
ΠΗΓΗ: Reuters
Εντονη κινητικότητα χαρακτηρίζει τις σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και στο Ιράν, ύστερα από την πρώτη, εδώ και δέκα χρόνια, συνάντηση υψηλών αξιωματούχων των δύο πλευρών στο Ομάν, το περασμένο Σάββατο. Και οι δύο πλευρές αποτίμησαν θετικά τα αποτελέσματα των διερευνητικών επαφών γύρω από το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, ενώ ο δεύτερος γύρος των συνομιλιών αναμένεται να πραγματοποιηθεί το ερχόμενο Σάββατο, πιθανότατα στη Ρώμη.
Δυόμισι ώρες κράτησαν οι εκ του σύνεγγυς διαπραγματεύσεις ανάμεσα στον Στιβ Γουίτκοφ, ειδικό απεσταλμένο του προέδρου Τραμπ, και στον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί στην πρωτεύουσα του αραβικού σουλτανάτου, Μουσκάτ. Ρόλο μεσολαβητή διαδραμάτισε ο υπουργός Εξωτερικών του Ομάν, Μπαντρ αλ Μπουσάιντι, ο οποίος πηγαινοερχόταν ανάμεσα στις δύο διαφορετικές αίθουσες του ίδιου μεγάρου που φιλοξενούσαν την αμερικανική και την ιρανική αντιπροσωπεία. Στο τέλος των έμμεσων διαπραγματεύσεων, Γουίτκοφ και Αραγτσί συναντήθηκαν κατ’ ιδίαν, όπου αντάλλαξαν χειραψία και είχαν σύντομη συζήτηση.
Αν και δεν υπήρξε άμεσο αποτέλεσμα, το θετικό κλίμα των προκαταρκτικών συζητήσεων γέννησε προσδοκίες για διπλωματική αντιμετώπιση του προβλήματος γύρω από το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, παρά την επίμονη πίεση του Ισραήλ προς την Ουάσιγκτον για ανάληψη στρατιωτικής δράσης. «Σήμερα σημειώσαμε σημαντική προσέγγιση ως προς τη βάση της διαπραγμάτευσης», δήλωσε εξερχόμενος των συνομιλιών ο Αραγτσί, προσθέτοντας ότι ο επόμενος γύρος είναι πολύ πιθανό «να ορίσει την ημερήσια διάταξη και ένα χρονοδιάγραμμα» με ορίζοντα την επίτευξη συμφωνίας.
Συγκρατημένα αισιόδοξος εμφανίστηκε αρχικά και ο Ντόναλντ Τραμπ. «Νομίζω ότι οι διαπραγματεύσεις πάνε καλά», ανέφερε το Σάββατο, για να προσθέσει: «Καθώς δεν υπάρχει μέχρι στιγμής συγκεκριμένο αποτέλεσμα, δεν μπορώ να πω κάτι σημαντικό. Ωστόσο η γενική εικόνα δεν είναι άσχημη. Πιστεύω ότι τα πράγματα εξελίσσονται σχετικά καλά αναφορικά με το Ιράν». Χθες όμως ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι οι Ιρανοί «κωλυσιεργούν» και επανέλαβε την απειλή στρατιωτικού πλήγματος στο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης αν δεν υπάρξει γρήγορα συμφωνία.
Συγκρατημένη αισιοδοξία
Το πρώτο, έστω και μικρό, βήμα προσέγγισης που έγινε στο Ομάν είχε άμεσο αντίκτυπο στις αγορές. Το χρηματιστήριο της Τεχεράνης κατέγραψε αξιόλογη άνοδο, ενώ το ίδιο συνέβη με την ισοτιμία του εθνικού νομίσματος, ριάλ, έναντι του αμερικανικού δολαρίου. Οι Ιρανοί ελπίζουν ότι μια συμφωνία με τις ΗΠΑ για το πυρηνικό τους πρόγραμμα θα συνοδευθεί από άρση των κυρώσεων, οι οποίες έχουν επιφέρει βαρύτατο πλήγμα στην οικονομία τους.
