ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Το βραχυκύκλωμα του καλωδίου σε έξι πράξεις

Επρόκειτο να είναι ένα «ανώδυνο» έργο υπό τη σκέπη της Ε.Ε. Σχεδόν ένα χρόνο μετά, όμως, η ηλεκτρική διασύνδεση απειλεί να εξελιχθεί σε θρυαλλίδα στο Αιγαίο. Ποιοι ήταν οι κρίσιμοι χειρισ

Του Βασίλη Νέδου

Του Βασίλη Νέδου

Η εβδομάδα που πέρασε θύμισε –από πλευράς ρητορικής– άλλες εποχές. Οταν από την Αγκυρα μεταδίδονταν σχεδόν επί καθημερινής βάσης μηνύματα αμφισβήτησης των ελληνικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτή τη φορά αφορμή ήταν η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, ο περιβόητος Great Sea Interconnector (GSI) που από τη σχεδίασή του το 2022 μέχρι την περυσινή κρίση των 40 ωρών στα νότια της Κάσου και το τρέχον περιβάλλον δυσκολίας λήψης αποφάσεων, έχει καταστεί από ένα έργο θεωρητικά απλό, σε θρυαλλίδα για την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Πράξη πρώτη

Ο «ανέμελος» σχεδιασμός

Ολα άρχισαν ακριβώς έτσι, με την υποτίμηση δηλαδή της υφιστάμενης εκτίμησης (πολιτικής αλλά και υπηρεσιακής που καταγράφηκε στα υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας σε διάφορες φάσεις), ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να αντιληφθεί τον GSI ως ένα έργο ουδέτερο που αφορά τη δραστηριοποίηση στην ανοιχτή θάλασσα, αλλά ως μια προσπάθεια της Ελλάδας να εμφανίσει τη δική της τμηματική συμφωνία οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) με την Αίγυπτο, ως υπερισχύουσας του τουρκολιβυκού μνημονίου.

Κάποιες πηγές αναφέρουν ότι το πρόβλημα ξεκίνησε με τον τρόπο που εντάχθηκε ο GSI στα έργα κοινού ενδιαφέροντος της Ε.Ε. (Project of Common Interest) ήδη από το 2022, καθώς τότε υπήρχε μια δυνατότητα σχεδίασης που θα έδινε ένα ευρωπαϊκό «καπέλο» στο έργο. Οι ακριβείς λόγοι που οδήγησαν στην «εθνική» σχεδίαση, δηλαδή μια διαδρομή η οποία θα ενέπλεκε απευθείας τις εθνικές αρχές, εν προκειμένω τις ελληνικές και τις κυπριακές, είναι θολοί, ωστόσο εκτιμάται ότι είχε ως κύρια αιτία τη γραφειοκρατική δυσκαμψία με την οποία πολλές φορές βραδυπορούν οι συζητήσεις στις Βρυξέλλες.

Πράξη δεύτερη

Τα πρώτα σήματα

Αφού η «μπάλα» είχε πια φύγει από το ευρωπαϊκό τερέν, ξεκίνησαν οι γεωπολιτικές εκτιμήσεις. Για την Αθήνα οι διαβεβαιώσεις στήριξης του έργου από την Ε.Ε., αλλά στις αρχές του 2024 και από την τότε αμερικανική κυβέρνηση, έμοιαζαν αρκετές για να προχωρήσει κάτι το οποίο θεωρείτο ένα έργο διεκπεραιωτικό.

Τα σύννεφα είχαν αρχίσει να γίνονται εμφανή τον Μάιο του ίδιου χρόνου, με αφορμή ένα άλλο έργο, το οποίο αφορούσε την πόντιση καλωδίου επικοινωνιών για τη σύνδεση Κύπρου και Ιταλίας. Την υπεργολαβία είχε αναλάβει τότε ένα ιταλικό πλοίο, το «Teliri». Οι έρευνες προχώρησαν μετ’ εμποδίων, αλλά δεδομένου ότι το έργο ήταν ιταλικό, η Ρώμη έλυσε το πρόβλημα ζητώντας την έκδοση NAVTEX από όλους (Αθήνα, Αγκυρα, Λευκωσία). Παρά κάποιες παρενοχλήσεις δι’ ασυρμάτου και την παρουσία τουρκικών ναυτικών μονάδων κοντά στο «Teliri», αρκετή υπομονή και μια ελαφρά επανασχεδίαση της πορείας του έργου οδήγησαν στην αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης.

Ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, προχωρούσαν κανονικά, με γραφειοκρατική ευλάβεια, οι προετοιμασίες για την έξοδο του «Ievoli Relume», το οποίο με βάση το λιμάνι του Ηρακλείου θα αναλάμβανε να προχωρήσει σε έρευνες στα ανατολικά της Κάσου και της Καρπάθου με κατεύθυνση προς τη δυτική Κύπρο. Η «Κ» έχει αποκαλύψει όλες τις υπηρεσιακές εισηγήσεις από την άδεια που δόθηκε από τη διεύθυνση Δ1 του υπουργείου Εξωτερικών και συγκεκριμένα την Επιτροπή Χορήγησης Ερευνών Θαλάσσης (ΕΧΑΕΘ), έπειτα από αίτημα του ΑΔΜΗΕ στις 7 Ιουνίου, το σήμα του ΓΕΝ στις 21 Ιουνίου που ανέφερε με λεπτομέρεια όλα τα πιθανά σενάρια αντίδρασης των Τούρκων και, βεβαίως, την εκτίμηση ότι μια διακριτική παρουσία του Πολεμικού Ναυτικού με μια κανονιοφόρο ή ένα σκάφος του Λιμενικού Σώματος, ήταν αρκετή.

Σε αυτή τη σειρά αποφάσεων υποτίμησης των κινδύνων που συνδέονταν με ένα τέτοιο εγχείρημα, πρώτη ήταν η ουσιαστική αδιαφορία για το γεγονός ότι στο πλαίσιο των εορτασμών από την Τουρκία και το ψευδοκράτος των 50 ετών από την εισβολή στη βόρεια Κύπρο, στην περιοχή από το Ακσάζ ώς τη Μεγαλόνησο, έπλεαν περίπου 40 μονάδες του τουρκικού ναυτικού. 

Πράξη τρίτη

Η εμπλοκή στην Κάσο

Οταν η κρίση ξέσπασε στις 22 Ιουλίου, με το μπλόκο στο «Ievoli Relume» στα διεθνή ύδατα μεταξύ Κάσου και Καρπάθου, η δυνατότητα της Τουρκίας να αναπτύξει ταχύτατα μονάδες σε ένα –ούτως ή άλλως– προνομιακό πεδίο γι’ αυτήν ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Ενδεικτικό της υποτίμησης του κινδύνου είναι ότι σε μία από τις τελευταίες κυβερνητικές συσκέψεις που διεξήχθησαν για το θέμα, λίγες ημέρες πριν από την κρίση των 40 ωρών στην Κάσο, ουδείς εκ των συμμετεχόντων εκδήλωσε ανησυχία για πιθανή τουρκική παρεμπόδιση.

Η συζήτηση είχε διεξαχθεί σχεδόν αποκλειστικά γύρω από οικονομικές και τεχνικές λεπτομέρειες του έργου. Ενας τρίτος θα σκεφτόταν ότι οι Τούρκοι ήταν μάλλον «μιλημένοι», οπότε όλη η ενέργεια αφιερώθηκε σε θέματα αμιγώς ηλεκτρικής διασύνδεσης.

Μετά την κρίση της Κάσου και την εκτόνωσή της έπειτα από ειδοποίηση που έστειλε το ιταλικό πλοίο στη φρεγάτα Goksu, τα απαραίτητα διαβήματα από ελληνικής πλευράς και, ουσιαστικά, την αποστολή του «Ievoli Relume» στην Κύπρο για εργασίες συντήρησης, άρχισε να διαφαίνεται και η πολιτική διάσταση του προβλήματος.

