Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Η αύξηση των επιτοκίων και η αβεβαιότητα για το τι φέρνει από οικονομικής σκοπιάς το 2023 φαίνεται να βάζουν κάποιο «φρένο» στη ζήτηση νέων δανείων. Ενώ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022 η ζήτηση των δανείων κινήθηκε σε καλούς ρυθμούς και σε δυο μόνο μήνες να είχαν σημειώσει ελαφρά μείωση, από τον Ιούλιο παρατηρείται μία κάμψη. Όπως σημειώνουν τραπεζικές πηγές στην «Κ», η αύξηση των επιτοκίων, σε συνδυασμό με το τι μέλλει γενέσθαι, έχει ανακόψει την όρεξη που είχαν οι καταναλωτές για ζήτηση δανείων. Την ίδια ώρα, και τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα φαίνεται να έχουν «σφίξει τα λουριά», γιατί με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιούν για παραχώρηση δανείων δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να επιτραπεί η δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων. Αν και οι μήνες που παρατηρείται μείωση είναι μόνο δύο, Ιούλιος και Αύγουστος, τραπεζικές πηγές εκτιμούν πως θα συνεχιστεί η κάμψη, έστω και ελαφρά. Κατά τη γνώμη τους, η διαφύλαξη της τραπεζικής υγείας, άρα και οικονομίας, σε συνδυασμό με τη συνέχιση της ανάπτυξης της οικονομίας εξίσου σε υγιή βάση μέσω δανεισμού, έχει δημιουργήσει μια δυσεπίλυτη εξίσωση. Εκτιμούν πως ο χρόνος θα κλείσει με επιφυλακτικότητα, όπως δηλαδή και ξεκίνησε με την αστάθεια που έφερε ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία. Συγκεκριμένα, όπως κρατά στους λογαριασμούς της η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, τα συνολικά δάνεια τον Αύγουστο 2022 κατέγραψαν καθαρή μείωση 100 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με καθαρή μείωση 162,7 εκατ. ευρώ τον Ιούλιο του 2022. Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής έφθασε στο 2%, σε σύγκριση με 1,9% τον Ιούλιο 2022 και το υπόλοιπο των συνολικών δανείων τον Αύγουστο 2022 έφθασε στα 28,5 δισ. ευρώ. Τον Ιούλιο του 2022 τα συνολικά νέα δάνεια είχαν παρουσιάσει επίσης μείωση και είχαν φτάσει στα 302,3 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με 436,8 εκατ. ευρώ τον Ιούνιο του 2022.
Ένα καλό α΄ εξάμηνο
Το πρώτο εξάμηνο κατά γενική ομολογία έκλεισε πολύ καλά για την οικονομία και τις τράπεζες από πλευράς ζήτησης δανείων παρά το ότι το δεύτερο τρίμηνο ο δανεισμός δεν κινήθηκε τόσο καλά. Εάν ανατρέξει κανείς στα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας για το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο του 2022 θα δει ότι από πλευράς ζήτησης, η καθαρή ζήτηση δανείων στην Κύπρο από επιχειρήσεις κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022 παρέμεινε στο σύνολό της αμετάβλητη. Για το πρώτο τρίμηνο ειδικά, καταγράφηκε αυξημένη ζήτηση δανείων για αποθέματα και κεφάλαια κίνησης, η οποία ενδεχομένως να αντικατοπτρίζει τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα λόγω της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς και για προληπτικούς λόγους σε ένα περιβάλλον συνεχούς αυξημένης αβεβαιότητας. Από την άλλη, η καθαρή ζήτηση δανείων από νοικοκυριά τόσο για στεγαστικά δάνεια, όσο και για καταναλωτικά και λοιπά δάνεια κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022 κατέγραψε μείωση σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2021. Οι τράπεζες είχαν αποδώσει τη μείωση στη ζήτηση στεγαστικών δανείων στη λήξη των κυβερνητικών στεγαστικών σχεδίων στο τέλος του 2021 καθώς και στην επιδείνωση των προοπτικών για την αγορά κατοικίας. Η μείωση στη ζήτηση για καταναλωτικά και λοιπά δάνεια από νοικοκυριά είχε αποδοθεί στη μείωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και στη μείωση των δαπανών για αγορά καταναλωτικών αγαθών.
Το πρώτο εξάμηνο, κατά γενική ομολογία, έκλεισε πολύ καλά για την οικονομία και τις τράπεζες από πλευράς ζήτησης δανείων παρά το ότι στο δεύτερο τρίμηνο δεν κινήθηκε τόσο καλά ο δανεισμός.
Ωστόσο, τα δεδομένα ήταν διαφορετικά για το δεύτερο τρίμηνο. Από πλευράς ζήτησης για το δεύτερο τρίμηνο του 2022 η καθαρή ζήτηση δανείων στην Κύπρο από επιχειρήσεις και νοικοκυριά κατέγραψε μείωση σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο. Όπως εξηγεί η Κεντρική, η μείωση της ζήτησης επιχειρηματικών δανείων αποδίδεται στη μειωμένη ζήτηση για χρηματοδότηση πάγιων επενδύσεων, συγχωνεύσεων ή εξαγορών και αναδιαρθρώσεων επιχειρήσεων, για αναδιαρθρώσεις χρεών καθώς και στο γενικό επίπεδο επιτοκίων, καθώς οι επιχειρήσεις αποφάσισαν να αναβάλουν τα επενδυτικά τους σχέδια λόγω της αβεβαιότητας των γεωπολιτικών εξελίξεων και των οικονομικών τους συνεπειών. Παράλληλα, τα στοιχεία δείχνουν πως καταγράφηκε αυξημένη ζήτηση επιχειρηματικών δανείων για αποθέματα και κεφάλαια κίνησης, η οποία κατά την Κεντρική σχετίζεται με την άνοδο των τιμών ενέργειας και πρώτων υλών και τις συνεχιζόμενες διαταραχές της αλυσίδας εφοδιασμού. Όσον αφορά στην καθαρή μείωση της ζήτησης από νοικοκυριά για στεγαστικά δάνεια, αυτή αποδίδεται από τις τράπεζες στη λήξη του κυβερνητικού σχεδίου επιδότησης επιτοκίων στα τέλη του 2021 και την ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση δανείων που καταγράφηκε πριν τη λήξη του, στην κλιμάκωση των γεγονότων στην Ουκρανία καθώς και στη μείωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Η μείωση της ζήτησης για καταναλωτικά και λοιπά δάνεια από νοικοκυριά κατά το εν λόγω τρίμηνο οφείλεται σύμφωνα με την Κεντρική στη μείωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και στη μείωση δαπανών για αγορά διαρκών καταναλωτικών αγαθών, πιθανόν λόγω των αυξήσεων στις τιμές τους καθώς και γενικά στην αρνητική επίδραση του πληθωρισμού στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Αυστηρότερα κριτήρια
Οι τράπεζες, βλέποντας το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον και έχοντας μπροστά τους ένα αβέβαιο 2023 και ένα χειμώνα με ενεργειακή κρίση, τηρούν μία συντηρητική στάση. Από το δεύτερο τρίμηνο του 2022 τα κριτήρια χορήγησης δανείων προς επιχειρήσεις στην Κύπρο αυστηροποιήθηκαν σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2022. Στην υιοθέτηση αυστηρότερων κριτηρίων χορήγησης δανείων προς επιχειρήσεις συνέβαλαν σύμφωνα με την Κεντρική, τόσο η χειροτέρευση της γενικής οικονομικής κατάστασης και προοπτικών, όσο και η χειροτέρευση της κατάστασης και προοπτικών που αφορούν συγκεκριμένους κλάδους ή εταιρείες. Πέραν της αυξημένης αντίληψης κινδύνου των τραπεζών στο παρόν αβέβαιο περιβάλλον, η μειωμένη ανοχή τους στον κίνδυνο επίσης συνέβαλε στην υιοθέτηση αυστηρότερων κριτηρίων. Τα κριτήρια χορήγησης δανείων κατά το υπό αναφορά τρίμηνο, έγιναν αυστηρότερα τόσο για δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όσο και προς μεγάλες επιχειρήσεις.
Τα κριτήρια χορήγησης καταναλωτικών και λοιπών δανείων προς νοικοκυριά επίσης έγιναν αυστηρότερα κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2022. Ωστόσο, όπως και για τα στεγαστικά δάνεια, η αυστηροποίηση ήταν σε μικρότερο βαθμό από ότι αναμενόταν το προηγούμενο τρίμηνο. Ο παράγοντας που συνέβαλε στην υιοθέτηση αυστηρότερων κριτηρίων χορήγησης καταναλωτικών και λοιπών δανείων ήταν η αντίληψη αυξημένου κινδύνου από τις τράπεζες, σε σχέση με τη γενική οικονομική κατάσταση και προοπτικές καθώς και τη φερεγγυότητα των καταναλωτών.