Του Βασίλη Νέδου
Με την πόρτα ανοιχτή για διάλογο αλλά με ανυποχώρητη στάση ως προς την προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων καθώς και έναντι των τουρκικών διεκδικήσεων στέκεται η Αθήνα, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζεται εύγλωττα στη δήλωση που παραχώρησε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου στην «Κ». Η κ. Σακελλαροπούλου εκφράζει την επιθυμία για συνύπαρξη, υπογραμμίζει το χρέος στη μνήμη και διαμηνύει ότι ουδεμία υποχώρηση δεν πρόκειται να γίνει έναντι απαράδεκτων διεκδικήσεων. Η ΠτΔ δέχθηκε ανοίκεια επίθεση από το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών όταν μίλησε για τη γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού και το χρέος του κράτους να διαφυλάξει τη μνήμη.
Η επίθεση κατά της κ. Σακελλαροπούλου καταγράφηκε λίγες ημέρες αφότου η Aγκυρα επέστρεψε και στην τακτική των προκλήσεων επί του πεδίου, μάλιστα με αυξημένη χρήση των UAV, προκειμένου να προβληθεί και η εγχώρια τεχνολογική πρόοδος που, κατά την Aγκυρα, αυξάνει το κύρος των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.
Η τουρκική πλευρά φαίνεται επιπλέον ότι είτε παρερμηνεύει είτε εκμεταλλεύεται τον απόηχο του αμερικανικού non paper που ανακοίνωνε στην Αθήνα την απόφαση της Ουάσιγκτον να μη συνεχίσει να στηρίζει τον αγωγό EastMed αλλά και ενθάρρυνε τα εμπλεκόμενα μέρη να πράξουν το ίδιο.
Για την Ελλάδα ο διάλογος έχει θεσμοθετημένες μορφές (διερευνητικές επαφές, ΜΟΕ) και οποιαδήποτε συζήτηση με την Αγκυρα δεν μπορεί να γίνει στο κλίμα έντασης που επιθυμεί να επιβάλει
Θερμό κλίμα
Παρότι –εκ πρώτης όψεως– ασύνδετη με τις περί τον EastMed ανακοινώσεις, η απόφαση για αναβολή των σεισμικών ερευνών στα νοτιοδυτικά της Κρήτης επιδείνωσε την ατμόσφαιρα. Επειτα από αυτή την εξέλιξη, ήλθε και η πρόταση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για διάλογο, εν μέσω και αυτή διαρκών απειλών, όπως εκείνες του Χουλουσί Ακάρ σχετικά με το δικαίωμα της Ελλάδας να διατηρεί Ενοπλες Δυνάμεις στο έδαφός της και δη στο Ανατολικό Αιγαίο.
Για την Ελλάδα ο διάλογος έχει θεσμοθετημένες μορφές (διερευνητικές επαφές, μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, πολιτικός διάλογος και εσχάτως «θετική ατζέντα») και οποιαδήποτε συζήτηση με την Αγκυρα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί στο κενό και βεβαίως ούτε στο κλίμα έντασης και πίεσης που επιθυμεί να επιβάλει. Το 2022 μπήκε με ένταση στα ελληνοτουρκικά και στην Αθήνα ουδείς αναμένει ότι οι τόνοι θα πέσουν – ιδιαίτερα καθώς το έτος είναι προεκλογικό, ο κ. Ερντογάν δεν μπορεί παρά να συνεχίσει να επενδύει στην εθνικιστική ρητορική.
Ο αναθεωρητισμός και η ανανεωμένη επιθετικότητα συνδέονται και με την απόφαση της κυβέρνησης να εκσυγχρονίσει τις Ενοπλες Δυνάμεις (Ε.Δ.), οι οποίες έπειτα από μια δεκαετία απαξίωσης οπλικών συστημάτων και αποεπένδυσης στον ερευνητικό τομέα χρήζουν επειγόντως άλματος στον 21ο αιώνα.