Πράξη τέταρτη

Η πολυφωνία στην Αθήνα

Ανάμεσα στα υπουργεία Εξωτερικών και Ενέργειας άρχισε να υπάρχει μια σαφής απόσταση, τόσο ως προς τις προετοιμασίες, όσο και ως προς τη γενικότερη αντίληψη για το πώς πρέπει να προχωρήσει το έργο. Οι ποινικές ρήτρες άγχωναν, όπως ήταν λογικό, τη διοίκηση του ΑΔΜΗΕ και, κατ’ επέκτασιν, αυτή η πίεση έφτανε ώς το υπουργείο Ενέργειας. Ο τότε υπουργός Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης εμφανιζόταν ως υπέρμαχος της άμεσης επανέναρξης του έργου. Στο υπουργείο Εξωτερικών, ειδικά στο υπηρεσιακό επίπεδο, επικρατούσε μια ατμόσφαιρα σχετικής αμφιθυμίας, κυρίως λόγω του χαρακτήρα του Γιώργου Γεραπετρίτη, ο οποίος τους τελευταίους 21 μήνες, πέρα από υπουργός Εξωτερικών είναι και ο βασικός ισορροπιστής ολόκληρης της κυβέρνησης και όχι μόνο δύο υπουργείων. Περιττό να ειπωθεί ότι λόγω της πολιτικής απόστασης ανάμεσα στο Μέγαρο Μαξίμου και τον Νίκο Δένδια, το υπουργείο Εθνικής Αμυνας ενημερωνόταν μόνο όταν υπήρχε κάποια ανάγκη για επιχειρησιακό σχεδιασμό.

Σε όλο αυτό το παζλ την πλέον εντατική προσπάθεια εξεύρεσης λύσης με τους Τούρκους είχε αναλάβει η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, με σκοπό, ει δυνατόν, να βρεθεί μια προσωρινή συμφωνία (provisional agreement) που θα οδηγούσε σε άρση του αδιεξόδου. Η τουρκική καχυποψία ήταν τόσο μεγάλη, που όχι απλά δεν δέχθηκαν οποιαδήποτε από τις προτάσεις έγιναν ατύπως από την ελληνική πλευρά –κάποιες από αυτές υποβλήθηκαν σε συναντήσεις του κ. Γεραπετρίτη με τον ομόλογό του Χακάν Φιντάν– αλλά σε κάποια φάση, τον Νοέμβριο του 2024, τέσσερις φρεγάτες του τουρκικού ναυτικού βρέθηκαν ένα πρωί (14/11) στα νότια της Κάσου, με αφορμή κάποια δημοσιεύματα στον ελληνικό Τύπο.

Πράξη πέμπτη

Παρεμπόδιση και «πάγωμα»

Η επόμενη κρίση καταγράφηκε την 1η Φεβρουαρίου σε περιοχές βορειοανατολικά της Κρήτης, όταν τουρκική φρεγάτα παρενόχλησε δι’ ασυρμάτου τα δύο ερευνητικά που έκαναν έρευνες στα διεθνή ύδατα βορείως της Κρήτης. Αυτή η εικόνα ουσιαστικής παρεμπόδισης του έργου οδήγησε στην απόφαση του ΑΔΜΗΕ να προχωρήσει στις 28 Φεβρουαρίου σε «πάγωμα» πληρωμών, ακυρώνοντας ουσιαστικά την καταβολή δόσεων ύψους 70 εκατ. ευρώ.

Το κόστος ήταν ήδη αρκετά σημαντικό, δεδομένου ότι το ημερήσιο κόστος καθυστέρησης εκτέλεσης του έργου ή επανασχεδιασμού του μέσω άλλης χάραξης αγγίζει τις 130.000 ευρώ. Η δημόσια άρνηση της Nexans να αποδεχθεί ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει, συνδέεται, βέβαια, με την ευαίσθητη θέση στην οποία είχε περιέλθει η εταιρεία, χωρίς μάλιστα να έχει γίνει (ακόμα) κάποια επίκληση για ακύρωση του έργου λόγω γεωπολιτικού ρίσκου.

Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προστεθεί και η εξαρχής εκπεφρασμένη διστακτικότητα (αν όχι άρνηση) της Λευκωσίας να υποστηρίξει ένα έργο που αφορούσε κατά κύριο λόγο την Κυπριακή Δημοκρατία. Στη Λευκωσία προχωρούν στα διάφορα βήματα με την Αθήνα περίπου σαν να παίρνουν κάποιο αντιβιοτικό με κακή γεύση.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε στην πραγματικότητα στα χέρια του ένα πρόβλημα που κακοφόρμισε, με πολλές προβληματικές πτυχές. Πρώτον, η Ελλάδα δεν μπορεί να φανεί ότι υποχωρεί από την εκτέλεση ενός έργου που αφορά αδιαπραγμάτευτα δικαιώματά της, μάλιστα μπροστά στην Τουρκία που απειλεί ευθέως. Δεύτερον, η κυβέρνηση εμφανιζόταν να παρουσιάζει προβλήματα εσωτερικής συνεννόησης. Και, τρίτον, η χώρα επιβαρύνεται καθημερινά με κόστος οικονομικό, αλλά και αξιοπιστίας έναντι της Ε.Ε.

Πράξη έκτη

Το «κουμπί» και οι δισταγμοί

Ουσιαστικά εδώ και ένα μήνα η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να προχωρήσει ανεξάρτητα από το πολιτικό κόστος, παρά τις τριβές που εξακολουθούν να υπάρχουν. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να εντάσσεται η πολύ στενή συνεργασία Ελλάδας – Γαλλίας για την προβολή ισχύος στην περιοχή, όπως αυτή έγινε ορατή τις προηγούμενες ημέρες στα νότια και τα βόρεια της Κρήτης και στον Πειραιά, με την εμφάνιση του αεροπλανοφόρου «Σαρλ ντε Γκωλ» και του συνόλου της Ομάδας Συνοδείας του.

Καταγράφεται στην κυβέρνηση μια τάση, σύμφωνα με την οποία σε αυτό το αβέβαιο περιβάλλον, και με δεδομένη την –εκδηλωμένη δημόσια ξανά ενώπιον του Μπέντζαμιν Νετανιάχου– συμπάθεια του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ότι βεβιασμένες κινήσεις ίσως οδηγήσουν σε απότομη επιστροφή σε «ταραγμένα» νερά στο Αιγαίο. Εφόσον το «NG Worker», το πλοίο που έχει αναλάβει τη διεξαγωγή των ερευνών, όταν αυτές αρχίσουν ξανά, επιστρέψει στο Ηράκλειο (σύντομα σύμφωνα με όσα συζητούνται), θα κινηθεί ξανά ανατολικά με τη συνοδεία του Στόλου και όχι όπως τον Ιούλιο του 2024.

Την περασμένη Τρίτη, πάντως, σε μια κυβερνητική σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε, αποφασίστηκε μικρή αναβολή της έναρξης των ερευνών, και όχι για τις 10 και 11 Ιουλίου, όπως ζητούσε ο ΑΔΜΗΕ με αίτημά του προς την ΕΧΑΕΘ την περασμένη εβδομάδα. Ο λόγος συνδεόταν κυρίως με το χρονικό σημείο έναρξης του έργου και όχι τόσο με αυτό που φημολογείτο σε κάποιους κύκλους περί «επιφυλάξεων» του Π.Ν. να υποστηρίξει μια τέτοια επιχείρηση.

Το επόμενο προγραμματισμένο ραντεβού του κ. Γεραπετρίτη με τον κ. Φιντάν θα πραγματοποιηθεί στις 14-15 Μαΐου και ορισμένοι εκτιμούν ότι μέχρι τότε θα γίνουν προσπάθειες να βρεθεί μια λύση στο πρόβλημα. Τα σήματα που έχουν φτάσει από την Αγκυρα δεν είναι πάντως καθόλου ενθαρρυντικά και ο χρόνος για την ηλεκτρική διασύνδεση λιγοστεύει χωρίς ορατή διέξοδο.

Ολοκληρώνεται και η χωροταξία της θάλασσας
Στην κυβερνητική ατζέντα παραμένει ψηλά και η ολοκλήρωση της κατάρτισης του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού. Σύμφωνα με το υφιστάμενο χρονοδιάγραμμα, η αποτύπωση του χωροταξικού σχεδιασμού αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τις αρχές του ερχόμενου μήνα, σε κάθε περίπτωση πάντως
μετά το Πάσχα.

Οι χάρτες του χωροταξικού σχεδιασμού αποτελούν ένα ακόμα «κόκκινο πανί» για την Αγκυρα, καθώς βασίζονται στον «χάρτη της Σεβίλλης», όπου αποτυπώνεται μια εικόνα πλήρους επήρειας του συνόλου της ελληνικής επικράτειας, τόσο των χερσαίων ακτών, όσο και των νησιών.

Πρόκειται για τον χάρτη που παρουσιάζει το Καστελλόριζο με πλήρη επήρεια, με τρόπο που δημιουργείται μια συνέχεια των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο συγκεκριμένος χάρτης θεωρείται από το τουρκικό πολιτικό και στρατιωτικό κατεστημένο ως αποτύπωση υποτιθέμενων «μαξιμαλιστικών» απόψεων από την Ελλάδα, γι’ αυτό και με κάθε δημοσίευσή του, συνήθως από τις υπηρεσίες της Κομισιόν, η Αγκυρα αντιδρά με τρόπο εξόχως επιθετικό. 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Βασίλη Νέδου

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση