

Του Απόστολου Κουρουπάκη
Οσο και αν ακούγεται τετριμμένο βρισκόμαστε στο ίδιο έργο θεατές, με την Πολιτεία και τις υπηρεσίες του υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας και ειδικά με τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας να αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις επείγουσες ανάγκες της κοινωνίας του 2025. Η υπόθεση της Δρομολαξιάς και της κακοποίησης των πέντε παιδιών οικογένειας που διέμενε στην κοινότητα, ήλθε να επιβεβαιώσει για ακόμη μία φορά τις χρόνιες αδυναμίες μιας νευραλγικής υπηρεσίας του κράτους, που δυστυχώς έχει παραμείνει σε λειτουργικό καθεστώς της δεκαετίας του 1960.
Σχετικά με το εξαιρετικά αυτό σοβαρό περιστατικό οι ίδιες οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, με αχρείαστα μακροσκελή ανακοίνωσή τους, παραδέχονται ότι προέβαιναν «τα τελευταία χρόνια σε ενέργειες και τακτικές επισκέψεις, προειδοποιημένες και απροειδοποίητες, στο σπίτι της οικογένειας με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους», χωρίς ωστόσο να καταφέρουν να εντοπίσουν ούτε τη σεξουαλική κακοποίηση, ούτε την εργασιακή εκμετάλλευση των παιδιών της οικογένειας. Για το ζήτημα η υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας Μαριλένα Ευαγγέλου ζήτησε έκθεση γεγονότων και μετά την παράδοσή της παρήγγειλε τη διεξαγωγή διοικητικής έρευνας.
Η υπόθεση βρίσκεται ενώπιον του Κακουργιοδικείου, αλλά παραμένουν αναπάντητα πολλά αμείλικτα ερωτήματα, με το κυριότερο να είναι γιατί εδώ και αρκετά χρόνια οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας αντί να βελτιώνουν τις υπηρεσίες τους προς τους πολίτες, μετεξελίσσονται σε μια «επιδοματοκεντρική» υπηρεσία, με τους λειτουργούς να παραμένουν στο στόχαστρο της κοινωνίας, αλλά και της Πολιτείας, ενώ η διεύθυνση και η πολιτική ηγεσία του υφυπουργείου να παραμένουν στο απυρόβλητο.
Μετά το τραγικό περιστατικό του Στυλιανού, το 2019, χτύπησε καμπανάκι στο υπουργείο Εργασίας, στο οποίο υπάγονταν τότε οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (ΥΚΕ), και ξεκίνησαν μελέτες και συζητήσεις για αναδιάρθρωσή τους. Χαρακτηριστική για την κατάσταση των Υπηρεσιών είναι η διαπίστωση της Επιτρόπου Διοικήσεως στην έκθεση που εξέδωσε σχετικά με την υπόθεση Στυλιανού τον Νοέμβριο του 2019: «Φαίνεται ότι η αδυναμία στην έγκαιρη παρέμβαση και ορθή αξιολόγηση κινδύνου φέρνει στην επιφάνεια μια συστημική αδυναμία των ΛΚΥ να αναγνωρίζουν τον κίνδυνο και να προβούν στα αναγκαία μέτρα, η οποία πιθανόν να εντοπίζεται στην έλλειψη και/ή μη κατάλληλη εκπαίδευσή τους, η οποία να μην περιορίζεται μόνο σε ένα θεωρητικό κομμάτι αλλά να αποζητά και πρακτικές εφαρμογές. Ως εκ τούτου, επί της πιο πάνω συστημικής αδυναμίας που είχαν όλοι οι λειτουργοί που χειρίστηκαν την υπόθεση για να προβούν σε περαιτέρω ενέργειες όσον αφορά τις ενδείξεις ψυχολογικής βίας που είχαν ενώπιόν τους όπως αυτή περιγράφεται τόσο στον περί Βίας στην Οικογένεια Νόμο όσο και στα σχετικά Εγχειρίδια των ΥΚΕ, εισηγούμαι όπως τεθεί άμεσα πρόγραμμα εκπαίδευσης όλων των λειτουργών όχι μόνο σε θεωρητικό αλλά και σε πρακτικό επίπεδο».
