ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τι κρύβει το τουρκικό casus belli

Τα ναυτικά μίλια, οι υδρογονάνθρακες και οι... συμπτώσεις

Kathimerini.gr

Παύλος Παπαδόπουλος

Οπως σχεδόν όλα τα θέματα που συνθέτουν τα λεγόμενα «ελληνοτουρκικά», έτσι και το casus belli («αιτία πολέμου»), η λατινική φράση που έχει κατακτήσει κεντρική θέση στη συλλογική συνείδηση, έχει διπλή ερμηνεία. Εμείς θεωρούμε το casus belli μια ανάρμοστη και χοντροκομμένη απειλή των Τούρκων απέναντι στο ενδεχόμενο να ασκήσουμε τα διεθνώς κατοχυρωμένα δικαιώματά μας και να επεκτείνουμε μονομερώς και χωρίς να ρωτήσουμε κανέναν τα χωρικά ύδατα των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου από τα 6 ν.μ. στα 12 ν.μ. Οι Τούρκοι εκτιμούν από την άλλη πλευρά ότι η απειλή τους είναι αμυντική, ότι είναι μια τίμια προειδοποίηση απέναντι στο ενδεχόμενο να βρεθούν προ τετελεσμένου, που ακυρώνει όλη τη συζήτηση μισού αιώνα για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο.

Τι σχέση έχουν τα χωρικά ύδατα με την υφαλοκρηπίδα; Αν κάθε νησί επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη του (χωρικά ύδατα) στα 12 μίλια, τότε δεν θα απομείνει σχεδόν καθόλου θαλάσσιος χώρος που να θεωρείται «υφαλοκρηπίδα», η οποία να χρειάζεται οριοθέτηση. Οι Τούρκοι λένε ότι οι Ελληνες δεν πρέπει να εκμεταλλευτούμε την πρόβλεψη για τα 12 μίλια της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, που τέθηκε σε ισχύ στις 1/11/1994, για να οριοθετήσουμε μονομερώς και σχεδόν 100% επ’ ωφελεία μας όχι μόνο τα χωρικά ύδατα, αλλά και (αυτομάτως) το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας σε μια στενή θάλασσα (Αιγαίο). Αν εννοούμε αυτό που λέμε ήδη από τη δικτατορία, ότι πρέπει να καθίσουμε στο τραπέζι και να μοιράσουμε την υφαλοκρηπίδα ή να παραπέμψουμε το θέμα στη Χάγη, τότε δεν πρέπει να επεκτείνουμε μονομερώς στα 12 μίλια τα χωρικά ύδατα.

Για τη διευκόλυνση της σκέψης πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η αιγιαλίτιδα ζώνη (χωρικά ύδατα) είναι περιοχή σκληρής κυριαρχίας, είναι σαν ηπειρωτικό έδαφος. Πέρα από τα χωρικά ύδατα αρχίζουν τα διεθνή ύδατα, που (ειδικά στο Αιγαίο, το οποίο δεν είναι κανένας ωκεανός) ταυτίζονται με την υφαλοκρηπίδα (θαλάσσιος χώρος όπου υπάρχουν δικαιώματα αλιείας, ερευνών, εξόρυξης κ.λπ.). Η υφαλοκρηπίδα (η οποία στο Αιγαίο πρακτικά ταυτίζεται με την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη – ΑΟΖ) μοιράζεται ανάμεσα στις δύο χώρες έπειτα από συμφωνία μεταξύ τους ή με απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.

Το πρόβλημα φαίνεται απλό. Αν ήταν απέναντί μας η Ελβετία θα είχε λυθεί σε ένα Σαββατοκύριακο. Απέναντί μας όμως βρίσκεται η Τουρκία και η μεταξύ μας ιστορία δεν ευνοεί συμπεριφορές άνεσης και γενναιοδωρίας. Κάθε φορά που οι Τούρκοι υποψιάζονται ότι πάμε να κάνουμε έρευνες στο Αιγαίο ή να επεκτείνουμε χωρικά ύδατα χωρίς να το κουβεντιάσουμε, φρεσκάρουν το casus belli. Τον Οκτώβριο του 2018 ο Αλέξης Τσίπρας, που διαδέχθηκε τον Νίκο Κοτζιά στο ΥΠΕΞ, έκανε μια νύξη για σταδιακή επέκταση των χωρικών υδάτων από τα 6 στα 12 ν.μ. και ο τότε Τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου υπενθύμισε τη λατινική φράση.

