Του Απόστολου Κουρουπάκη
Αυτό το διάστημα στο Δημοτικό Μουσείο Χαρακτικής Χαμπή είναι σε εξέλιξη η έκθεση ««Χαράσσοντας την ζωή: 1944 – 1966 | Λάμπρος Ορφανός – Έλλη Μουρέλου-Ορφανού», στην οποία εκτίθενται 32 χαρακτικά του Λάμπρου Ορφανού, της περιόδου 1944-1966. Η έκθεση συμπληρώνεται με τρία χαρακτικά των δύο εικαστικών, αγαπημένων προσώπων του καλλιτέχνη, της γυναίκας του Έλλης Μουρέλου και του δασκάλου του στο Παρίσι, Robert Cami. Η «Κ» και στο παρελθόν είχε μιλήσει με τον Μίνωα Ορφανό (γιο των Λάμπρου Ορφανού και Έλλης Μουρέλου-Ορφανού) , αρχιτέκτονα και συν-επιμελητή της έκθεσης (μαζί με τη Helene Reeb – Tσαγγάρη) για το έργο του Λάμπρου Ορφανού. Σε αυτή τη συνέντευξη ο Μίνωας Ορφανός μιλάει για το έργο της μητέρας του, λέγοντας πως η Έλλη Μουρέλου-Ορφανού διέθετε μια γλώσσα γεμάτη ελευθερία, φως, χρώματα, διαύγεια και πλαστικότητα. «Η Ελλη Μουρέλου Ορφανού δημιούργησε την καλλιτεχνική της γλώσσα μέσα από συμβολικά και ονειρικά τοπία, γεμάτα ιδιάζοντα χρώματα, εξαϋλωμένες ανθρώπινες φιγούρες, μεταφυσικά κοσμικά περιβάλλοντα». Η Έλλη Μουρέλου-Ορφανού σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1940-1947) και του Παρισιού (1952-1955), όπως και την τέχνη της ψηφιδογραφίας, στην École d’Art Italien στο εργαστήριο του Gino Severini. Παντρεύτηκε τον Λάμπρο Ορφανό το 1949. Το καλλιτεχνικό της έργο περιλαμβάνει ζωγραφικά έργα, ψηφιδωτά, σχέδια, κολάζ, και ένα χαρακτικό. Υπήρξε διευθύντρια του τμήματος εικαστικών στο Αμερικάνικο Κολλέγιο Θηλέων Αθηνών (Pierce College) όπου και δίδαξε για 30 χρόνια.
–Πώς θα χαρακτηρίζατε τη ζωγράφο Έλλη Μουρέλου - Ορφανού;
–H Έλλη Μουρέλου Ορφανού ήταν ένας βαθιά δημοκρατικός άνθρωπος, εξαιρετικά καλλιεργημένη, όπως και ιδιαίτερα χαμηλών τόνων, ένας άνθρωπος του κόσμου που έκανε τέχνη την καθημερινότητά της, ποιώντας ήθος και στην καλλιτεχνική της υπόσταση, και στην ίδια της τη ζωή. Νομίζω πως ήταν μία αληθινή δημιουργός.
–Παρατηρώντας τη δουλειά της βλέπω ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο γυμνό σώμα... συνήθως χωρίς πρόσωπο... έχετε κάποια εξήγηση γι’ αυτό;
–Το ανθρώπινο ιδίωμα και η θεματολογία της αυτή χαρακτηρίζει την αρχή της ώριμης καλλιτεχνικής της εκφραστικής δημιουργίας της Έλλης Μουρέλου Ορφανού, η οποία κινήθηκε προς την πλήρη αφαίρεση. Το γυμνό σώμα απεικονίζει την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη απέναντι στον κύκλο της ζωής, με στοιχεία έντονου συμβολισμού, όπως το δέντρο της ζωής, η γυναικεία μητρότητα, η γέννηση και ο θάνατος, το φως και το σκοτάδι, κινείται στο άυλο και το ονειρικό περιβάλλον. Το γυμνό σώμα δεν έχει πρόσωπο μιας και φέρει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη αντιμέτωπη με την προσωπική της μοίρα και κατ’ επέκταση την πανανθρώπινα αιώνια πάλη προς τη γνώση, τις αξίες της ίδιας της ζωής και τη μοναχικότητα του ίδιου του θανάτου.
«Σε όλη της τη ζωή λοιπόν ήταν ανεξάρτητη, αυτόνομη και αυτάρκης και στην καλλιτεχνική της πορεία, όπως και στην προσωπική της ζωή».
«Η ήπια χρωματική σύνδεση των αστρικών όγκων του άυλου κοσμικού σύμπαντος είναι απόρροια μιας βαθιάς τρυφερής γλώσσας, γεμάτη από εσωτερικό φως, μαλακά χρωματικά κοντράστα, η οποία προσβλέπει στη μυστηριώδη διαφάνεια ενός ονειρικού ιδιώματος».
Ηπια χρωματική σύνδεση
–Μπορείτε να καθορίσετε την καλλιτεχνική και αισθητική γλώσσα της Έλλης Μουρέλου;
–Η Ελλη Μουρέλου Ορφανού δημιούργησε την καλλιτεχνική της γλώσσα μέσα από συμβολικά και ονειρικά τοπία, γεμάτα ιδιάζοντα χρώματα, εξαϋλωμένες ανθρώπινες φιγούρες, μεταφυσικά κοσμικά περιβάλλοντα. Μαθήτρια του Κωνσταντίνου Παρθένη για τέσσερα χρόνια, όπως και του πρωτοπόρου φουτουριστή Gino Severini, για άλλα τρία, ακολούθησε την αφαιρετική απεικόνιση του θείου, μέσα από μία βαθιά ανθρωπιστική θεματολογία της γυναικείας υπόστασής της. Η ήπια χρωματική σύνδεση των αστρικών όγκων του άυλου κοσμικού σύμπαντος είναι απόρροια μιας βαθιάς τρυφερής γλώσσας, γεμάτη από εσωτερικό φως, μαλακά χρωματικά κοντράστα, η οποία προσβλέπει στη μυστηριώδη διαφάνεια ενός ονειρικού ιδιώματος. Αργότερα εκφράζει την ιδιώνυμη αφαίρεση που διατρέχει το έργο της με μια έκρηξη χρωματικών κινήσεων και όγκων, προσβλέποντας στη διαύγεια των αισθήσεων που μπορούσαν να προκαλέσει η γλώσσα της αυτή. Δημιούργησε ένα αισθητικό ιδίωμα ανεξάρτητο από τις επιρροές που μπορούσε να αντλήσει από τον Marc Chagall, τον Καντίνσκι, τον Ρέμπραντ και τον Ελ Γκρέκο. Διέθετε μια γλώσσα γεμάτη ελευθερία, φως, χρώματα, διαύγεια και πλαστικότητα.
–Έντονα χρώματα, περισσότερη ελευθερία στις γραμμές απ’ ό,τι ο Λάμπρος Ορφανός, έχει εν γένει μια άλλη οπτική, κοιτάνε ενίοτε την ίδια εικόνα, από άλλο πρίσμα... πώς συνομιλούσαν καλλιτεχνικά οι δυο τους;
–Η συνομιλία τους βασιζόταν στην αγάπη και στη βαθιά εκτίμηση που είχε ο ένας στον άλλο, αλλά και στην εμπιστοσύνη που έφερε ο ένας για τον άλλο. Ήταν περήφανοι και σεβόταν ο ένας την ύπαρξη του άλλου και σε καλλιτεχνικό επίπεδο και σε προσωπικό. Με βάση αυτά λοιπόν, μπορούσαν να εκφράσουν τη γνώμη τους ο ένας στον άλλο. Η γνώμη αυτή δεν μείωνε το αποτέλεσμα του άλλου πάνω στην τέχνη τους, πλούτιζε και πολλές φορές μπορούσε να βοηθήσει στην εξέλιξη του έργου τους. Είχαν πάντοτε μία αγαστή επικοινωνία, όπως και η σχέση τους, οπότε ήταν μεν διαφορετικοί κόσμοι, αλλά ταυτόχρονα και συγκλίνοντες. Το ίδιο πράγμα συνέβαινε και στις επιλογές των φίλων τους, που ήταν βασισμένες στην εκτίμηση, στον σεβασμό της ανθρώπινης ύπαρξης και στην υψηλή ποιότητα, δεν ήταν επιλογές βασισμένες σε πολιτικά, οικονομικά ή τεχνοκρατικά κριτήρια.
«Το γυμνό σώμα δεν έχει πρόσωπο μιας και φέρει κάθε ανθρώπινη ύπαρξη αντιμέτωπη με την προσωπική της μοίρα και κατ’ επέκταση την πανανθρώπινα αιώνια πάλη προς τη γνώση, τις αξίες της ίδιας της ζωής και τη μοναχικότητα του ίδιου του θανάτου».
Το έργο να μιλάει από μόνο του
–Η Ελλη Μουρέλου - Ορφανού ήταν μία χειραφετημένη καλλιτέχνιδα;
–Η Έλλη Μουρέλου γεννήθηκε σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο πρέσβευε τη γυναικεία υπόσταση, και εκείνη, όπως και η μεγαλύτερη αδελφή της Βάσω, άρχισε να εργάζεται πολύ νέα. Το 1935 η οικογένειά της μετακομίζει στο Λονδίνο, όπου εργάζεται σε ηλικία 15-16 ετών, με την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου επιστρέφουν εσπευσμένα οικογενειακώς στην Ελλάδα, και η Έλλη εγγράφεται στη Σχολή Καλών Τεχνών των Αθηνών και μετά το τέλος των σπουδών της αρχίζει να εργάζεται ως καθηγήτρια εικαστικών στο τέλος της δεκαετίας του 1940. Από τότε και για μία 35ετία περίπου διδάσκει καλλιτεχνικά και διευθύνει το Τμήμα Εικαστικών του Αμερικανικού Κολλεγίου Θήλεων στο Ελληνικό, το οποίο αργότερα μετονομάστηκε σε Pierce College στην Αγία Παρασκευή. Σε όλη της τη ζωή λοιπόν ήταν ανεξάρτητη, αυτόνομη και αυτάρκης και στην καλλιτεχνική της πορεία, όπως και στην προσωπική της ζωή.
–Και η Έλλη Μουρέλου - Ορφανού, όπως και ο πατέρας σας και σύζυγος της, ο Λάμπρος Ορφανός, καλλιτεχνικά ήταν εσωστρεφής, γιατί νομίζετε ότι έκαναν αυτή τη επιλογή;
–Και οι δυο τους πίστευαν ότι το έργο μιλάει από μόνο του. Οφείλει να αγγίζει τον θεατή χωρίς λόγια. Άφηναν λοιπόν το έργο τους να υπάρχει μέσα στον χρόνο, σιωπηλά και χωρίς παρεμβάσεις για να πάρει τη δική του θέση απρόσκοπτα και ξεκάθαρα. Αμφότεροι ποιούσαν καλλιτεχνικό ήθος, ελεύθεροι από την εμπορικότητα ενός έργου, εκεί όπου κυριαρχεί η μακρόχρονη πορεία ενός δημιουργού, στον πλήρη έλεγχο των εκφραστικών του μέσων, στη δόμηση της προσωπικότητάς του και της ωρίμανσης της καλλιτεχνικής του υπόστασης. Από φύσει και θέσει υπήρχε μια βαθιά σεμνότητα και στους δύο, πρόδηλη εξάλλου σε όσους κινούνται σοβαρά προς την αυτογνωσία. Χαρακτηριστικά την ίδια σεμνότητα έφεραν οι δύο μεγάλοι δάσκαλοι του πατέρα μου, Λάμπρου Ορφανού, ο Γιάννης Κεφαλληνός, ο σπουδαίος χαράκτης και εξαίρετος δάσκαλος χαρακτικής στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και ο επίσης δάσκαλός του στη Χαρακτική Ρομπέρ Καμί, στην Ecole Nationale des Beaux-Arts στο Παρίσι, και οι δύο αυτοί δημιουργοί ήταν εσωστρεφείς, σεμνοί και χαμηλών τόνων άνθρωποι και στη ζωή και στην καλλιτεχνική τους υπόσταση. Κάτι που ακολούθησε πιστά και ο ίδιος ο πατέρας μου σε όλη του τη ζωή.
Πληροφορίες
Έκθεση χαρακτικής: «Λάμπρος Ορφανός - Έλλη Μουρέλου-Ορφανού: Χαράσσοντας την ζωή, 1944 – 1966». Δημοτικό Μουσείο Χαρακτική Χαμπή, Αμμοχώστου 55-59, Παλιά Πόλη, Λευκωσία. Διάρκεια έως 31 Μαΐου 2023.