Kathimerini.gr
Της Μάρως Βασιλειάδου
«Αγαπώ τη μελαγχολία, ακόμη και σκληρή, το τοπίο και την μελαγχολική πόλη. […] Αγαπώ το σπίτι που χτίζεται και τον καπνό από τις ψηλές καμινάδες, τη συγκινητική τους γαλήνη της εσπέρας. […] Αγαπώ τα ανοιξιάτικα τοπία της Αττικής στους τόνους του χρυσού, με τα μακρινά γκρίζα του αμυγδάλου. […] Αγαπώ τα βάθη της κυανόμαυρης νύχτας… τα παλιά έπιπλα… τους βενετσιάνικους καθρέφτες, το τραγούδι της κόκκινης νότας…».
Το «Τετράδιον» του Κωνσταντίνου Παρθένη (1878/79-1967), από όπου ανθολογούμε μερικές σκέψεις του, είναι ένα από τα «διαμάντια» που για πρώτη φορά δημοσιεύονται, χάρη στην αναδρομική έκθεση με τίτλο «Κωνσταντίνος Παρθένης: Η ιδανική Ελλάδα της ζωγραφικής του». Είναι μια έκθεση σχεδιασμένη με γνώση και επιμέλεια –πολυέξοδη την ονόμασαν, κι αλήθεια, στο είδος της είναι πλούσια και εντυπωσιακή– που επιτέλους τιμά τον Αλεξανδρινό καλλιτέχνη στην Αθήνα, παρουσιάζοντας για πρώτη φορά το σύνολο του έργου του σε ελληνικό μουσείο. Οπως είχε γράψει στο σημείωμά της η εκλιπούσα πλέον διευθύντρια της Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, η επιλογή του Παρθένη για την πρώτη αμιγώς ελληνική αναδρομική έκθεση που εγκαινιάζει το νέο κτίριο, ήταν κοινή απόφαση της ίδιας και των συνεργατών της, ένας οφειλόμενος φόρος τιμής στον ζωγράφο, «που εμφανίστηκε και έλαμψε ως διάττων αστέρας στο στερέωμα της επαρχιακής ακόμη ελληνικής καλλιτεχνικής σκηνής, στην ανατολή του 20ού αιώνα».
Εργα, σχέδια, αντικείμενα
Εκατόν πενήντα έργα, εβδομήντα σχέδια, προσωπικά αντικείμενα και τεκμήρια εκτίθενται στον μεγάλο, ενιαίο χώρο των περιοδικών εκθέσεων, σε μια παρουσίαση που διαρθρώνεται σε αφηγηματικές ενότητες, οι οποίες ακολουθούν χρονολογική σειρά και απλώνονται κατά μήκος αλλά και σε επάλληλους θεματικούς κύκλους. Στην έκθεση ο ζωγράφος μάς υποδέχεται δίπλα στην είσοδο, χάρη σε μια σειρά από φωτογραφίες σε γυάλινες πλάκες που τον απεικονίζουν ξεκινώντας από την ντιλετάντικη νιότη του, συνεχίζουν στις οικογενειακές στιγμές, για να καταλήξουν στην ωριμότητά του, την εποχή που βαθμιαία αποσύρθηκε από τα εγκόσμια.
Παρακολουθώντας την πρώτη ξενάγηση –απευθυνόταν σε δημοσιογράφους, γιατί η έκθεση θα ανοίξει για το κοινό στις 6/7, ενώ στη σύντομη συνέντευξη Τύπου δεν παρίστατο η νέα διευθύντρια της Πινακοθήκης, Συραγώ Τσιάρα– με βεβαιότητα λέμε ότι μια επίσκεψη δεν φτάνει, αν θέλει κάποιος να μπει στον ζωγραφικό κόσμο του Παρθένη: ένα εικαστικό σύμπαν με συνεχείς μεταμορφώσεις, από την κοσμοπολίτικη κληρονομιά της καταγωγής του στις επιρροές των δυτικών εικαστικών ρευμάτων των σπουδών, τη βυζαντινή «μαθητεία» που στηρίζεται στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, τις μοντερνιστικές επιρροές, αλλά επίσης τα ιδεαλιστικά οράματα και την πνευματικότητα, που, προς το τέλος του βίου του, εξαΰλωσαν τη ζωγραφική του.
«Μέσα στον Παρθένη υπάρχουν δύο ή τρεις ζωγράφοι. Υπάρχει ο ζωγράφος φυσιολάτρης. […] Δίπλα στον φυσιολάτρη άνθρωπο και ζωγράφο –που όπως έχω ακούσει ξεκινούσε συχνά πρωί για να προλάβει την ανατολή του ήλιου– υπάρχει ο ζωγράφος ο οποίος εν γνώσει ότι η εποχή του κλασικισμού έχει παρέλθει προσπαθεί μέσα από το τοπίο να ξαναφτάσει την ηθική, την ψυχολογική, τη συμβολική ζωγραφική», έγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης για τον ιδιόμορφο αλλά σπουδαίο δάσκαλό του στη Σχολή Καλών Τεχνών Κωνσταντίνο Παρθένη.
Ο κατάλογος που συνοδεύει την έκθεση είναι εξαιρετικό έργο για όποιον θέλει να καταλάβει τον Παρθένη, αφού όμως πρώτα δει τα έργα του. «Η ζωγραφική μιλάει καλύτερα από κάθε ομιλητή και κάθε κριτική», σοφά έλεγε ο Τσαρούχης.
Διάρκεια έως 28/11.