Του Απόστολου Κουρουπάκη
Η θέση της γυναίκας στις μέρες μας είναι σαφώς πιο αναβαθμισμένη, τουλάχιστον στις ούτω καλούμενες δυτικές κοινωνίες, αν και πολλά πρέπει να γίνουν ακόμα, ώστε να σπάσουν στερεότυπα αιώνων. Με αφορμή λοιπόν την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, που τιμάται στις 8 Μαρτίου, κάνουμε μία αναδίφηση στον κυπριακό Τύπο τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, για να δούμε πώς οι άνδρες συντάκτες κατά κύριο λόγο, αντιμετώπιζαν τη γυναίκα και το γυναικείο φύλο, μέσα από τα δημοσιεύματα της εποχής. Η γυναίκα παρουσιάζεται ως αδύναμο πλάσμα, αλλά και ικανό για πολλά, επιστρατεύοντας παντοία μέσα, όπως η γοητεία της, το κλάμα, η πονηριά και άλλα παρόμοια. Οι ισχυρές γυναίκες, όσες παρουσιάζονται, λειτουργούν ως άνδρες, και τις «ενδύουν» με άλλα στερεότυπα. Σημαντικό είναι πώς η θέση της γυναίκας ορίζεται από τα θρησκευτικά πιστεύω, είτε των Χριστιανών είτε των Μουσουλμάνων, της Κύπρου, και πώς η θέση της εντός της κοινωνίας πρέπει να έχει «ηθική» υπόσταση. Ενδιαφέρον έχει ότι η θέση της εντός του οίκου της και για τα του οίκου της είναι αναφαίρετό της δικαίωμα, αν και σε αυτόν ο άνδρας είναι κυρίαρχος.
Διαβάζουμε λοιπόν στην εφημερίδα «Αλήθεια» το 1892 σε δημοσίευμα που τιτλοφορείται «Ο Οίκος»: «Ο οίκος είνε κοινωνία εν σμικρώ ώς δ’ εν πάση κοινωνία είνε ανάγκη να υπάρχη εξουσία προς κανονικήν αυτής λειτουργίαν, ούτω και εν τω οίκω. Και την εξουσίαν ταύτην ανέκαθεν είχεν εν χερσίν ο ανήρ, διότι ο ανήρ επλάσθη τοιούτος, ώστε να δύναται να άρχη του οίκου». Στο εν λόγω άρθρο σημειώνεται πως η διαφορά άνδρα και γυναίκας δεν είναι πολιτική και κοινωνική, αλλά ηθική... «άρχει μεν ο ανήρ του οίκου, αλλ’ η γυνή έχει την εσωτερικήν διεύθυνσιν του οίκου. Ασκεί αθορύβως την ευεργετικήν αυτής επιρροήν επί τον σύζυγον και τα τέκνα διά της τρυφερότητος και του παραδείγματος αυτής». Ο άνδρας είναι ο προστάτης του Οίκου και είναι «ανάρμοστον εις το φύσει ευαίσθητον και τρυφερόν της γυναικός να θέλη να δεσπόζη του ανδρός», με την περαιτέρω εξήγηση βέβαια πως «είναι βάρβαρον να θέλη ο ανήρ να δεσπόζη της γυναικός».
Γυναίκες στην εργασία
Επαγγελματικά οι γυναίκες όπως φαίνεται από τις διαφημίσεις στον Τύπο δραστηριοποιούνται ως δασκάλες κυρίως, αλλά και ως μαίες, μοδίστες και άλλα παρόμοια ιδιωτικά επαγγέλματα. Φυσικά η μεγάλη μάζα γυναικών στις πόλεις απασχολείται σε διάφορες βιοτεχνίες ή μικρά εργοστάσια και στην ύπαιθρο σε αγροτικές εργασίες, πράγμα που σπανίως φαίνεται στον Τύπο, εκτός από τις περιπτώσεις των μεγάλων απεργιών στα μεταλλωρυχεία τη δεκαετία του 1940, οπότε και οι γυναίκες απεργοί εμφανίζονται στα ρεπορτάζ. Διαβάζουμε σε μονόστηλο του 1930: «Εδώ εις την Κύπρον και ιδιαιτέρως εις την Λευκωσίαν δύο κυρίως είναι τα επαγγέλματα διά τα οποία οι γονείς προορίζουν τα κορίτσια των, το της διδασκαλίσσης και της ραπτρίας. Σιγά, σιγά η Λευκωσία θα µεταβληθή εις ένα μεγαλοραφείον». Και λίγο παρακάτω: «Αι εργαζόµεναι γυναίκες αδικούνται και η αδικία , υπό οιανδήποτε μορφήν όταν γίνεται, υποσκάπτει πάντοτε τα κοινωνικά και ηθικά θεµέλια».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα πώς αντιμετωπιζόταν η γυναικεία δραστηριότητα είναι αυτό της πρώτης ή εκ των πρώτων γυναικών επιχειρηματιών του τόπου, αυτό της Ελεγκούς Χ΄΄Χριστοδούλου, η οποία ενώ βοήθησε και με το επιχειρηματικό της πνεύμα ύψωσε την επιχείρηση του ανδρός της, στην αναγγελία θανάτου της αναφέρεται μονάχα πώς μεγάλωσε χριστιανικά και εθνικά τα παιδιά της, χωρίς καμία αναφορά στην προσφορά της στα οικογενειακά επιχειρηματικά πράγματα. Ο Κ.Α. Κωνσταντινίδης σε αφιέρωμά του στους παλαιούς εμπόρους της Λευκωσίας γράφει χαρακτηριστικά: «[...] εις εποχήν κατά την οποίαν η Κυπριώτισσα κατά κανόνα ήταν κρυμμένη πίσω από τα καφάσια και εφυτοζωούσε, η Κα Ελεγκού επροχωρούσε με θάρρος και αυτοπεποίθησιν εις τον εμπορικόν στίβον, διά να σταδιοδρομήση σαν άντρας και κάτι παραπανω [...]». Και ενώ η Ελεγκού Χ΄΄Χριστοδούλου κατάφερε πολλά και σπουδαία ως επιχειρηματίας, όταν πέθανε το 1945 διαβάζουμε στον Τύπο: «[...] Η μεταστάσα διεκρίνετο διά τα φιλόθρησκα και φιλόστοργα αισθήματά της και την αδιάπτωτον αγάπην και ακατάβλητον μέριμναν διά τα μέλη της οικογενείας της [...]». Σπάνιες είναι φυσικά και οι συνεντεύξεις γυναικών στον κυπριακό Τύπο, εν τη σπανιότητι γενικώς των συνεντεύξεων. Εντοπίσαμε για παράδειγμα μία συνέντευξη της Εύγενίας Θεοδότου, ευεργέτιδος της Λευκωσίας, και σύζυγος του Αντώνη Θεοδότου, και αυτή είναι μάλλον ειδική περίπτωση γυναικός που ο Τύπος θέλει να βγάλει προς τα έξω.
Γενικά η γυναίκα που θέλει να εργαστεί σταδιακά δεν αντιμετωπίζεται αρνητικά, αν και ακόμη με πολλούς αστερίσκους. Χαρακτηριστικό είναι το δημοσίευμα της «Εσπερίνης» της 28ης Αυγούστου 1938 : «[...] η Κυπριώτισσα που θέλει να εργαστεί δεν είναι ανάγκη να επιδιώξει ανδρικά επαγγέλµατα, όχι μονάχα για να µην εκτοπίσει τον άντρα, αλλά και γιατί δεν συνταυτίζονται µε τη γυναικεία ψυχοσύνθεση. Ας µη γίνη π.χ. τραπεζιτικός υπάλληλος, ταχυδροµικός διανοµεύς, δικηγόρος, μηχανικός, γιατρός, έμπορος, κ.λ. κ.λ. Όχι γιατί είναι κατώτερη διανοητικώς από τον άντρα, το εναντίο πολλές φορές, δείχτηκε ικανώτερος υπάλληλος ή και εξπνώτερος επιστήµων απ’ αυτόν!». Στο πολύ ενδιαφέρον άρθρο που υπογράφει η «Φέμινα» εξηγεί πώς η γυναίκα στην Ευρώπη εργάζεται, φοιτά και έτσι έχουν «καλυτερέψει οι σχέσεις των δύο φύλων» και πλέον «έχουμε σήμερα λιγώτερους δυστυχισμένους γάμου!». Και η «Φέμινα» συνεχίζει γράφοντας πως και στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια άρχισαν να φοιτούν και κορίτσια στα διάφορα γυμνάσια, λύκεια και σχολές ξένων γλωσσών... και αναρωτιέται: «Πού είνε όμως οι πρακτικές επαγγελματικές µας σχολές» και θεωρεί, όπως άλλωστε το είχαν πει και διευθύντριες Παρθεναγωγείων, ότι θα έπρεπε να υπάρχει τουλάχιστον σε κάθε πόλη μια επαγγελματική σχολή για αγόρια και κορίτσια.