Του Γιάννη Ιωάννου
Μια παλιά ρήση του Κινέζου φιλοσόφου, και θεωρητικού του πολέμου, Σουν Τζου υπαγορεύει πως ο καλύτερος τρόπος για να κάνεις τον αντίπαλό σου για να υποχωρήσει είναι «να του στρώσεις μια χρυσή γέφυρα». Και με φόντο την κρίση στην Ουκρανία, εξαρχής, διαφάνηκε πως Μόσχα και Ουάσινγκτον θέλουν να διαπραγματευτούν. Όχι όμως ως προ το να αποφευχθεί ένας ρωσοουκρανικός πόλεμος όσο ως προς μια πληθώρα άλλων ζητημάτων που, αρχής γενομένης από το ΝΑΤΟ, εκτείνενται σε μια σειρά στρατηγικών πτυχών που αφορούν στις μελλοντικές σχέσεις των δύο –με φόντο την στρατηγική σχέση στην Ευρώπη και στο παγκόσμιο σύστημα. Οι χθεσινές εξελίξεις όσο και ο διάλογος ΝΑΤΟ-Μόσχας το αποδεικνύουν περίτρανα. Γιατί στο δεύτερο πεδίο η διαπραγμάτευση «άνοιξε» ως προς τις θεματικές και συμπεριέλαβε υπέρμετρα μαξιμαλιστικές θέσεις (η Μόσχα ζήτησε την αποχώρηση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας από το ΝΑΤΟ για να λάβει ως απάνηση από την συμμαχία την τέλεια ισοφάριση ως προς την απομάκρυνσή της από Γεωργία, Ουκρανία και Μολδαβία). Σε σχέση όμως με τον διάλογο Ουάσινγκτον-Μόσχας, οι τόνοι έπεσαν με τον Ρώσο ΥΠΕΞ, Σεργκέι Λαβρόφ, να υπογραμμίζει πως ότι η αμερικανική πρόταση για την άμβλυνση των εντάσεων με την Ουκρανία περιλαμβάνει «λογικά στοιχεία», αν και κάποια βασικά σημεία έχουν αγνοηθεί. Και κάπου εδώ παραμονεύει η γέφυρα, από χρυσό, του Σουν Τζου. Ακριβώς γιατί τόσο ο Πρόεδρος Μπάιντεν όσο και ο Ρώσος ομόλογός του Βλαντίμιρ Πούτιν δείχνουν να έχουν αυτοεγκλωβιστεί στα ζητήματα που εκτείνονται πέραν της ουκρανικής κρίσης. Με άμεσες συνέπειες:
- Για τον Μπάιντεν, και την Δύση, να εκτεθούν ανεπανόρθωτα έναντι μιας ρωσικής προέλασης στον άξονα ανατολικών συνόρων-Δνειπέρου, που θα απειλούσε το Κίεβο με αποτέλεσμα σε ένα μελλοντικό γύρο συνομιλιών τόσο η Ουκρανία, όσο και η Δύση (ΝΑΤΟ και ΕΕ) να παρακαθίσουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με την Ρωσία του Πούτιν από μειονεκτική αφετηρία
- Για τον Πούτιν, να εμπλακεί σε ένα πόλεμο στην Ουκρανία από τον οποίο τόσο οι απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό όσο και το οικονομικός κόστος (διεξαγωγής και κατόπιν στο εσωτερικό του από την επιβολή σκληρών οικονομικών κυρώσεων της ΕΕ και της Ουάσινγκτον) να τον απομακρύνει από την επίτευξη βασικών του γεωπολιτικών στόχων –που εκτείνονται, σε σχέση με την Δύση, πέραν του ελέγχου νέων εδαφών της Ουκρανίας ή μιας πολιτικής δορυφοροποίησης του Κιέβου
Κρίσιμος Φεβρουάριος
Όπως διαφάνηκε κι από τον διάλογο Παρισιού-Μόσχας χθες όσο κι από την πρωτοβουλία Ερντογάν για τουρκική διαμεσολάβηση μεταξύ Κιέβου και Μόσχας. η διαχείριση –προς στιγμή- της κρίσης στον άξονα της ρωσοουκρανικής σύγκρουσης συναντά δυναμικές εκτόνωσης που τις επόμενες εβδομάδες θα κρίνουν και την συνέχεια ως προς το σενάριο (και μόνο) μιας ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Η εν λόγω εξέλιξη έχει διττή ανάγνωση και μπόλικη σημειολογία: Μπορεί να δουλέψει είτε αποκλιμακώνοντας περαιτέρω τα πράγματα, είτε, πιο «σκακιστικά» ως το τέλος των ανοιγμάτων των δύο πλευρών πριν την τελική σύγκρουση (το μέσον της πατρίδας). Η σημειολογία εδράζεται στο γιατί η τρέχουσα κρίση και το μέλλον των ρωσοδυτικών σχέσεων περνάει μέσα από το πλέγμα της οικονομικής και στρατιωτικής ανόδου της Κίνας και των δυναμικών διαμόρφωσης του διεθνούς συστήματος τις επόμενες δεκαετίες. Ακριβώς γιατί ακόμη κι αν ο Πούτιν θέλει να εισβάλλει και να καταλάβει το Κίεβο δεν θα το επιχειρήσει πριν την επίσκεψη στο Πεκίνο στις αρχές Φεβρουαρίου (στις 04.02). Μια επίσκεψη που θέλει να αποστείλλει το σινιάλο στη Δύση της στήριξης της Χειμερινής Ολυμπιάδας που διοργανώνει η Κίνα –εν μέσω μποϋκοτάζ από τις μεγάλες χώρες της Δύσης (πχ ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία, κοκ). Συνεπώς υπό το βάρος ενός νέου διαλόγου ΗΠΑ-Ρωσίας η Ουκρανία θα μπορούσε να αναζοπυρωθεί ως πεδίο σύγκρουσης από «ένα τυχαίο γεγονός» μετά τις 20 Φεβρουαρίου (που τελειώνει η κινεζική αθλητική διοργάνωση) ή, όπως προαναφέραμε, ο διάλογος να οδηγήσει σε μια σοβαρή αποκλιμάκωση. Βέβαια, στο σημείο που διανύουμε, το πρώτο σενάριο είναι πιο επαληθεύσιμο από σκοπιάς κυνικού ρεαλισμού γνωρίζοντας και το σκεπτικό Πούτιν και το πως, εξαρχής, είχε πιο ισχυροποιημένη διαπραγματευτικά σχέση ξεκινώντας το στρατιωτικό standoff (συγκέντρωση στρατευμάτων) στα ανατολικά σύνορα της Ουκρανίας και στο «δυτικό άκρο» των συνόρων Ρωσίας-Δύσης (η κρίση στα σύνορα Πολωνίας-Λευκορωσίας) από τον περασμένο, ουσιαστικά, Απρίλιο.
Παράλληλες διαστάσεις
Η απάντηση του Πούτιν στον Μακρόν, χθες, πως η Δύση (οι ΗΠΑ) αγνοεί τις «ρωσικές ανησυχίες ασφάλειας» δείχνει πως οι παράλληλες διαπραγματεύσεις Δύσης-Ρωσίας και Ουάσινκτον-Μόσχας είχαν εξαρχής την τάση και να αλληλοαποκλείονται μεταξύ τους (ακριβώς γιατί εντός ΝΑΤΟ και ΕΕ υπάρχει διχογνωμία σε σχέση με τον στρατηγικό χειρισμό της ρωσικής επιθετικότητας) αλλά και να ενισχύουν τον αυτοεκγλωβισμό Μπάιντεν και Πούτιν ως προς τις μαξιμαλιστικές τους θέσεις στο τραπέζι των συνομιλιών. Παρά την αντίφαση –ως προς την μικρή και μεγάλη εικόνα- των εν λόγω συνομιλιών, καθίσταται πλέον σαφές πως για τον Πούτιν:
- ‘Εχει μάλλον παρθεί μια απόφαση εισβολής στην Ουκρανία, ωστόσο αυτό που σταθμίζεται είναι τα επιμέρους στοιχεία των λεπτομερειών αναφορικά με αυτή (κόστος, επόμενη ημέρα, στόχοι επί του εδάφους, στόχοι επί των συνομιλιώων)
- Έχει γίνει αντιληπτό πως στη σπουδή του για μαξιμαλιστικές θέσεις στις συνομιλίες έναντι της απειλής χρήσης βίας στο Ουκρανικό, η Δύση δεν κάνει κάτι το θεαματικό για να τον αποτρέψει. Του πετάει το μπαλάκι και έχει, ήδη, διασφαλίσει πως τυχόν επιθετική του κίνηση εκτός Ουκρανίας θα σηματοδοτήσει πολύ σκληρή απάντηση
Τα δύο αυτά δεδομένα που περιγράφονται ως άνω είναι και οι δύο παράλληλες πραγματικόητες της τρέχουσας κρίσης –με την μία να αφορά per se την Ουκρανία και την άλλη το μέλλον των σχέσεων Ρωσίας-Δύσης και ίσως και το πολιτικό μέλλον του ίδιου του Πούτιν. Το αν τις επόμενες εβδομάδες η κατάσταση αυτοεγκλωβισμού στον οποία βρέθηκαν τόσο ο Πούτιν όσο κι ο Μπάιντεν δεν αναζητήσει εξόδους για την «χρυσή γέφυρα» -απέναντι, τότε ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι κι αναπόφευκτος. Με το τίμημα, πέραν του λαού της Ουκρανίας, να αποκτά ξεχωριστή σημασία τόσο για την Δύση όσο και για την Μόσχα.