Της Μαρίνας Οικονομίδου
Η πανδημία κατάφερε να κλείσει στο σπίτι ενάμισι δις μαθητών και να αποτελεί πλέον το επίκεντρο των συζητήσεων κατά πόσο οι χώρες κατάφεραν να αξιοποιήσουν την κρίση ως ευκαιρία ή αν απέτυχαν παταγωδώς χάνοντας την χρονιά. Στη Νέα Ζηλανδία, τα σχολεία έχουν ανοίξει επισήμως στο πλαίσιο χαλάρωσης των μέτρων της κυβέρνησης, ωστόσο σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, ένα στα έξι σχολεία αναμένεται να λειτουργήσει κανονικά, καθώς οι γονείς φοβούνται το ενδεχόμενο εξάπλωσης του ιού.
Στην περίπτωση όμως της Νέας Ζηλανδίας, έστω κι αν οι γονείς φοβούνται την επιστροφή στα θρανία, υπάρχει η εναλλακτική συνέχισης των μαθημάτων από το σπίτι, καθώς η κυβέρνηση φρόντισε να ενεργοποιήσει πλήρως την πολιτική της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Είχε αποστείλει αυτό το διάστημα του εγκλεισμού, 11.250 ηλεκτρονικές συσκευές σε μαθητές που δεν έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Παρείχε πρόσβαση στο διαδίκτυο σε άλλους 6,700 μαθητές οι οποίοι δεν είχαν τέτοια ευχέρεια, ενώ τα αντανακλαστικά λειτούργησαν αμέσως μετά την δημοσιοποίηση των αυστηρών μέτρων με 649.000 να παρακολουθούν μαθήματα μέσω εκπαιδευτικών καναλιών κατά τις τρεις πρώτες μέρες του lockdown.
Στην περίπτωση της Δανίας έχει ήδη σχεδιαστεί η επιστροφή στα σχολεία δίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στο να τηρούνται τα μέτρα, με την μείωση των μαθητών ανά τάξη, αλλά και με συγκεκριμένο σχεδιασμό που θα περιορίζει χωροταξικά τους μαθητές κατά τα διαλείμματα. Και στην Αυστρία βεβαίως έχει ήδη βγει το πλάνο με βάρδιες στην παρακολούθηση μαθημάτων και την μείωση μαθητών ανά τάξη. Στην Κύπρο, πέραν των τελειοφοίτων που επιστρέφουν για διαδικαστικούς λόγους στα θρανία, οι υπόλοιποι μαθητές βρίσκονται ακόμα στο περίμενε των εξαγγελιών και των σχεδιασμών του υπουργείου για το αν θα επιστρέψουν στα σχολεία, αν θα δώσουν εξετάσεις ή όχι ενώ πολλοί είναι εκείνοι που μένουν εκτός της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης για μία σειρά λόγων. «Άλλα ήθη, άλλα μεγέθη και άλλα έθιμα» λένε διάφοροι πολιτικοί κύκλοι θεωρώντας πως η εκπαίδευση στην Κύπρο, δεν μπορεί να μπει σε μια διαδικασία σύγκρισης με τις παραπάνω χώρες.
Η αλήθεια ωστόσο είναι πως δεν τίθεται θέμα, ούτε ηθών ούτε εθίμων, αλλά χρόνιων προβλημάτων που κρύβονταν μέχρι και την πανδημία κάτω από το χαλί και κατέδειξαν πως το εκπαιδευτικό σύστημα, βρίσκεται εδώ και καιρό στον αυτόματο πιλότο. Το ερώτημα είναι αν με δεδομένες και τις προκλήσεις της επόμενης χρονιάς το υπουργείο Παιδείας θα μπει σε μία διαδικασία ολικής αναδόμησης του εκπαιδευτικού συστήματος.
Παιδεία ως υποσημείωση
Τα προβλήματα λοιπόν κρύβονταν χρόνια κάτω από το χαλί της εκπαίδευσης, καθώς ουδέποτε η παιδεία αποτέλεσε την προτεραιότητα οποιασδήποτε κυβέρνησης. Ήταν περισσότερο μία υποσημείωση στην πολιτική ατζέντα τους. Ενδεικτικό της σημασίας που δίδεται το πρόσφατο περιστατικό από την ηγεσία της κυβερνώσας παράταξης (ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου και αντιπρόεδρος-μέλος της επιτροπής παιδείας Ευθύμιος Δίπλαρος) η οποία κατέχει και την προεδρία στην επιτροπή παιδείας, κατά τον εγκλεισμό, που έθιξε πρώτα το άνοιγμα των ναών χωρίς να κάνει αναφορά και εισηγήσεις σε σχεδιασμό επαναλειτουργίας των σχολείων.
