
Kathimerini.gr
Γίνεται, άραγε, ένας τυφώνας, γεω-οικονομικο-πολιτικός εν προκειμένω, όπως είναι εκείνος της νέας θητείας Τραμπ, να αποτρέψει άλλους επαπειλούμενους τυφώνες στην πυριτιδαποθήκη της Μέσης Ανατολής;
Εάν δεχθούμε ως αληθή όσα αναφέρουν οι Τάιμς της Νέας Υόρκης, τότε ο Ντόναλντ Τραμπ μόλις απέτρεψε μια ισραηλινή επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.
Σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα –που προς το παρόν δεν έχει διαψευστεί, ούτε από την πλευρά Τραμπ, αλλά ούτε και τους Ισραηλινούς– το Ισραήλ σχεδίαζε να εξαπολύσει σειρά αεροπορικών πληγμάτων κατά ιρανικών στόχων μέσα στον μήνα Μάιο, με τη στήριξη των Αμερικανών. Οι Αμερικανοί ωστόσο, διαμήνυσαν ότι «δεν στηρίζουν»· και έτσι το πλάνο της επίθεσης, που λέγεται ότι θα διαρκούσε περίπου μια εβδομάδα, απορρίφθηκε… χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί να επανέλθει δριμύτερο κάποια στιγμή στο μέλλον.
Η διοίκηση Τραμπ έχει δείξει ότι μπορεί στην πράξη να πιέσει το Ισραήλ προς την κατεύθυνση που εκείνη επιθυμεί. Το έκανε τον περασμένο Ιανουάριο, όταν έστειλε τον Στιβ Γουίτκοφ στο Τελ Αβίβ να πιέσει τον Νετανιάχου να αποδεχθεί ένα πλάνο εκεχειρίας για τη Γάζα. Κι έπειτα το έκανε ξανά στις αρχές Απριλίου, όταν έφερε τον Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο, για να του ανακοινώσει την ειλημμένη απόφαση της διεξαγωγής αμερικανοϊρανικών συνομιλιών για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Ο πρώτος γύρος αυτών των (έμμεσων σύμφωνα με τους Ιρανούς, άμεσων σύμφωνα με τους Αμερικανούς) συνομιλιών πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σάββατο στο Ομάν· και ένας νέος γύρος αναμένεται να ακολουθήσει, εκτός μεγάλου απροόπτου, το προσεχές Σάββατο στη Ρώμη.
Αμερικανοί συντηρητικοί υπογραμμίζουν εμφατικά ότι δεν θα ήθελαν να δουν έναν πόλεμο με τον Ιράν στη Μέση Ανατολή. Το περιοδικό the American Conservative παρουσιάζεται, μάλιστα, να κάνει εκστρατεία ενάντια στο ενδεχόμενο ενός τέτοιου πολέμου, μέσα από σειρά άρθρων οι τίτλοι των οποίων δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας: «Ο πόλεμος με το Ιράν οδηγεί στην καταστροφή», «Ο πόλεμος με το Ιράν δεν θα ήταν περίπατος», «Ο Τραμπ πρέπει να αγνοήσει τον Νετανιάχου στο θέμα του Ιράν». Από την άλλη πλευρά ωστόσο, η ξαφνική «πύκνωση» όλων αυτών των άρθρων δείχνει ότι το ενδεχόμενο ενός τέτοιου πολέμου δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποκλειστεί.
Ειδικά στο θέμα του Ιράν, ο Τραμπ έχει απειλήσει ακόμη και με επίθεση εάν η Τεχεράνη δεν συναινέσει σε μια νέα συμφωνία που θα ανοίγει τον δρόμο για τον περιορισμό του πυρηνικού της προγράμματος. Το προηγούμενο της εξόντωσης του Κασέμ Σολεϊμανί από αμερικανικά πυρά (ο οποίος είχε όμως χτυπηθεί ενώ βρισκόταν στο Ιράκ), τα πρόσφατα αμερικανικά πλήγματα κατά των Χούθι στην Υεμένη και η παρουσία αμερικανικών βομβαρδιστικών B-2 στη νήσο Ντιέγκο Γκαρσία στον Ινδικό δείχνουν ότι το σενάριο της πολεμικής κλιμάκωσης δεν μπορεί να αποκλειστεί, εάν δεν προκύψει εν τω μεταξύ μια νέα συμφωνία με το Ιράν. Τι θα μπορούσε να περιλαμβάνει, όμως, μια τέτοια συμφωνία;
Η σκληρή γραμμή, που υποστηρίζεται από την πλευρά Νετανιάχου και μερίδα Αμερικανών, μιλά όχι απλώς για τον περιορισμό αλλά για το πλήρες ξήλωμα του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, στα πρότυπα της Λιβύης του Καντάφι που είχε ξηλώσει το δικό της το 2004, αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι το πρόγραμμα της Λιβύης δεν είχε προλάβει να αναπτυχθεί τόσο όσο έχει πια αυτό του Ιράν. Η εν λόγω γραμμή απαιτεί όμως να τεθεί παράλληλα υπό εποπτεία και το βαλλιστικό πυραυλικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Θα μπορούσαν, άραγε, οι Ιρανοί να αποδεχθούν τέτοιους όρους, με αντάλλαγμα την άρση των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί σε βάρος τους; Κι αν ναι (πράγμα δύσκολο), πόσο σύντομα;
Ο Τραμπ πάντως από την πλευρά του, δείχνει να βιάζεται. Αλλοι υποστηρίζουν ότι θα ήθελε μια νέα συμφωνία με το Ιράν ως τον Μάιο (με βάση την προθεσμία των δύο μηνών που λέγεται πως έδωσε τον περασμένο Μάρτιο στην ιρανική ηγεσία με την επιστολή του προς τον Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ), και άλλοι ως το ερχόμενο φθινόπωρο (Οκτώβριο).
Οι Ισραηλινοί δείχνουν κι εκείνοι να βιάζονται, αλλά από διαφορετική σκοπιά. Το Ιράν υπέστη ένα μπαράζ από διόλου ευκαταφρόνητα πλήγματα μέσα στο 2024, και υπό αυτό το πρίσμα πολλοί υποστηρίζουν ότι τώρα είναι ευκαιρία να αποδυναμωθεί ακόμη περισσότερο. Από την άλλη πλευρά ωστόσο, το Ιράν παραμένει ισχυρότερο από τους proxies του που επλήγησαν, ενώ θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο παράγοντας Κίνα. Σε μια περίοδο κατά την οποία ο σινοαμερικανικός εμπορικός πόλεμος οξύνεται, η Κίνα συνεχίζει να αγοράζει το μεγαλύτερο μέρος του ιρανικού πετρελαίου (τον Μάρτιο αύξησε μάλιστα σημαντικά τις εισαγωγές της), να υποδέχεται Ιρανούς αξιωματούχους στο Πεκίνο και να συμμετέχει με τις στρατιωτικές της δυνάμεις σε κοινά σινο-ιρανο-ρωσικά ναυτικά γυμνάσια στον Περσικό Κόλπο (Security Belt-2025).
Πέρα από το μέτωπο Ισραήλ-Ιράν, υπάρχει ωστόσο και ένα άλλο, που ανεβάζει τη «θερμοκρασία» το τελευταίο διάστημα. Ισραήλ και Τουρκία «συγκρούονται» το τελευταίο διάστημα, επί συριακού εδάφους.
Ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Γκίντεον Σάαρ κατήγγειλε στις 3 Απριλίου ότι η Τουρκία έχει βαλθεί να μετατρέψει τη Συρία σε «τουρκικό προτεκτοράτο». Οι ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ είχαν μόλις λίγες ώρες νωρίτερα πλήξει μια σειρά από θέσεις εντός των συριακών συνόρων: κοντά σε Δαμασκό, Χάμα και Χομς. Μεταξύ των στόχων που επλήγησαν από ισραηλινά πυρά ήταν και η αεροπορική βάση Τ4 στην περιοχή Τιγιάς της Χομς… Το ενδιαφέρον με την εν λόγω βάση είναι όμως ότι, όπως καταγγέλλεται, θα ήθελε να τη θέσει υπό τουρκικό έλεγχο η Αγκυρα, με την πρόθεση να μεταφέρει εκεί τουρκικά συστήματα αεράμυνας. «Το Ισραήλ χτυπά συριακές βάσεις που εποφθαλμιά η Τουρκία», έγραφε το πρακτορείο Reuters στις 7 Μαρτίου. Σύμφωνα με το εν λόγω δημοσίευμα, Τούρκοι στρατιωτικοί είχαν επισκεφθεί αεροπορικές βάσεις και αεροδρόμια της κεντρικής Συρίας στην Τιγιάς (Τ4), στην Παλμύρα και στη Χάμα, με στόχο να προετοιμάσουν το έδαφος για τη μεταφορά εκεί τουρκικών δυνάμεων… προτού οι Ισραηλινοί τα βομβαρδίσουν.
Περίπου τέσσερις μήνες έπειτα από την πτώση του Μπασάρ αλ Ασαντ, οι Τούρκοι διατηρούν στρατεύματα στη βόρεια και βορειοδυτική Συρία (Ιντλίμπ, Τζαραμπλους, Ταλ Αμπιάντ, Ρας αλ-Αϊν, Μανμπίτζ) και οι Ισραηλινοί στη νοτιοδυτική (Γκολάν). Αμφότεροι δε, Τούρκοι και Ισραηλινοί ενισχύουν τα στρατεύματά τους και επεκτείνουν τις θέσεις τους εντός των συριακών συνόρων, ενώ οι ηγεσίες τους (Ερντογάν vs Νετανιάχου) ανταλλάσσουν βαριές κουβέντες πλέον όχι μόνο για τη Γάζα αλλά και για τη Συρία.
«Εχω εξαιρετικές σχέσεις με έναν άνδρα που λέγεται Ερντογάν, τυχαίνει να τον συμπαθώ, και με συμπαθεί κι εκείνος. Οποιο πρόβλημα έχετε με την Τουρκία, νομίζω ότι μπορώ να το λύσω. Αρκεί να είστε λογικοί», δήλωσε ο Ντόναλντ Τραμπ στις 7 Απριλίου, απευθυνόμενος στον Μπενιαμίν Νετανιάχου μέσα στον Λευκό Οίκο. Δυο ημέρες μετά, στις 9 Απριλίου, αντιπροσωπείες από την Τουρκία και το Ισραήλ συναντήθηκαν στο Αζερμπαϊτζάν αναζητώντας μηχανισμούς αποτροπής μιας μεταξύ τους σύγκρουσης στη Συρία. Σύμφωνα με όσα αναφέρουν ισραηλινά ΜΜΕ (Times of Israel κ.ά.), η ισραηλινή πλευρά κατέστησε σαφές στις επαφές που είχε με τους Τούρκους στο Αζερμπαϊτζάν ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί την εγκατάσταση τουρκικών βάσεων στην κεντρική Συρία (Παλμύρα).
Τούρκοι αναλυτές ωστόσο, όπως η Ασλί Αϊντιντασμπάς, εκφράζουν την εκτίμηση ότι οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θα επιμείνουν στην προσπάθεια επέκτασής τους εντός της Συρίας, παρά τις ισραηλινές αντιδράσεις.