Kathimerini.com.cy
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ-ΠΑΥΤΙΝΟΥ
«Κατακαλόκαιρο»
εκδ. Μωβ Σκίουρος, σελ. 308
Της ΚΟΥΛΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
Τρεις λέξεις: Εγκατάλειψη, απώλεια, απουσία. Και μία τέταρτη: φόβος. Η Ευαγγελία Χαραλάμπους-Παυτίνου πετυχαίνει κάτι σημαντικό σε αυτό το βιβλίο. Το καλοκαιρινό νησιώτικο σκηνικό, που πλάθει και θέτει ως φόντο της ιστορίας της, αποτελεί ουσιαστικά ένα ελαφρύ ένδυμα επάνω σε βαθιά ανθρώπινα τραύματα και φόβους. Ξεσκεπάζοντας αυτό το ένδυμα, οι ήρωές της τίθενται γυμνοί μπροστά από έναν καθρέφτη. Τότε οι ανασφάλειες, οι φόβοι, οι πληγές τους είναι ορατές και εγείρουν τόσο την κριτική όσο και την επώδυνη ανάγκη αυτοκριτικής.
Οι ήρωες αυτού του βιβλίου εγκαταλείπουν και εγκαταλείπονται. Μία κατάσταση άκρως συνηθισμένη στην καθημερινότητα των ανθρώπινων διαπροσωπικών σχέσεων. Αυτή, όμως, η αλληλεπίδραση έχει αντίκτυπο, κόστος κι έναν τελικό απολογισμό. Το βιβλίο ξεκινά με χώρο δράσης το λιμάνι της παραδεισένιας Ικαρίας. Ωστόσο, η συναισθηματική κατάσταση της ηρωίδας δεν κρύβει καμία εσωτερική γαλήνια Εδέμ. Το λιμάνι για τη Χρυσή, την πρωταγωνίστρια, σηματοδοτεί ένα σκηνικό απόδρασης, φυγής. Από τον έρωτα και την ανασφάλεια που γεννά αυτό το ανθρώπινο αίσθημα σε όσους εμπλέκονται σε αυτόν, με μεγαλύτερα ή μικρότερα τραύματα του παρελθόντος, με άμυνες ή δοτικότητα. Η ανα-χώρηση αυτή εγκυμονεί έναν απο-χωρισμό. Η νεαρή δασκάλα αναγκάζεται να απομακρυνθεί από τον αρκετά μεγαλύτερό της σε χρόνια κεραμοποιό, Ερμή, το παιδί του οποίου εγκυμονεί η Χρυσή, χωρίς αυτός να το γνωρίζει, μα που στην τελευταία τους συζήτηση αυτός έκανε σαφές ότι ένα δεύτερο παιδί θα τού ήταν ανεπιθύμητο. Γιατί ο Ερμής είχε ήδη ένα παιδί, τον επτάχρονο Χάρη, καρπό ενός καλοκαιρινού έρωτα με τη Γαλλίδα ψυχολόγο, Ζακλίν.
Αυτή η τετράδα, Χρυσή-Ερμής-Χάρης-Ζακλίν, είναι η κύρια πρωταγωνιστική ομάδα, των οποίων οι ζωές θα αναδιαμορφωθούν και θα ανατραπούν, όταν οι δρόμοι τους συναντηθούν και μέσα από την επαφή θα αλληλοεπιδράσουν.
Όλα αυτά θα ξεκινήσουν ένα κατακαλόκαιρο, όταν η Χρυσή μαζί με την κολλητή της φίλη, Άννα, αποφασίσουν να περάσουν τις διακοπές τους στην Ικαρία. Η συνάντηση Χρυσής και Ερμή θα προκύψει από ένα ωτοστόπ, ένας τρόπος ταξιδιού και περιήγησης που ανθίζει στην Ικαρία, αποτελεί μόδα της δεκαετίας του ’70 και προϋποθέτει την αύρα ελευθερίας του ωτοστόπερ και την εμπιστοσύνη στον οδηγό. Συνεπώς, επιστρέφουμε σε έναν χωροχρόνο μεγαλύτερης «αθωότητας» από τη σημερινή και σε συνθήκες που θέλουν τους ανθρώπους πιο ανοικτούς και διαθέσιμους σε περιπέτειες και συναναστροφές. Ωστόσο, ούτε η Χρυσή ούτε ο Ερμής διαθέτουν αυτά τα χαρακτηριστικά. Αντίθετα, διακρίνονται και οι δύο από εσωστρέφεια, αντικοινωνικότητα, φοβικά σύνδρομα και ανασφάλειες, χτισμένες από την ευαίσθητη παιδική ηλικία, η οποία σημαδεύτηκε –και για τους δύο– από μια εκδοχή της απώλειας. Η Χρυσή έχασε τον αδελφό της σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και ο Ερμής εγκαταλείφθηκε από τη μητέρα του.
Ο έρωτας που θα προκύψει θα λειτουργήσει και για τους δύο ως αφορμή εσωτερικής αναδιαπραγμάτευσης συναισθηματικών ελλείψεων, προσδοκιών και αναγκών. Ο έρωτας είναι μία κατάσταση στην οποία όλα τα συναισθήματα διογκώνονται. Μαζί με τα συναισθήματα διογκώνονται και οι όποιες ανασφάλειες και τραύματα κουβαλάει το κάθε πρόσωπο που εμπλέκεται. Η ευαλωτότητα που προκύπτει από την ανάγκη και την επιθυμία της παρουσίας του «σημαντικού άλλου» ανακαλεί –ακόμα και ασυνείδητα– αντίστοιχα αποσταθεροποιητικά βιώματα κι επώδυνες μνήμες απλήρωτης ανάγκης και απουσίας. Το τραύμα του φόβου της απώλειας και της εγκατάλειψης αναγεννιέται κάθε φορά που ένας έρωτας γεννά τη μεγάλη επιθυμία και κατ’ επέκταση την ανάγκη της παρουσίας ενός σημαντικού άλλου.
Ουσιαστικά η συγγραφέας διαπραγματεύεται λογοτεχνικά ένα παζλ συναισθημάτων. Στο ένα επίπεδο, το προφανές, είναι η ιστορία και η πλοκή αυτής. Στο υπόστρωμα, όμως, βρίσκεται αυτό το παζλ συναισθημάτων. Το «Κατακαλόκαιρο» δεν είναι τόσο «αθώο» ως προς τις ιδέες που το συνθέτουν. Δεν είναι ένα ακόμα μυθιστόρημα με θεματικό άξονα τον έρωτα. Ουσιαστικά είναι μία λογοτεχνική κατασκευή που επιτρέπει στο διεισδυτικό και ψυχογραφικό μάτι της συγγραφέως να μιλήσει για φόβους και πάθη.
Το «Κατακαλόκαιρο» είναι ένα λογοτέχνημα που συνομιλεί με την επιστήμη της Ψυχολογίας. Γιατί, όμως, είναι πάνω απ’ όλα λογοτέχνημα και ποια είναι η τέχνη του λόγου του; Η Ευαγγελία Χαραλάμπους είναι τεχνίτρια του λόγου. Στο βιβλίο της αυτό και στον τρόπο που λέγει και ποιεί πρέπει να προσεχθεί η χρήση της Μεταφοράς και της Παρομοίωσης, ως εκφραστικά μέσα και εργαλεία.
Το τραύμα της εγκατάλειψης καταγράφεται από την οπτική τόσο αυτού που εγκαταλείπεται όσο και από την οπτική αυτού που εγκαταλείπει. Η Χρυσή εγκαταλείπει τον Ερμή, που έχει εγκαταλειφθεί και από τη σύζυγό του, Ζακλίν. Η Ζακλίν δεν εγκατέλειψε μόνο τον σύζυγό της, αλλά με το φευγιό της εγκαταλείπει και το ίδιό της το παιδί, τον Χάρη. Η Χρυσή αναρωτιέται την ώρα που φεύγει: «Τελικά ποιος πονάει πιο πολύ; Αυτός που φεύγει ή αυτός που ξυπνάει σ’ ένα σπίτι μόνος;»
Είναι σε θέση οι ενήλικες να θεραπεύσουν δικά τους ή άλλων ανθρώπων τραύματα; Είναι σε θέση ένα μυθιστόρημα να διαπραγματευτεί λογοτεχνικά τόσο ευαίσθητα ζητήματα για τις ανθρώπινες ψυχές; Η Ευαγγελία Χαραλάμπους-Παυτίνου, στο πρώτο της κιόλας βιβλίο, κάνει μια βαθιά βουτιά στον κόσμο εύθραυστων ψυχών, ακουμπά στις πληγές, σκάβει έντεχνα με αξίνα τις ευαίσθητές της κεραίες σε ζητήματα ψυχολογίας, ανακινεί ερωτήματα και αφήνει στους αναγνώστες τις εύκολες ή δύσκολες απαντήσεις.
Η κα Κούλα Στυλιανού είναι φιλόλογος.