Ανέκαθεν όμως η όποια προσπάθεια αλλαγών στην εκπαίδευση έβρισκε ψηλούς τοίχους, είτε γιατί το σύστημα όπως είχε διαμορφωθεί όλα αυτά τα χρόνια δεν μπορούσε να απορροφήσει τις όποιες αλλαγές, είτε γιατί κλωτσούσε ο ισχυρός εκπαιδευτικός συνδικαλισμός και οι εκπαιδευτικοί εταίροι. Αλλαγές έγιναν πολλές κατά την τελευταία εικοσαετία, όμως τίποτα δεν μπορούσε να στεριώσει δεδομένων των παραπάνω αλλά και της απουσίας ενός μακρόπνοου σχεδίου. Αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός ότι μέχρι τώρα οι επιλογές των πολιτικών προϊσταμένων δεν ήταν πολιτικές που να έχουν συγκεκριμένο πολιτικό όραμα ίσως και ευγενείς φιλοδοξίες για το μέλλον, αλλά πρόσωπα που είχαν περισσότερο τη νοοτροπία άβουλων λειτουργών χωρίς όραμα, χωρίς τη διαλλακτικότητα και διαλεκτικότητα να χειριστούν τις ιδιομορφίες που φέρει το όλο εκπαιδευτικό οικοδόμημα, ήταν αρκετό για να κρατήσει την εκπαίδευση πίσω.
Σ αυτό βεβαίως βοήθησε και η διαχρονική παρέμβαση της Εκκλησίας. Ενδεικτική η περίπτωση του Κώστα Καδή και του Κώστα Χαμπιαούρη. Δύο πρόσωπα με ανύπαρκτο πολιτικό υπόβαθρο, αλλά με μοναδικό όπλο τις διασυνδέσεις τους με την Αρχιεπισκοπή. Ο πρώτος διεκδίκησε την μετάθεσή του στο υπουργείο γεωργίας κατά την δεύτερη διακυβέρνηση όταν υποψιάστηκε τον πονοκέφαλο που θα τους προκαλούσε η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και ο δεύτερος μετακόμισε με το αζημίωτο στα ορεινά, όταν κατάφερε να συγκρουστεί με όλες τις εμπλεκόμενες ομάδες και να πάρει βήματα πίσω την όποια προσπάθεια σωστής μεταρρύθμισης του εκπαιδευτικού συστήματος.
Όπως το Εσωτερικών
Το πρώτο πολιτικό πρόσωπο που διορίζεται μετά από καιρό είναι ο Πρόδρομος Προδρόμου, που διορίζεται σε μία κακή χρονική συγκυρία. Είναι πρώτα και κύρια πολιτικός προϊστάμενος, ενός δαιδαλώδους υπουργείου που -εκτός από την παιδεία έχει υπό την επίβλεψή του, τον πολιτισμό, τη νεολαία και πλέον τον αθλητισμό- θυμίζει το υπουργείο Εσωτερικών επί εποχής Βενιαμίν και αυτό σίγουρα δεν βοηθά την όποια βελτίωση. Δεν κέρδισε ακόμα τις συνδικαλιστικές οργανώσεις καθώς –ακόμα και από τους εκπαιδευτικούς κύκλους του ΔΗΣΥ- τον συνδέουν με την κρίση της παιδείας το καλοκαίρι του 2018 και σε αυτό το κλίμα καλείται να διαχειριστεί την κρίση, να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της πανδημίας, χωρίς καμία απολύτως περίοδο χάριτος.
Εξαγγελία προθέσεων
Και αυτή η απουσία περιόδου χάριτος φάνηκε ξεκάθαρα κατά διάσκεψη της περασμένης Πέμπτης. Ενώ τα υπόλοιπα υπουργεία έθεταν χρονοδιαγράμματα και λεπτομέρειες επί των διαδικαστικών της άρσης μέτρων στο ζήτημα της παιδείας, είδαμε εξαγγελία προθέσεων. Δεν ήταν δηλαδή σαφής στη διαδικασία επιστροφής των τελειοφοίτων, στην ύλη των παγκύπριων εξετάσεων, αλλά και στο πότε θα διεξαχθούν οι εξετάσεις. Όμως πέραν των τελειοφοίτων, άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο επιστροφής κι άλλων μαθητών που είχαν ήδη ετοιμαστεί για διακοπές, χωρίς ωστόσο να δώσει είτε ημερομηνία, είτε να ξεκαθαρίσει ποιες τάξεις θα επιστρέψουν και πώς. Μία διάσκεψη που προκάλεσε περισσότερες απορίες παρά να λύσει τις υφιστάμενες.
