Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Με το «χέρι στη σκανδάλη» παρακολουθεί το υπουργείο Οικονομικών τις αυξήσεις που αναμένονται στο ρεύμα. Ωστόσο το πιθανότερο είναι να μην απασφαλίσει, διότι οι τιμές των καυσίμων δεν δικαιολογούν μέτρα άμεσης εφαρμογής, όπως έχει λάβει στην παρούσα χρονική περίοδο με την επιδότηση της τιμής των καυσίμων και της κλιμακωτής επιδότησης του ηλεκτρικού ρεύματος. Το υπουργείο όπως είναι σε θέση να γνωρίζει η «Κ», δεν θεωρεί ότι οι τιμές των καυσίμων βρίσκονται σε επίπεδα 2022, και άρα δεν είναι σε τιμή βαρελιού που να δικαιολογεί συνέχιση της παρούσας στήριξης που γίνεται από τον Οκτώβριο μέσω του πακέτου 196 εκατομμυρίων ευρώ που είχε ανακοινώσει. Ωστόσο, όπως ανέφεραν πηγές του υπουργείου Οικονομικών στην «Κ», το κράτος έχει τη «δύναμη πυρός» για να ανακοινώσει νέο πακέτο αν κρίνει βάσει των υπολογισμών του ότι πρέπει να επιδοτήσει τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Ήδη, μετά τις γνωστοποιήσεις για αυξήσεις της τιμής του ρεύματος, το υπουργείο έχει ζητήσει περαιτέρω πληροφόρηση από τις αρμόδιες Αρχές για να δει εάν θα γίνει αναγκαίο να προχωρήσει στα απαραίτητα βήματα.
Πάντως, στο 11μηνο του 2023 το πλεόνασμα του κράτους (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) ανήλθε στο 1 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 3,4% του ΑΕΠ. Συγκριτικά, την αντίστοιχη περίοδο του 2022 το πλεόνασμα ανερχόταν σε 636,8 εκατ. ευρώ, ή 2,3% του ΑΕΠ.
Αφήνοντας στην άκρη τα του υπουργείου και του τι μπορεί να κάνει εάν χρειαστεί για να μειώσει την οικονομική ζημιά τού πολίτη, ο λόγος των αυξήσεων –όπως ακούγεται– ύψους 6% για το 2024 που ζήτησε η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ) από την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕΚ) παραμένει ερωτηματικό. Το ζητούμενο για το οποίο αιτείται εκ νέου για το 2024 η ΑΗΚ αύξηση από την ΡΑΕΚ και που θα την δει ο καταναλωτής στον λογαριασμό του, δεν είναι ξεκάθαρο και δυστυχώς εκκρεμεί και άλλη πιθανή αύξηση εάν υπάρξει αποτέλεσμα σε εκκρεμούσα δικαστική απόφαση. Όπως ενημέρωσε τη Δευτέρα τη Βουλή ο πρόεδρος της Ρυθμιστικής Ενέργειας Κύπρου, Ανδρέας Πουλλικκάς, η ΑΗΚ έχει υποβάλει από πέρυσι αίτημα που θα έμπαινε αύξηση 25% στην τελική τιμή της κιλοβοτόρας. Αυτό το αίτημα η ΡΑΕΚ το είχε απορρίψει, έτσι, η ΑΗΚ έχει προσφύγει και αναμένει απόφαση δικαστηρίου σχετικά με την απόρριψη του αιτήματός της από την ΡΑΕΚ. Εάν λοιπόν δικαιωθεί, ένα 25% του κόστους επί της κιλοβατόρας θα επωμισθεί ποιος άλλος; Ο καταναλωτής.
Όσον αφορά την επιδότηση του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος που ισχύει τη δεδομένη χρονική περίοδο, «τρέχει» από τον Νοέμβριο του 2023 και θα είναι μέχρι το τέλος του τρέχοντος μηνός, για τους λογαριασμούς με καταμέτρηση μέχρι τις 29.2.2024. Καλύπτει οικιακούς, εμπορικούς και βιομηχανικούς καταναλωτές, ενώ όσον αφορά τους ευάλωτους καταναλωτές η επιδότηση καλύπτει το 100% της αύξησης της τιμής.
Τα έλεγε το Συμβούλιο
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο της Κύπρου στην τελική του έκθεση για το 2023 είχε κρούσει το καμπανάκι πως, το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί μια από τις σημαντικότερες μακροοικονομικές αδυναμίες της Κύπρου και ασκεί σημαντικές αυξητικές πιέσεις στον πληθωρισμό και πτωτικές στην ανάπτυξη, ενώ πλήττει τους εμπορικούς όρους και την ανταγωνιστικότητα της Κύπρου. Όπως τόνιζε, από μόνη της, η απουσία πτωτικής τάσης στους ρύπους της Αρχής είναι λόγος ανησυχίας για την γενικότερη πορεία τα επόμενα χρόνια, ενώ η εισήγησή του –όπως έχει καταγραφεί– είναι η άμεση ανάπτυξη και υιοθέτηση πολιτικής διαχείρισης ρίσκου έναντι της αυξομείωσης των τιμών σε καύσιμα και αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων (ΔΕΡ).
Βάσει των λεγομένων του Συμβουλίου, η Κύπρος εξακολουθεί να έχει μία από τις υψηλότερες εντάσεις ρύπων ως προς την παραγωγή ηλεκτρισμού. Συγκεκριμένα, η παραγωγή ενέργειας στην Κύπρο συνεπάγεται την εκπομπή 589 gCO2/KWh, 247% του ευρωπαϊκού μέσου όρου (221 gCO2/KWh). Έτσι, κατατάσσεται στην 25η θέση στην Ε.Ε., πίσω μόνο από την Εσθονία και Πολωνία, και σημαντικά υψηλότερα από την 24η θέση (Βουλγαρία, 422 gCO2/KWh). «Από μόνο του, το γεγονός ότι ο όγκος ρύπων για τον οποίο θα πρέπει να αγοραστούν δικαιώματα, παραμένει σταθερός, συνιστά αποτυχία στην προσπάθεια ενεργειακής μετάβασης», σημείωνε χαρακτηριστικά το Συμβούλιο. Ωστόσο –κατά το Συμβούλιο– πρέπει να σημειωθεί πως ακόμα και η υπόθεση για σταθεροποίηση των αναγκών αγοράς δικαιωμάτων, φαίνεται να είναι επίφοβη καθώς οι σχεδιασμοί προβλέπουν την αύξηση της καύσης μαζούτ για το 2024, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό της Αρχής. Το Δημοσιονομικό σημείωνε χαρακτηριστικά την ανησυχία του για τις εκτιμήσεις που σχετίζονται με το κόστος αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων για το 2024, καθώς υφίστανται και λόγοι για ανησυχία σε σχέση με το ποσό των δικαιωμάτων που θα πρέπει να εξασφαλιστούν, ενώ, τόσο η τάση όσο και ο σχεδιασμός του συστήματος αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής, προμηνύουν σημαντικές αυξήσεις στις τιμές πλειστηριασμού.
«Υπεραισιοδοξία» της ΑΗΚ
Σύμφωνα με το σημείωμα προϋπολογισμού που υπέβαλε στα τέλη του 2023 η ΑΗΚ, σχεδιάζει αύξηση της κατανάλωσης μαζούτ κατά 8,7% σε σχέση με το 2023, σε συνδυασμό και με μείωση κατανάλωσης diesel (που είναι λιγότερο ρυπογόνο) κατά 20%. Εκτιμάται πως λόγω και της κλιματικής αλλαγής, η οποία συνεπάγεται θερμότερα καλοκαίρια και ψυχρότερους χειμώνες, η συνολική ζήτηση για ενέργεια αναμένεται πως θα αυξηθεί, και μια πιθανή αύξηση του όγκου ρύπων δε, θα λειτουργήσει σωρευτικά στην απουσία στρατηγικής για διαχείριση του κόστους αγοράς, βάσει και της υφιστάμενης προσέγγισης, «buy-as-you-pollute». Οι εκτιμήσεις για μείωση του κόστους αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο (2024-2026) μοιάζουν ως υπεραισιόδοξες. Ο Προϋπολογισμός 2024 και Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο εκτιμούν μείωση σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο κατά 3% το 2024, 43,7% το 2025 και 1,2% το 2026, κάτι που δεν στηρίζεται από άλλες προβλέψεις δαπανών οι οποίες να σχετίζονται με μείωση της παραγωγής ρύπων.