Του Απόστολου Κουρουπάκη
Με το χώμα, την πέτρα και το ξύλο ο άνθρωπος πορεύτηκε για αιώνες. Αποτελούσαν τα κύρια υλικά του για την κατασκευή εργαλείων, σκευών, και άλλων αντικειμένων, κυρίως για λατρευτική χρήση. Αυτά τα υλικά, αλλά και κολόκια και φτερά, χρησιμοποιεί και ο λαϊκός καλλιτέχνης Βρασίδας Νεοφύτου από την Τάλα της Πάφου, για να φτιάξει τα δικά του έργα τέχνης, ζωόμορφα γλυπτά, κυρίως, τα οποία παρουσιάζονται στην isnotgallery της Λευκωσίας με τον τίτλο Βαβέλ... Λαϊκός καλλιτέχνης ο Βρασίδας Νεοφύτου, δεν έχει καμία ακαδημαϊκή κατάρτιση: «Τα κάμνω γιατί μου αρέσουν» μού λέει ο Βρασίδας Νεοφύτου, ο οποίος υπηρετεί με τον δικό του τρόπο την παλιά λαϊκή τέχνη, που όπως μου αναφέρει είναι κάτι που κληρονόμησε από τον παππού του και τον πατέρα του. «Ασχολούμαι από μικρός, γιατί και ο παππούς μου και ο πατέρας μου ασχολούντο με τούτα τα πράματα, ήταν κάτι που μου άρεσε». Τα έργα του Νεοφύτου τοποθετήθηκαν, κυρίως αφηρημένες μορφές ζώων / γλυπτά και πουλιά διαφόρων ειδών, στο πάτωμα της γκαλερί, μαζί με μαγκούρες. Μοιάζουν να αναδύονται από τη γη... απόκοσμα ή προϊστορικά, σαν να θέλουν να ορθώσουν μια δική τους Βαβέλ... Οτιδήποτε γεννά η φύση ο Βρασίδας Νεοφύτου το παίρνει και το μετουσιώνει σε έργο τέχνης, «όλα τα υλικά που χρησιμοποιώ είναι από τη φύση». Ξύλο, πέτρα, ρίζες και κορμούς δέντρων, αλλά και κογχύλια, φτερά, χρωματισμένες κολοκύθες, ο οποίος μού λέει: «Βλέπω ένα ξύλο και σκέφτομαι αμέσως πως θα μπορούσα να φτιάξω ένα πουλί, ή φαίνεται σαν ένα ψάρι... κάποιος άλλος θα το δει σαν καυσόξυλο... και θα το ρίξει στη φωτιά...». Δεν υπάρχει κάτι που πυροδοτεί την έμπνευση του κ. Νεοφύτου, «έρχεται μόνη της, μπορεί να κάνω έναν περίπατο στη φύση και να δω ένα κούτσουρο, μία πέτρα, και αμέσως αποφασίζω τι θέλω να φτιάξω».
Ο κ. Νεοφύτου δεν ενδιαφέρεται αν κάποιο από τα έργα του παρουσιάσει κάποια ακαδημαϊκή ατέλεια, αφού κάνει ό,τι βγαίνει από την ψυχή του –φυσικά και δεν αφήνει κανένα έργο του στην τύχη του... φροντίζει τα δώρα της ψυχής του, και επιθυμία του είναι η δουλειά του να είναι ανοικτή για εκείνους και εκείνες που θέλουν να δουν νεκρά υλικά να ζωντανεύουν, είτε ως ζωόμορφα γλυπτά, είτε άλλως πως. Μου λέει: «ό,τι φανταστεί το μυαλό σου θα το βρεις στον χώρο μου, σε 400 τετραγωνικά μέτρα». Μάλιστα πριν από δύο χρόνια προσπάθησε να θεσμοθετήσει τον χώρο του και αποτάθηκε στην Πολιτεία... «Δεν έχω καμία απάντηση ακόμα... αλλά δεν πειράζει» μου λέει. Ο κ. Νεοφύτου σε ερώτησή μου για το αν οι νεότερες γενιές ενδιαφέρονται γι’ αυτού του είδους την τέχνη μου λέει χαρακτηριστικά: «Όχι στον βαθμό που έπρεπε, θα έπρεπε νομίζω να υπήρχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τους αρμόδιους... οι νεότεροι δεν ενδιαφέρονται πια. Είναι πολύ λίγοι οι παλιοί που ασχολούνται με αυτά τα πράγματα». Και εδώ σημειώνω εγώ ότι η Πολιτεία, επί τη ευκαιρία της ίδρυσης του υφυπουργείου Πολιτισμού, θα πρέπει να εγκύψει στον τομέα της λαϊκής τέχνης και του λαϊκού πολιτισμού.