Ταμίες για το ΕΕΕ
Όπως αναφέρθηκε πολλάκις στην «Κ», ένα από τα βασικά ζητήματα που σχετίζονται με την αδυναμία των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (ΥΚΕ) να αντιμετωπίσουν με αποτελεσματικότητα υποθέσεις είναι η απουσία εξειδίκευσης των Λειτουργών Κοινωνικών Υπηρεσιών (ΛΚΥ). Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει η «Κ», στις ΥΚΕ απασχολούνται σε περιστατικά αξιολόγησης λειτουργοί, οι οποίοι δεν κατέχουν πανεπιστημιακό δίπλωμα κοινωνικού λειτουργού ή ψυχολόγου, και καλύπτονται πολλές φορές από μονοετή σχετικά με το αντικείμενο μεταπτυχιακά προγράμματα. Χαρακτηριστικά ως ΛΚΥ εργοδοτούνται άτομα με σπουδές Νομικής ή Πολιτικών Επιστημών, οι οποίοι προχωρούν και σε ψυχολογικές ή κοινωνιολειτουργικές αξιολογήσεις. Σχετικά με το ζήτημα της εξειδίκευσης, όπως μας ειπώθηκε υπάρχει απόλυτη ανάγκη για αλλαγή των σχεδίων υπηρεσίας, ώστε αυτά να αντικατοπτρίζουν επακριβώς τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις των λειτουργών. Εκ των ων ουκ άνευ για την εύρυθμη λειτουργία των ΥΚΕ είναι η αξιοποίηση των υφιστάμενων ειδικοτήτων στην εκτέλεση καθηκόντων που άπτονται της επιστήμης τους, και όχι να χρησιμοποιούνται για αλλότριες εργασίες, όπως είναι η εξέταση αιτήσεων για ΕΕΕ. Όπως μας ειπώθηκε χαρακτηριστικά, οι ΛΚΥ έχουν καταλήξει να είναι ταμίες, και να παραδίδουν τα «τσεκούθκια».
Υποστελέχωση ή φόρτος;
Πολύς λόγος γίνεται και για την υποστελέχωση των ΥΚΕ, ζήτημα μάλιστα που μονοπώλησε τη συζήτηση της υφυπουργού Μαριλένας Ευαγγέλου με την ΠΑΣΥΔΥ την περασμένη Πέμπτη, συζήτηση που έγινε μέσα σε εποικοδομητικό κλίμα, όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση, αναγνωρίζοντας ωστόσο ανταλλαγή απόψεων πάνω στα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ΥΚΕ. Το ζήτημα της υποστελέχωσης, ωστόσο, φαίνεται να είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ενδοϋπηρεσιακή ετεροαπασχόληση, όπως αναφέραμε παραπάνω, αλλά και με τη μη χρήση ενδεδειγμένων εργαλείων πρώτης αξιολόγησης, ώστε να καθοριστεί η επικινδυνότητα μιας εκάστης υπόθεσης και η προτεραιοποίηση των υποθέσεων.
Ειπώθηκε στην «Κ» πως δεν γίνεται να υπάρχει ένας λειτουργός έξω από κάθε σπίτι, σύμφωνα δε με τα στοιχεία της συντεχνίας Ισότητα, κάθε λειτουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών έχει χρεωμένες λίγο λιγότερες από 100 υποθέσεις. Επίσης, παρά τις συστάσεις της Επιτρόπου Διοικήσεως για «πρόγραμμα εκπαίδευσης όλων των λειτουργών, όχι μόνο σε θεωρητικό αλλά και σε πρακτικό επίπεδο», αυτό φαίνεται να μην πραγματοποιείται τουλάχιστον σε τακτική βάση και με δομημένο τρόπο, μιας και όπως ειπώθηκε στην «Κ» από τη διοίκηση των ΥΚΕ σημειώνεται εμφατικά πως οι λειτουργοί ξέρουν να κάνουν τη δουλειά τους.