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το δημοσίευμα της «Ελευθερίας» της 13ης Μαρτίου 1909, σχετικά με τη δημιουργία γυναικείας λέσχης στη Λάρνακα, που υπογράφει «Ο Παραπεδιαίος»: «Τύχη αγαθή. Ήρξατο λοιπόν και εν Κύπρω να γεννάται ζήτημα γυναικείας χειραφετήσεως». Ο συντάκτης λυπάται γιατί ο ανταποκριτής από τη Λάρνακα δεν παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες, και αφού συγχαρεί το «ωραίον φύλον» για την επιλογή του να στεγάσει τη λέσχη σε μεγαλόπρεπο κτήριο της παραλίας γράφει: «Θα μοι επιτρεψωσιν όμως αι αρετοβριθείς εκπρόσωποι του ωραίου φύλου [...] να φανώ ολίγον επιφυλακτικός και να μη ευχηθώ εις την Λέσχην των βίον μακρόν και ευδαίμονα» και αυτό γιατί, όπως γράφει δεν έχουν καταστήσει γνωστό στο κοινό τον κανονισμό και το πρόγραμμα του σωματείου τους. Φόβος του συντάκτη είναι να μην κυριαρχήσει και στη λέσχη του ό,τι γίνεται στις λέσχες του «ασχήμου φύλου», όπως το μπριτζ, το ουίστ ή το πόκερ! Και ω! της εκπλήξεως, ο συντάκτης επιθυμεί η νέα αυτή λέσχη να εξυψώσει τη θέση της Κύπριας γυναίκας «διά καταλλήλων διαλέξεων και της εκδόσεως ειδικών φυλλαδίων προς μόρφωσιν Ελληνίδων μητέρων του μέλλοντος» και μάλιστα ο συντάκτης θέλει να μεταφυτευτεί στην Κύπρο το εν Αγγλία φυέν το πρώτον δένδρον της γυναικείας ανεξαρτησίας. Μάλιστα, δεν βλέπει με κακό μάτι να αφήσουν τις γυναίκες να λύσουν το χρονίζον πια αρχιεπισκοπικό ζήτημα, αλλά και να συμμετέχουν στο Νομοθετικό Συμβούλιο πρόβλημα... Και κλείνοντας γράφει: «Εάν δε δεν δυνηθώσι να τα λύσωσι, τότε και πάλιν θα μας διασκεδάσωσι με τας φαεινάς των ιδέας, απαράλλακτα όπως ημείς παρέσχομεν εις αυτάς μέχρι σήμερα τροφήν διά γέλωτας και σκώμματα με τας πολυχρονίους ενέργειας μας».
Αποφθέγματα και ανέκδοτα
Μια άλλη ενδιαφέρουσα πτυχή του Τύπου της εποχής εκείνης, η οποία επιβίωσε μέχρι και τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα είναι αυτό των ανεκδότων και των ευθυμογραφημάτων. Ανέκδοτα με γυναίκες που είναι υπόχρεες στην καλοσύνη των ανδρών, ανέκδοτα με γεροντοκόρες και άλλα παρόμοια είναι στην πρώτη γραμμή. Φυσικά, στο ίδιο πλαίσιο αντιμετωπίζονται και άλλες κατηγορίες, όπως οι ηλικιωμένοι, οι αλλοδαποί ή άτομα που έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ένα μόνο παράδειγμα είναι το εξής ανέκδοτο στην εφημερίδα «Ελευθερία» της 28ης Μαΐου 1930, με τίτλο συζυγικαί αβρότητες: Εκείνη- Σε παρακαλώ, να μη με σκοτίζης. Εκείνος- Όταν δεν έχης να απαντήσης τίποτε, όλο αυτό λες. Εκείνη- Τότε ανάφερέ μου μια και μόνη καλή πράξιν στην ζωή σου. Εκείνος- Διά μίαν μόνην έπρεπε να είσαι ευγνώμων επί ζωής. -Ποίαν; -Δεν σε άφισα να πεθάνης γεροντοκόρην. Με το ίδιο ύφος είχαμε και τα περίφημα Αποφθέγματα: «Αι γυναίκες είνε ισχυρογνώμονες ως προς τον σκοπόν, οι δε άνδρες ως προς τα μέσα», «Αι γυναίκες όταν είναι κόραι έχουν επτά χέρια κα μίαν γλώσσαν. Όταν πανδρευθούν έχουν ένα χέρι και επτά γλώσσας» και «Γυναίκες τινες εδιδάχθησαν να κλαίωσι διά να ψεύδωνται τελειότερον», όπως διαβάζουμε στη «Φωνή της Κύπρου» την 31η Μαρτίου 1906.
Στις εφημερίδες της εποχής ενδιαφέρουν έχουν και στήλες που είναι αφιερωμένες στη γυναίκα, και που συνήθως έχουν να κάνουν με τα καθημερινά των γυναικών εντός του σπιτιού, αλλά και συμβουλές πάσης φύσεως προς νέες γυναίκες και παντρεμένες, όπως αυτές που δίνει η Κα που ξέρει στη στήλη της «Γυναικείες Κουβέντες» στην εφημερίδα «Κυπριακός Τύπος». Σε αντίθεση για παράδειγμα με την Ανθή Ροδαλού, η Κα που ξέρει φαίνεται περισσότερο παραδοσιακή στις συμβουλές της, και μία σύγκριση των δύο αυτών ανώνυμων συντακτριών θα είχε θεωρώ ενδιαφέρον, για να αντικριστεί ο τρόπος με τον οποίο οι δύο αντιμετωπίζουν έννοιες όπως ο έρωτας, ο γάμος, η γυναικεία ομορφιά κ.λπ. Σε όλες τις εφημερίδες υπάρχουν στήλες «διά τες κυρίας», που συνήθως έχουν πληροφορίες για διάφορα θέματα μόδας, νοικοκυριού, συμβουλές για έναν καλό γάμο, αλλά και στηλίτευση ζητημάτων που αφορούν τη γυναικεία καταπίεση. Οι περισσότερες στήλες είναι στο πνεύμα του να κρατήσουν οι γυναίκες τη θέση που έχει ορίσει γι’ αυτές η κοινωνία, διεκδικώντας ωστόσο περισσότερα δικαιώματα.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει κατά την άποψή μου η στήλη της Ανθής Ροδαλού στην εφημερίδα «Αιών» με τίτλο «Επιστολαί μια ιδιοτρόπου». Η συντάκτρια αναφερόμενη σε ένα έγκλημα που συγκλόνισε την Πάφο το 1924, και που σήμερα θα χαρακτηριζόταν γυναικοκτονία, αφού ο Τ/κ γιατρός σκότωσε με τρεις σφαίρες τη σύζυγό του Φατμά, γράφει: «[...] Καμία γυναίκα όμως δεν εμίλησε γι’ αυτό δημοσίως, δεν εξήτασε την θέσιν της Φατμάς εις το δράμα αυτό, που αποτελεί την οικτράν εικόνα των πλείστων ανδρογύνων είτε εις την Ελληνικήν είτε εις την Οθωμανικήν παροικίαν ανήκουν αυτά». Η συντάκτρια συνεχίζει περιγράφοντας πως ο έρωτας και η συζυγική αγάπη που κρατάνε σκλάβες τις γυναίκες είναι μία γελοία και οπισθοδρομική πρόληψη και καταλήγει: «[...] σκέφτομαι ότι αι τρεις σφαίρες που ετρύπησαν το στήθος της ωραίας Φατμάς, τρυπούνε καθημερινώς τα στήθη όλων των ατυχών συζύγων που σκύβουνε το κεφάλι κάτω από την πτέρναν ενός τυράννου συζύγου [...]». Η περίπτωση της ανώνυμης αρθρογράφου –αν είναι όντως γυναίκα– Ανθής Ροδαλού είναι άξια περαιτέρω μελέτης, μιας και στη στήλη της «Επιστολαί μιας ιδιοτρόπου» στην εφημερίδα «Κήρυκας» οι απόψεις της αντανακλούν από τη μία νεωτεριστικές ιδέες, αλλά ταυτόχρονα εμφανίζουν και στοιχεία της εποχής της. Σχετικά με τα εγκλήματα που έχουν θύματα γυναίκες κάνοντας απλώς μία γρήγορη ανάγνωση των εφημερίδων της εποχής ο αναγνώστης θα βρει αρκετές ειδήσεις συζυγοκτονιών, με όλες τις λεπτομέρειες, οι οποίες τις πλείστες φορές είναι ανατριχιαστικές. Διαβάζοντας πίσω από τις γραμμές, χωρίς μεγάλη προσπάθεια, φαίνεται ξεκάθαρα η αδύναμη παρουσία της γυναίκας. Φυσικά, οι αυτουργοί τιμωρούνται αυστηρά, για τα δεδομένα της εποχής. Οι αγώνες για ισότιμη συμπεριφορά, ίσες ευκαιρίες και για εξαφάνιση κάθε μορφής διάκρισης έχουν ενταθεί, ωστόσο ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς.
