ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Πώς «έχτισε» ο Λευκός Οίκος την εκστρατεία πίεσης κατά πανεπιστημίων

Πώς δρα η Task Force που έχει δημιουργήσει ο Αμερικανός πρόεδρος για «έλεγχο» των κορυφαίων ιδρυμάτων της χώρας - Από την υποχώρηση του Κολούμπια, στο «ψαλίδι» 2,2 δισ. δολαρίων κατά του Χάρβαρντ.

Kathimerini.gr

Καθώς τελείωνε το μεσημεριανό του γεύμα στην ιδιωτική τραπεζαρία έξω από το Οβάλ Γραφείο την 1η Απριλίου, ο πρόεδρος Τραμπ εξέφρασε μεγαλοφώνως την απορία του: Τι θα γινόταν αν η κυβέρνηση απλώς ακύρωνε κάθε δολάριο από τα σχεδόν 9 δισ. που είχε υποσχεθεί στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ;

Η εκστρατεία της κυβέρνησης Τραμπ για την εξάλειψη της woke κουλτούρας από τις πανεπιστημιουπόλεις είχε ήδη ωθήσει το Πανεπιστήμιο Κολούμπια σε συμφωνία. Πλέον, ο Λευκός Οίκος κοιτούσε προς το παλαιότερο και πλουσιότερο πανεπιστήμιο της χώρας.«Κaι αν δεν τους πληρώσουμε ποτέ; Δεν θα ήταν ωραίο;» ρώτησε ο Τραμπ.

Τα παραπάνω αποκαλύπτουν σε ρεπορτάζ τους οι New York Times, επικαλούμενοι άτομα με γνώση των διαβουλεύσεων και καταγράφοντας το χρονικό και το παρασκήνιο της επιθετικής προσέγγισης που διαμορφώνει την πολιτική της νέας κυβέρνησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Ο Τραμπ και οι κορυφαίοι σύμβουλοί του επιδιώκουν, ελέγχοντας τα τεράστια ποσά επιχορηγήσεων που προορίζονται για την έρευνα, να μετατοπίσουν ιδεολογικά το σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο θεωρούν εχθρικό προς τους συντηρητικούς.

Αφορμή για την προσπάθειά τους αποτέλεσαν οι διαμαρτυρίες στις πανεπιστημιουπόλεις για τον πόλεμο στη Γάζα και οι διαδηλώσεις κατά τις οποίες, σύμφωνα με την κυβέρνηση Τραμπ, παρενοχλήθηκαν Εβραίοι φοιτητές.

Task Force κατά του αντισημιτισμού

Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Τραμπ σχημάτισε την Task Force για την Καταπολέμηση του Αντισημιτισμού, η οποία διενεργεί ελέγχους στα κορυφαία πανεπιστήμια για πιθανές παραβιάσεις των πολιτικών δικαιωμάτων. Στην πραγματικότητα, γράφουν οι New York Times, χρησιμεύει ως ομάδα πίεσης ώστε τα ανώτατα ιδρύματα να επαναξιολογήσουν τις πολιτικές τους.

Η ομάδα λειτουργεί υπό την επιρροή του Στίβεν Μίλερ, αναπληρωτή επικεφαλής του προσωπικού του Τραμπ για θέματα πολιτικής και «αρχιτέκτονα» μεγάλου μέρους της εσωτερικής ατζέντας του προέδρου.

Ηδη, οι αδιαφανείς διαδικασίες με τις οποίες λειτουργεί, απειλούν να ανατρέψουν τις ισορροπίες στις πανεπιστημιουπόλεις ολόκληρης της χώρας. Τα κορυφαία ιδρύματα, συνηθισμένα εδώ και καιρό να λειτουργούν με σχετική ελευθερία από την Ουάσιγκτον, βρίσκονται αντιμέτωπα με ωμή πολιτική επίθεση, η οποία βρίσκεται στην αιχμή μίας ευρύτερης πολιτιστικής διαμάχης.

Η ειδική ομάδα περιλαμβάνει περίπου 20 διοικητικούς υπαλλήλους, τους περισσότερους των οποίων η ταυτότητα δεν έχει γίνει δημόσια γνωστή, λόγω «πιθανών κινδύνων για την ασφάλεια».

Συναντώνται εβδομαδιαίως σε διαφορετικά κάθε φορά κεντρικά γραφεία της κυβέρνησης στην Ουάσιγκτον για να συζητήσουν αναφορές για διακρίσεις σε πανεπιστημιουπόλεις, να εξετάσουν τις επιχορηγήσεις στα πανεπιστήμια και να καταγράψουν τα αποτελέσματα των ελέγχων τους και συστάσεις προς τον Τραμπ.

Σε παράλληλη διαδρομή, ισχυροί σύμβουλοι, συμπεριλαμβανομένου του Μίλερ, κινούνται για να εμποδίσουν τη χρηματοδότηση μεγάλων ιδρυμάτων χωρίς να μεσολαβήσει επίσημη απόφαση από την ομάδα εργασίας. Αυτοί οι σύμβουλοι έχουν ήδη αναστείλει εν μέρει τη χρηματοδότηση της έρευνας σε πάνω από τα διπλάσια σχολεία από ό,τι η ομάδα εργασίας, σύμφωνα με πηγές των ΝΥΤ.

«Συνθηκολόγηση» και το μέλλον του δυτικού πολιτισμού

Ο Λευκός Οίκος σημείωσε μία πρώτη νίκη με τη «συνθηκολόγηση» του Κολούμπια τον περασμένο μήνα. Το εμβληματικό αμερικανικό πανεπιστήμιο αποδέχθηκε λίστα απαιτήσεων που προβλέπει, μεταξύ άλλων, αυστηρότερη πολιτική και εγκατάσταση νέας εποπτείας στο τμήμα σπουδών Μέσης Ανατολής, Νότιας Ασίας και Αφρικής.

Το εύρος της εκστρατείας της κυβέρνησης αναμένεται να μεγαλώσει. Το υπουργείο Παιδείας έχει προειδοποιήσει 60 πανεπιστήμια ότι ενδέχεται να αντιμετωπίσουν επιπτώσεις με την ολοκλήρωση των ελέγχων για κατηγορίες σε βάρος τους για αντισημιτισμό.

Η πίεση έρχεται, τη στιγμή που έρευνα της Gallup καταγράφει κατακόρυφη μείωση της εμπιστοσύνης του κόσμου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μέσα σε μία δεκαετία. Η πτώση οφείλεται κυρίως στις ανησυχίες για προώθηση συγκεκριμένης πολιτικής ατζέντας από τα ιδρύματα, για τη μη ανάπτυξη συγκεκριμένων δεξιοτήτων, καθώς και για το κόστος, σύμφωνα με την έρευνα.

Παρόλα αυτά, οι διοικήσεις των πανεπιστημίων εκφράζουν έκπληξη και ενστάσεις για την ταχύτητα των κυβερνητικών κινήσεων, αλλά και τον «θολό» τρόπο με τον οποίο η ο Λευκός Οίκος επιλέγει τους στόχους της και προσδιορίζει τις κυρώσεις σε βάρος τους. Πολλοί κάνουν λόγο για εκτεταμένη επίθεση στις ακαδημαϊκές ελευθερίες.

«Δεν έχω δει ποτέ κυβερνητική παρέμβαση τέτοιας κλίμακας στη λήψη ακαδημαϊκών αποφάσεων — τίποτα σαν αυτό», τόνισε ο Λι Κ. Μπόλιντζερ, επί 21 χρόνια πρόεδρος του Κολούμπια και πάνω από πέντε χρόνια πρόεδρος του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.

Από την πλευρά τους, αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ και σύμμαχοί τους ισχυρίζονται ότι προσπαθούν να υποχρεώσουν σε λογοδισία ένα σύστημα που λαμβάνει κάθε χρόνο περίπου 60 δισ. δολάρια για ερευνητικούς πόρους και εκπαιδεύει περίπου 15 εκατομμύρια προπτυχιακούς φοιτητές ετησίως.

«Δεν επιδιώκουμε απλά να επιβάλλουμε κυρώσεις, θέλουμε πολιτιστική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι Εβραίοι Αμερικανοί στις πανεπιστημιουπόλεις», δήλωσε η Γενική Εισαγγελέας Παμ Μπόντι, μέλος της Task Force, σε συνέντευξή της.

Πάντως, η εκστρατεία έχει προχωρήσει πέραν ​​της αντιμετώπισης του αντισημιτισμού και στοχεύει προγράμματα για την προώθηση της διαφορετικότητας, όπως η υποστήριξη τρανς αθλητών.

