ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

«Πίστευα ότι έβλεπα εφιάλτη»: Μία μαρτυρία εκ των έσω για την τραγωδία στη Λιβύη

Από το νοσοκομείο της Βεγγάζης όπου νοσηλεύεται, ο 29χρονος Ελληνολίβυος διερμηνέας, Ιωσήφ Ελντελένση, περιγράφει στην «Κ» όσα δραματικά έζησε

Kathimerini.gr

Βίκυ Κατεχάκη

Κάθε φορά που ο Ιωσήφ Ελντελένση κλείνει τα μάτια του στο δωμάτιο όπου νοσηλεύεται στο νοσοκομείο της Βεγγάζης, ξαναζεί τον ίδιο εφιάλτη. Βλέπει το λεωφορείο που μετέφερε εκείνον, τα 16 μέλη της ελληνικής αποστολής και τους δύο φίλους του διερμηνείς –με προορισμό την πληγείσα από τις καταστροφικές πλημμύρες πόλη Ντέρνα της Λιβύης– να τυλίγεται στις φλόγες και ο ίδιος να προσπαθεί να βγάλει ζωντανούς από μέσα τους συνεπιβάτες του.

Ο 29χρονος Ελληνολίβυος εθελοντής διερμηνέας στάθηκε τυχερός, έχοντας επιζήσει –παρότι τραυματισμένος και με εγκαύματα– μιας σφοδρής σύγκρουσης, που είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους πέντε άνθρωποι: τρία στελέχη των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και δύο διερμηνείς ελληνικής καταγωγής.

Ο ίδιος περιγράφει στην «Κ» την τρομακτική στιγμή που έζησε το μεσημέρι της 17ης Σεπτεμβρίου, όταν ένα τζιπ έπεσε πάνω στο λεωφορείο στο οποίο επέβαιναν τα μέλη της ελληνικής αποστολής, στη διαδρομή προς την Ντέρνα.

 

«Η σύγκρουση έγινε μόλις ελάχιστα λεπτά αφού είχα κλείσει τα μάτια μου για να κοιμηθώ. Οταν τα άνοιξα, είδα να πετάγομαι από το παράθυρο και να πέφτω περίπου 20 μέτρα μακριά από το λεωφορείο. Τα πρώτα δευτερόλεπτα πίστευα ότι κοιμόμουν κι έβλεπα εφιάλτη, μέχρι που είδα μπροστά μου και τα δύο οχήματα να αρχίζουν να παίρνουν φωτιά. Ημουν σε κατάσταση σοκ. Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι είχα σπάσει το γόνατο κι έτσι μόλις σηκώθηκα έπεσα ξανά. Επειδή, όμως, δεν άκουγα φωνές από το λεωφορείο αλλά μόνο τον ήχο της φωτιάς, άρχισα να αγχώνομαι ότι δεν θα προλάβουν να βγουν οι υπόλοιποι. Εκανα ακόμη μία προσπάθεια, σηκώθηκα με το αριστερό μου πόδι και, κάνοντας μικρά άλματα, πήγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα προς το λεωφορείο. Προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα αλλά αυτή άνοιγε μόνο από μέσα. Με όση δύναμη είχα πάνω στο ένα μου πόδι το κατάφερα και η φωτιά βγήκε προς τα έξω, καίγοντας το δεξί μου χέρι και λίγο το πρόσωπο. Αρχισα να φωνάζω όσα ονόματα ήξερα, μήπως και ξυπνήσει κάποιος. Ευτυχώς αυτό βοήθησε τους τρεις που βρίσκονταν λιπόθυμοι στο πίσω μέρος του λεωφορείου να σηκωθούν. Εσπασαν το τζάμι και, όπως έμαθα αργότερα, αφού βοήθησαν και τους υπόλοιπους, κατάφεραν να βγουν από το φλεγόμενο όχημα».

 

Η διαδρομή από τη Βεγγάζη

Το λεωφορείο είχε ξεκινήσει από το αεροδρόμιο της Βεγγάζης –όπου είχε προσγειωθεί το C-130 με την ελληνική αποστολή– γύρω στις 13.15, ώρα Λιβύης. Η απόσταση για την Ντέρνα είναι περίπου 250 χλμ., ωστόσο, όπως λέει ο Ιωσήφ, ο κανονικός δρόμος δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, καθώς είχε υποστεί ζημιές από τις καταστροφικές πλημμύρες. Βάσει προγραμματισμού, θα έπρεπε να χρησιμοποιήσουν έναν από τους εναλλακτικούς δρόμους, ο οποίος, όμως, μεγάλωνε την απόσταση και δεν θα ήταν το ίδιο εύκολος.

«Είναι δύο δρόμοι οι οποίοι έχουν κατασκευαστεί από το 1950, είναι στενοί και η άσφαλτος είναι σε πολύ κακή κατάσταση αλλά αυτούς τους χρησιμοποιούν και οι Λίβυοι στην καθημερινότητά τους. Τους χρησιμοποίησαν κι άλλα στελέχη που είχαν φτάσει από άλλες χώρες. Δεν θα ήμασταν οι μόνοι», αναφέρει.

Ο Ιωσήφ κάθισε δίπλα στον Λίβυο εθελοντή οδηγό για να κουβεντιάζει μαζί του στη διαδρομή, ενώ παράλληλα ανέλαβε να ξεναγεί τους συνεπιβάτες του. Τους έδινε πληροφορίες στα ελληνικά για τις περιοχές από όπου περνούσαν και απαντούσε στις ερωτήσεις τους, κυρίως για την τραγική κατάσταση στην περιοχή μετά το χτύπημα της κακοκαιρίας. Στην Ντέρνα, όπως τους είχαν πει, θα έμεναν για περίπου 10-15 ημέρες.

«Στο λεωφορείο ήμασταν 20 άτομα μαζί με τον οδηγό. Υπήρχαν οκτώ άδειες θέσεις. Θυμάμαι ότι ο επικεφαλής της μονάδας καθόταν ακριβώς πίσω μου και όλοι οι υπόλοιποι ήταν σε δυάδες. Είχαν καθίσει και κάποιοι στο πίσω μέρος του λεωφορείου. Κάποια στιγμή είχα ανοίξει συζήτηση με τον Αλέξανδρο, τον λοχαγό. Μου έλεγε ότι ήταν η πρώτη του φορά στη Λιβύη και τον ενημέρωνα για την κατάσταση στη χώρα που λόγω του εμφυλίου από το 2011 δεν πήγαινε πια μπροστά, αλλά έκανε βήματα προς τα πίσω», θυμάται ο Ελντελένση.

Η συνάντηση με το μοιραίο τζιπ

Η συνάντηση με το μοιραίο τζιπ που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση έγινε λίγο μετά τις 15.00, περίπου δύο ώρες μετά την αναχώρηση από το αεροδρόμιο της Βεγγάζης. Το αυτοκίνητο «καρφώθηκε» στη μέση του λεωφορείου, εκεί όπου κάθονταν οι πέντε επιβάτες οι οποίοι έχασαν και τη ζωή τους. Καθώς ο Ιωσήφ είχε μόλις κλείσει τα μάτια του, δεν μπόρεσε να δει πώς έγινε η σύγκρουση, ωστόσο, όπως λέει στην «Κ», ζήτησε να μάθει τις λεπτομέρειες από τον οδηγό όταν τον συνάντησε αργότερα στα επείγοντα του νοσοκομείου της Βεγγάζης.

«Τον ρώτησα πώς έγινε και μου είπε ότι είδε το αυτοκίνητο από απέναντι να έρχεται κατά πάνω μας. Είχε βγει η δεξιά του ρόδα εκτός ασφάλτου και, όπως προσπάθησε να την επαναφέρει, έχασε την ισορροπία. Ο δρόμος ήταν τρομερά στενός, ίσα ίσα ένας μονόδρομος που χωρούσε δύο αυτοκίνητα. Πρόλαβε την τελευταία στιγμή να στρίψει λίγο δεξιά για να μη γίνει μετωπική», λέει ο Ιωσήφ, ενώ δίνοντας εξήγηση για τη φωτιά που τύλιξε γρήγορα το λεωφορείο, είπε: «Το τζιπ μάς βρήκε στην αριστερή πλευρά όπου βρίσκεται η δεξαμενή του λεωφορείου. Καθώς στην Ντέρνα υπάρχει έλλειψη βενζίνης, λόγω της παράλυσης από την κακοκαιρία, όποιος πάει προς τα εκεί εφοδιάζει το όχημα με μια δεξαμενή βενζίνη, ώστε να μην ξεμείνει».

Η σύγκρουση είχε γίνει στη «μέση του πουθενά». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κάθε βοήθεια να καθυστερήσει, ενώ στο σημείο του δυστυχήματος έσπευσαν ντόπιοι από ένα μικρό χωριό που βρισκόταν σε κοντινή απόσταση. Οπως λέει ο Ιωσήφ, τα μέλη της συνοδείας μπόρεσαν στη συνέχεια να καλέσουν για ασθενοφόρα, καθώς μόνο εκείνοι είχαν κινητά σε λειτουργία.

«Οι περαστικοί ήταν εκείνοι που μας βοήθησαν πολύ», λέει ο ίδιος. «Είχα χάσει την αίσθηση του χρόνου. Πρέπει να ήταν 20-25 λεπτά μετά τη σύγκρουση, όταν με έβαλαν να ξαπλώσω σε ένα αγροτικό αυτοκίνητο μαζί με τον επικεφαλής της ελληνικής μονάδας κι έναν ακόμη συνεπιβάτη στο λεωφορείο. Μας μετέφεραν αρχικά σε μία τοπική κλινική για τις πρώτες βοήθειες, μέχρι να φθάσουν τα ασθενοφόρα για να μας πάνε σε κάποιο μεγάλο νοσοκομείο της Βεγγάζης. Δεν ξέρω πότε πήραν τους υπόλοιπους από το σημείο γιατί εμείς φύγαμε πρώτοι».

«Εθελοντές της Βεγγάζης»

Ο διασωθείς εθελοντής διερμηνέας αναφέρει στην «Κ» ότι γνώριζε τρεις από τους επιβάτες του τζιπ που σκοτώθηκαν κατά τη σύγκρουση με το λεωφορείο της ελληνικής αποστολής.

«Στο αυτοκίνητο που μας τράκαρε επέβαιναν έξι άτομα που ήταν όλοι εθελοντές. Από αυτούς οι τρεις ήταν παιδικοί μου φίλοι, ένας πρώην δημοσιογράφος, ένας κάμεραμαν κι ένας χειριστής drone. Είχαν πάει για εθελοντική βοήθεια, όχι ως οργάνωση, αλλά μεμονωμένα. Είχαν δώσει μάλιστα στον εαυτό τους την ονομασία “Εθελοντές της Βεγγάζης”».

Από το τραγικό δυστύχημα, ο Ιωσήφ έχασε ακόμα δύο πολύ καλούς του φίλους που επέβαιναν μαζί του στο λεωφορείο. Ηταν η Αγγέλα και ο Φίλιπ, παιδιά του προέδρου της ελληνικής κοινότητας της Βεγγάζης, Κανάκη Μανδαλιού, που συμμετείχαν κι εκείνοι στην αποστολή ως διερμηνείς. Μάλιστα, είχαν βρεθεί όλοι μαζί στην Αθήνα για τον γάμο της Αγγέλας που είχε γίνει στις 9 Σεπτεμβρίου και με αφορμή την αποστολή αποφάσισαν να ταξιδέψουν και οι τρεις με το C-130 για τη Λιβύη.

