Kathimerini.gr
Του Σταύρου Παπαντωνίου
Είχε σε μεγάλο βαθμό επιτύχει να κρατήσει στενό και στεγανό τον κύκλο των επαφών του πρωθυπουργού.
Ο Γρηγόρης ∆ηµητριάδης είναι μία περίπλοκη προσωπικότητα που βρέθηκε από τη θέση του δεύτερου ισχυρότερου ανθρώπου στη χώρα στο επίκεντρο της υπόθεσης των υποκλοπών. Ανθρωπος με πολλά χαρίσματα, πολύ ευφυής, ορισμένες φορές διαβολικά ευφυής, μεγάλωσε στο «Μητσοτακέικο» και απέκτησε στη διαδρομή μία στενή σχέση με τον θείο του Κυριάκο. Από μικρός ήταν ένα παιδί με έντονη αλλά και δύσκολη –αν όχι εκρηκτική– προσωπικότητα που τον έφερε σε σύγκρουση με το οικογενειακό του περιβάλλον. Του άρεσε πάντοτε να αναφέρεται στον «παππού» Μητσοτάκη –το κορνιζαρισμένο πορτρέτο του οποίου δέσποζε στο γραφείο του– και να τονίζει τα κρητικά χαρακτηριστικά της οικογένειας. Για παράδειγμα, μία από τις αγαπημένες του φράσεις ήταν το «εμείς φοράμε παντελόνια», που το έλεγε σε όποιον συναντούσε για πρώτη φορά.
Ο Δημητριάδης βρέθηκε κοντά στον θείο του όταν εκείνος έγινε αρχηγός της Ν.Δ. Αναλάμβανε ειδικές αποστολές, έκανε το «κάστινγκ» ανθρώπων που προορίζονταν για ευαίσθητες θέσεις και καταγινόταν σε ένα βαθμό με ζητήματα ασφάλειας.
Λίγο πριν από τις εκλογές ετέθη το ερώτημα ποιος θα ήταν ο ισχυρός άνδρας δίπλα στον επόμενο πρωθυπουργό. Διατυπώθηκαν πολλές και ισχυρές αντιρρήσεις από το περιβάλλον του πρωθυπουργού για την άνοδο του Δημητριάδη σε ένα ρόλο «επιτελάρχη». Αντίπαλο δέος, εκείνη την περίοδο, ήταν κυρίως ο Τάκης Θεοδωρικάκος που είχε χειριστεί την επικοινωνία και την προεκλογική καμπάνια. Ο κύβος ερρίφθη όμως υπέρ του «ανιψιού». Λέγεται ότι κρίσιμο ρόλο στην απόφαση έπαιξαν κάποιες πληροφορίες που προσκόμισε σε σχέση με παρακολουθήσεις στελεχών του επιτελείου Μητσοτάκη από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Συνομιλητής του, που τον είχε συναντήσει μετά τις εκλογές στο νέο του γραφείο, θυμόταν ότι επεδείκνυε μια στοίβα από βιβλία πολιτικής στρατηγικής που είχε στο γραφείο του, με την επισήμανση ότι ο ίδιος «έχει τρέξει όλες τις εκστρατείες του Κυριάκου», αφού πρώτα είχε διαβάσει όλη τη σχετική βιβλιογραφία.
Ο Δημητριάδης πολύ γρήγορα πήρε πάνω του όλα τα ζητήματα εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας. Ολες οι πληροφορίες περνούσαν από αυτόν, όπως και οι σχέσεις με ξένες υπηρεσίες, η συνεργασία με την ΕΥΠ, τον ΓΓΕΘΑ και βεβαίως την ΕΛ.ΑΣ. Οι επιλογές των προσώπων σε θέσεις-κλειδιά στις υπηρεσίες ασφαλείας ήταν αποκλειστικά δικές του με τον πρωθυπουργό να του έχει αναθέσει όλη την ευθύνη. Εντός του Μαξίμου επικράτησε πλήρως ελέγχοντας τη ροή των πληροφοριών και το ποιος έχει πρόσβαση στον πρωθυπουργό. «Κανείς άλλος δεν ήθελε ή δεν μπορούσε να χειριστεί την γκάμα των ειδικών υποθέσεων που χειριζόταν ο Γρηγόρης», σχολίαζε άνθρωπος που βρέθηκε την ίδια περίοδο στο κέντρο των αποφάσεων.
Η σχέση με τον Αντώνη Σαμαρά θεωρείτο, για παράδειγμα, εξαιρετικά κρίσιμη και δύσκολη λόγω του παλαιού τραύματος από τη σύγκρουση του Μεσσήνιου πολιτικού και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Τον δίαυλο επικοινωνίας είχε αναλάβει ο Δημητριάδης, με μεγάλη επιτυχία.
Ταυτόχρονα δημιούργησε ένα «τσαρικό» σύστημα όπου όποιος δεν περνούσε από το δικό του κανάλι και επιχειρούσε αδιαμεσολάβητα να απευθυνθεί στον Μητσοτάκη, είτε κινδύνευε με καρατόμηση είτε κατέληγε στο βάθος της κατάψυξης. Η παντοδυναμία του ήταν απόλυτη, καθώς μάλιστα στένευε ο κύκλος εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού, συχνά λόγω δυσφημιστικών «πληροφοριών» που του διοχετεύονταν εναντίον προσώπων του ευρύτερου περιβάλλοντός του.
Ο επιτυχημένος χειρισμός κρίσεων, όπως εκείνης του Εβρου, ανέβασε τις «μετοχές» του και τον ανέδειξε σε αναντικατάστατο χειριστή. Και οι ξένοι συνομιλητές του πρωθυπουργού, από το Ισραήλ έως τις ΗΠΑ και το Λονδίνο εξήραν την αποτελεσματικότητά του.
Ενα φαινόμενο που ανέκυψε όμως κάποια στιγμή ήταν οι εμμονές με συγκεκριμένα πρόσωπα, οι οποίες εντυπωσίαζαν τους συνδαιτυμόνες του, γιατί ήταν πολύ συχνά αποκυήματα φαντασίας και δεν είχαν κανένα όριο ή φραγμό. «Αλλοτε κολλούσε με τον Δένδια, άλλοτε με τον Χατζηδάκη, άλλοτε με τον Χρυσοχοΐδη και τον Κικίλια, άλλοτε με άλλους μη πολιτικούς και πολύ συχνά με πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντος του πρωθυπουργού», θυμόταν άνθρωπος που συνεργάστηκε στενά μαζί του. «Το πρόβλημα είναι ότι έφτιαχνε απίθανες ιστορίες που τις διηγούνταν όπου στεκόταν, όχι μόνο πίσω από τις κλειστές πόρτες του πρωθυπουργικού γραφείου», συνέχισε ο ίδιος άνθρωπος που βρέθηκε στο στόχαστρο του Δημητριάδη χωρίς να μπορεί να καταλάβει το γιατί. Οταν κάποιος ρωτούσε επίμονα, «μα τι είναι αυτά που λέτε για τον Χ;», εκείνος απαντούσε κλείνοντας το μάτι «ξέρω εγώ τι λέω».
Το απόγειο της προσωπικής του επιρροής ήταν, σύμφωνα με διαφορετικές πηγές, οι αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα τον Αύγουστο του 2021, που αποτελεί ουσιαστικά τον μόνο ανασχηματισμό της θητείας Μητσοτάκη. Στις εκπαραθυρώσεις και τις μετακινήσεις κάποιοι έβλεπαν από τότε προσωπικές εμμονές του γενικού γραμματέα της κυβέρνησης, ιδίως σε τομείς που ήθελε να ελέγχει πλήρως. Ακόμη και στις ζυμώσεις εκείνου του ανασχηματισμού, που δεν τελεσφόρησαν –όπως η επιχειρηθείσα αλλαγή σκυτάλης στο υπουργείο Παιδείας– του αποδίδεται ο ρόλος του επισπεύδοντος. Η απομάκρυνση προσώπων από την ομάδα του Μαξίμου μνημονεύεται ως απόδειξη ότι «ο Γρηγόρης ήταν καχύποπτος ακόμη με τους δικούς του».
Ο συνδυασμός του ταυτόχρονου χειρισμού πολλών και δύσκολων υποθέσεων ενίσχυσε την αίσθηση παντοδυναμίας αλλά μαζί και τις εμμονές. Στο Μαξίμου αλλά και στην κυβέρνηση γενικότερα εδραιώθηκε η πεποίθηση ότι «ο Γρηγόρης καθαρίζει αλλά όποιος τα βάζει μαζί του χάνει πανηγυρικά». Οι ελάχιστοι υπουργοί και στενοί συνεργάτες του πρωθυπουργού που ψέλλισαν κάποιες αντιρρήσεις για τον τρόπο λειτουργίας του κατάλαβαν ότι έβρισκαν απέναντί τους κλειστές πόρτες.
Αυτή την αίσθηση παντοδύναμίας απηχούσε και μια άλλη φράση που χρησιμοποιούσε συχνά όταν ήθελε να πει ότι κάποιος «αντίπαλός» του θα εξαφανιστεί πολιτικά: «Αυτός», έλεγε, «θα συναντήσει τον Δημιουργό του». Οπως σχολίαζε άνθρωπος που συνεργάστηκε μαζί του, «αυτό ήταν το πρόβλημα. Είχε δει πολλές ταινίες στις οποίες οι πρωταγωνιστές μιλούσαν με αυτούς τους όρους, κι ήταν σαν να θέλει να το ζήσει».
Κανείς πάντως δεν μπορούσε να φανταστεί μέχρι εκείνο το πρωινό της 5ης Αυγούστου ότι ο Μητσοτάκης θα κυβερνούσε χωρίς «έναν Δημητριάδη στη μηχανή του». Και κανείς δεν έχει μάθει μέχρι σήμερα τι ακριβώς είπαν οι δύο άνδρες όταν κλείστηκαν στο γραφείο του πρωθυπουργού για περίπου 45 λεπτά.
Σήμερα οι σχέσεις είναι ψυχρές. Συνεργάτες του πρωθυπουργού υποστηρίζουν ότι έχει εκπλαγεί από όσα έχει μάθει από τον Αύγουστο έως σήμερα για διάφορες δραστηριότητες, για ανακριβείς πληροφορίες κ.ά. Ο Δημητριάδης δηλώνει πικραμένος, κυρίως από όσους ευεργέτησε, όπως συχνά τονίζει – ενώ θεωρεί 2-3 άτομα του στενού πρωθυπουργικού περιβάλλοντος υπεύθυνα για την απομάκρυνσή του. Στο πρωθυπουργικό γραφείο υπήρχε η προσδοκία ότι θα περνούσε κάποια περίοδο «περισυλλογής» και απομάκρυνσης από την «πιάτσα». Ο ίδιος δεν δείχνει καμία τέτοια διάθεση και όπως λέει με κάθε ευκαιρία, «εγώ δεν είμαι τέτοιος τύπος, δεν θα εξαφανιστώ. Σας το έχω πει, φοράω παντελόνια».