Η «Κ» βρέθηκε στο Δημοτικό Κέντρο Τεχνών Λεμεσού- Αποθήκες Παπαδάκη όπου εκεί παρουσιάζεται η αναδρομική έκθεση «Ζωή εν κινήσει» του Κύπριου καλλιτέχνη Σπύρου Δημητριάδη. Πρόκειται για μία ολοκληρωμένη αναδρομική έκθεση για τα 45 χρόνια του καλλιτέχνη στον χώρο της δημιουργίας. Εκεί συνάντησα τον ίδιο για μια συνέντευξη - εξομολόγηση όπως είπε, μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης, για μια ζωή γεμάτη. Ταπεινός, ευαίσθητος, περίεργος για την ζωή και περήφανος Λεμεσιανός. 45 χρόνια γεμάτα τέχνη και όπως αναφέρει στην «Κ», «45 χρόνια σημαίνει μια ζωή τέχνη. Σημαίνει πολύ ξόδεμα, πολύς πόνος, πολλή χαρά, πολλή αγωνία καθημερινά, διότι δεν επέλεξα μια εργασία με τακτική αμοιβή».
–Η ζωγραφική στη ζωή σας. Τι βλέπουμε στην έκθεση σας;
–Είμαι της πόλης άνθρωπος και εμπνεόμουν από την πόλη που ζουσα, στη δική μου περίπτωση η πόλη μου εν η Λεμεσός. Μετά όμως που ζωγράφιζα πολύ την πόλη, αποστομώθηκα, ήθελα να κάμω τοπίο, ταξίδεψα σε όλη την ύπαιθρο της Κύπρου. Ζωγράφισα πολύ τα δέντρα αλλά στο περιβάλλον τους. Έκαμνα πορτρέτα δέντρων μέσα στον χώρο τους, να περιβάλλονται από αγριόχορτα, πέτρες, χώμα, θάλασσα, βράχοι, λουλούδια, τα πάντα. Για αρκετά χρόνια ζωγράφιζα μόνο φύση. Όλα αυτά τα τοπία που βλέπεις στην έκθεση έχουν αναμνήσεις και εμπειρίες, εκ του φυσικού, δεν είναι κάτι που έχει επινοηθεί.
Η ατέλεια στην τέχνη δεν είναι αξίωμα αλλά κάπου αυτή η ατέλεια προσθέτει ζωηράδα και κάποια γοητεία
–Θα ήθελα να μου πείτε την ιστορία πίσω από το έργο σας που είναι εμπνευσμένο από το ποίημα «Ανεράδα» του Βασίλη Μιχαηλίδη.
–Η δουλειά μου έχει να κάνει πολύ με την κοινωνική κριτική, είμαι παιδί της πόλης, ήθελα να βρω τι κρύβεται πίσω από τις γραμμές, αναμεσά στις γραμμές του ποιήματος όχι αυτά που περιγράφει ο Μιχαηλίδης. Ο φίλος μου και συνάδελφος, ο Χαμπής ο χαράκτης έκαμεν εξαιρετική οπτική περιγραφή του ποιήματος. Εγώ από τη άλλη ήθελα να μπω στα παπούτσια του Μιχαηλίδη ως ανθρώπου που ήλθε από άλλη πόλη, σακατεμένος, ρακένδυτος από τη μητέρα Ελλάδα που πολέμησε. Δούλεψε ως νοσοκόμος στη Λεμεσό, αναγνωρίζεται από το κοινό της πόλης πρώτον ως ήρωας πολέμου, ως άνθρωπος που ξέρει να γράφει και να χειρίζεται τον λόγο. Αρχίζουν να τον δέχονται στα διάφορα σαλόνια της εποχής, να τους απαγγέλνει τα ποιήματά του, αλλά ο Βασίλης Μιχαηλίδης είναι ένας άνθρωπος νέος, όμορφος που ερωτεύεται πλουσιοκόρες. Αυτές μπορεί να του κάνουν τα γλυκά μάτια, αλλά τη δεδομένη στιγμή οι πόρτες κλείνουν. Δεν τον θέλουν μέσα στα σπίτια τους για γαμπρό. Τον ήθελαν ως διασκεδαστή. Εγώ έτσι το είδα. Ο Βασίλης Μιχαηλίδης αργότερα άρχισε να πίνει και όσο περνούσαν τα χρόνια έπινε και πιο πολύ. Πρόλαβε όμως και έγραψε τα μεγάλα του τα έργα, με τα οποία αναγνωρίστηκε. Εγώ είδα τη μετακίνησή του από τη ζωή των σαλονιών σε μια απομόνωση, την οποία χρειάστηκε, για να κάνει τα μεγάλα, επικά του ποιήματα. Η «Ανεράδα» είναι ένα από τα μεγαλύτερά του ποιήματα, ένα ποίημα με τόση τρυφεράδα που εκφράζει τα συναισθήματα και τον έρωτά του απέναντι σε ένα άπιαστο όνειρο. Η νεράιδα που γράφει είναι ένα άπιαστο όνειρο που δεν τον άφηκε να πιει το νερό. «Εδίψουν» και «εκάφκουν μου» αλλά εν ήπιε που το νερό της. Έμεινε με θκιο χείλη καμένα. Ο άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ζωής του βιώνει αυτά τα χείλη τα καμένα, και αυτό ήθελα να πω με τούτη τη δουλειά.
