Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Από τον Ιανουάριο του 2024 οι βασικές συντάξεις θα αυξηθούν από 465 ευρώ που είναι σήμερα στα 490 – 500 ευρώ, ενώ συγχρόνως συζητείται σύμφωνα με νέα πρόταση του Υπουργείου Εργασίας, να εφαρμοστεί αναλογιστική μείωση του 12% για εκείνους που έχουν συνταξιοδοτηθεί στα 63 τους χρόνια. Πρακτικά, αφορά την εξαίρεση της βασικής σύνταξης από την αναλογιστική μείωση του 12% για τους εργαζόμενους που συμπληρώνουν 40 έτη εισφορών.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του αναλογιστή, με τις αυξήσεις που είναι προγραμματισμένες να αποδοθούν στην πλήρη βασική σύνταξη, από τον Ιανουάριο θα πάει 490 – 500 ευρώ, ενώ παράλληλα για τους υφιστάμενους και τους μελλοντικούς συνταξιούχους θα εξαιρούνται από την αναλογιστική μείωση.
Η πρόταση που παρουσιάστηκε στους κοινωνικούς εταίρους από τον Υπουργό Εργασίας, κ. Γιάννη Παναγιώτου, το κόστος όπως προκύπτει από την αναλογιστική μελέτη και όταν εφαρμοστεί η πρόταση, θα ανέρχεται γύρω στα 12 εκατ. ευρώ ετησίως.
Σύμφωνα με παραδείγματα, αν εξαιρεθεί το ποσό των 465 ευρώ της σημερινής βασικής σύνταξης από την αναλογιστική μείωση, σημαίνει πως ο συνταξιούχος που είναι επιλέξιμος για την εξαίρεση θα επωφεληθεί με 56 ευρώ. Όταν η σύνταξη ανέβει στα 500 ευρώ, το όφελος θα είναι 60 ευρώ και όταν οι συνταξιούχοι λαμβάνουν σύνταξη που είναι χαμηλότερη από την βασική, τότε το ποσό που θα υπολογίζεται για ελάφρυνση θα ανέρχεται στο ύψος της πλήρους βασικής.
Πώς πάει η μείωση στα 1.000 ευρώ σύνταξης
Για συνταξιούχους που λαμβάνουν συντάξεις των 1.000 ευρώ, όπου είναι και ο μέσος όρος της σύνταξης που λαμβάνουν οι συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες, στην πράξη είναι ότι αντί για αναλογιστική μείωση 120 ευρώ, με την νέα πρόταση θα περιορίζεται στα 60 ευρώ. Δηλαδή η μισή από αυτή που ήταν την τελευταία 10ετία.
Σύμφωνα με τα πραγματικά περιθώρια του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν τίθεται ζήτημα για ολική κατάργηση του περιθωρίου που προσδιορίστηκε από τους αναλογιστές. Με την πρόταση του Υπουργείου Εργασίας δεν επηρεάζονται ούτε οι εισφορές των εργαζομένων, ούτε των εργοδοτών. Το οικονομικό κόστος της πρόταση του ΥΠΕΡΓ δεν είναι διαπραγματεύσιμη ωστόσο, διότι οποιαδήποτε άλλη μείωση θα επιβαρύνει αρνητικά το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Άρα και δεν μπορεί να καταργηθεί η αναλογιστική μείωση εντελώς, διότι όπως διαμήνυσε ο Υπουργός κ. Παναγιώτου, θα κόστιζε στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων περί τα 100 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Βάσει χρονοδιαγράμματος είναι να ολοκληρωθεί η συζήτηση με τους κοινωνικούς εταίρους μέχρι τέλος Νοεμβρίου.
Τα ψιλά γράμματα
Σύμφωνα με τα όσα παρουσίασε ο Υπουργός, «η πρόταση επηρεάζει σημαντικό ποσοστό των συνταξιούχων που έχουν υποστεί αναλογιστική μείωση, οι οποίοι αποτελούν σχεδόν το 25% του συνόλου, μέσα από την εξαίρεση της πλήρους βασικής σύνταξης από την αναλογιστική μείωση για όσους πολίτες ανταποκρίνονται στα κριτήρια που έχουν τεθεί και έχουν ως επίκεντρο τη συμπλήρωση του 85% της περιόδου ασφάλισης, που ανέρχεται σε 40 χρόνια».
Εξήγησε ότι, «όπως ισχύει και με αφορολόγητο εισόδημα, όπου μέχρι ένα ποσό δεν θα υπόκειται σε φόρο εισοδήματος ο φορολογούμενος, έτσι και στην περίπτωση της αναλογιστικής μείωσης, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη πρόταση, το ποσό της πλήρους βασικής σύνταξης θα εξαιρείται από τη μείωση».
Ποιες ομάδες επωφελούνται
Μέσα από την πρόταση του Υπουργείου Εργασίας θα επωφεληθούν άμεσα χιλιάδες και σταδιακά εκατοντάδες πολίτες (περίπου 10.000), ενώ ευνοούνται ιδιαίτερα οι εργαζόμενοι στην οικοδομική βιομηχανία, στη μεταποίηση και στις πωλήσεις και γενικότερα σε επαγγέλματα για τα οποία χρειάζεται χειρωνακτική εργασία, ορθοστασία και είναι επαγγέλματα στα οποία δραστηριοποιούνται άτομα που ξεκινούν να εργάζονται πολύ νωρίς, συμπληρώνοντας πολλά χρόνια εισφορών.
Ως σημείο αναφοράς της πρότασης όπως παρουσιάστηκε την Παρασκευή, είναι τα 40 χρόνια εισφορών τα οποία αποτελούν το 85% της περιόδου ασφάλισης, ενώ η δυνατότητα για συνταξιοδότηση στα 63 χρόνια καθορίζεται από την κάλυψη του 70% της περιόδου ασφάλισης, που είναι τα 33 χρόνια.