Τα πρώτα έξι μαχητικά τύπου Rafale που προσγειώνονται στη Τανάγρα στις 19 Ιανουαρίου, η παρουσία του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου στα ναυπηγεία όπου θα κατασκευαστούν οι νέες φρεγάτες του Πολεμικού Ναυτικού (Π.Ν.) την περασμένη Πέμπτη, καθώς και οι διαρκείς αποφάσεις για νέα προγράμματα μικρότερου κόστους αλλά αυξημένης ποιοτικής σημασίας για την ενίσχυση του αξιόμαχου των Ε.Δ., δεν είναι παρά ψηφίδες σε ένα ευρύτερο μωσαϊκό συγκρότησης μιας νέας αποτροπής.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι εργώδεις διπλωματικές πρωτοβουλίες του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια, ο οποίος μόνο το τελευταίο δίμηνο έχει πραγματοποιήσει έναν άνευ προηγουμένου μαραθώνιο στην Αφρική (και όχι μόνο). Σε αυτή τη διπλωματική προσπάθεια τον κορυφαίο ρόλο έχει βεβαίως ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος εντός του πρώτου τριμήνου του 2022 σχεδιάζεται να επισκεφθεί τις ΗΠΑ αλλά να μεταβεί και στη Γαλλία. Παρά την προφανή εταιρική σχέση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, το 2022 θα είναι κρίσιμο για την ουσιαστική εμβάθυνση των σχέσεων της Αθήνας με το Παρίσι, μάλιστα με κινήσεις που αναμένεται ότι θα διευρύνουν με απτούς τρόπους την αμυντική συμφωνία που υπογράφηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ «Κ»
Πράξη γενναιότητας η ιστορική παραδοχή
Η Ελλάδα είναι μια σύγχρονη ευρωπαϊκή Δημοκρατία, που σέβεται απόλυτα το διεθνές δίκαιο και τις σχέσεις καλής γειτονίας. Η διασφάλιση της ειρήνης, της ασφάλειας και της σταθερότητας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στην Ανατολική Μεσόγειο συνιστά θεμέλιο της εθνικής μας στρατηγικής. Ουδέποτε εγκαταλείψαμε τον δρόμο της διπλωματίας, με γνώμονα το συμφέρον της πατρίδας και την ευημερία της ευρύτερης περιοχής. Επιδιώκουμε διαχρονικά τη συνεργασία με την Τουρκία και επενδύουμε στην αρμονική συνύπαρξη και φιλία των δύο λαών. Καμία υποχώρηση, ωστόσο, δεν χωρεί έναντι απαράδεκτων διεκδικήσεων και επιθετικών ενεργειών.
Η χώρα μας τιμά με συγκίνηση τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα των Ελλήνων του Πόντου. Η αναγνώριση της Γενοκτονίας είναι το ελάχιστο χρέος μας στη θυσία του ποντιακού ελληνισμού και στην ηρωική συμβολή εκείνων που διασώθηκαν στην ανόρθωση, οικονομική και πολιτισμική, του ελληνικού κράτους στον 20ό αιώνα. Η διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης δεν ανατρέχει μόνο στο παρελθόν. Εχει συμβολική σημασία για το παρόν και λειτουργεί παιδαγωγικά. Εμπεδώνει την ηθική της αλήθειας και της ευθύνης. Υπενθυμίζει τη δύναμη της συγχώρεσης και την αξία της αλληλοκατανόησης.
Η άγνοια της Ιστορίας γεννά στερεότυπα και προκαταλήψεις, εσωστρέφεια και διαιρέσεις. Οι σιωπές του παρελθόντος γεννούν τις διαφορές του μέλλοντος. Η ιστορική γνώση και παραδοχή είναι μια πράξη γενναιότητας και αυτοσυνείδησης. Αυτήν οφείλει να αναλαμβάνει πρωτίστως και παραδειγματικά η πολιτική τάξη, συμβάλλοντας στον νηφάλιο διάλογο και στην κοινή πορεία των εθνών.