Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Ο κ. Αριστείδης Βουράκης, CEO της AstroBank και πρόεδρος του Συνδέσμου Τράπεζων Κύπρου, λίγες μέρες μετά την επιστροφή από τη Φρανκφούρτη, όπου συμμετείχε στη σύνοδο του ΔΣ της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ομοσπονδίας υπό την προεδρία του CEO της Deutsche Bank, Christian Sewig, μοιράζεται μαζί μας τις ανησυχίες των Ευρωπαίων τραπεζιτών, αλλά και σχολιάζει την τραπεζική επικαιρότητα της Κύπρου.
- Πρόσφατα συμμετείχατε στη συνεδρία της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ομοσπονδίας στη Φρανκφούρτη. Πείτε μας δυο λόγια για τα θέματα που συζητήθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τους ομολόγους σας από όλη την Ευρώπη.
- Όπως θα περιμένατε το κύριο θέμα που απασχόλησε τη σύνοδο ήταν η «αναιμική» οικονομική ανάπτυξη των κεντρικών οικονομιών της Ευρωζώνης, κάτι που ευτυχώς δεν αντιμετωπίζουμε στην Κύπρο, και οι επιπτώσεις της έλευσης της προεδρίας Trump στο ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον. Κυριάρχησε η ανησυχία ότι επιπλέον του κόστους της πράσινης μετάβασης, προστίθενται το αυξημένο ενεργειακό κόστος, κυρίως λόγω πολέμου Ουκρανίας, οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες για χώρες της Ατλαντικής Συμμαχίας - ΝΑΤΟ, όπως θα απαιτηθεί από τη νέα αμερικανική προεδρία, και η πιθανή μειούμενη πρόσβαση στην κινεζική αγορά λόγω επερχόμενων δασμών και τεχνολογικών εξελίξεων στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Αυτοί οι παράγοντες σε συνδυασμό με την άμβλυνση των ανισοτήτων λόγω πληθωρισμού δημιουργούν μια επιπλέον επιβράδυνση στην ευρωπαϊκή ανάπτυξη που μπορεί να οδηγήσει σε αρνητικές πολιτικές εξελίξεις. Ιδιαίτερα ανησυχητικά σχολιάστηκαν οι επερχόμενες γερμανικές εκλογές και η κυβερνητική αστάθεια στη Γαλλία.
- Ποιος ο ρόλος των τραπεζών υπό αυτό το πρίσμα;
- Ομόφωνη ήταν η προσέγγιση ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες χρειάζονται κυβερνητικές και εποπτικές παρεμβάσεις για να μπορέσουν εκ της θέσεώς τους να συνεισφέρουν στην οικονομική ανάπτυξη και κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών. Θα έχετε σημειώσει ότι η έκθεση Draghi εκτιμά ανάγκες επενδύσεων €800 δισεκατομμυρίων τα επόμενα χρόνια, ώστε η Ευρώπη να κλείσει το τεχνολογικό χάσμα και να ακολουθήσει στην καινοτομία τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις Ασιατικές χώρες. Οι τράπεζες παραμένουν ο κύριος χρηματοδοτικός βραχίονας της Ευρώπης, καθώς η κεφαλαιαγορά υστερεί σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρά τις πρωτοβουλίες του Capital Markets Union που κινούνται βραδέως (έκθεση Leta) οι επενδυτικές ανάγκες είναι τεράστιες και μόνο η εύρυθμη λειτουργία των τραπεζών μπορεί να στηρίξει εγκαίρως από τη μία τα μεγάλα ενεργειακά έργα και από την άλλη τις πολλές μικρές κατά κύριο λόγο πρωτοβουλίες που απαιτούνται στον τομέα της καινοτομίας.
- Υπάρχουν εμπόδια σε αυτή την κατεύθυνση;
- Δυστυχώς υπάρχουν πολλά εμπόδια καθώς η ευρωπαϊκή νομοθεσία και πρακτική αντανακλά τις διαφορετικές στρατηγικές κατευθύνσεις που τέθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες. Ένα παράδειγμα το οποίο αναφέρθηκε είναι ότι ως ευρωπαϊκές τράπεζες αποφεύγουμε όχι μόνο τη χρηματοδότηση αλλά σε μεγάλο βαθμό και τις συναλλαγές με την αμυντική βιομηχανία. Η αμυντική βιομηχανία όπως και η ενεργειακή εξελίσσονται σε τομείς ζωτικής σημασίας μετά τις τελευταίες γεωπολιτικές εξελίξεις. Αντίστοιχα, το εργασιακό κόστος είναι πολύ υψηλό σε όλους τους κλάδους και πλήττει την ανταγωνιστικότητα. Αναφέρθηκε από τον CEO της Deutsche Bank ότι οι μέσες ώρες εργασίας στη Γερμανία είναι μόλις 26 την εβδομάδα όταν επιμεριστούν οι άδειες και οι ημέρες ασθενείας σε σχέση με πάνω από 40 στη Σιγκαπούρη.
- Πώς αντιμετωπίζονται αυτά τα θέματα, για παράδειγμα στις Ηνωμένες Πολιτείες;
- Θα αναφερθώ πιο συγκεκριμένα ξανά στις ευρωπαϊκές τράπεζες, όπου εκφράστηκε η ανησυχία ότι είναι σε μειονεκτική θέση σε σχέση όχι μόνο με τις αμερικανικές, αλλά ακόμα και τις κινεζικές. Προ της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 2008 σειρά ευρωπαϊκών τραπεζών περιλαμβανόταν στην παγκόσμια δεκάδα μεγαλύτερων τραπεζών. Σήμερα οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης μετά βίας αθροίζουν σε αξία στο μισό της μεγαλύτερης αμερικανικής. Αυτό σε μεγάλο βαθμό είναι αποτέλεσμα των μεγαλύτερων κεφαλαιακών απαιτήσεων σε σχέση με τις αντίστοιχες αμερικανικές και κινεζικές που μειώνουν και τη δυνατότητά σου για παροχή δανείων. Ιδιαίτερη ανησυχία εκφράστηκε για την πιθανή αποφυγή εφαρμογής των κανονισμών της Βασιλείας 3, όπως ονομάζεται το τρίτο πακέτο εποπτικών κανόνων της Βασιλείας, όπου η μη εφαρμογή του στην Αμερική, αντίθετα με την Ευρώπη, θα προσδώσει περαιτέρω ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις αμερικανικές τράπεζες και εν τέλει την αμερικανική οικονομία.
Άκαιρη η φορολόγηση
- Σε αυτό το πλαίσιο πώς είδατε τη συζήτηση αναφορικά με την έκτακτη φορολόγηση των τραπεζών;
- Η πρωτοβουλία της έκτακτης νέας νομοθεσίας ήταν ιδιαίτερα άκαιρη και αν μου επιτρέπεται «εκδικητική». Πρέπει να θυμόμαστε όλοι ότι οι κυπριακές τράπεζες μόνο τώρα, μετά από μία δεκαετία, ανακάμπτουν από τις «πληγές» του 2013. Μια απλή οικονομική ανάλυση στα αποτελέσματα των τραπεζών θα δείξει ότι η κερδοφορία των ετών 2023 και 2024 μόλις που καλύπτει τις συσσωρευμένες ζημίες της προηγούμενης δεκαετίας. Επίσης, η μείωση των επιτοκίων προβλέπεται να μειώσει την κερδοφορία τα επόμενα χρόνια. Αυτό άλλωστε δείχνουν και οι τιμές των μετοχών στο χρηματιστήριο, που παρά τη ραγδαία άνοδό τους τα τελευταία χρόνια, μόλις τώρα ανακτούν τα επίπεδα προ δέκα ετών. Μην ξεχνάμε επίσης ότι παρά τα λεγόμενα υπερκέρδη η συντριπτική πλειονότητα των κυπριακών τραπεζών δεν έχει καταβάλει μέρισμα στους μετόχους της αντανακλώντας τις επιπτώσεις της κρίσης του παρελθόντος.
- Δηλαδή αύτη η έκτακτη φορολόγηση θα ήταν τόσο σημαντική;
- Μην ξεχνάτε ότι είναι μια περαιτέρω έκτακτη φορολόγηση. Οι τράπεζες ανεξαρτήτως της κερδοφορίας τους καταβάλλουν τέλος 0,15% επί των καταθέσεων. Αυτό το ποσό αντιπροσωπεύει περίπου το πόσο του φόρου εισοδήματος 12,5% επί των κατά μέσο όρο κερδών, άρα στην ουσία οι τράπεζες καταβάλλουν «διπλό» φόρο. Σημειώνω, επίσης, ότι ο συντελεστής θα αυξηθεί στο 15% στα πλαίσια της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για φορολογία εταιρειών με μεγάλο κύκλο εργασιών. Τέλος, όλες οι τράπεζες δεν εκπίπτουν το φόρο προστιθέμενης αξίας. Άρα οι τράπεζες ήδη καταβάλλουν πολύ υψηλότερη φορολογία σε σχέση με το τι προβλέπει ο φόρος εισοδήματος και μεγάλο κομμάτι αυτής της επιβάρυνσης είναι ασχέτως αν υπάρχουν κέρδη.
Οι αναβαθμίσεις
- Οι συνεχείς αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της κυπριακής οικονομίας και τα κέρδη του 2024 δεν δείχνουν ότι υπήρχαν περιθώρια φορολόγησης;
- Μην παραβλέπετε ότι οι αναβαθμίσεις έρχονται σαν αποτέλεσμα της συνεπούς κυβερνητικής πολιτικής που είναι αυστηρά προσηλωμένη στο τρίπτυχο της ανάπτυξης, της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, και της κοινωνικής ευημερίας. Ένα από τα ιδιαίτερα θετικά χαρακτηριστικά της κυπριακής οικονομίας είναι η διευκόλυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και το σταθερό φορολογικό καθεστώς. Η έκτακτη φορολόγηση των τραπεζών, και μάλιστα όχι ως κυβερνητική πρωτοβουλία, θα αναιρούσε αυτούς τους δύο άξονες για τον μεγαλύτερο κλάδο της οικονομίας, ο οποίος έχει φέρει μακροπρόθεσμες επενδύσεις δισεκατομμυρίων ευρώ που παραμένουν στην Κύπρο. Η βελτιωμένη βαθμολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, όπως έχουμε δει στο παρελθόν, δύσκολα ανακτάται, αλλά λάθος πολιτικές την καθιστούν άμεσα εύθραυστη όπως είδαμε την περίοδο 2010-2013.
Μέτρα από τράπεζες
- Παρά τα σχόλιά σας θα πρέπει να τονιστεί ότι, μετά τη συζήτηση στη Βουλή και λαμβάνοντας υπόψη την τελευταία ανακοίνωση του Συνδέσμου Τραπεζών, οι πολίτες αναμένουν κινήσεις από τις τράπεζες.
- Είναι απολύτως κατανοητό και εκτιμώ ότι η κάθε τράπεζα ξχωριστά επεξεργάζεται την τιμολογιακή της πολιτική ώστε να είναι πιο ελκυστική απέναντι στους καταναλωτές. Οι σημερινές τιμολογήσεις διαφόρων προϊόντων είναι αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό πολιτικών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τα ευρωπαϊκό επιτόκιο αυξήθηκε από αρνητικό 0,5% σε 4% για να καταπολεμηθεί ο πληθωρισμός των ετών 2022 και 2023 που έπληξε ιδιαίτερα τους καταναλωτές με τις τιμές ενέργειας και ειδών διατροφής. Οι τράπεζες επιβαρύνθηκαν μέρος αυτής της αύξησης με ιδιαίτερα μέτρα την Άνοιξη του 2023 για τα στεγαστικά δάνεια και επιτόκια βασιζόμενα σε εσωτερικούς δείκτες κάθε τράπεζας που μετακύλησαν μόνο μέρος αυτού του κόστος στους δανειολήπτες. Αντίστοιχα, προμήθειες συναλλαγών εισήχθησαν την περίοδο των αρνητικών επιτοκίων της ΕΚΤ τα οποία δεν μετακυλήθηκαν στους ιδιώτες καταθέτες, με το κόστος να επωμίζονται οι τράπεζες που σημείωσαν και ζημίες εκείνη την περίοδο. Αναμένω πρωτοβουλίες ιδιαίτερα στους τομείς στεγαστικών για νέα ζευγάρια, τα αποταμιευτικά προϊόντα και τις χρεώσεις για καθημερινές συναλλαγές.