ΚΥΠΕ
O οίκος αξιολόγησης Standard and Poor’s επιβεβαίωσε την μακροχρόνια πιστοληπτική αξιολόγηση της Κύπρου στο ΒΒΒ-, διατηρώντας ταυτόχρονα θετικά την προοπτική, τονίζοντας πως παρά την ουκρανική κρίση και τις οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές της κυπριακής οικονομίας παραμένουν συμπαγείς.
«Ενώ αναμένουμε ότι η κρίση στην Ουκρανία θα επιβαρύνει την οικονομικές επιδόσεις της Κύπρου μέσω των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία, ενός σημαντικού οικονομικού εταίρου (της Κύπρου) οι μεσοπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές παραμένουν συμπαγείς», αναφέρει ο S&Ps, εκτιμώντας πως ο μέσος ρυθμός ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης την περίοδο 2023 – 2025 θα ανέλθει στο 3,2%.
Σημειώνει ότι ενώ οι επιδόσεις της οικονομικής ανάπτυξης θα είναι κατώτερες φέτος λόγω των έντονων πιέσεων στη ρωσική οικονομία, αναμένεται συμπαγής οικονομική δραστηριότητα στηριζόμενη από τις εκταμιεύσεις του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας κατά την περίοδο 2021 – 2026.
«Αναμένουμε ότι η κλιμάκωση της επέμβασης της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και οι συνακόλουθες κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας θα επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα στην Κύπρο, δεδομένων των στενών οικονομικών και χρηματοοικονομικών σχέσεων, κάτι που προστίθεται στις αυξημένες τιμές της ενέργειας», λέει.
Σύμφωνα με τον οίκο, το κλείσιμο του εναέριου χώρου στα ρωσικά αεροσκάφη θα επηρεάσει τις τουριστικές αφίξεις από τη Ρωσία, τη δεύτερη τουριστική αγορά της Κύπρου μετά το Ηνωμένο Βασίλειο, αν και μια ισχυρή ανάκαμψη αφίξεων από χώρες της ΕΕ θα μπορούσε μερικώς να καλύψει το κενό.
Επίσης σημειώνει πως η Ρωσία, περιλαμβανομένων και των Ρώσων με κυπριακή υπηκοότητα είναι βασική αγορά του τομέα των επιχειρηματικών υπηρεσιών, που αντιστοιχεί στο 11% του κυπριακού ΑΕΠ και σε ένα σημαντικό μερίδιο των ευρύτερων εξαγωγών, ενώ ο αντίκτυπος επί βασικών ρωσικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων από τις κυρώσεις θα επιβαρύνει περαιτέρω τον τομέα των υπηρεσιών στην Κύπρο.
Προειδοποιεί επίσης ότι οι κίνδυνοι μπορεί να κλιμακωθούν γρήγορα λόγω των μεγάλων συναλλαγών μέσω ειδικών οντοτήτων ειδικού σκοπού που είναι εγγεγραμμένες στην Κύπρο, αν και οι σύνδεσμοι με την πραγματική οικονομία παραμένουν περιορισμένοι.
«Ωστόσο, ενώ αναμένουμε η επίδοση της ανάπτυξης θα είναι κατώτερη φέτος, η διαρθρωτική τάση και οι προοπτικές είναι πολύ ισχυρές», τονίζει ο οίκος, προσθέτοντας πως αναμένει ότι η δημοσιονομική πολιτική θα παραμείνει επικεντρωμένη στην μείωση των οικονομικών ευπαθειών και η βελτίωση της υγείας του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Για τα δημόσια οικονομικά, ο οίκος εκτιμά ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα ύψους 1,8% το 2021 ήταν πολύ χαμηλότερο από τις εκτιμήσεις και προσθέτει ότι αναμένει συνέχιση της βελτίωσης και πλεονάσματα το 2024.
Για το δημόσιο χρέος, ο S&Ps σημειώνει ότι έπειτα από την σημαντική αύξηση του το 2020 στο 115% του ΑΕΠ, η βελτίωση των δημοσιονομικών επιδόσεων οδήγησε στην υποχώρησή του 2021.
«Αναμένουμε την τάση αυτή να συνεχιστεί, με το χρέος της γενικής κυβέρνησης να υποχωρεί στο 80% το 2025», προσθέτει.
Επισημαίνει επίσης ότι η οικονομική ευπάθεια που σχετίζεται με τα υψηλά επίπεδα του ιδιωτικού χρέους θα επιμείνει. Για τον τραπεζικό τομέα, ο S&Ps σημειώνει ότι ενώ τα προβληματικά περιουσιακά στοιχεία έχουν μειωθεί σημαντικά, κυρίως λόγω πωλήσεων ΜΕΔ, εντούτοις παραμένουν υψηλά σε σύγκριση με τα αντίστοιχα των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Σύμφωνα με τον οίκο, η υψηλή συγκέντρωση δανείων στον τομέα των ακινήτων (13% του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου) και στον τουρισμό (9%) σε σχέση με το υψηλό μερίδιο των δανείων που βρίσκονται στο στάδιο 2 θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επιδείνωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού και να καθυστερήσουν την εξυγίανση των εναπομεινάντων κινδύνων από την κρίση του 2012.
Ωστόσο η υποστηρικτική δημοσιονομική πολιτική και η βοηθητική νομισματική πολιτική, σε συνδυασμό τις προσπάθειες τω τραπεζών για αναδιάρθρωσης στους πιο ευάλωτους τομείς θα περιορίσει τις ζημιές και θα κατανείμει τον αντίκτυπο στα βιβλία των τραπεζών σε αριθμό ετών. Ως εκ τούτου, αναμένει ότι οι προβλέψεις θα παραμείνουν πάνω των κανονικών επιπέδων και ότι ο δείκτης ΜΕΔ θα διατηρηθεί στο 9% - 14% για το 2022 και το 2023.
Αναφέρει ακόμη ότι η κρατική ΚΕΔΙΠΕΣ εργάζεται σε ένα σχέδιο ενοικίου έναντι υποθήκης, το οποίο θα μπορούσε να αντιμετωπίσει δάνεια μέχρι και €1,5 δις που αντιστοιχούν στο περίπου 40% των συνολικών ΜΕΔ, μειώνοντας τον γενικότερο δείκτη κόκκινων δανείων στο 9%.
Εξάλλου επισημαίνει την μείωση της εξάρτησης των τραπεζών από ξένες καταθέσεις και την επαρκή ρευστότητα και προσθέτει ότι οι τράπεζες έχουν κάποιο κεφαλαιακό μαξιλάρι για να απορροφήσουν ενδεχόμενη επιδείνωση στα στοιχεία ενεργητικού. «Ωστόσο αναμένουμε ότι η ικανότητα των τραπεζών για δημιουργία κεφαλαίων θα παραμείνει περιορισμένη τα επόμενα δύο χρόνια, καθώς συνεχίζουν να επενδύουν στη μείωση της λειτουργικής δομής και στον ψηφιακό μετασχηματισμό», συμπληρώνει ο οίκος.
Παράλληλα, ο οίκος εκτιμά ότι η άμεση έκθεση του τραπεζικού συστήματος στη Ρωσία μέσω δανείων και καταθέσεων είναι περιορισμένη, αν και κάποιες μικρότερες τράπεζες ενδεχομένως να παρουσιάζουν υψηλότερη συγκέντρωση. Αναμένει επίσης ότι ο αντίκτυπος στην ρωσική οικονομική δραστηριότητα θα μπορούμε κάπως να επηρεάσει την μεταβλητότητα στις καταθέσεων στην Κύπρο αν και το πλεόνασμα ρευστότητας (καταθέσεις καλύπτουν 1,8 φορές τα δάνεια) θα μπορούσε να τις αντισταθμίσει τις μεταβολές αυτές.