ΚΥΠΕ
Υποχώρηση κατά επτά θέσεις στην κατάταξη του IMD World Competitiveness Center κατέγραψε το 2022 η Κύπρος και από την 33η θέση έπεσε στην 40ή ανάμεσα σε 63 χώρες που αξιολογούνται.
Το Παγκόσμιο Κέντρο Ανταγωνιστικότητας της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων IMD στην Ελβετία (© IMD World Competitiveness Center) δημοσίευσε σήμερα την έκδοση IMD World Competitiveness Yearbook 2022 στην οποία αξιολογείται η ανταγωνιστικότητα 63 οικονομιών. To Κέντρο Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου και η Ομοσπονδία Εργοδοτών και Βιομηχάνων (ΟΕΒ) συμμετέχουν σε αυτό το έργο ως συνεργαζόμενοι φορείς του Παγκόσμιου Κέντρου Ανταγωνιστικότητας.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Πανεπιστημίου Κύπρου, όπου παρουσιάζεται λεπτομερώς η έκθεση του Κέντρου, η πτώση αυτή καταδεικνύει ότι η άνοδος στην κατάταξη που είχε σημειώσει η Κύπρος το 2020 οφειλόταν σε πρόσκαιρους παράγοντες.
Η φετινή υποχώρηση οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στη χειροτέρευση της οικονομικής επίδοσης της Κύπρου, ως αποτέλεσμα κυρίως μειωμένων εγχώριων και διεθνών επενδύσεων, αυξημένου πληθωρισμού, ελλειμματικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και επιδείνωσης των όρων εμπορίου.
Πιο γενικά, όπως σημειώνεται, η θέση της Κύπρου επιβαρύνεται από τους τρεις παράγοντες. Πρώτον, τη χαμηλή αποδοτικότητα των επιχειρήσεων λόγω αδυναμιών που σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με την εφαρμογή ψηφιακού μετασχηματισμού, τις μεταβαλλόμενες συνθήκες αγοράς, την ανάληψη εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και την προσέλκυση ταλαντούχων εργαζομένων.
Δεύτερον, την ανεπαρκή επιστημονική και τεχνολογική υποδομή, και τρίτον από τη μειωμένη αποδοτικότητα του κράτους εξαιτίας κυρίως ελλείψεων στο θεσμικό πλαίσιο.
Η φετινή κατάταξη της Κύπρου, αναφέρει η σύνοψη της έκθεσης, υπογραμμίζει τους παράγοντες που περιορίζουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και της χώρας.
Κάποιοι παράγοντες συνδέονται με εξωγενείς διαταραχές όπως για παράδειγμα η πανδημία COVID-19, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, και οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, οι οποίες επηρεάζουν την κάθε χώρα σε διαφορετικό βαθμό και είναι πολύ νωρίς για να προσδιοριστεί σε ποιο βαθμό οι επιπτώσεις είναι μόνιμες ή παροδικές.
Παρ’ όλα αυτά, σημειώνεται, αρκετοί παράγοντες που επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητα σχετίζονται με διαχρονικές αδυναμίες οι οποίες αντιμετωπίζονται με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων. Μεταρρυθμίσεις, προστίθεται, που επιταχύνουν την ψηφιακή μετάβαση, ενισχύουν την τεχνολογική και επιστημονική υποδομή και βελτιώνουν το θεσμικό πλαίσιο αναμένεται να ενδυναμώσουν την ανταγωνιστικότητα και να καταστήσουν την οικονομία πιο ευέλικτη σε τεχνολογικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις, αλλά και πιο ανθεκτική σε κρίσεις.