
H διαμάχη των Ηνωμένων Πολιτειών με την Κίνα βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου εμπορικού πολέμου.
Το Πεκίνο απείλησε να «πολεμήσει μέχρι τέλους» καθώς ο πρόεδρος Τραμπ αύξησε το σύνολο των δασμών που έχει επιβάλει στην Κίνα στο 104%.
Οι δύο χώρες προετοιμάζονται για παρατεταμένη μάχη, αναφέρει η Wall Street Journal, επισημαίνοντας πως ο Τραμπ έχει επεκτείνει δραματικά την αιχμηρή εμπορική του πολιτική, στοχεύοντας συμμάχους και αντιπάλους. Ωστόσο, η Κίνα παραμένει ο κυριότερος στόχος του, σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα.
Πού οφείλεται το «χάσμα» ΗΠΑ – Κίνας
Αυτό αντικατοπτρίζει όχι μόνο την εντεινόμενη γεωπολιτική αντιπαλότητα αλλά και τα 20 χρόνια αυξανόμενων εμπορικών πλεονασμάτων της Κίνας έναντι των ΗΠΑ, τα οποία ο Τραμπ έχει πει ότι ήταν καταστροφικά για τις αμερικανικές θέσεις εργασίας και βιομηχανίες.
Ακόμα και αν άλλες χώρες σπεύσουν να συνάψουν συμφωνίες με τον Λευκό Οίκο, οι εμπορικές αναταραχές πιθανότατα δεν θα έχουν τέλος, όσο το χάσμα αυτό μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου παραμένει, εκτιμά η WSJ.
Mία παρατεταμένη διαμάχη αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρών τριγμών στο διεθνές εμπόριο και ύφεσης της παγκόσμιας ανάπτυξης, συμπληρώνει.
Σε κάθε περίπτωση, «βαδίζουμε στον δρόμο μιας πιο κατακερματισμένης παγκόσμιας οικονομίας», σχολίασε ο Νιλ Σίαρινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics στο Λονδίνο.
«Με πολλούς τρόπους, η Ημέρα της Απελευθέρωσης σχεδιάστηκε για να δημιουργήσει ένα δασμολογικό τείχος γύρω από την Κίνα, τιμωρώντας δυσανάλογα και τις συνδεόμενες οικονομίες », ανέφεραν οι αναλυτές της Deutsche Bank σε έκθεση που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα.
Πίσω από το σχέδιο του Τραμπ βρίσκεται μια οικονομική σχέση, η οποία οικοδομήθηκε μέσα από χρόνια «διασταυρούμενων» πολιτικών επιλογών στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο. Αυτη η σχέση κατέστησε τις ΗΠΑ τον κατεξοχήν καταναλωτή στον κόσμο και την Κίνα τον κατεξοχήν παραγωγό. Αυτό ακριβώς θέλει τώρα να ανατρέψει ο Αμερικανός πρόεδρος, τονίζεται στην ανάλυση.
Η Κίνα το 2024 κατέγραψε παγκόσμιο εμπορικό πλεόνασμα αγαθών κοντά στο 1 τρισ. δολάρια, εδραιώνοντας τη θέση της ως ο κορυφαίος εξαγωγέας βιομηχανικών αγαθών στον κόσμο. Οι ΗΠΑ, εν τω μεταξύ, σημείωσαν έλλειμμα στο εμπόριο αγαθών ύψους 1,2 τρισ. δολαρίων, το τελευταίο σε μια αδιάκοπη σειρά ελλειμμάτων στο εμπόριο αγαθών που εκτείνεται από το 1975.
Εκτός από την Κίνα, η οποία αντιπροσωπεύει περίπου 300 δισ. δολάρια του εμπορικού ελλείμματος, οι ΗΠΑ έχουν επίσης μεγάλα ελλείμματα στο εμπόριο αγαθών με το Μεξικό, το Βιετνάμ και την Ε.Ε.
Πού στοχεύει ο Τραμπ
Η δασμολογική στρατηγική του Τραμπ αποσκοπεί στη μείωση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με το να περιορίσει τις εισαγωγές και να αναγκάσει τους κατασκευαστές να μεταφέρουν την παραγωγή στις ΗΠΑ.
Οι υποστηρικτές του παγκόσμιου συστήματος παραγωγής ωστόσο, επισημαίνουν πως αυτό κρατάει το κόστος χαμηλά και παρέχει στους καταναλωτές πληθώρα προσιτών αγαθών, ενώ επιτρέπει στην αμερικανική οικονομία να επικεντρωθεί περισσότερο στην τεχνολογία, τις υπηρεσίες και άλλες δραστηριότητες υψηλής αξίας.
Κάποιοι αναλυτές, καθώς και πρόσωπα-κλειδιά στην τροχιά του Τραμπ, συμπεριλαμβανομένου του συμβούλου εμπορίου Πίτερ Ναβάρο, υποστηρίζουν ότι οι εμπορικές ανισορροπίες αντανακλούν εμπόδια στις εισαγωγές, χειραγώγηση νομισμάτων και αφειδώς χορηγούμενες βιομηχανικές επιδοτήσεις σε χώρες όπως η Κίνα που στρεβλώνουν την παγκόσμια οικονομία.
Για τους περισσότερους οικονομολόγους, ωστόσο, τα μεγάλα και επίμονα εμπορικά πλεονάσματα αποτελούν ένδειξη μιας οικονομίας που αποταμιεύει πολύ και καταναλώνει πολύ λίγο, ενώ ελλείμματα όπως αυτά των ΗΠΑ δείχνουν απλώς μια οικονομία που αποταμιεύει λίγο και ξοδεύει πολύ, χρηματοδοτούμενη εν μέρει με δανεισμό από το εξωτερικό.
Ο περιορισμός των επίμονων εμπορικών ελλειμμάτων των ΗΠΑ και η μείωση των τεράστιων πλεονασμάτων της Κίνας θα απαιτούσε επώδυνες οικονομικές μεταρρυθμίσεις και στις δύο οικονομίες – και θα μπορούσε να πάρει χρόνια για να αποδώσει αποτελέσματα, αν αποδώσει.
Ο κίνδυνος της παγκόσμιας ύφεσης
Οι Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν δεσμευτεί να ενισχύσουν την κατανάλωση, αλλά οι αναλυτές δεν είναι σίγουροι αν το σχέδιό τους είναι να δώσουν στην οικονομία βραχυπρόθεσμη ώθηση ή να την απομακρύνουν πιο αποφασιστικά από την υπερβολική εξάρτηση από τις επενδύσεις και τις εξαγωγές.
Τα σχέδια του Τραμπ για τους δασμούς θα μπορούσαν να συμπιέσουν τις δαπάνες των ΗΠΑ και να μειώσουν το έλλειμμα, αλλά απαιτείται επίσης μείωση των φόρων και προσέλκυση ξένων επενδύσεων, που τυπικά θα το επεκτείνουν.
«Το βασικό πρόβλημα είναι ότι η Κίνα πρέπει να καταναλώνει περισσότερο και οι ΗΠΑ πρέπει να αποταμιεύουν περισσότερο. Δεν πρόκειται να διορθωθεί αυτό σε μία ημέρα», προειδοποίησε ο Αρουπ Ράχα, επικεφαλής οικονομικών της Ασίας στην Oxford Economics στη Σιγκαπούρη.
Καθώς όμως επιβάλλονται πρόσθετοι δασμοί στις εισαγωγές από χώρες με τις οποίες η Αμερική έχει σημαντικά ελλείμματα στο εμπόριο, πολλοί Αμερικανοί καταναλωτές φοβούνται την αύξηση των τιμών σε καθημερινά είδη, όπως ρούχα και τρόφιμα, με κάποιους να αποθηκεύουν αποθέματα όσο μπορούν.
Την ίδια στιγμή, κινεζικά εμπορικά επιμελητήρια απορρίπτουν την πρόσφατη κλιμάκωση και κάνουν λόγο για «ακραία παραβίαση των κανόνων του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου».
Το Κινεζικό Επιμελητήριο Εμπορίου Εισαγωγών και Εξαγωγών για Μηχανολογικό Εξοπλισμό και Ηλεκτρονικά Προϊόντα προειδοποίησε ότι «τέτοιες ενέργειες μονομερούς εμπορικού προστατευτισμού θα αποσταθεροποιήσουν την ομαλότητα του εμπορίου σε παγκόσμιο επίπεδο, θα πλήξουν εταιρικά, αλλά και καταναλωτικά συμφέροντα, ενώ θα προκαλέσουν αστάθεια και στις βιομηχανικές εφοδιαστικές αλυσίδες».
Υπό αυτά τα δεδομένα, το μεγάλο «καμπανάκι» είναι ευρύτερο, ενώ πολλοί οικονομολόγοι, με το βλέμμα στη «μεγάλη εικόνα», προειδοποιούν για τον κίνδυνο ύφεσης της παγκόσμιας οικονομίας.
Πηγή: Wall Street Journal, Reuters