ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Γαλλία: Αντίστροφη μέτρηση για την πτώση Μπαρνιέ

Σήμερα το βράδυ αναμένεται η ψηφοφορία στη γαλλική Εθνοσυνέλευση για τις προτάσεις δυσπιστίας της αντιπολίτευσης

Kathimerini.gr

Ο γαλλικός Τύπος κάνει λόγο για χρονικό προαναγγελθέντος πολιτικού θανάτου. Μόλις τρεις μήνες μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας, ο κεντροδεξιός Μισέλ Μπαρνιέ περνάει, κατά τα φαινόμενα, τις τελευταίες ώρες του στο μέγαρο Ματινιόν εν αναμονή της σημερινής κρίσιμης συνεδρίασης της Εθνοσυνέλευσης επί των προτάσεων δυσπιστίας που έχει καταθέσει η αντιπολίτευση. Εάν δεν υπάρξει κάποια μεγάλη έκπληξη της τελευταίας στιγμής, απόψε η κυβέρνηση μειοψηφίας θα καταψηφιστεί και ο 73χρονος πρωθυπουργός θα υποχρεωθεί να υποβάλει την παραίτησή του στο Ελιζέ.

Ρόλο καταλύτη στην κλιμάκωση της πολιτικής κρίσης που εξελίσσεται στη Γαλλία από τον περασμένο Ιούνιο, οπότε ο πρόεδρος Μακρόν προκήρυξε πρόωρες εκλογές ύστερα από το απογοητευτικό για το κόμμα του αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, έπαιξε η απόφαση του Μπαρνιέ να επιχειρήσει να περάσει χωρίς ψηφοφορία στην Εθνοσυνέλευση ένα σημαντικό τμήμα του προϋπολογισμού, που αφορούσε τις δαπάνες για την κοινωνική ασφάλιση. Το αριστερό κόμμα Ανυπότακτη Γαλλία του Ζαν-Λικ Μελανσόν κατέθεσε αμέσως πρόταση δυσπιστίας, αλλά ο Μπαρνιέ ήλπιζε πως η Εθνική Συσπείρωση της Μαρίν Λεπέν δεν θα ψήφιζε μαζί με την Αριστερά. Δεν δίστασε μάλιστα να προχωρήσει σε σημαντικές παραχωρήσεις προς την προεδρική υποψήφια της άκρας Δεξιάς προκειμένου να την εξευμενίσει. Τα γεγονότα τον διέψευσαν.

«Η κατάθεση πρότασης δυσπιστίας για τον προϋπολογισμό είναι το μόνο μέσο που μας προσφέρει το σύνταγμα για να υπερασπιστούμε τους Γάλλους», δήλωσε χθες η Λεπέν στους δημοσιογράφους προσερχόμενη στην Εθνοσυνέλευση. Την ίδια ώρα, ο υπουργός Οικονομικών Αντουάν Αρμάν τόνιζε, σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο France 2, ότι η Λεπέν και συνολικά οι πολιτικοί ηγέτες έχουν χρέος «να μη βυθίσουν τη χώρα στην αβεβαιότητα». Η πίεση των αγορών πάνω στις μετοχές και στα ομόλογα του γαλλικού χρέους έχει ενισχυθεί τα τελευταία εικοσιτετράωρα, αν και οι επιπτώσεις στις υπόλοιπες οικονομίες της Ευρωζώνης παραμένουν για την ώρα περιορισμένες.

Μέχρι τώρα, η Μαρίν Λεπέν έδειχνε ανοχή στην κυβέρνηση του συντηρητικού Μπαρνιέ με μια σκληρή διαπραγματευτική τακτική που αποσπούσε παραχωρήσεις, ενώ ταυτόχρονα ενίσχυε το δικό της προφίλ ως υπεύθυνης πολιτικού. Υπό αυτό το πρίσμα, η επιλογή της να ρίξει την κυβέρνηση, ψηφίζοντας μαζί με την Αριστερά, εμπεριέχει αυτονόητο ρίσκο. Δημοσκόπηση της εταιρείας Ipsos, τον περασμένο μήνα, έφερε το 50% των Γάλλων να θεωρεί ότι η Εθνική Συσπείρωση αποτελεί κίνδυνο για τη Δημοκρατία – πολύ υψηλό ποσοστό για κόμμα που διεκδικεί την προεδρία, αν και μικρότερο κατά 11 μονάδες από το 2020.