 

«Ο Φίλιπ είχε γεννηθεί το ’89 και η Αγγέλα το ’91. Πηγαίναμε μαζί στο ευρωπαϊκό σχολείο, έχω και φωτογραφίες μαζί τους από τα γενέθλιά μου στην πρώτη τάξη. Ο,τι κι αν πω για αυτά τα παιδιά θα είναι λίγο. Ηταν “διαμάντια” και τα δύο, οι καλύτερες ψυχές που γνώρισα ποτέ. Πάντοτε έδιναν προτεραιότητα στους άλλους και όχι στον εαυτό τους», λέει ο Ιωσήφ και περιγράφει την αγωνία που έζησε, καθώς ζητούσε συνεχώς να μάθει τι απέγιναν. «Ρώτησα τα τρία άτομα από την ελληνική μονάδα που αυτά μπόρεσαν να βοηθήσουν τους περισσότερους, αλλά δεν μου έδιναν κάποια πληροφορία και συνειδητοποίησα ότι τους χάσαμε. Δεν μπορώ να ξεπεράσω αυτό που συνέβη. Δεν κοιμάμαι καλά. Ξυπνάω και σκέφτομαι τι έγινε. Είμαι ακόμη χαμένος».

«Στον εθελοντισμό δεν έχω πει ποτέ “όχι”»

Ο Ιωσήφ Ελντελένση, ξαπλωμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου, με τους πόνους να είναι ακόμη έντονοι στο σώμα του, σκέφτεται πως στην πρόταση του προέδρου της ελληνικής κοινότητας της Βεγγάζης να συμμετάσχει στην αποστολή είχε απαντήσει χωρίς δισταγμό. «Στον εθελοντισμό δεν έχω πει ποτέ “όχι”», λέει και περιγράφει τη γεμάτη αισιοδοξία αναχώρηση της αποστολής από το αεροδρόμιο της Λιβύης.

«Οταν φτάσαμε στη Βεγγάζη, ο Ελληνας πρόξενος έδωσε κάποιες συνεντεύξεις στα λιβυκά κανάλια για να ενημερώσει με τι είδους βοήθεια συμμετείχε η Ελλάδα σε αυτή τη δυστυχία που περνάει η Λιβύη, ενώ εγώ έκανα τη διερμηνεία. Κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων, φόρτωναν στο λεωφορείο που θα μας μετέφερε τις πρώτες βοήθειες και τα ιατροφαρμακευτικά υλικά που είχε στείλει η Ελλάδα. Με το που φορτώθηκαν όλες οι προμήθειες, ανεβήκαμε και οι 19 στο λεωφορείο και ξεκινήσαμε τον δρόμο μας προς την Ντέρνα».

Τα επόμενα βήματα στην έρευνα για το τροχαίο

ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΙΩΑΝΝΙΔΗ

Αξιωματικοί που έχουν αναλάβει την έρευνα για το δυστύχημα στη Λιβύη επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις σε μια σειρά από σημαντικά ερωτήματα. Στο «μικροσκόπιο» μπαίνει, σύμφωνα με πληροφορίες, η σχέση των θυμάτων με την υπηρεσία, αλλά και το κενό στην επικοινωνία της ελληνικής αποστολής με το Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων, η οποία, όπως προκύπτει από στοιχεία, χάθηκε πριν το δυστύχημα.

Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», στο «μικροσκόπιο» τίθεται συνολικά το θέμα διοίκησης και ελέγχου της ελληνικής αποστολής. Η έρευνα θα εξακριβώσει ποιος φορέας ήταν υπεύθυνος για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση, αν έγινε ορθή αξιολόγηση της κατάστασης κατά τον επιχειρησιακό σχεδιασμό, αλλά και πιο πρακτικά ζητήματα που αφορούν στις επικοινωνίες.

Πόσα δορυφορικά τηλέφωνα υπήρχαν; Γιατί καταστράφηκαν; Είχε προβλεφθεί plan B σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο η επικοινωνία με την ομάδα δεν ήταν εφικτή και εν τέλει, γιατί από την ώρα που συνέβη το τροχαίο μεσολάβησαν ώρες μέχρι η ηγεσία να αποκτήσει σαφή εικόνα για την κατάσταση της υγείας των μελών της αποστολής; Είναι ορισμένα από τα φλέγοντα ερωτήματα στα οποία αναζητούνται απαντήσεις.

