ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

«Κάψτε τα πάντα»: Οι τελευταίες ημέρες του καθεστώτος Ασαντ

Η έκκληση Ασαντ για διεθνή βοήθεια, ο διπλωματικός πυρετός με φόντο της προέλαση των ανταρτών, ο πανικός στο παλάτι και η ομιλία που δεν έγινε ποτέ

Kathimerini.gr

Τη στιγμή που οι αντάρτες προέλαυναν προς τη Δαμασκό στις 7 Δεκεμβρίου, το προσωπικό στο προεδρικό μέγαρο, στην κορυφή ενός λόφου, προετοιμαζόταν για μία ομιλία. Ηλπιζαν ότι αυτή η ομιλία θα έφερνε ειρηνικό τέλος σε έναν εμφύλιο πόλεμο διάρκειας 13 ετών.

Οι συνεργάτες του προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ αντάλλασσαν γνώμες και ιδέες. Τεχνικό συνεργείο είχε στήσει κάμερες και φώτα σε κοντινή απόσταση. Ο κρατικός τηλεοπτικός σταθμός της Συρίας ήταν έτοιμος για το γεγονός: μια ομιλία του Ασαντ με την οποία ο πρόεδρος θα ανακοίνωνε το σχέδιό του να μοιραστεί την εξουσία με την αντιπολίτευση, σύμφωνα με τρία άτομα που συμμετείχαν στις προετοιμασίες, τους οποίους επικαλούνται οι New York Times.

O Ασαντ, ο οποίος διατήρησε την κυριαρχία του στη Συρία με αυταρχικές πρακτικές, βία και εκφοβισμούς, όπως αναφέρουν οι ΝYT, για περισσότερες από δύο δεκαετίες, δεν είχε δώσει καμία αίσθηση επείγοντος ή συναγερμού εκτάκτου ανάγκης στο προσωπικό του.

Οι άμυνες της πρωτεύουσας είχαν ενισχυθεί, ανέφεραν στους συνεργάτες του Ασαντ, μεταξύ άλλων, από την ισχυρή 4η τεθωρακισμένη μεραρχία του συριακού στρατού, της οποίας ηγείτο ο αδελφός του προέδρου, Μάχερ αλ Ασαντ. Ολοι είχαν εξαπατηθεί.

Μετά το σούρουπο, ο πρόεδρος έφυγε από την πρωτεύουσα, πετώντας κρυφά σε ρωσική στρατιωτική βάση στη βόρεια Συρία και στη συνέχεια με ρωσικό αεροσκάφος προς τη Μόσχα, σύμφωνα με αξιωματούχους και υπηρεσίες ασφαλείας της Μέσης Ανατολής.

Ο Μάχερ αλ Ασαντ διέφυγε εκείνο το βράδυ μαζί με άλλους ανώτερους στρατιωτικούς αξιωματικούς μέσω της ερήμου στο Ιράκ, σύμφωνα με δύο Ιρακινούς αξιωματούχους. Η σημερινή του θέση παραμένει άγνωστη.

Ο Μπασάρ αλ Ασαντ έφυγε από τη χώρα του τόσο μυστικά ώστε κάποιοι από τους βοηθούς του παρέμειναν στο παλάτι ώρες μετά την αναχώρησή του, περιμένοντας μια ομιλία που δεν έγινε ποτέ.

Μετά τα μεσάνυχτα, έφτασε η είδηση ότι ο πρόεδρος είχε φύγει και τότε αποχώρησαν όλοι πανικόβλητοι, αφήνοντας τις πύλες του παλατιού ορθάνοιχτες για τους ένοπλους αντιπάλους του καθεστώτος που θα εισέβαλαν λίγες ώρες αργότερα.

Η πτώση του Ασαντ έβαλε ξαφνικό τέλος στην 50ετή αυταρχική κυριαρχία της οικογένειάς του στη Συρία, προκαλώντας πανηγυρισμούς μεταξύ των εχθρών του, ανακατεύοντας τον χάρτη της Μέσης Ανατολής και θέτοντας τη Συρία σε μια αβέβαιη τροχιά.

Εκλιπαρούσε για ξένη βοήθεια

Τις τελευταίες ημέρες της εξουσίας του, ο Ασαντ εκλιπαρούσε για ξένη στρατιωτική βοήθεια από τη Ρωσία, το Ιράν και το Ιράκ, χωρίς αποτέλεσμα, καθώς η ίδια η υπηρεσία πληροφοριών του στρατού του κατέγραφε σε πραγματικό χρόνο την κατάρρευση των δυνάμεών του, σύμφωνα με μυστικές εκθέσεις που εξέτασαν οι New York Times.

Διπλωμάτες από αρκετές χώρες αναζήτησαν τρόπους για να τον απομακρύνουν ειρηνικά από την εξουσία προκειμένου να γλιτώσει η αρχαία πόλη της Δαμασκού από αιματηρή μάχη για τον έλεγχο, σύμφωνα με τέσσερις περιφερειακούς αξιωματούχους που συμμετείχαν στις συνομιλίες.

Μια πρόταση, ανέφερε ένας αξιωματούχος, ήταν να μεταβιβάσει την εξουσία στον στρατιωτικό του αρχηγό, υποκύπτοντας ουσιαστικά σε πραξικόπημα.

«Προδοσία» για τον λαό του

Σήμερα, αντάρτες φρουρούν το Προεδρικό Μέγαρο. Το σπίτι του Ασαντ έχει «εκκαθαριστεί» από πλιατσικολόγους. Και οι Σύριοι που παρέμειναν πιστοί σε αυτόν στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου οργίζονται που έφυγε χωρίς να πει λέξη, εγκαταλείποντάς τους στη μοίρα τους.

Ανθρωπος του παλατιού, ο οποίος μόλις που γλίτωσε πριν φτάσουν οι αντάρτες και έχει βρει καταφύγιο μακριά από τη Δαμασκό, προσπαθεί ακόμη να συνειδητοποιήσει τη φυγή του Ασαντ. «Είναι μια προδοσία που δεν μπορώ να πιστέψω», ανέφερε.

Επί 13 χρόνια, ο Ασαντ έδινε πολεμούσε εναντίον ένοπλων ομάδων που επιδίωκαν την πτώση του. Η σύγκρουση είχε ρημάξει τη χώρα, σκοτώνοντας πάνω από μισό εκατομμύριο ανθρώπους και δημιουργώντας εκατομμύρια πρόσφυγες.

Το Ιράν και ο σύμμαχός του, η λιβανέζικη μαχητική οργάνωση Χεζμπολάχ, είχαν υποστηρίξει τα στρατεύματά του και η Ρωσία έστειλε μαχητικά αεροσκάφη, οι αεροπορικές επιδρομές των οποίων κατέστρεφαν τις κοινότητες των ανταρτών.

Γύρω στο 2020, ο πόλεμος φάνηκε να καταλήγει σε αδιέξοδο. Η οικονομία της Συρίας είχε καταστραφεί και μεγάλο μέρος της επικράτειάς της είχε φύγει από τα χέρια του Ασαντ. Παρόλα αυτά, παρέμεινε στην εξουσία και εργαζόταν τελευταία για να άρει το καθεστώς του ως διεθνούς παρία.

«Η ζωή ήταν φυσιολογική και όλοι κοιτούσαν προς το μέλλον», θυμάται άνθρωπος ο οποίος εργαζόταν για τον Ασαντ για πολλά χρόνια.

Η πτώση του Χαλεπιού

Στις 30 Νοεμβρίου, συνασπισμός ανταρτών υπό την ηγεσία της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ, ισλαμιστικής ομάδας με ρίζες στην Αλ Κάιντα, κατέλαβε τη βόρεια πόλη του Χαλεπιού, σημαντικό οικονομικό κέντρο, προκαλώντας σοκ σε όλη τη Μέση Ανατολή.

Ο Ασαντ επέστρεψε εσπευσμένα στη Δαμασκό και βρήκε το προσωπικό του ανήσυχο, αν και κανείς δεν πίστευε ότι η πρωτεύουσα ήταν ευάλωτη.

Εχοντας επίγνωση ότι ο στρατός του είχε εξουθενωθεί από τις πολυετείς μάχες, ο Ασαντ ζήτησε βοήθεια από τις ξένες δυνάμεις που τον είχαν βοηθήσει στο παρελθόν.

Στην Τεχεράνη, ανώτεροι διοικητές του Σώματος των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης πραγματοποίησαν έκτακτες συνεδριάσεις για να διερευνήσουν τρόπους για να βοηθήσουν τον Ασαντ, σύμφωνα με τρεις Ιρανούς αξιωματούχους, μεταξύ των οποίων και δύο μέλη των Φρουρών της Επανάστασης.

Δύο ημέρες μετά την πτώση του Χαλεπιού, ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Αμπάς Αραγτσί, ταξίδεψε εκεί.

Οι τηλεοπτικές κάμερες τον κατέγραψαν να ποζάρει για φωτογραφίες με οικογένειες στο δρόμο και να τρώει σε δημοφιλές εστιατόριο με τον Σύρο ομόλογό του. Υποσχέθηκε στα ιρανικά μέσα ενημέρωσης ότι το Ιράν θα σταθεί στο πλευρό του Ασαντ μέχρι τέλους.

Αδύναμη υποστήριξη

Ωστόσο οι επιλογές του Ιράν ήταν περιορισμένες. Η Χεζμπολάχ είχε μόλις βγει από τον δικό της πόλεμο με το Ισραήλ, άσχημα χτυπημένη. Το Ισραήλ είχε σκοτώσει ή τραυματίσει χιλιάδες μαχητές της, είχε καταστρέψει πολλά από τα πυρομαχικά της και είχε εξουδετερώσει επίσης τους περισσότερους από τους κορυφαίους ηγέτες της.

Το Ισραήλ είχε επίσης απειλήσει τα ιρανικά αεροσκάφη να μην κινηθούν προς τη Συρία μην αφήνοντας στην Τεχεράνη κανέναν τρόπο να υποστηρίξει τον Ασαντ.

Ο άλλος βασικός υπέρμαχος του Ασαντ ήταν ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν. Η Ρωσία διατηρούσε στρατιωτική βάση στη βόρεια Συρία και ναυτική βάση στις ακτές της Μεσογείου στην Ταρτούς, που επέτρεπαν στον Πούτιν να προβάλλει ισχυρός και μακριά από τη Μόσχα.

Ο Πούτιν συνέβαλε στη διάσωση του Ασαντ κατά τη διάρκεια του συριακού πολέμου το 2015, με τον ρωσικό στρατό να συντρίβει τους αντάρτες. Προσπάθησε να μεσολαβήσει για συμφιλίωση μεταξύ του Ασαντ και του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος υποστήριζε επί μακρόν τους αντάρτες, αλλά η προσπάθεια δεν προχώρησε ποτέ.

Τις πρώτες ημέρες της προέλασης των ανταρτών μετά την πτώση του Χαλεπιού, ο Ασαντ ένιωσε να ψυχραίνεται η σχέση του με τον Πούτιν, ανέφεραν συνεργάτες του και Τούρκος αξιωματούχος: Ο Ρώσος ηγέτης σταμάτησε να απαντά στα τηλεφωνήματά του.

Καθεστώς σε σήψη

Αφού κατέλαβαν το Χαλέπι, οι αντάρτες συνέχισαν νότια και κατέλαβαν επίσης το προπύργιο του Ασαντ, τη Χάμα, προκαλώντας ακόμα ένα σοκ για το καθεστώς.

Η ταχεία επέλεση των ανταρτών αποκάλυψε τη βαθιά σήψη στο εσωτερικό του στρατού του Ασαντ. Η οικονομική δυσπραγία και οι τιμωρητικές κυρώσεις είχαν αποδυναμώσει το νόμισμα της Συρίας, με τους μισθούς των στρατιωτών να έχουν πέσει κάτω από τα 30 δολ. τον μήνα.

Οι αντάρτες, επίσης, έφεραν ως επί το πλείστον ελαφρύ οπλισμό. Είχαν όμως ένα μεγάλο πλεονέκτημα, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα οποία χρησιμοποιούσαν για να πλήξουν τα κέντρα διοίκησης.