Κατά την άποψη κάποιων από τους στενότερους συμβούλους και βασικούς δωρητές του Τραμπ, οι αριστεροί έχουν καταλάβει τον έλεγχο των πιο ισχυρών ιδρυμάτων της Αμερικής, συμπεριλαμβανομένων των πυλώνων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και η κατάργηση της εξουσίας τους είναι το κλειδί για το μέλλον του δυτικού πολιτισμού.

«Τα πανεπιστήμια μοιάζουν πανίσχυρα, ενήργησαν σαν να ήταν όντως παντοδύναμα, αλλλά τελικά αποδεικνύουμε ότι μπορούμε να τα χτυπήσουμε εκεί που πονούν», ανέφερε σε συνέντευξή του ο Κρίστοφερ Φ. Ρούφο, συντηρητικός ακτιβιστής, υπέρμαχος της στρατηγικής.

«Ηττα για τους ριζοσπάστες»

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του περασμένου έτους, ο Τραμπ έκανε λόγο για μία χώρα διακρίσεων σε βάρος των συντηρητικών.

Για τον υποψήφιο ακόμη τότε πρόεδρο, η πολιτική αδικία ήταν διάχυτη στις πανεπιστημιουπόλεις που διοικούνταν από «μανιακούς μαρξιστές και τρελούς», όπως υποστήριζε.

Μερικές μόλις εβδομάδες μετά την ανακοίνωση της τρίτης προεδρικής υποψηφιότητάς του, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει «πολιτική πρωτοβουλία για την ελευθερία του λόγου», υποσχόμενος να κόψει τη χρηματοδότηση της έρευνας και τη στήριξη φοιτητικών δανείων σε πανεπιστήμια που εμπλέκονται σε «δραστηριότητες λογοκρισίας ή εκλογικές παρεμβάσεις».

Εξι μήνες αργότερα, έκανε λόγο για «φυλετικές διακρίσεις» στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, υποστηρίζοντας πως τα πανεπιστήμια γίνονταν όλο και πιο εχθρικά προς τους λευκούς φοιτητές. Υποσχέθηκε ακόμη να ξεκινήσει έρευνες για τα πολιτικά δικαιώματα σε πανεπιστήμια που προωθούν τη διαφορετικότητα.

Κατά την προεκλογική εκστρατεία του, εν μέσω του φιλοπαλαιστινιακού κινήματος διαμαρτυρίας, ο Τραμπ έκανε λόγο για «μαινόμενους τρελούς» που διαδηλώνουν στις πανεπιστημιουπόλεις για να αποσπάσουν την προσοχή από ζητήματα μετανάστευσης που ήταν κεντρικά στην εκστρατεία του.

Απευθυνόμενος «σε κάθε πρόεδρο πανεπιστημίου», σε συγκέντρωση στην Ουάσιγκτον, είχε πει: «Νικήστε τους ριζοσπάστες και πάρτε πίσω τις πανεπιστημιουπόλεις μας για τους κανονικούς φοιτητές».

Οι βασικοί παίκτες

Η παρουσίαση της task force για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού έγινε την 1η Φεβρουαρίου, με δεδηλωμένο στόχο «να εξαλείψει την αντισημιτική παρενόχληση στα σχολεία και στις πανεπιστημιουπόλεις». 

Η κυβέρνηση Τραμπ αρνήθηκε να αποκαλύψει την ταυτότητα όλων των μελών της ομάδας, αλλά ο επικεφαλής της είναι ο Λίο Τέρελ, ανώτερος σύμβουλος στο τμήμα πολιτικών δικαιωμάτων του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης. 

Το δημόσιο πρόσωπο της ειδικής ομάδας είναι σε μεγάλο βαθμό η υπουργός Παιδείας Λίντα ΜακΜάχον. Αλλα μέλη που αναγνωρίστηκαν είναι ο Τζος Γκρούενμπαουμ, κορυφαίος αξιωματούχος στη Γενική Διοίκηση Υπηρεσιών, και ο Σον Κέβενεϊ, γενικός σύμβουλος στο τμήμα υγείας.

Η ομάδα εργασίας, η οποία συντονίζεται μέσω του τμήματος πολιτικών δικαιωμάτων του Υπουργείου Δικαιοσύνης, περιλαμβάνει επίσης αξιωματούχους από την Επιτροπή Ισων Ευκαιριών Απασχόλησης. Η επιτροπή διερευνά «δεκάδες καταγγελίες για αντισημιτισμό» σε πανεπιστημιουπόλεις.

Περιλαμβάνει επίσης ειδικούς δεδομένων, δικηγόρους πολιτικών δικαιωμάτων και πρώην ακαδημαϊκούς.

Τον Φεβρουάριο, τα μέλη της task force ανακοίνωσαν ότι εστιάζουν κυρίως σε 10 πανεπιστήμια καθώς και πως σχεδίαζαν να επισκεφθούν κάθε ένα από αυτά για συναντήσεις με τη διοίκηση, φοιτητές, τοπικούς αξιωματούχους επιβολής του νόμου και μέλη της κοινότητας.

Ξεκινώντας με το Κολούμπια και το Χάρβαρντ, η ομάδα του Τραμπ έδειξε τις προθέσεις της: Στόχος, ανέφερε ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης, τον οποίο επικαλούνται οι ΝΥΤ είναι να δημιουργηθεί το παράδειγμα κορυφαίων πανεπιστημίων που υπέστησαν περικοπές ώστε να παραδειγματιστούν και άλλα ιδρύματα.  

Αναζητώντας «γραμμή άμυνας»

Ηδη, έχουν παγώσει χρηματοδοτήσεις αρκετών εκατομμυρίων, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο πλήθος έργων, καθώς και τη λειτουργία εργαστηρίων και θέσεις εργασίας. Για ανατροπή ενός άτυπου συμβολαίου μεταξύ κυβερνήσεων και πανεπιστημίων στις ΗΠΑ που ήταν σε ισχύ εδώ και δεκαετίες κάνουν λόγο αναλυτές στις ΗΠΑ.

Το Atlantic τον περασμένο μήνα ανέφερε ότι οι κινήσεις της κυβέρνησης Τραμπ κατά του Κολούμπια δημιουργούν «τη μεγαλύτερη απειλή για τα αμερικανικά πανεπιστήμια μετά τον ‘Κόκκινο Τρόμο’ της δεκαετίας του 1950».

Στην προσπάθειά τους να απαντήσουν, κάποιες από τις διοικήσεις των πανεπιστήμιων έχουν προσεγγίσει Εβραίους ακτιβιστές, προκειμένου να αποσαφηνίσουν τον «υπερβολικά ευρύ ορισμό» του αντισημιτισμού από την κυβέρνηση Τραμπ.

Αλλα πανεπιστήμια επιδιώκουν προσέγγιση του Τραμπ μέσω συμμάχων του. Ωστόσο, δεν είναι σαφές πόσο θα βοηθήσουν αυτές οι διασυνδέσεις, καθώς τον τελευταίο λόγο για το ζήτημα φέρεται να έχει πολύ στενός κύκλος συμβούλων του προέδρου υπό τον Μίλερ.

Πανεπιστήμια σε τεντωμένο σχοινί

Μακροπρόθεσμα, ο στόχος του Τραμπ και των συμμάχων του είναι να αλλάξει οριστικά ιδεολογικό πρόσημο ο κόσμος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. «Θέλουμε να τους επαναφέρουμε μία ή δύο γενιές πίσω», τόνισε ο Ρούφο.

Ο ζήλος της κυβέρνησης πάντως, έχει προκαλέσει την αντίδραση ακόμη και στενών συμμάχων του Τραμπ που ανησυχούν ότι η εκστρατεία πίεσης θα μπορούσε να δημιουργήσει επικίνδυνο προηγούμενο, σύμφωνα με τους ΝΥΤ. Για παράδειγμα, τι θα γίνει αν κάποια μελλοντική κυβέρνηση αποφασίσει να «εξαλείψει» τον σεξισμό από τις πανεπιστημιουπόλεις ή τους φανατικούς από τις σχολές. Ποιος αποφασίζει ποιοι άνθρωποι ανήκουν σε ποια κατηγορία και πότε;

Στον Λευκό Οίκο, τέτοιες ανησυχίες απορρίπτονται. Αυτό το είδος σκέψης εμπόδισε την πρώτη κυβέρνηση Τραμπ από την επίτευξη των στόχων της, ανέφεραν αξιωματούχοι. Δεν ανησυχούν για το τι μπορεί να κάνει η πολιτική αριστερά στο μέλλον, αλλά αντίθετα επικεντρώνονται στο να δρομολογήσουν μακροπρόθεσμες αλλαγές.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση