Του Γιάννη Ιωάννου
Στη παραδοχή πως το καλοκαίρι στην ανατολική Μεσόγειο, με φόντο Κυπριακό κι ενεργειακά, δεν θα είναι χωρίς εντάσεις προέβη τόσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας όσο και τα κόμματα -στο Εθνικό Συμβούλιο που διεξήχθη την Δευτέρα. Η μεγάλη εικόνα συνδέεται ασφαλώς με αυτό που πρώτη η «Κ» ανέφερε σε ρεπορτάζ της προ εβδομάδων για την έλευση τουρκικού γεωτρύπανου της ΤΡΑΟ στο τεμάχιο «6» της κυπριακής ΑΟΖ. Πτυχή που επαναφέρει την ένταση στην περιοχή με φόντο τόσο τα ενεργειακά της ανατολικής Μεσογείου -και την «κυπριακή τους διάσταση»- όσο και την πρακτική -δια τετελεσμένων- της Άγκυρας επί της κυπριακής ΑΟΖ που κορυφώθηκε την περίοδο 2019-2020 με τις έξι έκνομες γεωτρήσεις των «Fatih» και «Yavuz» εντός κι εκτός αδειοδοτημένων τεμαχίων.
Το Εθνικό Συμβούλιο ήταν ένα reality check σε σχέση με τα όσα διακυβεύονται για τη Κύπρο σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο με φόντο και τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία και πως η αντιπαράθεση Μόσχας-Δύσης κορυφώνεται με αφορμή την διεύρυνση του ΝΑΤΟ (Φινλανδία-Σουηδία) αλλά και την ευρωπαϊκή ενταξιακή πορεία της Ουκρανίας -ζήτημα που θα τεθεί και στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Οι τρεις βασικοί άξονες στους οποίους κινήθηκαν αυτές οι διαπιστώσεις αφορούν:
• Στο ρεαλιστικό σενάριο καθόδου, στο τεμάχιο «6» (Total-ENI) του τέταρτου ερευνητικού γεωτρύπανου που απέκτησε η τουρκική κρατική ΤΡΑΟ. Το πλοίο σταθμεύει ήδη στο κόλπο της Μερσίνης και πρόσφατα βαφτίστηκε σε «Αμπντελχαμίντ» -διάσταση που ακολουθεί το μοτίβο των συμβολισμών ισλαμικής σημειολογίας (πχ «Πορθητής») για την κυβέρνηση Ερντογάν. Το σενάριο αυτό επαναφέρει την δημιουργία τετελεσμένων επί της κυπριακής ΑΟΖ με το σενάριο εξεύρεσης κοιτάσματος και την εκμετάλλευσή του (πχ άναμμα φλόγας) σε πολιτικό επίπεδο να επιβεβαιώνουν τόσο τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας σε σχέση με τις θαλάσσιες ζώνες στην ανατολική Μεσόγειο όσο και το πως η ενέργεια έχει καταστεί εργαλείο «πολιτικής ισότητας» στο Κυπριακό
• Στο ότι δεν υπάρχει κινητικότητα στο Κυπριακό μέχρι τον χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης των τουρκικών εκλογών (σ.σ. είτε γίνουν πρόωρα, είτε το καλοκαίρι του 2023). Διαπίστωση που ήταν γνωστή και παγιωμένη μεταξύ ανθρώπων που γνωρίζουν κι αναλύουν τις προοπτικές επανέναρξης του διαλόγου -πέραν της διάστασης των ΜΟΕ και
• Πως η πολιτική των κυρώσεων, που ταυτίστηκε με την προσπάθεια της κυβέρνησης την περίοδο 2020-2021, να δημιουργήσει πολιτικό και οικονομικό κόστος στη Τουρκία για τις ενέργειές της σε ΑΟΖ και Βαρώσι δεν έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας, ιδίως σε μια γεωπολιτική συγκυρία που η Τουρκία αποτελεί -λόγω του Ουκρανικού- ένα ενδιαφέρον κι ανοικτό, διπλωματικά, κεφάλαιο για Δύση και ΕΕ
Τι να αναμένουμε
Παρά την παραδοχή πως οι κυρώσεις δεν αποτελούν τρόπο αντιμετώπισης της τουρκικής προκλητικότητας η προσπάθεια για αυτές δείχνει να μην εγκαταλείπεται -ιδίως στο σενάριο όπου το τουρκικό τρυπάνι θα προχωρήσει με ενέργειες στο «6» και θα παραμείνει πέριξ της θαλάσσιας περιοχής της Κύπρου ως το τέλος του χρόνου. Αυτό σε συνδυασμό με την απόρριψη των ΜΟΕ από την τουρκοκυπριακή ηγεσία (σ.σ. Ερσίν Τατάρ) αλλά και την υψηλών εντάσεων ρητορική που η Άγκυρα έχει εγκαινιάσει με φόντο τα ελληνοτουρκικά, δημιουργούν ένα μίγμα περαιτέρω στασιμότητας στο Κυπριακό, η χρονική διάρκεια της οποίας εκτείνεται, αναπόφευκτα, μέχρι τις τουρκικές εκλογές. Η ελληνοκυπριακή ηγεσία ωστόσο δείχνει να προσανατολίζεται σταθερά στο ζήτημα διορισμού ειδικού απεσταλμένου του ΓΓ του ΟΗΕ για το Κυπριακό και να μην εγκαταλείπει σε διπλωματικό επίπεδο την εξεύρεση περιθωρίου επανέναρξης κάποιου διαλόγου στο Κυπριακό μέσω των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.
Αυτό που σε κάθε περίπτωση καθίσταται σαφές είναι πως το Κυπριακό εισέρχεται σε μια περίοδο μακράς νάρκης ενώ το συγκείμενο των εντάσεων στην περιοχή δείχνει να εγκυμονεί κινδύνους για περαιτέρω εμπέδωση των τουρκικών τετελεσμένων με φόντο τη Κύπρο -σε μια περίοδο που μπορεί να μην υπάρχει μάλιστα περιθώριο για «θετική ατζέντα» από διεθνείς δρώντες, όπως αυτή που ακολούθησε την περίοδο εντάσεων του 2018-2020 με φόντο τον άξονα Άγκυρας-Βρυξελλών.