Η δημιουργός φύση
Ουσιαστικά ο κ. Νεοφύτου κάνει μία επιστροφή στα βασικά, και όχι μόνο στα υλικά, αλλά στην έννοια θεωρώ της ίδιας της τέχνης
Με την τέχνη του ο κ. Νεοφύτου δείχνει πως η ίδια η φύση ακόμα και μ’ ένα παλιοκούτσουρο δημιουργεί έργα τέχνης... τονίζοντάς μου πως η φύση είναι η ανώτερη δύναμη. Ουσιαστικά ο κ. Νεοφύτου κάνει μία επιστροφή στα βασικά, και όχι μόνο στα υλικά, αλλά στην έννοια θεωρώ της ίδιας της τέχνης. Επιστρέφει στη γη, στη φύση και μου λέει πως δεν σεβόμαστε τη φύση, και τον ερωτώ για τον Ακάμα... «Νομίζω υπάρχουν τόσα συμφέροντα...». Δημιουργώντας τα έργα του ο Βρασίδας Νεοφύτου επιστρέφει σε αλλοτινούς καιρούς, θυμάται τον πατέρα του, τον παππού του... τη γη της Τάλας... «Για να καταλάβεις, τώρα που σου μιλάω κάθομαι και βλέπω ένα σπιτάκι που έχτισε ο παππούς μου το 1953, μετά τον σεισμό, με πηλό και καλάμια... και τώρα έχει μείνει η καπνοδόχος... και σκέφτομαι αυτόν τον τοίχο να τον λαξεύσω... και να είναι το σπίτι του παππού»... Ο χαρακτηρισμός λαϊκός καλλιτέχνης για τον Βρασίδα Νεοφύτου δεν είναι κενός περιεχομένου... ως μεγαλύτερη ανταμοιβή αισθάνεται τη βαθιά ικανοποίηση, όταν βλέπει το έργο του «ζωντανό» και αυτή η αμοιβή και η γενναιοδωρία τον κατατάσσει αυτόματα στην κατηγορία του καλλιτέχνη που ακολουθεί πρώτιστα την ψυχή του.
Οι ρίζες μας
Ο ιδιοκτήτης της γκαλερί και επιμελητής της έκθεσης Αντρος Ευσταθίου μού λέει πως αυτό που τον συγκίνησε ήδη από την πρώτη του «ανάγνωση» στα έργα του Βρασίδα, πριν από επτά χρόνια, ήταν η αθωότητά τους, η πρωτόγονη λαϊκή σκέψη πίσω από την κατασκευή τους αλλά συνάμα και αυτή η καθαρότητα και ελευθερία σκέψης στη σύλληψη και εντέλει δημιουργίας τους. «Τα έργα αυτά είναι οι “ρίζες” μας. Δεν διακατέχονται από καμία έγνοια να αντιγράψουν ή να μιμηθούν ξένα έργα τέχνης, αλλά καταφέρνουν να σου δημιουργούν ένα αίσθημα αυθεντικότητας και ελευθερίας από έναν καλλιτέχνη του οποίου η παιδεία μπορεί να μην είναι ακαδημαϊκή αλλά είναι τόσο πλατιά χωρίς στεγανά και “πρέπει” που την ίδια στιγμή τον μετατρέπει μοναδικό σε αυτά που καταφέρνει να δημιουργήσει».
Ο Αντρος λέει σχετικά με τα έργα πως αυτά είναι «λαϊκά» και ταυτόχρονα είναι και «σύγχρονα», δεν χρειάζεται προσπάθεια για να το αντιληφθεί ο θεατής... «τα έργα αυτά έχουν την ευλογία που κουβαλούν τα έργα που προέρχονται από καλλιτέχνες που πραγματικά γεννήθηκαν “ελεύθεροι” σε ένα χωριό της Πάφου, χωρίς βαρίδια και χωρίς το άγχος να τα “εκθέσουν” σε γκαλερί και μουσεία». Τι σκέφτεσαι όταν τα κοιτάς... ρωτώ τον Άντρο: «Με εκπλήσσουν κάθε φορά που τα κοιτάζω, δεν ξέρω αλλά τα θεωρώ τόσο “σύγχρονα”, με έναν τρόπο τόσο δικό τους που πολλές φορές προσπαθώ πολύ να καταλάβω πώς ένας καλλιτέχνης χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις περί σύγχρονης τέχνης καταφέρνει να δημιουργεί μικρά “διαμάντια” σύγχρονης τέχνης σε ένα νησί που σπάνια πια βλέπεις το αυθεντικό μπροστά σου».