ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ποιοι βομβαρδίζουν τη Συρία

Πού στοχεύουν οι βασικοί «παίκτες» μετά τον Ασαντ

Οι μεγάλες δυνάμεις έδωσαν μάχες επί αιώνες για επιρροή στην περιοχή που είναι γνωστή σήμερα ως Συρία, βλέποντας η καθεμία ως έπαθλο την ενίσχυση της στρατηγικής της θέσης. Ο νικητής εξασφάλιζε έλεγχο μιας περιοχής που εκτείνεται από τη Μεσόγειο μέχρι τον ποταμό Ευφράτη και ακόμα παραπέρα. Αυτή η μάχη συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Κατά τον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας –διάρκειας 13 ετών–, το Ιράν, η Ρωσία και η λιβανέζικη Χεζμπολάχ υποστήριξαν το καθεστώς του προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Τουρκία και άλλες χώρες τάχθηκαν με το μέρος ένοπλων αντιπολιτευόμενων οργανώσεων.

Επειτα από την αστραπιαία προέλαση των ανταρτών και την αναπάντεχη κατάρρευση της κυβέρνησης του Ασαντ, οι μεγάλες δυνάμεις επιδιώκουν και πάλι να αποκτήσουν πλεονέκτημα εντός των συνόρων της Συρίας. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, οι ουρανοί είναι ελεύθεροι, απουσία συριακών και ρωσικών βομβαρδιστικών. Ωστόσο, οι αεροπορικές επιδρομές από το Ισραήλ, την Τουρκία και τις Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζονται.

Ποιες ξένες χώρες είναι παρούσες στη Συρία –συχνά λειτουργώντας μέσω τοπικών «πληρεξουσίων»– και τι φιλοδοξούν να κερδίσουν με το τέλος του καθεστώτος Ασαντ;

Τουρκία

Η Τουρκία έχει δύο βασικές ανησυχίες όσον αφορά τη Συρία: το κουρδικό ζήτημα και το προσφυγικό. Η Ανατολική Συρία φιλοξενεί αρκετά μεγάλο πληθυσμό Κούρδων, ο οποίος, σύμφωνα με την τουρκική κυβέρνηση, συνεργάζεται με τις κουρδικές αυτονομιστικές οργανώσεις που δρουν στην Τουρκία.

Η χώρα φιλοξενεί επίσης σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες που διέφυγαν την περίοδο των διώξεων από την κυβέρνηση Ασαντ. Ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, θα ήθελε να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.

Η Τουρκία, κάποτε έδρα της τεράστιας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που περιελάμβανε μεγάλο μέρος της Συρίας, έχει υποστηρίξει διαφορετικές ομάδες ανταρτών που κατέχουν εδάφη κατά μήκος των συνόρων Συρίας – Τουρκίας. Μία από αυτές τις ομάδες, η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμς, η οποία ηγήθηκε της επίθεσης που ανέτρεψε τον Ασαντ, είχε επωφεληθεί από τη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στην περιοχή.

Δεν είναι σαφές εάν η Αγκυρα ενέκρινε την αποφασιστική επίθεση της οργάνωσης. Ωστόσο, η Τουρκία διατηρεί στενότερους δεσμούς με τον Συριακό Εθνικό Στρατό, ο οποίος λειτούργησε σχεδόν ως δύναμη πληρεξουσίου για την Αγκυρα –στο παρελθόν, η ηγεσία της είχε γνωστοποιήσει ότι λάμβανε χρηματοδότηση και όπλα– και με τη σειρά της πολέμησε τους Κούρδους της Συρίας, τους οποίους οι Τούρκοι θεωρούν απειλή για την ασφάλειά τους.

Μόλις τις τελευταίες ημέρες, καθώς οι αντάρτες υπό την ηγεσία της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ κατέλαβαν τον έλεγχο της πρωτεύουσας, Δαμασκού, ξέσπασαν μάχες μεταξύ του Συριακού Εθνικού Στρατού και των Κούρδων στη βορειοανατολική Συρία, με επίκεντρο τη Μανμπίτζ, πόλη που ελέγχεται από τους Κούρδους κοντά στα σύνορα με την Τουρκία.

