Kathimerini.gr
Βασίλης Κωστούλας
Η οικονομική επιτυχία του Ισραήλ είναι σε θέση να υποστηρίζει την επιχείρηση στη Γάζα και να μετριάζει τις κοινωνικές παρενέργειες της στρατιωτικής κινητοποίησης. Είναι όμως και ένας από τους χαμένους των γεγονότων της 7ης Οκτωβρίου, τα οποία εγείρουν προληπτικά –μέχρι στιγμής– ερωτήματα για το «οικονομικό θαύμα» της Μέσης Ανατολής.
Πέρυσι, παρά την αστάθεια λόγω της αδυναμίας να συγκροτηθεί σταθερή κυβέρνηση, η οικονομία του Ισραήλ κατέγραψε την 4η καλύτερη επίδοση ανάμεσα στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ. Μέχρι σήμερα οι ισραηλινές startups προσέλκυαν δισ. δολάρια από ξένες επενδύσεις, με τις εξαγωγές –τεχνολογικών και άλλων– υπηρεσιών να κινούνται πάνω από τα 150 δισ. δολάρια. Η ανεργία ήταν χαμηλή, ο πληθωρισμός υπό έλεγχο, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών πλεονασματικό και το έλλειμμα του προϋπολογισμού περιορισμένο – περίπου στο 1,3% του ΑΕΠ.
Την εικόνα θολώνουν τώρα οι ανάγκες της ισραηλινής απάντησης στις σφαγές της Χαμάς, η οποία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. H χώρα άρχισε ήδη να μετράει απώλειες λόγω των επιπλοκών, τις οποίες προκαλούσε η κοινωνική αναταραχή γύρω από τη δικαστική μεταρρύθμιση Νετανιάχου. Τεχνολογικοί παίκτες είχαν σηκώσει κεφάλαια από το Τελ Αβίβ απειλώντας μέχρι και ότι θα το εγκαταλείψουν, γεγονός που έφερε τα πρώτα σύννεφα πάνω από την ισραηλινή οικονομία.
Από την άλλη μεριά, η δυναμική των Συμφωνιών του Αβραάμ που υπεγράφησαν το 2020 και αποκατέστησαν τις σχέσεις του Ισραήλ με ορισμένες αραβικές χώρες είχε ανοίξει ένα νέο μονοπάτι για την ενίσχυση της ευημερίας. Εξάλλου, το Ισραήλ επένδυε στην ανάπτυξη κόμβου για την εξαγωγή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Μεσολάβησαν όμως η τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς και η στρατηγική απόφαση του Ισραήλ να αντεπιτεθεί μέχρι τέλους έως ότου εξαλείψει την οργάνωση.
Περισσότεροι από 350.000 έφεδροι πολίτες έχουν επιστρατευτεί για να στελεχώσουν τον ισραηλινό στρατό ενόψει μιας χερσαίας επίθεσης πλήρους κλίμακας στη Γάζα. Πρόκειται για το 10% του εργατικού δυναμικού της χώρας, το οποίο έχει αφήσει τις δουλειές και τις επιχειρήσεις του. Ανάμεσα στους εφέδρους βρίσκονται επαγγελματίες που συγκροτούν τη ραχοκοκαλιά της ισραηλινής οικονομίας, όπως δάσκαλοι, δικηγόροι και επιχειρηματίες.
Το τίμημα της αντεπίθεσης
Εως και το 80% των κατασκευαστικών έργων στο Ισραήλ έχει διακοπεί. Τουλάχιστον το 1/3 των εστιατορίων σε βασικές πόλεις της χώρας δεν έχει ανοίξει μετά την 7η Οκτωβρίου λόγω έλλειψης εργαζομένων αλλά και πελατών. Η επιστράτευση πλήττει και τον κλάδο των startups, ο οποίος συνεισφέρει με 18% στο ΑΕΠ του Ισραήλ. Εκτός από τις κατασκευές και τις εταιρείες τεχνολογίας, σημαντικές ελλείψεις καταγράφονται και σε τομείς όπως η γεωργία και η κλωστοϋφαντουργία.
Δυσμενείς είναι οι επιπτώσεις από την ακινησία στον τουρισμό, επηρεάζοντας επιμέρους τομείς όπως η κρουαζιέρα και οι πτήσεις. Πλήγμα έχει δεχθεί και ο κλάδος των logistics, με δραστικούς περιορισμούς στις μεταφορές cargo. Υπολειτουργούν άλλωστε για λόγους ασφαλείας τα λιμάνια που υποδέχονται εισαγωγές πετρελαίου αλλά και άλλων αγαθών, όπως τρόφιμα. Αντίστοιχα έχει απενεργοποιηθεί μέρος των υποδομών παραγωγής φυσικού αερίου.
Στο μεταξύ, η κεντρική τράπεζα δέσμευσε 30 δισ. δολάρια σε ξένο συνάλλαγμα για να στηρίξει το σέκελ, την ώρα που το νόμισμα του Ισραήλ έπεφτε σε ιστορικό χαμηλό 10ετίας – πτώση 5% έναντι του δολαρίου. Οι ξένες επενδύσεις έκαναν βουτιά 60% εν μέσω έντονων διακυμάνσεων στην ισραηλινή χρηματαγορά.
Οίκοι αξιολόγησης, όπως η Moody’s, χτυπούν «καμπανάκια» για μείωση των επενδύσεων και απώλεια εμπιστοσύνης στην ισραηλινή οικονομία, η οποία βρίσκεται σε καθεστώς πολέμου. Οι αναλυτές ανησυχούν ότι ενδεχόμενες υποβαθμίσεις στο αξιόχρεο της χώρας μπορεί να αυξήσουν το κόστος δανεισμού της μέσα σε ένα απαιτητικό διεθνές περιβάλλον πληθωρισμού, υψηλών επιτοκίων και οικονομικής επιβράδυνσης. Εκτός από το άμεσο κόστος που σχετίζεται με τη λειτουργία του στρατού, τις δημοσιονομικές πιέσεις για το Ισραήλ ωθούν και παράπλευρες δαπάνες, όπως τα έξοδα για τις μετεγκαταστάσεις πολιτών που εκκένωσαν πόλεις και χωριά κοντά στα σύνορα με τη Γάζα και τον Λίβανο. Σημειωτέον, υπό κανονικές συνθήκες το Ισραήλ δαπανάει για τον στρατό του πάνω από 4% του ΑΕΠ, δηλαδή 23,4 δισ. δολάρια σε όρους 2022.
Το καλό και το κακό σενάριο
Η θετική ανάγνωση –βλ. ανάλυση της Goldman Sachs– είναι ότι το Ισραήλ βρίσκεται σήμερα σε θέση ισχύος, αν συγκρίνει κανείς με άλλους πολέμους που κλήθηκε να δώσει στο παρελθόν. Για παράδειγμα διαθέτει 200 δισ. σε ξένο συνάλλαγμα, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 40% του ΑΕΠ της χώρας.
Το καλό σενάριο διατυπώνεται από την Τράπεζα του Ισραήλ: Αν ο πόλεμος τελειώσει μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου και περιοριστεί στη Γάζα, το ισραηλινό ΑΕΠ θα αναπτυχθεί με 2,3% το 2023 (-0,7% από την αρχική πρόβλεψη) και 2,8% το 2024 (-0,2% από την προηγούμενη εκτίμηση).
Το κακό σενάριο παρουσιάζεται από αναλυτές που ανησυχούν περισσότερο για μια επίθεση πλήρους κλίμακας από τη Χεζμπολάχ ή για ενδεχόμενη αποτυχία του Ισραήλ στη Γάζα. Ακόμη και μια παρατεταμένη περίοδος αβεβαιότητας θα επηρεάσει αρνητικά, απειλώντας να τονίσει τα μελανά χρώματα στην εξίσωση. Ισραηλινοί οικονομολόγοι θεωρούν ότι σε αυτή την περίπτωση η ύφεση θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη.
«Ολες οι αντιπαραθέσεις με τους Παλαιστινίους στο παρελθόν έχουν οδηγήσει σε ύφεση και εδώ φαίνεται ότι θα έχουμε κάποιο παρόμοιο αποτέλεσμα. Τέτοιες εκρήξεις μειώνουν τον τουρισμό, όπως και την κατανάλωση διαρκών αγαθών. Ο κόσμος βγαίνει λιγότερο και μειώνει τις επενδύσεις, λόγω του αυξημένου κινδύνου και της αβεβαιότητας. Ολα αυτά οδηγούν σε ύφεση. Εδώ υπάρχουν δύο επιπλέον παράμετροι – δαπάνες υψηλού κόστους για τα δημόσια ταμεία. Η πρώτη αφορά την ευρεία επιστράτευση των εφέδρων – έχει αρνητικό αντίκτυπο στην παραγωγή, η οποία στερείται περίπου το 10% του εργατικού δυναμικού. Αυτό οδηγεί τις επιχειρήσεις να απευθύνονται στην κυβέρνηση για να ζητούν βοήθεια. Στο παρελθόν (1967-1980) το ισραηλινό κράτος αύξησε τις επιδοτήσεις στον επιχειρηματικό τομέα κατά περισσότερο από 10% του ΑΕΠ. Η δεύτερη μεγάλη δαπάνη αφορά την ανάγκη ανοικοδόμησης της περιοχής που καταστράφηκε από την επίθεση της Χαμάς, ένα εγχείρημα που αναμένεται να συνοδευτεί από ένα σημαντικό κόστος», τονίζει στην «Κ» ο Τζόζεφ Ζάιρα, πρώην καθηγητής στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο, συγγραφέας του βιβλίου «Ισραηλινή οικονομία: Μια ιστορία με επιτυχίες και κόστη».
Σημειωτέον, υψηλόβαθμα στελέχη της ισραηλινής κυβέρνησης έχουν προειδοποιήσει ότι ο πόλεμος ενδεχομένως να διαρκέσει μήνες. Για την Ιστορία, η σύγκρουση του Ισραήλ με τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο το 2006 τερματίστηκε έπειτα από 34 ημέρες.