Καθώς η αφορμή που επικαλέστηκε η Λεπέν ήταν η άρνηση του Μπαρνιέ να δεχθεί την τιμαριθμική αναπροσαρμογή των συντάξεων, ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι ο βασικός παράγοντας που την οδήγησε να ριζοσπαστικοποιήσει τη στάση της ήταν η αγωνία της να διευρύνει την επιρροή της στους συνταξιούχους, οι οποίοι μέχρι τώρα δεν την εμπιστεύονται, όπως έδειξε και ο δεύτερος γύρος των τελευταίων εκλογών. Αλλοι αναλυτές θεωρούν ότι πίσω από τη σκλήρυνσή της κρύβεται η επιδίωξή της να απαλλαγεί από τη δικαστική δίωξη, που απειλεί να της στερήσει τη δυνατότητα να διεκδικήσει για τέταρτη φορά την προεδρία, το 2027.

Υπό άλλες συνθήκες, ο Εμανουέλ Μακρόν θα μπορούσε να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές. Από τη στιγμή που το έκανε, όμως, τον Ιούνιο, θα πρέπει, βάσει του συντάγματος, να περιμένει επτά μήνες για να το ξανακάνει. Επομένως, εάν καταψηφιστεί η παρούσα κυβέρνηση, λογικά θα πρέπει να βρει άλλον πρωθυπουργό (τα ονόματα που ακούγονται περισσότερο είναι εκείνα του υπουργού Αμυνας Σεμπαστιάν Λεκορνί και του ηγέτη του κεντρώου κόμματος MoDem Φρανσουά Μπαϊρού), αν και είναι πολύ πιθανό ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης να μην έχει ολοκληρωθεί πριν από τον καινούργιο χρόνο. Μέχρι τότε, ο Μπαρνιέ θα συνεχίσει, πιθανότατα, να ηγείται υπηρεσιακής κυβέρνησης και να διαχειρίζεται έναν προσωρινό προϋπολογισμό για τις τρέχουσες ανάγκες, με όλες τις μεγάλες αποφάσεις να μετατίθενται για το 2025. Θεωρητικά, ο Εμανουέλ Μακρόν διαθέτει και μια άλλη λύση: να παραιτηθεί από το αξίωμά του και να προκηρύξει πρόωρες προεδρικές εκλογές στις οποίες δεν θα μπορεί να συμμετάσχει. Προφανώς, όμως, αυτή θα ήταν η τελευταία λύση που θα επέλεγε.

Γιατί η Γαλλία δεν είναι Ελλάδα του 2009

Ενώ τα μέλη του γαλλικού κοινοβουλίου ετοιμάζονται σήμερα να ψηφίσουν την πρόταση μομφής που είναι πιθανό να ανατρέψει την κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ, η άνοδος των spreads των ομολόγων της χώρας κοντά στα υψηλότερα επίπεδα από την κρίση χρέους της Ευρωζώνης αυτή την εβδομάδα ωθεί τους αναλυτές να κάνουν τη σύγκριση: είναι η Γαλλία η επόμενη Ελλάδα; Oπως σημειώνουν, αν και μια νέα πλήρης κρίση χρέους δεν είναι πιθανή, το γεγονός ότι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του ευρώ αντιμετωπίζει δημοσιονομικό και πολιτικό κίνδυνο αποτελεί σίγουρα ένα σοβαρό πρόβλημα για την Ευρωζώνη.

«Η Γαλλία δεν είναι Ελλάδα της κρίσης χρέους, καθώς είναι μια πλούσια χώρα που μπορεί να χρηματοδοτήσει το έλλειμμά της», αναφέρει ο επικεφαλής οικονομολόγος της UBS, Πολ Ντόνοβαν. Ανάλογες είναι οι απόψεις της Oxford Economics: «Στο αποκορύφωμα της κρίσης χρέους, η ελληνική κυβέρνηση δαπανούσε σχεδόν το 20% του συνόλου των εσόδων της σε πληρωμές τόκων. Η Γαλλία ξοδεύει 4% ή λιγότερο».

Σύμφωνα και με την Capital Economics, από πολλές απόψεις, η κατάσταση της Γαλλίας είναι πολύ λιγότερο ανησυχητική από εκείνη της Ελλάδας. Το βάρος του δημόσιου χρέους της Ελλάδας το 2009 δεν ήταν πολύ υψηλότερο από αυτό της Γαλλίας σήμερα, αλλά το έλλειμμά της ήταν πολύ υψηλότερο, γύρω στο 15% αντί στο 6% του ΑΕΠ. Επιπλέον, οι προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας ήταν πολύ χειρότερες και η χώρα χρειάστηκε να μειώσει το πρωτογενές της ισοζύγιο κατά ένα τεράστιο 14% του ΑΕΠ μέσα σε τέσσερα χρόνια, ενώ η Γαλλία χρειάζεται προσαρμογή «μόνο» 3% για να σταθεροποιήσει τον δείκτη του χρέους της. Εξάλλου, η Ευρωζώνη έχει αλλάξει αρκετά από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, με την ΕΚΤ να έχει τώρα τα εργαλεία για να στηρίξει τη Γαλλία σε περίπτωση που αντιμετωπίσει προβλήματα και να περιορίσει τη μετάδοση.

Επίσης, στις αρχές της δεκαετίας του 2010 ήταν ασαφές εάν άλλες χώρες της Ε.Ε. θα βοηθούσαν την Ελλάδα να παραμείνει στο ευρώ, ωστόσο σήμερα δεν θα υπήρχε κανένας δισταγμός να κάνουν «ό,τι χρειάζεται» για να «σώσουν» τη Γαλλία: είναι ιδρυτικό μέλος του ευρώ, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία και πολιτική δύναμη. «Η Γαλλία είναι… Γαλλία!» τονίζει η Capital Economics. Η Γαλλία πάντως θα μπορούσε να βρεθεί στο επίκεντρο μιας άλλης κρίσης χρέους, αφού προς το παρόν δεν υπάρχει συνδυασμός πολιτικών κομμάτων που θα είχαν την πλειοψηφία και θα υποστήριζαν τη μείωση του ελλείμματος. Ακόμη, όπως σημειώνει, είναι πολύ πιθανό ο επόμενος πρόεδρος να είναι λιγότερο αφοσιωμένος στη συνεργασία με την Ε.Ε. και στην παραμονή στην Ευρωζώνη από ό,τι ο Εμανουέλ Μακρόν.

«Δεν προβλέπουμε μια πλήρη κρίση δημόσιου χρέους στη Γαλλία σε αυτό το στάδιο, αλλά πιστεύουμε ότι το spread των γαλλικών κρατικών ομολόγων θα αυξηθεί περαιτέρω», τονίζει ο οίκος. «Και με τον δείκτη χρέους να βρίσκεται σε ανοδική τάση, η εκλογή μιας κυβέρνησης δεσμευμένης σε φορολογικές περικοπές ή αυξήσεις δαπανών θα μπορούσε να προκαλέσει μεγαλύτερη απώλεια εμπιστοσύνης στα δημοσιονομικά της Γαλλίας», προσθέτει. Οπως καταλήγει, όμως, μια σοβαρή κρίση χρέους στη Γαλλία, με το spread να εκτινάσσεται στις 200 μ.β. ή περισσότερο και να μη δείχνει σημάδια σταθεροποίησης, θα ήταν σίγουρα το νέο «whatever it takes» της Ευρωζώνης.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

Τι γνωρίζουμε μέχρι στιγμής και πώς η ανάλυση των γεγονότων μας επιτρέπει να δούμε πώς θα κινηθούν τα πράγματα
Του Γιάννη Ιωάννου
 |  ΚΟΣΜΟΣ