Αναφορές των συριακών στρατιωτικών μυστικών υπηρεσιών, τις οποίες εξέτασαν οι New York Times, περιέγραφαν σφοδρές επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε όλη τη χώρα, τις οποίες οι δυνάμεις του Ασαντ δεν είχαν τρόπο να αντιμετωπίσουν.

Πολλά από τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη απογειώνονταν από πεδίο στην ελεγχόμενη από τους αντάρτες επαρχία Ιντλίμπ στα βορειοδυτικά, δίπλα σε αποθήκη που φιλοξενούσε τουλάχιστον 200 από αυτά, αναφέρεται σε έκθεση.

Στην Τεχεράνη, στρατιωτικοί διοικητές ειδοποίησαν τον ανώτατο ηγέτη, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, ότι οι αντάρτες προχωρούσαν πολύ γρήγορα, σύμφωνα με τέσσερις Ιρανούς αξιωματούχους.

Σοκαρισμένος, ο Χαμενεΐ έστειλε ανώτερο σύμβουλο, τον Αλί Λαριτζανί, σε μυστικό ταξίδι στη Δαμασκό για να πει στον Ασαντ να κερδίσει χρόνο υποσχόμενος πολιτική μεταρρύθμιση και νέα κυβέρνηση που θα περιλαμβάνει μέλη της αντιπολίτευσης, σύμφωνα με τέσσερις Ιρανούς αξιωματούχους. 

Συνειδητοποιώντας ότι η Ρωσία δεν θα τον έσωζε και ότι το Ιράν δεν θα μπορούσε να τον σώσει, ο Ασαντ έστειλε τον υπουργό Εξωτερικών του στη Βαγδάτη. Εκείνος είπε στον Ιρακινό πρωθυπουργό, Μοχάμεντ Σία αλ Σουντάνι, ότι η πτώση του Ασαντ θα έθετε σε κίνδυνο το Ιράκ, σύμφωνα με τρεις περιφερειακούς αξιωματούχους.

Παρακάλεσε για στρατιωτική υποστήριξη από το Ιράκ, αλλά οι κορυφαίοι ηγέτες της χώρας – ο πρωθυπουργός, ο πρόεδρος και ο πρόεδρος του κοινοβουλίου – αρνήθηκαν όλοι.

Δημόσια, οι Ιρανοί αξιωματούχοι απηύθυναν έκκληση για διπλωματική λύση. Αλλά οι αξιωματούχοι στην Τεχεράνη είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Ασαντ δεν θα επιβίωνε, σύμφωνα με έξι Ιρανούς αξιωματούχους, και το Ιράν άρχισε να αποσύρει αθόρυβα το διπλωματικό και στρατιωτικό προσωπικό του από τη Δαμασκό.

«Μας είπαν ότι οι αντάρτες θα φτάσουν στη Δαμασκό μέχρι το Σάββατο και δεν υπάρχει κανένα σχέδιο για μάχη», αναφέρεται σε εσωτερικό σημείωμα των Φρουρών της Επανάστασης που είδαν οι NYT. «Ο λαός της Συρίας και ο στρατός δεν είναι έτοιμοι για έναν ακόμη πόλεμο. Εχει τελειώσει», ανέφερε το σημείωμα.

Πανικός στη Δαμασκό

Πανικός κυριάρχησε στη Δαμασκό καθώς ο ήλιος ανέτειλε στις 7 Δεκεμβρίου. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, οι αντάρτες είχαν προχωρήσει προς τη Χομς, την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας και το τελευταίο μεγάλο αστικό κέντρο που βρισκόταν ανάμεσα στους αντάρτες και την πρωτεύουσα.

Οι κάτοικοι έσπευσαν στα καταστήματα για να προμηθευτούν τρόφιμα σε περίπτωση που οι μάχες στους δρόμους τους παγίδευαν στα σπίτια τους. Αλλοι γέμισαν με καύσιμα τα αυτοκίνητά τους και εγκατέλειψαν την πόλη.

Στο εσωτερικό του στρατού, γινόταν σαφές ότι οι δυνάμεις του Ασαντ αποτύγχαναν, σύμφωνα με δεκάδες εκθέσεις των στρατιωτικών μυστικών υπηρεσιών στις 6 και 7 Δεκεμβρίου, τις οποίες εξέτασαν οι Times.

Οι δυνάμεις είχαν εξουδετερωθεί, έλεγαν. Αντάρτες μεταμφιεσμένοι με στρατιωτικές στολές πλησίαζαν στη Χομς και άλλες ένοπλες ομάδες είχαν καταλάβει σημεία ελέγχου του στρατού στη Νταράα, νότια της Δαμασκού.

«Σχεδιάζουν να ελέγξουν ολόκληρη τη νότια περιοχή και στη συνέχεια να κατευθυνθούν προς την πρωτεύουσα», σύμφωνα με αναφορά. «Αυτό θα συμβεί μέσα σε λίγες ώρες», σημειωνόταν ακόμη.

Το προσωπικό του παλατιού πέρασε τη μέρα περιμένοντας την ομιλία που έπρεπε να ηχογραφήσει ο Aσαντ, ελπίζοντας ότι θα σταματούσε με κάποιο τρόπο την προέλαση των ανταρτών.

«Υπήρχαν πολλοί άνθρωποι στο παλάτι που έλεγαν ότι είχε έρθει η ώρα να εμφανιστεί, να υποστηρίξει τον στρατό, να καθησυχάσει τον κόσμο», ανέφερε η πηγή.

Αλλά τα γυρίσματα συνέχισαν να αναβάλλονται χωρίς εξήγηση. Μέχρι το σούρουπο, το προσωπικό δεν ήταν πλέον σίγουρο για το πού βρισκόταν ο Ασαντ.

Στην άλλη πλευρά της Μέσης Ανατολής, στην Ντόχα του Κατάρ, πολλοί από τους ισχυρούς της πειροχής είχαν συγκεντρωθεί για να βρουν τρόπο να σταματήσουν την περαιτέρω κλιμάκωση της κατάστασης στη Συρία.

Πολλές από τις χώρες που εκπροσωπούνταν μισούσαν τον Ασαντ, αλλά είχαν αποδεχτεί ότι είχε επιζήσει από τον πόλεμο και δεν έκριναν ότι οι αντάρτες θα μπορούσαν να κρατήσουν τη Συρία ενωμένη.

Μεταξύ των συγκεντρωμένων αξιωματούχων, από πέντε αραβικές χώρες συν την Τουρκία, τη Ρωσία και το Ιράν, υπήρχαν πολλοί που είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ήταν πολύ αργά για τον Ασαντ.

Εκείνο το βράδυ, οι αντάρτες μπήκαν στη Χομς, εντείνοντας τους φόβους ότι η Δαμασκός ήταν η επόμενη.

«Κάψτε τα πάντα»

Ο Ασαντ είχε το παλάτι για επίσημες δουλειές, καθώς ζούσε με τη σύζυγό του και τα τρία παιδιά του σε τετραώροφη βίλα με φοίνικες και σιντριβάνια στην πολυτελή γειτονιά Αλ Μαλίκι της Δαμασκού.

Ο Ασαντ και η οικογένειά του ήταν ήσυχοι — γι’ αυτό οι γείτονες πανικοκοβλήθηκαν όταν άκουσαν τους φρουρούς του να ουρλιάζουν τα ξημερώματα της 8ης Δεκεμβρίου: «Παιδιά, φύγετε, φύγετε! Ερχονται!» και «Ο Θεός να τον καταραστεί. Μας εγκατέλειψε!».

Αφού έπεσε η νύχτα, οι διαταγές προς το προσωπικό ασφαλείας και τον στρατό άλλαξαν: «Κάψτε τα πάντα: έγγραφα, αρχεία και σκληρούς δίσκους», θυμάται άνθρωπος του περιβάλλοντος του Ασαντ, προσθέτοντας: «Εκείνη τη στιγμή, εγώ και οι συνάδελφοί μου όλοι νιώσαμε ότι το καθεστώς έπεφτε».

Πηγή: NYT

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X