Ανενεργά εργαλεία
Εξαιρετικής σημασίας είναι η μη χρησιμοποίηση από τους ΛΚΥ των εργαλείων που υπάρχουν διαθέσιμα για την αξιολόγηση των περιστατικών. Τον Νοέμβριο του 2018, σε εκδήλωση των ΥΚΕ είχαν παρουσιαστεί εργαλεία Δομημένης Επαγγελματικής Εκτίμησης. Την εκδήλωση είχε χαιρετίσει και η Ζέτα Αιμιλιανίδου, υπουργός Εργασίας τότε. Τα εργαλεία αυτά εγκρίθηκαν, μαζί με τη γενικότερη φιλοσοφία αναδιάρθρωσης των ΥΚΕ με την υπουργική απόφαση της 2ας Οκτωβρίου 2019, κατά την οποία περιγράφεται το βασικό πλαίσιο της αναδιάρθρωσης των ΥΚΕ, που όμως σταδιακά αυτή την αναδιάρθρωση για άγνωστους λόγους οι υπηρεσιακοί των ΥΚΕ την παραπέμπουν στις ελληνικές καλένδες. Και το ερώτημα που επιτακτικά τίθεται είναι γιατί αυτά δεν χρησιμοποιούνται από τους ΛΚΥ και ακολούθως συνάγεται το ερώτημα, με ποιον τρόπο ασκούν τα καθήκοντά τους οι λειτουργοί. Η μη χρήση συγκεκριμένων επιστημονικών εργαλείων εκ των πραγμάτων μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση ακόμη και δικαστικών αποφάσεων. Συγκεκριμένα, σε απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου το 2020, αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα και αναιτιολόγητα υιοθέτησε την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, η οποία ήταν ανεπαρκής και προϊόν ελλιπούς έρευνας […]». Όπως ειπώθηκε στην «Κ», πολύ σημαντική είναι και η ολιστική προσέγγιση του υφυπουργείου Πρόνοιας στα ζητήματα κοινωνικής παρέμβασης και η διακριτή διασύνδεση μεταξύ των διαφόρων Τμημάτων του. Ως παράδειγμα τέθηκε ο έλεγχος και η αξιολόγηση των επιδομάτων στους δικαιούχους, γιατί για παράδειγμα ένα άτομο ή μία οικογένεια είναι πλήρως εξαρτημένα από ένα επίδομα; Αυτό μπορεί να γίνει, όπως μας τονίστηκε, με τη λειτουργία μιας ενιαίας πλατφόρμας, στην οποία θα έχουν πρόσβαση οι ΛΚΥ.
Λειτουργούν ακόμα αναλογικά
Σημαντική επίσης είναι και η επικαιροποίηση των υπαρχόντων εργαλείων, αλλά και η πλήρης λειτουργία ενός συστήματος που θα διασυνδέει συναρμόδιες υπηρεσίες του κράτους. Οι ΛΚΥ επίσης αναγκάζονται να χρησιμοποιούν απηρχαιωμένες μηχανογραφικές μεθόδους, με την κάθε επαρχία να λειτουργεί αυτόνομα, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει καμία διασύνδεση των επαρχιακών γραφείων. Όλα λειτουργούν κυρίως με χαρτώους φακέλους. Όσον αφορά τη διασύνδεση των συναρμόδιων υπηρεσιών του κράτους για την αντιμετώπιση υποθέσεων που αφορούν τις ΥΚΕ, το πρόγραμμα CAN-MDS ακόμα δεν λειτουργεί στην ολότητά του, ενώ ο τότε υφυπουργός Καινοτομίας, Κυριάκος Κόκκινος, σημείωνε πως το εν λόγω πρόγραμμα μπορεί να εφαρμοστεί και να λειτουργήσει. Είναι άγνωστο σε ποιο στάδιο λειτουργίας βρίσκεται το πρόγραμμα CAN-MDS, με τις ΥΚΕ να λειτουργούν ακόμα αναλογικά.
Καμία αξιολόγηση
Η έλλειψη εργαλείων και σύγχρονων μεθόδων είναι σαφές πως έχει αντίκτυπο στο πώς αξιολογείται κάθε περιστατικό, και τον βαθμό επικινδυνότητας που φέρει. Οι λειτουργοί δεν έχουν ξεκάθαρο τρόπο για το πώς καθορίζεται η ευημερία των παιδιών, δεν χρησιμοποιείται πάντοτε εξειδικευμένο και προσοντούχο προσωπικό, για την αξιολόγηση των υποθέσεων, πράγμα που έχει τεθεί και από το Συμβούλιο Εγγραφής Ψυχολόγων και τον Σύνδεσμο Κοινωνικών Λειτουργών. Και ενώ επί προηγούμενης κυβέρνησης και ειδικά μετά το περιστατικό με τον Στυλιανό το υφυπουργείο είχε αρχίσει να εγκύπτει στο ζήτημα, από το 2023 κάθε σχετική συζήτηση έχει μπει στο συρτάρι.
Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου
Το προηγούμενο διάστημα είχε δημιουργηθεί Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου, η οποία είχε επιφορτιστεί με την επιτήρηση διαδικασιών για σοβαρά περιστατικά, και που είχε μάλιστα συντάξει και έκθεση με σοβαρά περιστατικά και πώς αυτά ετύγχαναν διαχείρισης από τις ΥΚΕ, αλλά και τις συστηματικές στρεβλώσεις των ΥΚΕ, τα διαχρονικά προβλήματά τους, και τις συστημικές αδυναμίες τους. Η έκθεση, που κατατέθηκε προς το τέλος του 2023, όπως πληροφορείται η «Κ», βρίσκεται στην Ελεγκτική Υπηρεσία. Αυτή η Μονάδα, από την ανάληψη της νέας υφυπουργού, αν δεν έχει απενεργοποιηθεί εντελώς, έχει τουλάχιστον υποβαθμιστεί, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνεται ούτε αξιολόγηση των λειτουργών, ούτε και ο εντοπισμός κακών πρακτικών.Οι λειτουργοί των ΥΚΕ χρησιμοποιούνται κατά κόρον για αλλότριες εργασίες, όπως είναι η εξέταση αιτήσεων για ΕΕΕ. Όπως μας ειπώθηκε χαρακτηριστικά, οι λειτουργοί έχουν καταλήξει να είναι ταμίες, και να παραδίδουν τα «τσεκούθκια».
Τι μέλλει γενέσθαι
Για όλα τα παραπάνω ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει ενημερωθεί από την Παγκύπρια Συντεχνία «Ισότητα», διά του Κλαδικού Συμβουλίου Λειτουργών Κοινωνικών Υπηρεσιών, μέσω ηλεκτρονικού μηνύματος που απεστάλη στις 13 Φεβρουαρίου 2025, με θέμα «Άμεση Προεδρική Παρέμβαση για τη Διασφάλιση της Ασφάλειας και της Αποτελεσματικότητας των Λειτουργών Κοινωνικών Υπηρεσιών». Μένει να φανεί στο άμεσο μέλλον πώς προτίθεται να προχωρήσει η Πολιτεία όχι στην αναδιάρθρωση των ΥΚΕ, αλλά στον εκσυγχρονισμό τους, ώστε να προλάβουν παρόμοιες υποθέσεις, αντί να καλείται να τις διαχειριστεί εκ των υστέρων. Τα προβλήματα των ΥΚΕ, όπως φαίνεται παραπάνω, χρονολογούνται, με τους λειτουργούς τους να είναι σχεδόν δέσμιοι μιας ιδιότυπης σιγής, υπό τον φόβο στοχοποίησής τους, πράγμα που το τελευταίο διάστημα έχει ενταθεί, με την καταγγελία της «Ισότητας» για παράνομη παρακολούθηση των συζητήσεων των λειτουργών, μέσω των καμερών ασφαλείας, να επιτείνει την ανασφάλειά τους. Του εν λόγω ζητήματος έχει επιληφθεί η Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, Ειρήνη Λοϊζίδου Νικολαΐδου, με ουσιαστικές εξελίξεις να αναμένονται στον επόμενο μήνα. Οι ευθύνες για τη μη εύρυθμη λειτουργία, από τη στιγμή που έχουν εντοπιστεί οι χρόνιες δυσλειτουργίες, των ΥΚΕ βαραίνουν πρωτίστως την πολιτική ηγεσία του υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας, και συγκεκριμένα την υφυπουργό κα Μαριλένα Ευαγγέλου, η οποία τον Μάρτιο του 2024 παρουσίασε τα πεπραγμένα του υφυπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας κατά τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης Νίκου Χριστοδουλίδη. Τότε η κα Ευαγγέλου αναφέρθηκε στις πολιτικές και δράσεις που επιτεύχθηκαν με επίκεντρο τον άνθρωπο. Στο επίκεντρο της ομιλίας της ήταν τα διάφορα επιδόματα, η αύξησή τους, και η πολιτική παροχών, χωρίς να κάνει λόγο για την αναδιάρθρωση των ΥΚΕ και τον εκσυγχρονισμό τους, μιλώντας μόνο για τον Κοινωνικό Λειτουργό της Γειτονιάς, λέγοντας χαρακτηριστικά πως πρόκειται για «εξαιρετικής σημασίας κοινωνική υπηρεσία». Φαίνεται λοιπόν πως απουσιάζει η πολιτική βούληση για σκληρές πλην αναγκαίες αποφάσεις. Σαφώς και από το κάδρο των ευθυνών δεν αποκλείεται η διοίκηση των ΥΚΕ και η διευθύντριά τους Μαρία Κυρατζή, η οποία δεν έχει καταφέρει να βάλει σε τάξη την υπηρεσία όλα αυτά τα χρόνια. Ευθύνες φυσικά έχουν και εκείνοι οι λειτουργοί της Υπηρεσίας, οι οποίοι μένουν απαθείς στις καταστάσεις, κρυπτόμενοι πολλές φορές πίσω από τη δικαιολογία της υποστελέχωσης και του φόρτου εργασίας.
Είναι επίσης σημαντικό να αναφερθεί ότι η Αναδιάρθρωση Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, με προϋπολογισμό 48 εκατ. ευρώ, με την ευρωπαϊκή συνεισφορά να ανέρχεται στο 60%, θεωρείται έργο Στρατηγικής Σημασίας και είναι ενταγμένο στο Πρόγραμμα Πολιτικής Συνοχής «ΘΑλΕΙΑ2021-2027». Από τις οκτώ κυριότερες δράσεις του έργου έχουν εκτελεστεί μόνο οι δύο, με τις υπόλοιπες να βρίσκονται είτε σε τροχιά υλοποίησης είτε αξιολόγησης, με τα κυριότερα ερωτήματα να είναι πώς έχουν αξιοποιηθεί τα 48 εκατ. ευρώ, ποιο αποτύπωμα έχουν αφήσει στις ΥΚΕ και σε ποιο σημείο βρίσκονται οι δράσεις που υπολείπονται.
Πώς απαντά το υφυπουργείο
Σύμφωνα με το υφυπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας δεν θα πρέπει να μηδενίζονται οι προσπάθειες και η προσφορά των λειτουργών. Όσον αφορά την αναδιάρθρωση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και ο εκσυγχρονισμός τους αυτά βρίσκονται σε εξέλιξη και γίνονται συγκεκριμένα βήματα. Σημαντικά είναι η δημιουργία του κοινωνικού λειτουργού της γειτονιάς, που πιλοτικά λειτουργεί από το 2024 και αναμένεται να διευρυνθεί εντός του 2025, η πρόσληψη μεντόρων και συνοδών για παιδιά που το έχουν ανάγκη, η πρόσληψη επαγγελματιών εποπτών και η προώθηση και ενίσχυση των πολυθεματικών ομάδων. Επίσης, από το υφυπουργείο ανέφερε πως η εκπαίδευση των λειτουργών είναι συνεχής, και όσον αφορά τα εργαλεία αυτά υπάρχουν και χρησιμοποιούνται. Τονίστηκε ότι τα παραπάνω συμβάλλουν στον εκσυγχρονισμό των ΥΚΕ.