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΩΝ
Της ΜΑΡΙΑΣ ΑΓΓΕΛΗ
Το δικαίωμα του εκλέγειν
Το 1906, οι γυναίκες συμμετέχουν για πρώτη φορά σε εκλογική διαδικασία στην Κύπρο. Στις εκλογές για την Εκπαιδευτική Επιτροπή είχε δικαίωμα «πας ένδημος φορολογούμενος» και ως εκ τούτου και γυναίκες φορολογούμενες. Φαίνεται ότι το δικαίωμα αυτό δόθηκε κατά λάθος! Η εμφάνιση γυναικών στις εκλογές πυροδότησε διαμάχες και λίγους μήνες αργότερα η βουλή κατάργησε το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. Στις πρώτες προεδρικές εκλογές τον Δεκέμβριο του 1959, δίνεται το καθολικό δικαίωμα ψήφου σε όλους τους πολίτες, όπως καθορίζει το άρθρο 31 του συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι η πρώτη φορά που αποκτούν δικαίωμα ψήφου όλες οι γυναίκες, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικής τάξης.
Το δικαίωμα στο εκλέγεσθαι
Το δικαίωμα στο εκλέγεσθαι δεν έχει κατακτηθεί ακόμα, αφού η πολιτική σκηνή του τόπου παραμένει ανδροκρατούμενη. Η συμμετοχή των γυναικών στην πολιτική δεν έχει γραμμική ανοδική πορεία. Μάλιστα το 2011, σημειώνεται πισωγύρισμα στην εκπροσώπηση των γυναικών στη βουλή των αντιπροσώπων. Από οκτώ που υπήρχαν το 2006 σε έξι το 2011. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό των γυναικών που ψηφίστηκαν ήταν μεγαλύτερο από το ποσοστό των γυναικών που υπήρχαν στα ψηφοδέλτια των κομμάτων και αυτό καταδεικνύει την αδυναμία των πολιτικών κομμάτων να αλλάξουν το παγιωμένο ανδροκρατούμενο status quo.
Η διεκδίκηση των εργασιακών δικαιωμάτων
Στα τέλη της δεκαετίας του ’30 ιδρύονται οι πρώτες Ενώσεις Εργαζομένων Γυναικών, οι οποίες ήταν ενεργές στη διεκδίκηση των εργατικών δικαιωμάτων. Το 1955, διεξάχθηκε το Παγκύπριο Συλλαλητήριο των Εργατριών της Κύπρου, με τη συμμετοχή Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, στο κινηματοθέατρο Ρογιάλ. Οι εργάτριες που συμμετείχαν ζητούσαν από την κυβέρνηση κοινωνικές ασφαλίσεις για να έχουν έτσι δικαίωμα σε επιδόματα, ιατρικές εξετάσεις, φάρμακα και σύνταξη χηρείας. Ιδρύθηκαν οι κοινωνικές ασφαλίσεις ως αποτέλεσμα της απαίτησης αυτής, δύο χρόνια μετά, το 1957.
Η κα Μαρία Αγγελή είναι ερευνήτρια του Μεσογειακού Ινστιτούτου Μελετών Κοινωνικού Φύλου.