ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Η Γερμανία άργησε να αναγνωρίσει το λάθος της με το φρένο χρέους

Ο ∆ρ Χένινγκ Φοέπελ στην «Κ» - Δεν υπάρχει οξεία απειλή κρίσης του ευρώ, αλλά ο κίνδυνος έχει σίγουρα αυξηθεί μεσοπρόθεσμα.

Kathimerini.gr

Βασίλης Κωστούλας

Η Γερμανία διατήρησε τις ίδιες δομές σε καιρούς υψηλής κατανάλωσης και τώρα το υστέρημα των επενδύσεων θα πρέπει να αποκατασταθεί με ένα μεγάλο πακέτο χρέους. Ετσι περιγράφει τις συνθήκες που οδήγησαν στη χαλάρωση του δημοσιονομικού κανόνα στη Γερμανία, γνωστός ως φρένο χρέους, ο δρ Χένινγκ Φοέπελ (φωτ.), διευθύνων σύμβουλος στο Δίκτυο Κέντρων Ευρωπαϊκής Πολιτικής – CEP. Μιλώντας στην «Κ» από το Βερολίνο, τονίζει ότι το πακέτο Μερτς θα πρέπει πρώτα να αποδειχθεί ως πακέτο ανάπτυξης, καθώς αν δεν περιοριστεί στην υλοποίηση παραγωγικών επενδύσεων και επεκταθεί και σε δαπάνες που σχετίζονται με την κατανάλωση, τότε θα αυξηθούν ο πληθωρισμός και τα επιτόκια, παράγοντες οι οποίοι θα μειώσουν τον δημοσιονομικό χώρο που θα χρειαστεί η Γερμανία της δημογραφικής γήρανσης. «Οι αμυντικές δαπάνες είναι ούτως ή άλλως “μη παραγωγικές” επενδύσεις. Παρέχουν μεγαλύτερη ασφάλεια, αλλά όχι υψηλότερο δυναμικό παραγωγής. Επομένως, ασφαλώς και υπάρχει υψηλός πολιτικός και οικονομικός κίνδυνος στο τεράστιο πακέτο δημοσιονομικού χρέους», επισημαίνει ο Γερμανός οικονομολόγος. Ερωτηθείς για τον αντίκτυπο της αυστηρότερης μεταναστευτικής πολιτικής στη δυναμική της ανάπτυξης, εκφράζει την εκτίμηση ότι εφόσον καταπολεμηθεί αποκλειστικά η παράτυπη μετανάστευση, δεν θα υπάρξει ουσιαστική επίπτωση στην αγορά εργασίας. Δεν παραβλέπει όμως το ρίσκο το πολιτικό κλίμα να στραφεί συνολικά ενάντια στη μετανάστευση και τελικά να αποτρέψει την ενσωμάτωση εξειδικευμένου προσωπικού στις γερμανικές επιχειρήσεις.

– Πόσο καταλυτική θα είναι, κατά τη γνώμη σας, η ώθηση στην ανάπτυξη από τη χαλάρωση του φρένου χρέους στη Γερμανία; Στο μεταξύ, η δημοσιονομική χαλάρωση πιθανότατα θα έχει και αρνητικές επιπτώσεις – αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που η Γερμανία την απέφευγε εδώ και χρόνια. Ποιος πιστεύετε ότι θα είναι ο αντίκτυπος στην πιστοληπτική ικανότητα της Γερμανίας αλλά ενδεχομένως και της υπόλοιπης Ευρωζώνης;

– Εδώ πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ δύο επιδράσεων: κυκλικής και διαρθρωτικής. Βραχυπρόθεσμα, οι πρόσθετες δημόσιες επενδύσεις μπορούν να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη, καθώς επί του παρόντος οι ικανότητες ελαφρώς υποχρησιμοποιούνται. Διαρθρωτικά, οι επενδύσεις σε υποδομές μπορούν να ενισχύσουν τη δυνητική ανάπτυξη, αλλά μόνο εάν υλοποιηθούν επενδύσεις οι οποίες πράγματι θα σχετίζονται με την ανάπτυξη και δεν θα χρηματοδοτηθούν επίσης δαπάνες που σχετίζονται με την κατανάλωση. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των επιτοκίων και του πληθωρισμού, γεγονός που θα μείωνε περαιτέρω τον δημοσιονομικό χώρο στο μέλλον, δεδομένου ότι η Γερμανία αντιμετωπίζει μια δημογραφική γήρανση η οποία θα οδηγήσει σε υψηλότερη δημοσιονομική επιβάρυνση αναδιανομής. Επιπλέον, οι αμυντικές δαπάνες είναι ούτως ή άλλως «μη παραγωγικές» επενδύσεις. Παρέχουν μεγαλύτερη ασφάλεια, αλλά όχι υψηλότερο δυναμικό παραγωγής. Επομένως, ασφαλώς και υπάρχει υψηλός πολιτικός και οικονομικός κίνδυνος στο τεράστιο πακέτο δημοσιονομικού χρέους, το οποίο μένει να αποδειχθεί ως πακέτο ανάπτυξης.

Οι αγορές αντέδρασαν ακανόνιστα στη μεταστροφή της δημοσιονομικής πολιτικής στη Γερμανία. Τα επιτόκια των ομολόγων έχουν αυξηθεί σχετικά απότομα, ενώ οι αξιολογήσεις δεν έχουν επιδεινωθεί. Αυτό δεν είναι αντίφαση. Τα αυξανόμενα επιτόκια δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου, αλλά απλώς μια στενή πιστωτική αγορά. Εάν οι αγορές πιστεύουν ότι η γερμανική κυβέρνηση αξιοποιεί σωστά τα πρόσθετα περιθώρια ελιγμών, η πιστωτική κατάταξη δεν θα επιδεινωθεί – μπορεί μάλιστα ακόμη και να βελτιωθεί, επειδή μπορεί με αυτόν τον τρόπο να ξεπεράσει τη στασιμότητα. Ενδιαφέρον αποτελεί το γεγονός ότι δεν είναι μόνο οι αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων οι οποίες έχουν αυξηθεί, αλλά και αυτές ορισμένων άλλων χωρών της Ευρωζώνης. Εάν επιδεινωθεί η πιστωτική θέση της Γερμανίας, η οποία αποτελεί και εγγύηση για άλλες χώρες, αυτό θα έχει αρνητικό αντίκτυπο και στα επιτόκια των άλλων χωρών του ευρώ. Δεν υπάρχει οξεία απειλή κρίσης του ευρώ, αλλά ο κίνδυνος έχει σίγουρα αυξηθεί μεσοπρόθεσμα.

– Θα λέγατε ότι η απόφαση της Γερμανίας να χαλαρώσει το φρένο χρέους, αφού προηγουμένως είδε την οικονομία της σε παρατεταμένη στασιμότητα, έχει και τον χαρακτήρα μιας αναγνώρισης λάθους στην οικονομική πολιτική της;

– Ναι, σίγουρα. Για πολλά χρόνια, τα δημοσιονομικά περιθώρια ελιγμών χρησιμοποιήθηκαν για τη διατήρηση των υφιστάμενων δομών κατά τη διάρκεια κρίσεων. Ταυτόχρονα, η συνολική οικονομική κατανάλωση ήταν σχετικά υψηλή. Ως αποτέλεσμα, οι υποδομές έχουν γεράσει σημαντικά με τα χρόνια και το απόθεμα οικονομικού κεφαλαίου έχει γίνει λιγότερο παραγωγικό. Η έλλειψη επενδύσεων έχει συσσωρευτεί εδώ και πολλά χρόνια. Τώρα το υστέρημα των επενδύσεων πρέπει να εκκαθαριστεί με ένα μεγάλο πακέτο χρέους για να ξεπεραστεί η στασιμότητα. Οταν οι κυβερνήσεις αποφασίζουν να βασιστούν σε υψηλότερο χρέος, αυτό συνήθως σημαίνει ότι έχουν αργήσει.

Υψηλά επίπεδα χρέους σε πολλές χώρες της Ε.Ε.

– Θεωρείτε ότι υπάρχει τώρα κίνδυνος να σταλεί λάθος μήνυμα στην Ευρωζώνη και να υπάρξει υπερβολική χαλάρωση στις προδιαγραφές της δημοσιονομικής πολιτικής της;

– Ο κίνδυνος υπάρχει σαφώς, ακόμη κι αν οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης παρέχουν λίγο μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών μετά τη μεταρρύθμισή τους. Φυσικά, η επένδυση στην αμυντική ικανότητα της Ευρώπης δεν μπορεί να καθυστερήσει, καθώς οι απειλές για την Ευρώπη είναι πραγματικές και έντονες. Από την άλλη πλευρά, τα επίπεδα χρέους και τα δημοσιονομικά ελλείμματα είναι ήδη πολύ υψηλά σε πολλές χώρες, όπως η Γαλλία, η οποία δεν έχει σχεδόν κανένα δημοσιονομικό περιθώριο ελιγμών. Τελικά, οι αμυντικές δαπάνες και οι επενδύσεις σε υποδομές θα πρέπει να αντικατοπτρίζονται στον τρέχοντα προϋπολογισμό, όπου στην πραγματικότητα ανήκουν. Αυτά είναι κανονικά κυβερνητικά καθήκοντα που ανταγωνίζονται άλλα κονδύλια του προϋπολογισμού. Οι περισσότερες δαπάνες για την άμυνα θα μειώσουν τις καταναλωτικές δυνατότητες μιας οικονομίας.

– Εχετε ενδεχομένως κάποια σκέψη για το ελληνικό χρέος και τη διαδικασία απομείωσής του;

– Συνολικά η Ελλάδα έχει σημειώσει καλή πρόοδο. Κατάφερε να μειώσει αργά το υψηλό επίπεδο χρέους της και έτσι κέρδισε την εμπιστοσύνη και την αξιοπιστία των κεφαλαιαγορών. Αυτό ακριβώς χρειάζεται για να παραμείνει κανείς ικανός να ενεργεί στην περίπτωση κρίσης.

– Η διαφαινόμενη αυστηροποίηση της μεταναστευτικής πολιτικής στη Γερμανία είναι σε θέση να δημιουργήσει ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό;

– Εάν καταπολεμηθεί απλώς η παράτυπη μετανάστευση, αυτό από μόνο του δεν θα έχει ακόμη αντίκτυπο στη μετανάστευση σχετικά με την αγορά εργασίας. Αλλά φυσικά το πολιτικό κλίμα στο σύνολό του θα μπορούσε να στραφεί ενάντια στη μετανάστευση. Αυτό θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα οι ξένοι ειδικευμένοι εργαζόμενοι να αποφεύγουν τη Γερμανία.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση