Kathimerini.gr
Η ενεργειακή κρίση που μαστίζει την Ευρώπη ασκεί αφόρητη πίεση στα οικονομικά των Ευρωπαίων καταναλωτών, συμπιέζει την αγοραστική τους δύναμη, επιταχύνει τον πληθωρισμό και υπονομεύει την οικονομική ανάπτυξη της Γηραιάς Ηπείρου.
Οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου σημείωσαν ιλιγγιώδη αύξηση 300% στη διάρκεια του περασμένου έτους εξαιτίας των περιορισμένων αποθεμάτων, της αυξημένης ζήτησης, αλλά και της μειωμένης προσφοράς από τη Ρωσία. Το αποτέλεσμα ήταν η επιτάχυνση του πληθωρισμού και όπως επισημαίνει η Bank of America, η οικονομία «βρέθηκε υπό πίεση καθώς συρρικνώθηκε η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών». Η εν λόγω τράπεζα υπολογίζει πως το κόστος της ενέργειας για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά θα αυξηθεί κατά 50% μέσα στο 2022 και η βοήθεια από τις κυβερνήσεις δεν θα εξουδετερώσει παρά μόνον το 25%, περίπου, αυτής της αύξησης.
Η Bank of America υπολογίζει πως το κόστος της ενέργειας για τα ευρω- παϊκά νοικοκυριά θα αυξηθεί κατά 50% μέσα στο 2022.
Λίγες ώρες μετά την προειδοποίηση της Παγκόσμιας Τράπεζας πως αν παραταθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα η ενεργειακή κρίση «θα αποτελέσει σοβαρό κίνδυνο βραχυπρόθεσμα για την οικονομία της Ευρωζώνης», οικονομολόγοι και στελέχη τραπεζών προβαίνουν σε ανάλογες δυσοίωνες εκτιμήσεις. Σύμφωνα με την Bloomberg Economics, η ενεργειακή κρίση μπορεί να αφαιρέσει 1% από το ΑΕΠ των ευρωπαϊκών χωρών, ενώ μιλώντας στο Bloomberg ο Τζορτζ Ζάχμαν, εμπειρογνώμων του Bruegel για θέματα ενέργειας, τόνισε πως «μιλάμε για σημαντικά ποσά και ειδικότερα για τα φτωχότερα νοικοκυριά».
Ο ίδιος εξηγεί πως «εφόσον αφαιρούνται αυτά τα χρήματα από τα ταμεία των φτωχότερων νοικοκυριών, θα υπάρξει αντίκτυπος στην κατανάλωση». Στο ίδιο πνεύμα η Banque Pictet & Cie εκτιμά πως η ενεργειακή κρίση θα μειώσει την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών χωρών κατά 0,2% το πρώτο τρίμηνο του έτους. Προειδοποιεί, εξάλλου, πως θα υπάρξει αντίκτυπος στην οικονομία εάν το υψηλό κόστος της ενέργειας αναγκάσει τις βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας να μειώσουν την παραγωγή. Επικαλούμενοι, άλλωστε, τη μετάλλαξη «Ομικρον» και τους νέους περιορισμούς στους οποίους καταφεύγουν ορισμένες ευρωπαϊκές οικονομίες, οικονομολόγοι της UBS αναθεωρούν προς τα κάτω την πρόβλεψή τους για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης το 2022, στο 4,2% από το 4,8% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψή τους. Επισημαίνουν, παράλληλα, πως εγκυμονεί περαιτέρω κινδύνους για την ανάπτυξη η άνοδος των τιμών της ενέργειας. Ευελπιστούν, πάντως, πως ο αντίκτυπος θα είναι περιορισμένος, καθώς προσβλέπουν στον μεγάλο όγκο αποταμιεύσεων που έχουν συγκεντρώσει οι Ευρωπαίοι στη διάρκεια της πανδημίας, όπως και στη θετική εικόνα της αγοράς εργασίας. Οπως υπογραμμίζει ο Ράινχαρντ Κλουζ, οικονομολόγος της UBS, «το πρόβλημα θα είναι σοβαρό για τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, αλλά στο σύνολο των νοικοκυριών οι αποταμιεύσεις θα απορροφήσουν τους κραδασμούς».
Η Bank of America υπολογίζει πως το κόστος της ενέργειας για τα ευρω- παϊκά νοικοκυριά θα αυξηθεί κατά 50% μέσα στο 2022.
Μέχρι στιγμής ο αντίκτυπος υπήρξε ιδιαιτέρως αισθητός στην ανατολική Ευρώπη, στις χώρες της οποίας οι καταναλωτές δαπανούν μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους στους λογαριασμούς της ενέργειας. Στην Πολωνία, οι ανθρακωρύχοι της μεγαλύτερης βιομηχανίας λιθάνθρακα στην Ευρώπη εμπόδισαν τη μεταφορά του καυσίμου στις μονάδες παραγωγής ενέργειας για δύο ημέρες την περασμένη εβδομάδα. Αιτία ήταν ότι δεν είχαν πληρωθεί τις υπερωρίες που έκαναν το περασμένο έτος για να ανταποκριθούν στη μεγάλη ζήτηση. Ζητούν, άλλωστε, αυξήσεις μισθών ώστε να μπορέσουν να πληρώσουν τους λογαριασμούς της ενέργειας που παράγουν οι ίδιοι. Ο πληθωρισμός στην Πολωνία έχει φτάσει το 8,6%, καταγράφοντας τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων δύο δεκαετιών, όταν στην Ευρωζώνη βρίσκεται στο 5% και σημειώνει ιστορικό ρεκόρ. Στην Εσθονία και στη Λιθουανία είναι διψήφιος.
Στο μεταξύ, πολλές ευρωπαϊκές βιομηχανίες αναγκάζονται να μεταφέρουν το υψηλό κόστος της ενέργειας στους καταναλωτές, ώστε να διασφαλίσουν τα περιθώρια κέρδους τους. Η πορτογαλική βιομηχανία χάρτου Navigator ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει την τιμή των προϊόντων της κατά 15% λόγω της ακριβής ενέργειας, των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα, αλλά και του υψηλού κόστους των εμπορευμάτων. Για τον ίδιο λόγο η σουηδική βιομηχανία επίπλων Ikea αυξάνει τις τιμές 9% κατά μέσον όρο σε όλες τις ευρωπαϊκές αγορές.