Το 2003 η κυβέρνηση Σημίτη συζητούσε με τους Τούρκους σε άτυπες, μη δεσμευτικές διερευνητικές επαφές την τμηματική επέκταση που θα έκαναν και οι δύο χώρες για να «κλείσουν» αυτό το ζήτημα. Η συμφωνία δεν προχώρησε, αλλά αν προχωρούσε όχι μόνο το casus belli θα είχε καταργηθεί στην πράξη, αλλά επιπλέον το ύδωρ που θα απέμενε να μοιραστεί θα ήταν ελάχιστο. Θα έπαιρνε η Τουρκία κάποιες (συγκεκριμένα, τρεις) εξόδους στο Αιγαίο μπροστά από λιμάνια της. Η τουρκική φιλοδοξία για μια «Γαλάζια Πατρίδα» που φθάνει έως τη μέση του Αιγαίου, επειδή υποτίθεται ότι τα νησιά δεν έχουν δική τους υφαλοκρηπίδα (άρα επικάθονται πάνω στην τουρκική), θα είχε ακυρωθεί. Από την άλλη πλευρά υπάρχει ανέκαθεν μια ισχυρή διακομματική άποψη στην Ελλάδα (που υποστηρίζουν κυρίως ο Κώστας Καραμανλής και ο πρώην ΥΠΕΞ Πέτρος Μολυβιάτης) ότι ακόμη και μια επωφελής συμφωνία για τη χώρα μας θα είναι χειρότερη από τη μη συμφωνία. Υποστηρίζεται ότι ακόμη και η επωφελέστερη για την Ελλάδα συμφωνία (ή απόφαση της Χάγης) θα ισοδυναμεί με αναγνώριση (έστω ελαχίστων) κυριαρχικών δικαιωμάτων της Τουρκίας στο Αιγαίο.

Η συγκυρία του 1995

Η υπόθεση του casus belli, για κάποιους, συνδέεται αφενός με τις ελληνικές φιλοδοξίες για την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων και αφετέρου με την ενεργοποίηση του Δικαίου της Θάλασσας. Πιο συγκεκριμένα έχει ενδιαφέρον να εξετάσουμε για λίγο τη συγκυρία του 1995. Στις 23 Ιανουαρίου 1995 συζητείται στη Βουλή (και στις 8 Φεβρουαρίου δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως) ο νόμος 2289 που κατέθεσε ο τότε υπουργός Βιομηχανίας Κώστας Σημίτης με τίτλο «Αναζήτηση, έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων».

Στις 26 Ιανουαρίου 1995, τρεις ημέρες μετά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για το φρεσκάρισμα του πλαισίου για τους υδρογονάνθρακες, εισάγεται στη Βουλή η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας. Πρόκειται για τη σύμβαση του Montego Bay, η οποία υπεγράφη στις 10 Δεκεμβρίου 1982 (έπειτα από πάνω από 14 χρόνια διαβουλεύσεων μεταξύ κρατών σε όλο τον κόσμο), αλλά τέθηκε σε προσωρινή εφαρμογή και πραγματοποιήθηκε η έναρξη ισχύος της στις 14 Νοεμβρίου 1994. Αυτή η σύμβαση προβλέπει για πρώτη φορά ρητά ότι ένα κράτος έχει το δικαίωμα να επεκτείνει τα χωρικά του ύδατα έως τα 12 μίλια (μέχρι τότε κάτι τέτοιο υπήρχε μόνο στο εθιμικό δίκαιο). Η Βουλή ψηφίζει τη σύμβαση στις 31 Μαΐου 1995 και πριν ακόμη δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (κάτι που έγινε στις 23 Ιουνίου 1995 ως νόμος 2321/95), η τουρκική Εθνοσυνέλευση ψηφίζει διά βοής στις 8 Ιουνίου 1995 την εξουσιοδότηση προς την τουρκική κυβέρνηση να θεωρήσει αιτία πολέμου (casus belli) οποιαδήποτε επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια.

Η Αγκυρα προφανώς θεώρησε ότι ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου για τους υδρογονάνθρακες συνδυάζεται με την εισαγωγή στο ελληνικό δίκαιο της σύμβασης του Montego Bay. Με την επέκταση στα 12 μίλια θα μπορούσε να λυθεί αυτομάτως και υπέρ της Ελλάδας η συζήτηση για την υφαλοκρηπίδα και να ξεκινήσουν έρευνες σε περιοχές πέραν των 6 μιλίων.

Το casus belli κυριάρχησε στην επικαιρότητα για πολύ καιρό και ίσως όλα αυτά δεν είναι ασύνδετα με το γεγονός ότι επτά μήνες αργότερα ξέσπασε η κρίση των Ιμίων, με την οποία η Τουρκία επιχείρησε να αναδιατυπώσει και να εμπλουτίσει τις πάγιες αμφισβητήσεις και τις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο. Παρ’ όλα αυτά, οι γνώστες των διερευνητικών επαφών που άρχισαν μετά το 1999 βεβαιώνουν ότι έως το 2003 η Τουρκία, η οποία ενδιαφερόταν κυρίως για την ευρωπαϊκή προοπτική της, είχε εγκαταλείψει ζητήματα όπως γκρίζες ζώνες και αποστρατιωτικοποίηση νησιών. Φερόταν να συμφωνεί σε μια αμοιβαία τμηματική επέκταση (ελληνικών και τουρκικών) χωρικών υδάτων και σε παραπομπή στη Χάγη κάποιων διαφορών στο θέμα της υφαλοκρηπίδας. Αυτό δεν έγινε, αλλά τελικά το πνεύμα του 2003 μοιάζει να επιβιώνει και να προσδιορίζει τις σκέψεις για μια διευθέτηση που φαίνεται ότι γίνονται το 2023.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Διπλωματία: Τελευταία Ενημέρωση