Από την Οσάκα της Ιαπωνίας, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Ταγιάνι αποκάλυψε ότι το Ομάν ζήτησε από την Ιταλία να φιλοξενήσει τον επόμενο γύρο των διαπραγματεύσεων, όπου το σουλτανάτο να προσφέρει και πάλι τις υπηρεσίες του μεσολαβητή. Η ιταλική κυβέρνηση προθυμοποιήθηκε να φιλοξενήσει τη συνάντηση. Προηγουμένως, ο Αμπάς Αραγτσί θα επισκεφθεί τη Μόσχα. Μαζί με τη Βρετανία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, η Ρωσία συμμετείχε στις διαβουλεύσεις που κατέληξαν στη διεθνή συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, την οποία τορπίλισε τρία χρόνια αργότερα ο Ντόναλντ Τραμπ, στη διάρκεια της πρώτης προεδρικής του θητείας.
Σε αντίθεση με τη διπλωματική κινητικότητα στο Ιρανικό, συνεχίζεται το αδιέξοδο στις έμμεσες διαπραγματεύσεις μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, που διεξάγονται στο Κάιρο με τη μεσολάβηση της Αιγύπτου και του Κατάρ. Ο τελευταίος γύρος των συνομιλιών έληξε χωρίς εμφανή πρόοδο, καθώς η Χαμάς επέμεινε στη θέση της ότι οποιαδήποτε συμφωνία για την απελευθέρωση όλων των ομήρων πρέπει να συνοδεύεται από το οριστικό τέλος του πολέμου, ενώ απέκλεισε κάθε πρόταση να καταθέσει τα όπλα. Η αντιπροσωπεία της, πάντως, με επικεφαλής τον ηγέτη της στη Γάζα, Χαλίλ αλ Χάγια, δέχθηκε να απελευθερώσει διπλάσιο αριθμό ομήρων από ό,τι προβλεπόταν αρχικά (10 αντί για 5) σε περίπτωση παράτασης της προσωρινής εκεχειρίας που εξέπνευσε την 1η Μαρτίου.
Εντονες αντιδράσεις προκάλεσε ο βομβαρδισμός, από τον ισραηλινό στρατό, του τελευταίου σημαντικού νοσοκομείου που ήταν ακόμη σε λειτουργία, μέχρι τα χαράματα της Κυριακής, στο βόρειο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας, όπου καλούνταν, υπό αφάνταστα δύσκολες συνθήκες, να καλύψει τις ανάγκες περίθαλψης ενός εκατομμυρίου ανθρώπων. Στη 1.30 μετά τα μεσάνυχτα, δύο πύραυλοι του Ισραήλ έπληξαν το νοσοκομείο Αλ Αχλι, που ιδρύθηκε από ιεραποστολή μεθοδιστών το 1882. Ο ισραηλινός στρατός είχε δώσει προθεσμία μόλις 18 λεπτών σε όσους βρίσκονταν στο ίδρυμα να απομακρυνθούν, υποστηρίζοντας ότι η Χαμάς είχε μετατρέψει πτέρυγα του νοσοκομείου σε επιχειρησιακό κέντρο, αν και δεν προσέφερε αποδείξεις.
Ενα παιδί που νοσηλευόταν στο Αλ Αχλι πέθανε «λόγω διακοπής της περίθαλψης» ανέφερε μέσω της πλατφόρμας Χ ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους. «Το τμήμα επειγόντων περιστατικών, το εργαστήριο, τα μηχανήματα ακτινογραφιών και το φαρμακείο καταστράφηκαν», προσέθεσε. Από την πλευρά της, η απερχόμενη ΥΠΕΞ της Γερμανίας, Αναλένα Μπέρμποκ, επέκρινε την επίθεση και τόνισε την ανάγκη για «μόνιμη κατάπαυση του πυρός στη Γάζα» και για αποκατάσταση της ανθρωπιστικής βοήθειας στους κατοίκους της.