλήρωσαν το πρωτότυπο και του το παρουσίασαν, εκείνος πήρε τη συσκευή στα χέρια του, την εξέτασε, την έβαλε να παίξει και αμέσως την απέρριψε. «Είναι πολύ μεγάλο», τους είπε.
Οι μηχανικοί εξήγησαν ότι είχαν ξαναγράψει από την αρχή κάθε κανόνα των εφευρέσεων για να φτιάξουν το iPod και ότι απλά ήταν αδύνατον να το κάνουν μικρότερο. Ο Jobs σιώπησε μια λίγο. Και τελικά σηκώθηκε όρθιος, περπάτησε έως το ενυδρείο που βρισκόταν στην αίθουσα και έριξε το iPod μέσα στο νερό. Μόλις η συσκευή έφτασε στον πάτο, φυσαλίδες ανέβηκαν μέχρι πάνω. «Αυτές είναι φυσαλίδες αέρα. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κενός χώρος εκεί μέσα. Κάντε το μικρότερο», τους είπε.
Ο Steve Jobs παρουσιάζει την νέα εκδοχή του iPod το 2003. (φωτ. AP)
Όταν η Apple παρουσίασε το iPod, στις 23 Οκτωβρίου του 2001, η επιτυχία του ήταν άμεση. Η εταιρεία το διαφήμιζε σαν μια συσκευή που βάζει «1.000 τραγούδια στην τσέπη σου» και ήταν μία πραγματική επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο ακούμε μουσική.
Με τη δημιουργία του iTunes, που στο αποκορύφωμα της επιτυχίας του, το 2007, είχε φτάσει να ελέγχει πάνω από το 70% της νόμιμης αγοράς download τραγουδιών, η επανάσταση στη μουσική έγινε πραγματικότητα και η βιομηχανία σώθηκε από βέβαιο θάνατο. Οι δισκογραφικές αντέδρασαν αρχικά, όμως αποδέχθηκαν ότι η Apple και το iTunes τις οδηγούσαν σε ένα μέλλον όπου δεν μπορούσαν να φτάσουν μόνες τους.
Ο Steve Jobs παρουσιάζει για πρώτη φορά τα iTunes το 2003 (φωτ.: AP)
Το iPod, με το χαρακτηριστικό ντιζάιν του, θεωρήθηκε cool και βοήθησε στο να συνειδητοποιήσει ο κόσμος ότι εάν θέλει να ακούει μουσική, θα πρέπει να πληρώνει για τα τραγούδια.
Στις δύο επόμενες δεκαετίες, έως τον Μάιο του 2022, η Apple πούλησε πάνω από 450 εκατ. iPods.
Όμως το iPod ήταν σημαντικό και για έναν ακόμα λόγο: Αποτέλεσε τον προάγγελο του iPhone, αφού για τον περισσότερο κόσμο, ήταν η πρώτη smart συσκευή που αγόρασε. Το iPod έπεισε τους κατασκευαστές ηλεκτρονικών συσκευών να εστιάσουν στην ψυχαγωγία με έναν τρόπο που δεν είχαν κάνει έως τότε, επιτρέποντας στους χρήστες να παίζουν παιχνίδια με πολλά γραφικά, να αποθηκεύουν βιβλία, τραγούδια, φωτογραφίες και βίντεο.
Όμως, η άνοδος των smartphones τελικά οδήγησε και στο τέλος του iPod. Αφού ο καθένας είχε πια ένα smartphone στην τσέπη του, δεν χρειαζόταν μια συσκευή ειδικά για να ακούει μουσική.
Για αυτό και τον Μάιο, η Apple ανακοίνωσε το τέλος του iPod. Όπως έκανε γνωστό η εταιρεία, η συσκευή θα συνεχίσει να πωλείται ανά τον κόσμο μέχρι να εξαντληθούν τα αποθέματα.