Όμως η απουσία απαντήσεων στη διάσκεψη οφείλεται στο γεγονός ότι το υπουργείο δεν ήταν έτοιμο για ένα πλάνο σταδιακής επιστροφής κι άλλων μαθητών πέραν των τελειοφοίτων καθώς σε αυτό εμπλέκονται και παρεμβαίνουν διάφοροι παράγοντες. Σε αντίθεση με τα άλλα υπουργεία τα οποία είχαν λάβει επιπλέον κονδύλι για τη διαχείριση της κρίσης, κάτι τέτοιο δεν έγινε και για την παιδεία. Ήδη ακόμη γίνεται σχεδιασμός για την επιστροφή των τελειοφοίτων, ενώ για την επιστροφή των υπόλοιπων τάξεων, πολλοί είναι εκείνοι οι εκπαιδευτικοί που εκφράζουν ενστάσεις για ζητήματα ασφάλειας –και δικών τους και των παιδιών- καθώς η δομή των σχολείων είναι τέτοια που δεν μπορεί να ελέγξει αν κάθε μαθητής θα τηρήσει τα μέτρα. Από αρμόδιους εκπαιδευτικούς κύκλους θεωρείται δεδομένο το γεγονός ότι δεν θα διεξαχθούν εξετάσεις σε άλλες τάξεις, με τον Πρόδρομο Προδρόμου ωστόσο να μην το λέει επίσημα για μία σειρά λόγων και κυρίως για να μη σημάνει από τώρα λήξη της σχολικής χρονιάς, με ο,τι κι αν αυτό συνεπάγεται. Για την επιστροφή κι άλλων μαθητών στα σχολεία πιέζουν οικονομικοί κύκλοι που θεωρούν κάτι τέτοιο αναγκαίο για την επαναδραστηριοποίηση των γονιών στην εργασία τους αλλά και για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Τον Ιούνιο και ίσως
Ήδη μετά και την τηλεδιάσκεψη του υπουργού Παιδείας με την ΠΟΕΔ, ο Φίλιος Φυλακτού ανέφερε στο ΚΥΠΕ ότι το δημοτικό, δεν αναμένεται να επιστρέψει στα θρανία τον Μάιο. Υπάρχει ένα ενδεχόμενο επιστροφής όπως είπε των μεγαλύτερων τάξεων του δημοτικού που ίσως να πραγματοποιηθεί τον Ιούνιο και κατ επέκταση σε μία περίοδο που τα κρούσματα θα έχουν μειωθεί κατά πολύ. Υπάρχουν ωστόσο ζητήματα που μένουν αναπάντητα στο ενδεχόμενο επιστροφής των μαθητών στα θρανία. Αν υπάρχει επαρκής αριθμός εκπαιδευτικών για στελεχώσουν τις περισσότερες τάξεις –δεδομένου του μικρού αριθμού μαθητών. Το ανέφερε άλλωστε και ο υπουργός Παιδείας σε συνέντευξή του στην ιστοσελίδα «paideia news» ότι δεν υπάρχουν αρκετοί εκπαιδευτικοί να επαναλειτουργήσουν αυτή τη στιγμή άλλα σχολεία.
Αναλφαβητισμός και εξοπλισμός
Όμως, έστω κι αν τα σχολεία δεν είναι έτοιμα να υποδεχτούν τους μαθητές, η απάντηση στο πρόβλημα θα μπορούσε να βρισκόταν στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Ο εγκλεισμός έδειξε πρώτα και κύρια πως η εκπαίδευση δεν ήταν ποτέ προετοιμασμένη για τηλεμαθήματα, παρά τις παλαιότερες εξαγγελίες και προθέσεις διαφόρων κυβερνήσεων συμπεριλαμβανομένης και της υφιστάμενης.
Πρώτα ,και κύρια χρειάστηκε να περάσει χρονικό διάστημα από την απόφαση κλεισίματος των σχολείων μέχρι να αρχίσουν την εξ αποστάσεως διδασκαλία. Ήταν αφενός το γεγονός ότι αρκετοί εκπαιδευτικοί δεν είχαν ούτε τις γνώσεις ούτε την άνεση να προχωρήσουν σε τηλεδιάσκεψη, με την πρώτη βδομάδα να αναλώνεται σε σεμινάρια εκπαίδευσης καθηγητών πληροφορικής ούτως ώστε να εκπαιδεύσουν στη συνέχεια τους συναδέλφους τους. Ήταν αφετέρου η ανεπάρκεια στον εξοπλισμό των σχολείων. «Μας ζητήθηκε να καταγράψουμε τον τεχνικό εξοπλισμό στα σχολεία μας, τη στιγμή που δεν έχουμε καλά-καλά ηλεκτρονικούς υπολογιστές» έλεγαν εκπαιδευτικοί κύκλοι μεταξύ τους. Ήταν όμως και το ζήτημα του εξοπλισμού που είχε ο κάθε μαθητής. Οι εκπαιδευτικοί αναλώθηκαν στην διαδικασία καταγραφής όσων μαθητών έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρονική συσκευή για να ενημερώσουν στη συνέχεια το υπουργείο Παιδείας για το πόσοι μαθητές έχουν πρόσβαση και πόσοι όχι.
Οι δωρεές και η ανισότητα
Μία διαδικασία τουλάχιστον χρονοβόρα. Όμως, έστω κι αν μέχρι τώρα έγιναν αρκετά μαθήματα, απ όλο αυτό φάνηκε ξεκάθαρα πως πολλοί ήταν οι μαθητές που δεν είχαν πρόσβαση στην τηλεκπαίδευση (μη πρόσβαση σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, μη πρόσβαση στο διαδίκτυο). Καθόλου τυχαίο ότι η ανισότητα στην πρόσβαση μάθησης υπήρξε το κύριο σημείο αντιπαράθεσης κυβέρνησης-ΑΚΕΛ, με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να θίγει το γεγονός ότι «παιδιά στερούνται το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα στην εκπαίδευση». Το γεγονός μάλιστα ότι η πλειοψηφία των tablet που έχουν δοθεί είναι από δωρεές μεγάλων εταιρειών και τραπεζών, ενίσχυσε την αίσθηση ότι το υπουργείο Παιδείας κάθε άλλο από έτοιμο ήταν να αντιμετωπίσει μία κατάσταση εκτάκτου ανάγκης όπως κι αυτή. Βεβαίως σύμφωνα με αρμόδιους κύκλους, ο υπουργός Παιδείας, μέσα σε ένα πρωτόγνωρο σκηνικό προσπαθούσε, να βρει εξοπλισμό όπου μπορούσε. Στο ίδιο πλαίσιο εμπίπτει και το γεγονός ότι ενώ το κρατικό κανάλι και άλλα ιδιωτικά κανάλια, έχουν προθυμοποιηθεί να βοηθήσουν για την τηλεκπαίδευση –τουλάχιστον στις μικρότερες ηλικίες- κάποια μαθήματα έγιναν αλλά όχι συγκροτημένα και σταθερά.
Στοίχημα η νέα χρονιά
Μπορεί η κρίση του κορωνοϊού να αποτελέσει την απαρχή για την βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, όπως το γνωρίζαμε μέχρι τώρα; Για να είμαστε δίκαιοι, λίγες είναι οι χώρες που απέδειξαν πως είναι απολύτως έτοιμες να αντεπεξέλθουν σε πρωτόγνωρες κρίσεις στον τομέα της εκπαίδευσης. Ούτε και η Μεγάλη Βρετανία για παράδειγμα κατάφερε να περάσει το τεστ της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, καθώς η παρουσία μαθητών, ήταν ήδη μειωμένη και μειώνεται ακόμη περισσότερο με την πάροδο του χρόνου. Όμως η εξ αποστάσεως εκπαίδευση ίσως να αποτελεί το επιστέγασμα της όλης κατάστασης. Η χρονιά όπως όλα δείχνουν χάνεται, με την προσοχή να στρέφεται στην επόμενη χρονιά η οποία θα επιμηκυνθεί δεδομένων και των δηλώσεων του κ. Προδρόμου. Εκεί θα διαφανεί κατά πόσο το υπουργείο είναι έτοιμο για τομές, χρησιμοποιώντας εξοπλισμό και τεχνογνωσία που αναγκάστηκε να εφαρμόσει όλο αυτό το διάστημα, ή αν θα τρέχει να καλύψει μηχανικά την ύλη χάνοντας άλλη μια φορά το τρένο για τον σχεδιασμό ενός μακρόπνοου σχεδιασμού στην παιδεία.