Χωρίς επικοινωνία

Η ομάδα που έχει αναλάβει την έρευνα συγκεντρώνει ήδη πληροφορίες σχετικά με τον σχεδιασμό της επιχείρησης και το αν είχαν ληφθεί υπόψη οι ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν στην ανατολική Λιβύη. Μια περιοχή με ρημαγμένες υποδομές, χωρίς επαρκή κάλυψη δικτύων κινητής τηλεφωνίας, όπως αναφέρεται και σε σχετική ανακοίνωση του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμυνας.

Αυτό που φαίνεται να προβληματίζει τους αξιωματικούς που χειρίζονται την έρευνα είναι ότι δεν φαίνεται να είχε εξασφαλιστεί η δυνατότητα συνεχούς επικοινωνίας με τα μέλη της ομάδας, είτε μέσω συσκευών γεωεντοπισμού είτε με εναλλακτικούς τρόπους επικοινωνίας, όπως είχε γίνει για παράδειγμα στην περίπτωση της επιχείρησης απεγκλωβισμού Ελλήνων πολιτών στο Σουδάν. Είναι ενδεικτικό ότι η τελευταία επικοινωνία που είχε η Αθήνα με τα μέλη της αποστολής ήταν λίγο πριν το λεωφορείο αναχωρήσει από το αεροδρόμιο της Βεγγάζης με προορισμό την πόλη Ντέρνα.

«Το Πεντάγωνο ήταν τυφλό για ώρες» αναφέρουν υψηλόβαθμες στρατιωτικές πηγές στην «Κ» περιγράφοντας το κενό στην επικοινωνία από τις 13:15 το μεσημέρι μέχρι το απόγευμα της Κυριακής, όταν ήρθε η πρώτη ενημέρωση για το τροχαίο. Τα κενά στον σχεδιασμό της επιχείρησης και η πλήρης εξάρτηση από τις διπλωματικές αρχές, οι οποίες δεν συνόδευαν την ελληνική αποστολή, οδήγησαν στην παραπλανητική ανακοίνωση σχετικά με τον αριθμό των νεκρών και των τραυματιών.

Η σχέση με την υπηρεσία

Ο προσδιορισμός του χαρακτήρα της αποστολής είναι σημαντικός, όπως επισημαίνουν ανώτατοι αξιωματικοί, καθώς το πόρισμα της ΕΔΕ βαρύνει και τη διαδικασία των αποζημιώσεων. Μεταξύ άλλων, θα πρέπει να απαντηθεί αν τα θύματα βρίσκονταν εν υπηρεσία, σε διατεταγμένη υπηρεσία και αν έχασαν τη ζωή τους με ευθύνη της υπηρεσίας. Ακόμη, οι αξιωματικοί που έχουν αναλάβει την ΕΔΕ θα διερευνήσουν τυχόν πειθαρχικές ευθύνες σε στελέχη μέχρι τον βαθμό του υποστράτηγου ενώ αν απαιτηθεί η έρευνα θα συνεχιστεί από αξιωματικό που βρίσκεται ψηλότερα στην ιεραρχία. Επισημαίνεται ότι αν προκύψουν και ποινικές ευθύνες, τότε η ΕΔΕ θα διαβιβαστεί στον στρατιωτικό εισαγγελέα.

Ως προς το τι οδήγησε στο δυστύχημα, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», όλες οι μαρτυρίες συνηγορούν στο τροχαίο με ευθύνη του οχήματος που κινούνταν στο αντίθετο ρεύμα. Οι περιγραφές των τραυματιών που έχουν μιλήσει στους αξιωματικούς στο πλαίσιο της ΕΔΕ, συμφωνούν στο ότι το αυτοκίνητο εξετράπη της πορείας του πάνω σε στροφή με αποτέλεσμα να συγκρουστεί πλαγιομετωπικά με το λεωφορείο της ελληνικής αποστολής και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα τα δύο οχήματα να τυλιχθούν στις φλόγες.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση