Γροθιά στο στομάχι τα όσα είδαμε σε Χλώρακα και Λεμεσό. Κτύπημα στον πολιτισμό μας, γύμνια της παιδείας μας, αποτυχία όλων μας. Τυφλά κτυπήματα σε ξένους, ή σε όσους έμοιαζαν με ξένους, επιθέσεις που παραπέμπουν περισσότερο σε παράνομες οργανώσεις πάρα σε οτιδήποτε άλλο. Οι κουκούλες, οι λοστοί και οι πέτρες προφανώς δεν έχουν καμία σχέση με τη δημοκρατία και τον πολιτισμό μας. Χωρίς αυτό που θα πω πιο κάτω να αποτελεί αιτιολογία, το μεταναστευτικό-προσφυγικό ζήτημα όπως εξελίσσεται στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια ενίσχυσε τη μισαλλοδοξία και τον ρατσισμό, καθώς και όλη αυτή τη ρητορεία της ξενοφοβίας. Σε καμία όμως περίπτωση δεν είναι η αιτία όλης αυτής της νοοτροπίας και της δράσης.
Ας τα πάρουμε όμως ένα-ένα. Τα αντανακλαστικά της αστυνομίας δεν λειτουργούν, ή για να είμαστε πιο σωστοί δεν λειτούργησαν την περασμένη βδομάδα. Ούτε στη Χλώρακα, ούτε στη Λεμεσό. Υπάρχουν ευθύνες και σε πολιτικό επίπεδο και σε επιχειρησιακό. Και είναι παρήγορο που ο αρχηγός της Αστυνομίας το παραδέχτηκε. Βεβαίως, είναι λάθος να κατηγορήσουμε σήμερα όλα τα μέλη της δύναμης, που ακολουθούν εντολές και κατά καιρούς με την κριτική που ασκούμε απονευρώνουμε τη δράση τους. Για την ανάγκη συνεχούς συνεργασίας της Αστυνομίας με άλλες υπηρεσίες πιστεύω πως δεν χρειάζεται να το αναλύσουμε. Είναι απαραίτητη. Και για την εξάρθρωση των κυκλωμάτων που φέρνουν τις ροές των μεταναστών στη χώρα μας, μα και για να οδηγηθούν στους πυρήνες των οργανώσεων, που προσομοιάζει με εγκληματικών οργανώσεων, που έδρασαν την περασμένη βδομάδα. Αν επωάζουν στους οργανωμένους οπαδούς των ομάδων, πρέπει να μπουκάρουν και να τους κλείσουν τα στέκια τους. Αν είναι άλλες οργανώσεις η δράση τους κράτους δεν μπορεί να διαφέρει. Και επειδή ζούμε σε μια μικρή χώρα, θα ξαφνιαστώ αρνητικά αν δεν ξέρουν ή έστω αν δεν υποψιάζονται ποιοι ήταν οι πυρήνες των επεισοδίων.
Αν τώρα πάμε να δούμε τη ρίζα του προβλήματος, πιστεύω πως θα συμφωνήσουμε πως η έλλειψη σεβασμού ακόμα και για τον ίδιο τον εαυτό μας, πόσω μάλλον για τον δίπλα μας, κυριαρχεί. Σημαντικός παράγοντας είναι και η ρητορική εμάς των πολιτικών. Και προφανώς σε πολλές περιπτώσεις ήταν τέτοια που δεν βοήθησε. Μάλλον το αντίθετο. Και εδώ θα πρέπει να συζητήσουμε πώς διαχειριζόμαστε και τους αιτητές πολιτικού ασύλου. Ποια είναι η πολιτική ασύλου δηλαδή της χώρας μας; Πώς ενσωματώνουμε στην κυπριακή κοινωνία όλους όσοι εγκρίθηκαν και μένουν ή θα μείνουν στη χώρα μας. Στη δική μου αντίληψη θα πρέπει να τους αντιμετωπίζουμε, αυτούς και τα παιδιά τους, ως εν δυνάμει Έλληνες Κύπριους, να προσφέρουμε δηλαδή στους ανθρώπους που έρχονται για να εργαστούν και να ζήσουν στη χώρα μας μια ελκυστική προοπτική για το μέλλον.
Σε επίπεδο διαχείρισης της πολιτικής ασύλου, τις αιτήσεις δηλαδή, και πώς μειώνουμε τις ροές, πιστεύω πως το πρώτο που πρέπει να κάνουμε για να κόψουμε αυτές τις ροές είναι να αντιμετωπίσουμε τα κυκλώματα που εδρεύουν εδώ και εμπορεύονται ανθρώπους. Επίσης πρέπει να μειώσουμε το ελκυστικό του προορισμού, και σε αυτό πρέπει να επανεξετάσουμε το δικαίωμα να εργάζονται –που είναι άμεσα συνυφασμένο με την περαιτέρω μείωση του χρόνου εξέτασης των αιτήσεων. Επίσης, οι επιστροφές, οι οικειοθελείς επαναπατρισμοί είναι κρίσιμη παράμετρος στην αντιμετώπιση του ζητήματος. Αυτά πολύ επιγραμματικά, χωρίς να έχουμε αναφερθεί στην εργαλειοποίηση από την Τουρκία και τις ροές που έρχονται κυρίως μέσω κατεχομένων.
Τέλος, σε πολιτικό επίπεδο, τα φιλελεύθερα κόμματα σε όλη την Ευρώπη έγιναν μεγαλύτερα όταν έπαψαν να λοξοκοιτούν ή να κοιτούν κατάματα δεξιότερα. Αν ψελλίζουμε ατάκες ακροδεξιών χάνουμε από την αξιοπιστία μας και χρεοκοπούμε ως σύγχρονο κεντροδεξιό κόμμα. Χρειάζεται να μιλήσουμε με ρεαλισμό, με σεβασμό στον άνθρωπο και στα δικαιώματά του, με σεβασμό στις υποχρεώσεις μας ως χώρας-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και με σεβασμό στη χώρα μας και στην ανάγκη επιβίωσης μας.
*Βουλευτής Λευκωσίας ΔΗΣΥ | πρόεδρος Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών | dmdemetriou.com