Ένα ζωντανό μουσείο. Μια μαγική πόλης
–Πηγαίνοντας στην αρχή σπουδάσατε στην Πράγα animation σωστά;
–Πριν μπω στη Σχολή παρακολουθούσα Ιστορία της Τέχνης και του Θεάτρου για έναν χρόνο, ήμουν πρωτοετής στη φιλοσοφική σχολή στην Πράγα. Όταν έπρεπε να αποφασίσω ποια κατεύθυνση να ακολουθήσω παρόλο που αγαπούσα και αγαπώ πάρα πολύ το θέατρο λόγω του παππού μου, που ήταν θεατρικός συγγραφέας, ποιητής και δημοσιογράφος, επέλεξα να κάνω κινούμενα σχέδια, αυτό ήταν το μεράκι μου.
–Τι είναι αυτό που κρατάτε από την Πράγα;
–Ο μέντορας μου καθηγητής μου στην Πράγα ένας εξέχων καλλιτέχνης illustrator παιδικών βιβλίων κυρίως αυτός με έμαθε πώς να βλέπω τη φύση, τι να προσέχω και πώς να το παρουσιάζω, με έκανε να μη φοβάμαι το άσπρο το χαρτί. Να μεν φοούμαι να ξεκινώ να ζωγραφίζω, και να μεν φοούμαι τις ατέλειες. Η ατέλεια στην τέχνη δεν είναι αξίωμα, αλλά κάπου αυτή η ατέλεια προσθέτει ζωηράδα και κάποια γοητεία. Η γνώση του να ξέρεις να σχεδιάζεις σωστά δεν σημαίνει ότι πρέπει να σχεδιάζεις φωτογραφικά πρέπει να ξέρεις και πώς να αφαιρείς το περιττό.
–Υπάρχει κάτι που θα θυμάστε πάντα από τη πόλη που σπουδάσατε;
–Την πλατεία, την είσοδο της σχολής μας που έβλεπες με το που έμπαινες τη Νίκη της Σαμοθράκης και φυσικά τις πολλές σκάλες που έπρεπε να ανεβαίνω για να πηγαίνω στο εργαστήριό μας. Δεν θα ξεχάσω τους συμμαθητές μου, που δεν ήμασταν πολλοί στο δικό μου το τμήμα, 15 άτομα συνολικά σε όλα τα χρόνια. Αλλά γενικά την Πράγα θα τη θυμάμαι για πάντα, ως ένα χώρο ζωντανό με τα στενά δρομάκια, με κήπους, σιντριβάνια, κονσέρτα και θεατρικές παραστάσεις, μια πόλη που ήταν γοτθική, μπαρόκ, μοντέρνα της εποχής, μια πόλη ένα ζωντανό μουσείο. Μια μαγική πόλη για εμένα.
–Μετά την Πράγα ήλθατε απευθείας πίσω Κύπρο;
–Μετά από την Πράγα πήγα στο Μόναχο για να κάνω προβολή της ταινίας μου σε ένα φεστιβάλ που γινόταν τότε στο πλαίσιο της εκδήλωσης Κύπρος - Μόναχο πολιτιστική εβδομάδα. Εκεί μαζί μου ήταν ο καραγκιοζοπαίχτης ο Χρίστος Πάφιος, ήμουν και ο βοηθός του Πάφιου σε κάποιες από τις παραστάσεις του, τον αγάπησα σαν άνθρωπο. Μετά, όταν τελείωσε όλο αυτό πήγα και στο σπίτι του και του ζωγράφισα το έργο «Το Hollywood τρώει τον Καραγκιόζη» είναι αυτό που έβλεπα τότε πως ο κινηματογράφος σκότωσε την τέχνη του Καραγκιόζη, που τη βλέπουμε πλέον νοσταλγικά.
«Ο νέος άμαν βράζει το γαίμα του βλέπει τα πράματα διαφορετικά, εν καταλαβαίνει τον κίνδυνο και νομίζει είναι ο ύψιστος πατριωτισμός να σκοτωθεί για την πατρίδα του. Ναι, είναι πατριωτισμός αλλά άμαν σκεφτείς, για ποια πατρίδα πολεμάς; για ποιον τα συμφέροντα πολεμάς;», λέει ο καλλιτέχνης στην «Κ»
Για ποια πατρίδα πολεμάς;
–Είστε ένας αντιπολεμικός καλλιτέχνης...
–Αυτό που έκαμνα είναι έργα κυπρολογικού ενδιαφέροντος. Ένα από τα έργα μου, που είναι και το δεύτερο animation που έκανα είναι για τις κοινότητες της Κύπρου που οι φυλετικές τους διάφορες τους ενώνουν αντί να τους χωρίζουν. Ήταν η δική μου η επιδίωξη. Στα 60 - 62 μου χρόνια το 2012, όταν έκανα το συγκεκριμένο έργο είχε προηγηθεί και ένα δημοψήφισμα, ήμουν και τότε πρόεδρος του ΕΚΑΤΕ συνεργάστηκα με Τουρκοκυπρίους και αυτό που θυμούμαι είναι ποσό πολύ θέλανε να γλυτώσουν από την Τουρκία, να επανενώθουμε και να επανέλθει η ειρήνη.
–Και στον πόλεμο;
–Δεν ενεπλάκην με τον πόλεμο άμεσα. Εμείς μείναμε γύρω από το στρατόπεδο Πολεμιθκιού και περιμέναμε τι θα γίνει μαζί μας, εάν θα μας φωνάξουν για να καταταγούμε. Ο πόλεμος διήρκησε κάπου στις 5 μέρες και μετά υπήρξε εκεχειρία. Τις πρώτες μέρες της εκεχειρίας όμως επρόκειτο να δημιουργηθεί ένα στρατιωτικό νοσοκομείο για τραυματίες του πολέμου. Εγώ είχα δύο ειδικότητες, όταν ήμουν στο στρατό, αεροπόρος και νοσοκόμος, είχα κάποιες γνώσεις για πρώτες βοήθειες. Έτσι στο στρατιωτικό νοσοκομείο με κατατάξαν ως νοσοκόμος.
–Από εκείνες τις μέρες τι θυμάστε;
–Θυμούμαι τους τραυματίες που έρκουνταν. Όταν τέλειωσε η δεύτερη φάση και άρχισαν οι τραυματίες να έρχονται για να νοσηλευτούν, ήταν πολλοί δικοί μας αλλά και Ελλαδίτες. Δεν είχαν ρούχα να φορέσουν, ήταν όλοι τους με τα εσώρουχα στα κρεβάτια του νοσοκομείου. Πήγαινα στο Ερυθρό Σταυρό να τους φέρνω ρούχα. Για να νιώσουν ως ένα σημείο και πάλι άνθρωποι… κανονικοί. Θυμούμαι ένα στρατιώτη χωρίς πόδια, άλλος είχε χάσει κομμάτι από το στομάχι του. Φρικιαστικές μνήμες… που εν φέφκουν που τον νου σου ποττέ.
–Πιστεύετε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται;
–Ο κόσμος έχει μνήμες από τους πολέμους και εν θέλει να ξαναζήσει ακόμη έναν. Δεν μπορώ να διαχωρίσω τους ανθρώπους που πολεμούν μεταξύ τους ότι ο ένας πάντα έχει δίκαιο και ο άλλος πάντα να έχει άδικο. Κάτι συμβαίνει πιο πίσω. Το «ή ταν ή επί τας» που έλεγαν οι Σπαρτιάτισσες το είπαν, αλλά εν αλήθκεια; Άμαν χάνεις τα παιθκιά σου στον πόλεμο εν το καλύτερο που μπορεί να συμβεί σε μια μάνα, νομίζεις; Να χάσει το παιδί της, πριν καν ζήσει τη ζωή του… (συγκίνηση). Ο νέος άμαν βράζει το γαίμα του βλέπει τα πράματα διαφορετικά, εν καταλαβαίνει τον κίνδυνο και νομίζει είναι ο ύψιστος πατριωτισμός να σκοτωθεί για την πατρίδα του. Ναι, είναι πατριωτισμός αλλά άμαν σκεφτείς, για ποια πατρίδα πολεμάς; για ποιον τα συμφέροντα πολεμάς;...
«Το παινεύονται σχεδόν ότι δεν καταλάβουν, ότι τι είναι υποτιμητικό να καταλαβαίνεις από τέχνη ή αφαιρεί κάτι από τον ανδρισμό τους» λέει ο κ. Δημητριάδης για την τέχνη στην Κύπρο
«Είναι υποτιμητικό να καταλαβαίνεις από τέχνη»
–Υπήρξατε και πρόεδρος του ΕΚΑΤΕ...
–Ξέκοψα από το ΕΚΑΤΕ τώρα. Όταν τότε ανέλαβα πίστευα ότι ήμουν ως συνάδελφος αγαπητός στο σινάφι μας, ότι αυτή η φιλική σχέση που είχα προς στους συνάδελφους μου θα έφερνε τους καλλιτέχνες μας πιο κοντά αλλά πολύ γρήγορα στην πρώτη μας συνεδρία ανακάλυψα ότι υπήρχαν αντίπαλες δυνάμεις. Υπήρχαν διάφορες ρωγμές, ακόμη και σε θέματα όπως από πια πόλη καλλιτέχνης είσαι, εάν είσαι Λεμεσιανός ή Χωραΐτης, ή Παφίτης. Το άφησα πίσω μου αυτό το κομμάτι.
–Πώς ήταν να είστε καλλιτέχνης ζώντας στην Κύπρο;
–Ο Κύπριος ακόμη μετά από 60 χρόνια δημοκρατίας δεν έχει την τέχνη και τον πολιτισμό ως μια από τις κυρίες του επιλογές. Ξέρεις πόσες φορές μου έχουν πει κάποιοι υψηλά ιστάμενοι, άνθρωποι που διευθύνουν οργανισμούς, ότι «ξέρεις Σπύρο μου εν τζαι καταλάβω που τέχνη, εν θα έρτω στην έκθεση σου, έννα έρτει η γυναίκα μου». Το παινεύονται σχεδόν ότι δεν καταλάβουν, ότι είναι υποτιμητικό να καταλαβαίνεις από τέχνη ή αφαιρεί κάτι από τον ανδρισμό τους.
Θυμούμαι μια ιστορία που μου έχει συμβεί, ένας με είχε βρει στο αεροδρόμιο και μου λέει «Είσαι ο γιος του Δημητριάδη του δικηγόρου;… ναι του λέω… μου λέει τα έχω μαζί σου… άσε μου λέει είμαι και εγώ δικηγόρος και η κόρη μου σε έχει πρότυπο και θέλει και εκείνη να πάει να γίνει ζωγράφος, να της κόψω τα χέρια όχι να πάει να γίνει ζωγράφος η δική κόρη μου»… Αυτό μου έμεινε χαραγμένο στο μυαλό μου, αυτή η σκήνη, πόσο μεμπτό ήταν για κάποιος να κάμουν παιδί καλλιτέχνη.
–Τι θα θέλατε να αφήσετε πίσω σας;
–Ένα καλό όνομα, και πολύ έργο για να γίνει παρακάτω πηγή έμπνευσης και παράδειγμα για τους νεαρότερους συνάδελφους που τους εκτιμώ αφάνταστα και από τους οποίους πλέον άρχισα να μαθαίνω.
Πληροφορίες
Δημοτικό Κέντρο Τεχνών Λεμεσού- Αποθήκες Παπαδάκη η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 4 Μαΐου 2022. Λεμεσός. Τηλέφωνο 26 367700