Η Τουρκία φαίνεται ότι είναι η ξένη δύναμη με τη μεγαλύτερη πρόσβαση και επιρροή στις ένοπλες ομάδες που είναι τώρα επικεφαλής και έχει βρεθεί σε θέση ισχύος στη χώρα ώστε να προωθήσει της στόχους της. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει περαιτέρω επιθέσεις κατά των Κούρδων της Συρίας και επιστροφές προσφύγων που βρίσκονται στην Τουρκία.

Ισραήλ

Το Ισραήλ έχει αντιμετωπίσει σε τρεις πολέμους τη Συρία και είχε πολλές περισσότερες ένοπλες αντιπαραθέσεις με τις δυνάμεις της. Κατέχει μεγάλο μέρος της ορεινής περιοχής της νοτιοδυτικής Συρίας, που είναι γνωστή ως Υψίπεδα του Γκολάν, την προσάρτηση της οποίας δεν αναγνωρίζουν τα Ηνωμένα Εθνη και πολλές χώρες.

Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, το Ισραήλ πραγματοποιούσε τακτικά αεροπορικές επιδρομές κατά αποθηκών όπλων και προσωπικού του Ιράν και της Χεζμπολάχ στη Συρία.

Τον Απρίλιο, βομβάρδισε κτίριο της ιρανικής πρεσβείας στη Δαμασκό, σκοτώνοντας ανώτερους Ιρανούς στρατιωτικούς αξιωματούχους και αξιωματούχους πληροφοριών.

Λίγες ώρες μετά την πτώση του καθεστώτος Ασαντ, το Ισραήλ μετέφερε στρατεύματα στα Υψίπεδα του Γκολάν, προχωρώντας πέρα ​​από την αποστρατικοποιημένη ζώνη στην πρώτη του φανερή είσοδο στο συριακό έδαφος μετά τον πόλεμο του 1973. Πραγματοποίησε επίσης αεροπορικές επιδρομές εναντίον εγκαταστάσεων χημικών όπλων, καθώς και εγκαταστάσεων αεράμυνας εντός της Συρίας.

Το Ισραήλ είχε χαρακτηρίσει τη δράση του κατά της Χαμάς και της Χεζμπολάχ ως καθοριστικής σημασίας για την ανατροπή του Ασαντ. Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν μία νέα κυβέρνηση στη Δαμασκό, όπου κυριαρχούν ένοπλοι ισλαμιστές, θα καταστήσει το Ισραήλ ασφαλέστερο κράτος.

Ιράν

Η σχέση του Ιράν με τη Συρία έχει μία ιστορία τουλάχιστον 50 ετών και ξεκίνησε την περίοδο κατά την οποία ο τότε πρόεδρος της Συρίας, Χαφέζ Ασαντ, πρόσφερε την υποστήριξή του στην Τεχεράνη για να αντιμετωπίσει το Ιράκ στον οκταετή τους πόλεμο.

Επιπλέον, το Ιράν έχτισε ένα δίκτυο ομάδων ομοϊδεατών σε όλη τη Μέση Ανατολή ως αντίβαρο στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ με τη Συρία να αναδεικνύεται στο μοναδικό κράτος που συμμετείχε στον αποκαλούμενο «Αξονα Αντίστασης».

Η Συρία εξελίχθηκε στην κύρια χερσαία οδό μέσω της οποίας το Ιράν μετέφερε όπλα στη Χεζμπολάχ του Λιβάνου. Σε αντάλλαγμα, το Ιράν έστειλε συμβούλους για να υποστηρίξουν το καθεστώς Ασαντ κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, μαζί με μαχητές της Χεζμπολάχ και δύο ταξιαρχίες υπό τη διοίκηση των ιρανικών επίλεκτων δυνάμεων Quds, που αποτελούνταν από πρόσφυγες από το Πακιστάν και το Αφγανιστάν οι οποίοι είχαν καταφύγει στο Ιράν.

Καθώς ο Ασαντ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Συρία, το Ιράν φαίνεται πως θα χάσει μεγάλο μέρος της στρατιωτικής του δύναμης στον Λίβανο και τη Συρία. Οι ελπίδες της Τεχεράνης για την ανάπτυξη ενός «Αξονα Αντίστασης» μέχρι τη Μεσόγειο φαίνεται πως εξανεμίζονται — τουλάχιστον προς το παρόν.

Ρωσία

Οι σχέσεις Ρωσίας – Συρίας χρονολογούνται από την εποχή της Σοβιετικής Ενωσης. Στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να διεκδικούν την παρουσία τους στις αραβικές χώρες, η Ρωσία είδε την κυβέρνηση Ασαντ ως κρίσιμο συνεργάτη στη Μέση Ανατολή, αντίβαρο στην αμερικανική παρουσία.

Κατά τη διάρκεια του συριακού εμφυλίου πολέμου, η Ρωσία έθεσε ως προτεραιότητα τη διατήρηση του Ασαντ στην εξουσία. Εβλεπε επίσης το συριακό καθεστώς ως «προπύργιο» ενάντια στον ισλαμιστικό εξτρεμισμό της Αλ Κάιντα και του Ισλαμικού Κράτους. Η Ρωσία πούλησε όπλα στην κυβέρνηση Ασαντ, ανέπτυξε μαχητές της ρωσικής ομάδας Wagner στη χώρα, επέκτεινε τη ναυτική της βάση στη Συρία και ανέπτυξε αεροπορική βάση κοντά στη Δαμασκό.

Με την κατάρρευση του καθεστώτος Ασαντ, η Ρωσία θα μπορούσε να χάσει μεγάλο μέρος της επιρροής της στη χώρα, αλλά οι αναλυτές επισημαίνουν ότι πιθανότατα θα προσπαθήσει να διατηρήσει τη βάση της στην Ταρτούς, που είναι το μοναδικό λιμάνι στη Μεσόγειο όπου έχει πρόσβαση ο στόλος της στη Μαύρη Θάλασσα. Η Μόσχα ανακοίνωσε πάντως ότι είναι πολύ νωρίς για να ληφθούν αποφάσεις σχετικά με την τύχη των στρατιωτικών της βάσεων στη Συρία.

Ηνωμένες Πολιτείες

Οι σχέσεις ΗΠΑ – Συρίας δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα φιλικές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις με τη Δαμασκό το 1967 κατά τη διάρκεια του αραβο-ισραηλινού πολέμου και το 1979 πρόσθεσαν τη Συρία στη λίστα των χωρών που στηρίζουν την τρομοκρατία.

Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη Συρία αφορά πλέον κυρίως την ήττα του Ισλαμικού Κράτους, το οποίο διατηρεί παρουσία στα βορειοανατολικά και κεντρικά τμήματα της χώρας. Το 2019, κατά την πρώτη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ ως προέδρου, η Ουάσιγκτον απέσυρε τις περισσότερες δυνάμεις των ΗΠΑ από τη χώρα. Ωστόσο, παραμένουν περίπου 1.000 στρατιώτες των Ειδικών Επιχειρήσεων των ΗΠΑ, οι οποίοι συνεργάζονται στενά με Κούρδους στρατιώτες της Συρίας που εκπαιδεύονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο πρόεδρος Μπάιντεν δήλωσε την Κυριακή ότι ο στρατός των ΗΠΑ διενεργεί αεροπορικές επιδρομές για να εμποδίσει το Ισλαμικό Κράτος να επιβληθεί, εκμεταλλευόμενος το κενό εξουσίας μετά την ανατροπή του Ασαντ.

Τόνισε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα στηρίξουν την περιοχή «σε περίπτωση απειλής κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου».

«Το ISIS θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί οποιοδήποτε κενό για να αποκαταστήσει την ικανότητά του και να δημιουργήσει ασφαλές καταφύγιο», τόνισε ο Μπάιντεν προσθέτοντας: «Δεν θα το αφήσουμε να συμβεί».

Από την πλευρά του, πάντως, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ ξεκαθάρισε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να μην εμπλακούν στον πόλεμο.

«Η Συρία είναι ένα χάος, αλλά δεν είναι φίλος μας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρέπει να ασχοληθούν. Αυτός δεν είναι δικός μας αγώνας. Ας τον αφήσουμε να εξελιχθεί. Μην εμπλακείτε!», ανέφερε προ ημερών σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Truth Social.

Πηγή: New York Times

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X