Kathimerini.gr
Σε έναν άλλο κόσμο, η ετήσια Συνέλευση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) θα έδινε ώθηση στις προσπάθειες για συντονισμένη απάντηση στην πανδημία της COVID-19, που έχει ήδη προκαλέσει περίπου πέντε επιβεβαιωμένα εκατομμύρια κρούσματα, με τους νεκρούς να υπερβαίνουν τις 320.000. Στην πραγματικότητα, συνέβη το ακριβώς αντίθετο: η διήμερη σύνοδος, που ξεκίνησε τη Δευτέρα και ολοκληρώθηκε χθες μέσω τηλεδιάσκεψης, επισκιάστηκε από τη μετωπική σύγκρουση ΗΠΑ - Κίνας, παράπλευρες απώλειες της οποίας κινδυνεύουν να αποδειχθούν ο διεθνής Οργανισμός σήμερα κι ο ίδιος ο ΟΗΕ αύριο.
Η ατμόσφαιρα ήταν εξαρχής επιβαρυμένη από την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να «παγώσει» τη χρηματοδότηση του ΠΟΥ από τη χώρα του, υποστηρίζοντας ότι η ανώτατη υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για θέματα Υγείας απέτυχε στη διαχείριση της πανδημίας λόγω υπερβολικής εξάρτησης από την Κίνα. Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα όταν ο Αμερικανός πρόεδρος έδωσε στη δημοσιότητα, αργά το βράδυ της Δευτέρας (Τρίτη πρωί στην Κύπρο) επιστολή - τελεσίγραφο προς τον επικεφαλής του διεθνούς Οργανισμού, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους. «Αν ο ΠΟΥ δεν δεσμευθεί για μείζονες και ουσιώδεις βελτιώσεις εντός των επόμενων 30 ημερών, θα μετατρέψω το προσωρινό “πάγωμα” της αμερικανικής χρηματοδότησης προς τον Οργανισμό σε μόνιμη και θα επανεξετάσω τη συμμετοχή μας», αναφέρεται την επιστολή. «Δεν μπορώ να επιτρέψω να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν οι Αμερικανοί φορολογούμενοι έναν Οργανισμό, ο οποίος, στην παρούσα κατάστασή του, είναι τόσο σαφές ότι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Αμερικής», προσέθεσε, καθιστώντας σαφές ότι το δόγμα του «America first» είναι η λυδία λίθος για κάθε διεθνές πρόβλημα.
Ειδικοί σε θέματα Υγείας άσκησαν οξεία κριτική στον Αμερικανό πρόεδρο, καταλογίζοντάς του ότι αγνοεί τον τρόπο λειτουργίας του ΠΟΥ και εκφράζοντας τον φόβο ότι η σύγκρουση Ουάσιγκτον - Πεκίνου θα δράσει ως τροχοπέδη στην αναζήτηση αποτελεσματικών απαντήσεων στην επιδημία. «Κίνα και ΗΠΑ καβγαδίζουν σαν χωρισμένοι γονείς, ενώ ο ΠΟΥ είναι το παιδί που βρίσκεται εγκλωβισμένο ανάμεσά τους και δεν θέλει να πάρει το μέρος του ενός ή του άλλου», σχολίασε η Ντέβι Σρίνταρ, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.
Από την πλευρά της, η Ε.Ε. ανέλαβε μεσολαβητικό ρόλο, προετοιμάζοντας σχέδιο απόφασης της Συνέλευσης, το οποίο ενσωμάτωνε μια κεντρική αξίωση των ΗΠΑ: τη διεξαγωγή αμερόληπτης έρευνας του ΠΟΥ για την προέλευση του ιού και τα μέτρα που πήρε κάθε χώρα, με πρώτη απ’ όλες την Κίνα, για την αντιμετώπιση της επιδημίας. Η ευρωπαϊκή προσπάθεια φάνηκε να αποδίδει καρπούς τη Δευτέρα, όταν ο ηγέτης της Κίνας Σι Τζινπίνγκ, στο μήνυμά του προς τη Συνέλευση, δήλωσε ότι αποδέχεται τη διεξαγωγή έρευνας, αφού τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία, ενώ ανακοίνωσε ότι το Πεκίνο διαθέτει δύο δισ. δολάρια για την καταπολέμηση του COVID-19.
Ωστόσο, η επιστολή Τραμπ κλιμάκωσε δραματικά την κρίση. Ο εκπρόσωπος Τύπου του κινεζικού υπ. Εξωτερικών, Ζάο Λιτζιάν, έκανε λόγο για «προσπάθεια να αμαυρωθεί η μάχη της Κίνας για την αναχαίτιση της επιδημίας και να μετατεθούν οι ευθύνες (της κυβέρνησης Τραμπ) για την ανικανότητα που η ίδια επέδειξε». Τα μέχρι χθες επιβεβαιωμένα κρούσματα στις ΗΠΑ υπερέβαιναν το 1,55 εκατ. (πάνω από το ένα τρίτο όσων έχουν καταγραφεί σε όλο τον κόσμο) και οι νεκροί τις 92.000.
Τελικά το σχέδιο απόφασης της Ε.Ε. εγκρίθηκε από τους εκπροσώπους των 194 κρατών-μελών στο τέλος της Συνέλευσης, αλλά η αμερικανική αντιπροσωπεία έβαλε κάποιους καίριους «αστερίσκους». Μεταξύ άλλων, διαφώνησε με την αναφορά της απόφασης στην υποχρεωτική διάθεση εμβολίων και φαρμάκων, υπερασπιζόμενη τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας των εταιρειών. Επίσης διαφώνησε με το σημείο που αναφέρεται στο καθολικό δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση, γιατί, όπως υποστηρίζει, «πρέπει να προστατεύονται νομικά και όσοι δεν έχουν ακόμη γεννηθεί».