Του Απόστολου Κουρουπάκη
Η παράσταση «Άγγελοι στην Αμερική»: Ο Αιών καταφθάνει», του Τόνυ Κούσνερ, που ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Αιμίλιου Χαραλαμπίδη, από το Θέατρο Διόνυσος, βρίσκεται στο σανίδι θεωρώ την κατάλληλη στιγμή, μιας και η εκλογή Ντόναλντ Τραμπ έχει θορυβήσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ολόκληρο τον πλανήτη. Μπορεί ο Κούσνερ να μιλάει για τις ΗΠΑ της δεκαετίας του 1980, όταν ο ιός του AIDS είχε θορυβήσει τους πάντες, όταν η διακυβέρνηση Ρόναλντ Ρίγκαν φλέρταρε με νεοσυντηρητικές πολιτικές, με μείωση των κρατικών δαπανών, που είχαν επίπτωση και στον τομέα της υγείας, αλλά μοιάζει αυτή η περίοδος να επιστρέφει ως επικρεμάμενη δαμόκλειος σπάθη, πάνω από τις δημοκρατίες, σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το ανέβασμα του έργου «Άγγελοι στην Αμερική»: Ο Αιών καταφθάνει» είναι μία εξαιρετική ρεπερτοριακή επιλογή, γιατί αφορά το σήμερά μας, τον κόσμο μας, και φυσικά την Κύπρο και ανεβαίνει με τρόπο που ο θεατής μπορεί να κάνει τις απαραίτητες συνδέσεις και να σκεφτεί τις αντιστοιχίες του 1980 με αυτές του 2024.
Το κλείσιμο της παράστασης, στη ματιά μου τουλάχιστον, δείχνει πως υπάρχει ελπίδα… κάτι που όμως μένει να αποδεχθεί.
Η παράσταση που σκηνοθέτησε ο Αιμίλιος Χαραλαμπίδης είναι η καλύτερή του σκηνοθετική δουλειά. Κατάφερε ο Χαραλαμπίδης να δουλέψει την ομάδα του, με τρόπο αποτελεσματικό, να προσδώσει σε ολόκληρο τον θίασό του εκείνα τα χαρακτηριστικά που τον έκαναν να δώσει τον καλύτερό του εαυτό. Έδεσε αρμονικά όλες τις σκηνές του έργου, σύνδεσε το φαντασιακό με το πραγματικό με τρόπο που ο θεατής μπορούσε να παρακολουθήσει τη ροή της ιστορίας. Σε μία βαριά ατμόσφαιρα, όπως αυτή του κόσμου του Κούσνερ, ο Χαραλαμπίδης χορηγεί με τρόπο χειρουργικό και δόσεις χιούμορ, οι οποίες καταφέρνουν να αλαφρύνουν την κατάσταση, χωρίς όμως να επιβάλλονται στη δυστοπία του κόσμου του δικηγόρου Ρόι, του ασθενή Πράιορ, του μοναξιασμένου Τζο, της παραισθητικής Χάρπερ, του αδύναμου… Λούις.
Όλες οι ερμηνείες ήταν ισορροπημένες, η καθεμιά με τη δική της αισθητική όσον αφορά τον ρόλο που κλήθηκαν να ενσαρκώσουν. Η Μυρσίνη Χριστοδούλου, η Έλενα Δημητρίου ως Χάννα, ο Φώτης Φωτίου ως Τζο, ο Δημήτρης Αντωνίου ως Μπελίζ και ο Ανδρέας Λόντου ως Λούις, στάθηκαν «στρατιώτες» στη σκηνή καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Κατέθεσαν στη σκηνή μία αδαμάντινη αλήθεια, χωρίς προσπάθεια να υπερβάλλουν εαυτόν ή να ματαιοπονούν για κάτι που δεν το έχουν πρωτίστως συλλάβει οι ίδιοι.
Μεταξύ των ερμηνειών δεν μπορώ να μην ξεχωρίσω αυτές της Μυρτώς Κουγιάλη ως Χάρπερ, του Χάρη Αττώνης ως Πράιορ και του Χρήστου Γιάγκου ως Ρόι.
Η Κουγιάλη έδειξε στη σκηνή πόσα πολλά μπορεί να δώσει στον σκηνοθέτη της, αλλά και στον θεατή. Ερμήνευσε τον ρόλο της με απόλυτη πειθώ και πειθαρχία, στάθηκε στο είναι της ηρωίδας που κλήθηκε να ενσαρκώσει και εν τέλει το έφερε στη σκηνή με τρόπο καθηλωτικό, χωρίς στιγμή να έχει αχρείαστες εξάρσεις. Κατάφερνε να σε κάνει να την ακολουθήσεις σε έναν κόσμο αγγελικά πλασμένο, εκεί που το θαύμα ίσως και να ζει.
Ο Αττώνης έδειξε τον χαρακτήρα του με τρόπο που δεν άφηνε περιθώρια παρερμηνείας. Χωρίς να καταφεύγει σε υπερβολές ερμήνευσε εξαιρετικά το ασθενές του Πράιορ. Το κωμικοτραγικό της κατάστασής του ο Αττώνης το υπέταξε, το δούλεψε με τρόπο που δεν κατάπινε τον θεατή η ασθένειά του, η εγκατάλειψη που βίωνε… χωρίς όμως τα παραπάνω να αφήνουν αδιάφορο τον θεατή. Ισορρόπησε δηλαδή σε ένα τεντωμένο σχοινί και κατάφερε να κρατηθεί όρθιος.
Ο Γιάγκου έδωσε την καλύτερή του ίσως ερμηνεία, όσο καιρό τον παρακολουθώ τουλάχιστον. Μεστός και ειλικρινής, ενσαρκώνοντας τον αριβίστα δικηγόρο, που δίνει γη και ύδωρ για την ανέλιξη και την απόκρυψη της αλήθειας του. Ο Γιάγκου απαλλαγμένος από οτιδήποτε φτιαχτό, έσπασε υποκριτικά, αφέθηκε να εισχωρήσει στην ψυχή του ρόλου του και να τον ερμηνεύσει γνήσια.
Σημαντική πολύ στο εγχείρημα της παράστασης και η συμβολή της Θέλμας Κασουλίδου στο σκηνικό και τα κοστούμια, που δημιουργούσαν αισθητικά την ατμόσφαιρα του έργου και των ηρώων, του Αλεξάντερ Γιότοβιτς στους φωτισμούς και του Δημήτρη Ζαχαρίου στη μουσική.
Το κλείσιμο της παράστασης, στη ματιά μου τουλάχιστον, δείχνει πως υπάρχει ελπίδα… κάτι που όμως μένει να αποδεχθεί.