ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Δύσκολη η εκτόνωση, δυσκολότερη η διατήρησή της

Ο πόλεμος στην Ουκρανία αναζητεί διέξοδο μέσω εκεχειρίας. Ο δρόμος ωστόσο φαντάζει μακρύς

Του Γιάννη Ιωάννου

Του Γιάννη Ιωάννου

O πόλεμος στην Ουκρανία μετά από 21 ημέρες έχει περιπέσει στην κατάσταση του στρατηγικού αδιεξόδου με τόσο τις ρωσικές όσο και τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις να βρίσκονται σε μια κατάσταση κόπωσης –χωρίς ουσιαστική πρόοδο για τις πρώτες ως προς τους αντικειμενικούς σκοπούς σε τακτικό/επιχειρησιακό επίπεδο και με την αδυναμία του Κιέβου να αναλάβει σοβαρές πρωτοβουλίες αντεπίθεσης ώστε να περάσει σε κάτι άλλο πέραν της κατάστασης της άμυνας. Η όψη αυτή του stalemate δεν πρέπει να δημιουργεί εφησυχασμό ούτε ως προς την έκβαση του πολέμου αλλά ούτε κι ως προς την προοπτική διαλόγου –παρά τις επιμέρους προσαρμογές στον διάλογο Κιέβου-Μόσχας- για εκεχειρία που είδαμε τις τελευταίες ημέρες. Ήδη η προσαρμογή της ρωσικής στρατηγικής  στο να χτυπά στόχους εντός πόλεων, η προσφυγική διάσταση του Ουκρανικού (πάνω από 3 εκατ. πρόσφυγες) και η ίδια η ανθεκτικότητα του πολέμου δείχνουν προς την κατεύθυνση μιας εναλλαγής μεταξύ στρατιωτικών επιχειρήσεων και διαλόγου για αποκλιμάκωση –η οποία όπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να διαρκέσει πολλές εβδομάδες ακόμη. Με τα αδιέξοδα να παραμονεύουν.

Η Ρωσία δεν έχει προχωρήσει στον έλεγχο μεγάλων πόλεων της Ουκρανίας πλην της Χερσώνας. Η πρόοδος στο μέτωπο του Κιέβου έχει «κολλήσει» ενώ αδυνατεί να καταλάβει, πλήρως, την Μαριούπολη –παρά την πρωτοφανή καταστροφή που έχει επέλθει στην –υπό πολιορκία- πόλη.

Η δυσκολία του διαλόγου

Παρά τα «15 σημεία» που διέρρευσαν στο ρεπορτάζ των Financial Times για τον διάλογο Κιέβου-Μόσχας, αυτό που καθίσταται σαφές είναι πως οποιαδήποτε συζήτηση στη παρούσα φάση ξεκινάει και τελειώνει στο κομμάτι μιας μόνιμης συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός. Μια δύσκολη εξίσωση στην οποία όμως μέσα ενυπάρχουν και τα πρώτα ποιοτικά στοιχεία του διπλωματικού διαλόγου που θα ακολουθήσει στο Ουκρανικό –ως σύνθετο πρόβλημα μετά το 2015- τα επόμενα χρόνια. Η μετατόπιση της Ρωσίας από την μαξιμαλιστική θέση του αφοπλισμού της Ουκρανίας έχει ήδη προσαρμοστεί λόγω της αποτυχίας της να καταλύσει την χώρα στα πρώτα 24ωρα της εισβολής αλλά κι εξαιτίας των βαρύτατων απωλειών επί του εδάφους και της διεθνούς οικονομικής και διπλωματικής πίεσης. Το ίδιο ισχύει και για την «ποζισιόν» Ζελένσι που στο θέμα της ένταξης της χώρας στο ΝΑΤΟ δείχνει να μετατοπίζεται. Ωστόσο πριν συζητηθεί αν μελλοντικά η Ουκρανία θα έχει ένα καθεστώς τύπου Σουηδίας, Φινλανδίας ή Αυστρίας ή αν οι ένοπλες δυνάμεις της θα εκτείνονται στον Χ ή Ψ αριθμό –μέσα από ένα καθεστώς εγγυήσεων- τα προβλήματα που προκύπτουν είναι πιο σύνθετα:

• Tο ιστορικό των συμφωνιών του Μινσκ (Πρωτόκολλο του 2014 ή Μινσκ Ι και η συμφωνία του Μινσκ ή Μινσκ ΙΙ) μας δείχνει προς την κατεύθυνση της δυσκολίας τήρησης μιας εκεχειρίας αλλά και του, επί του εδάφους της, σχεδιασμού: Ο πόλεμος μετά τις 24 Φεβρουαρίου είναι διαφορετικός από τον πόλεμο στο Ντονμπάς την περίοδο 2014-2015. Ως προς το μέγεθος της εξάπλωσης στην ουκρανική επικράτεια, την αριθμητική συμμετοχή χιλιάδων στρατιωτών, την χρήση βαρέων όπλων κοκ. Μια εκεχειρία συνεπώς θα έπρεπε να σχεδιαστεί στη βάση της απαγκίστρωσης, της αποχώρησης βαρέων όπλων και χιλιάδων προσωπικού, της επιστροφής των εσωτερικά εκτοπισμένων κατοίκων (IDPs) και των προσφύγων και, κυριότερα, ως προς την επιτήρησή της –ζήτημα που αφορά πέραν του ΟΗΕ και του ΟΑΣΕ ίσως και τον, ρωσικό, CSTO (Collective Security Treaty Organisation) όπως είδαμε πρόσφατα και στη κρίση στο Καζακστάν. 

• Η διεθνής και περιφερειακή πολυμερής διπλωματία βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό μετά το «σκίσιμο» των συμφωνιών του Μινσκ ΙΙ (σ.σ. το Μινσκ ΙΙ έληγε στις 21 Φεβρουαρίου του 2022, 3 ημέρες πριν την ρωσική εισβολή) και τον ψυχροπολεμικό τόνο στον οποίο εισήλθαν οι σχέσεις Μόσχας-Δύσης και Μόσχας-Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Λευκορωσία του Λουκασένκο, ιδίως μετά την κρίση στη χώρα το 2020 και την έμμεση εμπλοκή της στον πόλεμο δεν μπορεί –όπως το 2015- να διαδραματίσει τον ρόλο του μεσολαβητή μεταξύ Κιέβου και Μόσχας ενώ και το format της Νορμανδίας, μετά τις επισκέψεις Μακρόν και Σολτς στη Μόσχα, δεν μπορεί –άμεσα- να ανασυσταθεί. 

• Μια απευθείας συνάντηση Πούτιν-Ζελένσκι εμπεριέχει επίσης αρκετό ενδιαφέρον δεδομένου ότι ένα εκ των κυρίαρχων αφηγημάτων της Μόσχας είναι η απονομιμοποίηση κάθε εκλεγμένης κυβέρνησης στο Κίεβο μετά το 2013. Ως εκ τούτου, αν και δύσκολο να επέλθει σύντομα μια τέτοια συνάντηση, σίγουρα θα γίνονταν εκτός ευρωπαϊκού –και γεωγραφικά- εδάφους. H Toυρκία επαναφέρεται ως έντιμος διαμεσολαβητής με τον Ερντογάν να θέλει να οργανώσει μια συνάντηση των δύο ηγετών αποτελεί μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη και να διεκδικεί τον ρόλο εγγυητή –εξέλιξη που Λευκωσία και Αθήνα πρέπει να δούν με ξεχωριστή σημασία. 

• Το εδαφικό. Ακόμη κι αν μια συμφωνία εκεχειρίας προκύψει τις επόμενες ημέρες το ζήτημα της Κριμαίας και των ανατολικών επαρχιών αποτελεί κόκκινη γραμμή για το Κίεβο κι αποτελεί και το βασικό στοιχείο μη-γεφύρωσης των θέσεων μεταξύ Πούτιν και Ζελένσκι. 

Λεπτομέρεια του χάρτη της νεκρής ζώνης μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας στις ανατολικές επαρχίες (Ντονμπάς). Οι συμφωνίες του Μινσκ δεν εφαρμόστηκαν ποτέ στην πράξη μετατρέποντας ουσιαστικά το frozen conflict της περιόδου 2015-2022 σε πλήρους κλίμακας πόλεμο. Ως εκ τούτου είναι και νεκρές.

Η ομιλία του Πούτιν (παραθέτουμε με υπότιτλους στα αγγλικά) την Τετάρτη 16 Μαρτίου είναι αποκαλυπτική σε δύο στοιχεία: Aπό την μια σηματοδοτεί ένα τύπου reality check για τον ρωσικό λαό λόγω της αντανάκλασης του πολέμου στο εσωτερικό της κοινωνίας εξαιτίας των κυρώσεων της Δύσης. Ο Ρώσος Πρόεδρος παραδέχεται πως ο πόλεμος θα έχει επιπτώσεις για τους Ρώσους ως προς τον πληθωρισμό και την ακρίβεια. Ωστόσο περιλαμβάνει κι άμεσες απειλές για καταστολή (σ.σ. τα περί πέμπτης φάλαγγας και προδοτών) ενώ διαχερίζεται και το αφήγημα της κακής Δύσης σηματοδοτώντας πως η εμμονή του στην Ουκρανία ίσως να έχει περισσότερη διάρκεια από ότι η ανάλυση, στη Δύση, θεωρεί. 

Ρίσκο και Plan B

Το ότι η ρωσική στρατηγική μπορεί να μπλοφάρει ως προς τις συνομιλίες αποκλιμάκωσης του πολέμου είναι κάτι που σίγουρα τόσο το Κίεβο όσο και η Δύση έχουν σημειώσει ακριβώς γιατί οι συνομιλίες σε συνδυασμό με την τακτική ενδυνάμωση των ρωσικών βομβαρδισμών εντός αστικών κέντρων πηγαίνουν χέρι-χέρι στη παρούσα φάση. Γι’ αυτό και το ρίσκο ενός bluff από την πλευρά Μόσχας προκειμένου να ανασυνταχθεί, σε τακτικό επίπεδο, για ένα δεύτερο κύμα στρατιωτικής πίεσης προς το Κίεβο έγινε ήδη call από την νέα αποστολή στρατιωτικής βοήθειας της Ουάσινγκτον προς την Ουκρανία. Εξάλλου μετά από 20 και πλέον ημέρες στρατιωτικών επιχειρήσεων κάθε πλευρά αποσκοπεί στο να αγοράσει πολύτιμο χρόνο. Το αν οι ΗΠΑ έστειλαν loitering munitions (σ.σ. ας αποδωθεί πολύ γενικά ως «καμικάζι drones») και προηγμένα ΑΑ όπλα είναι ένα στοιχείο που θα μπορούσε να πειθαναγκάσει, σε τακτικό επίπεδο, την ρωσική στρατηγική στον πόλεμο. Βέβαια αυξάνει, σε κάθε περίπτωση, και το ρίσκο ενός πολέμου που –χωρίς υπερβολή- θα μπορούσε να σταματήσει κι αύριο το πρωί αλλά και να διαρκέσει έως τον Απρίλιο ή τον Μάιο. Κάθε πλευρά έχει, τακτικά προσαρμόσει, το plan B της ως προς την στρατηγική με το Κίεβο να είναι αποφασισμένο για άμυνα μέχρι τέλους και την Ρωσία να προχωρεί με την τακτική εξουθένωσης της Ουκρανίας –σε επίπεδο κρατικών χωρητικοτήτων πέραν του de facto ελέγχου εδαφικής επικράτειας της. Εξάλλου οι βομβαρδισμοί στη Μαριούπολη δείχνουν μια συνταγή «Συρίας 2015» όταν οι ρωσικές δυνάμεις έπληξαν το Χαλέπι με έμφαση σε μη στρατιωτικούς στόχους.

Καθώς η καταστροφή και οι απώλειες θα αυξάνονται και για τις δύο πλευρές, το παράθυρο της διπλωματικής εκτόνωσης θα μεγαλώνει. Δυστυχώς, μετά από μια πιθανή εκεχειρία ακολουθεί μια μακρά, σε διάρκεια, και σύνθετη, σε διπλωματική πολυπλοκότητα, περίοδος.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Γιάννη Ιωάννου

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση