Τα στατιστικά στοιχεία αρκούν για να σοκάρουν: Από το 1970 και έπειτα, στις ΗΠΑ έχουν σημειωθεί τουλάχιστον 188 περιστατικά με πυροβολισμούς σε σχολεία, στο πλαίσιο των οποίων έχουν χάσει τη ζωή τους συνολικά πάνω από 200 άτομα, όπως σημειώνουν σε άρθρο τους οι New York Times επικαλούμενοι τα στοιχεία της βάσης δεδομένων K-12 School Shooting Database.
Από την σφαγή στο λύκειο Κολουμπάιν τον Απρίλιο του 1999 και έπειτα, τουλάχιστον 185 άνθρωποι (μαθητές και εκπαιδευτικοί στη συντριπτική τους πλειονότητα) έχουν πέσει νεκροί και άλλοι 369 έχουν τραυματιστεί κατά τη διάρκεια ένοπλων επιθέσεων σε σχολεία, σημειώνει η Washington Post, ξεκινώντας να μετρά από τα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Κολουμπάιν, Σάντι Χουκ, Σάντα Φε, Παρκλαντ, Γιουβάλντι: οι πιο μεγάλες «σφαγές» των τελευταίων δεκαετιών, με τους συνολικά 87 νεκρούς, μπορεί να μετριούνται στα δάχτυλα, αλλά ο συνολικός αριθμός των ενόπλων επιθέσεων που έχουν σημειωθεί εντός σχολείων στις ΗΠΑ είναι πολλαπλάσιος.
Μόνο το 2021, σημειώθηκαν 42 τέτοια περιστατικά σύμφωνα με την Washington Post, ενώ φέτος τα ανάλογα επεισόδια ήδη ανέρχονται σε 24.
Η ένοπλη επίθεση – με τους 19 νεκρούς μαθητές και τους δύο νεκρούς δασκάλους – που πραγματοποίησε ο 18χρονος Σαλβαδόρ Ράμος την Τρίτη 24 Μαΐου σε δημοτικό σχολείο της πόλης Γιουβάλντι στην πολιτεία του Τέξας, ξεχωρίζει ως η δεύτερη φονικότερη στα αμερικανικά χρονικά, έπειτα από την «σφαγή» στο δημοτικό σχολείο Σάντι Χουκ του Κονέκτικατ το 2012.
Τότε, το 2012, οι νεκροί ήταν 26 και δράστης ένας 20χρονος ονόματι Άνταμ Λάνζα που, αν και ψυχικά ασταθής, είχε πρόσβαση σε ολόκληρο οπλοστάσιο.
Πηγή: New York Times
Τώρα, οι νεκροί είναι 21 και δράστης ένας 18χρονος ονόματι Σαλβαδόρ Ράμος που κι εκείνος, αν και ασταθής, είχε πρόσβαση σε ημιαυτόματα πυροβόλα.
Τον Φεβρουάριο του 2018 είχε προηγηθεί και μια άλλη επίθεση, με δράστη έναν 19χρονο ονόματι Νίκολας Κρουζ σε λύκειο της πόλης Πάρκλαντ στην πολιτεία της Φλόριντα. Ο απολογισμός: 17 νεκροί.
Οι μαζικές δολοφονίες ωστόσο στις ΗΠΑ είναι ένα φαινόμενο που ξεπερνά κατά πολύ το σχολικό περιβάλλον. Μόνο τις τελευταίες δύο εβδομάδες, στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν πραγματοποιηθεί άλλες δύο φονικές επιθέσεις: Στις 14 Μαΐου, ένας 18χρονος ονόματι Πέιτον Τζέντρον εισέβαλε ένοπλος σε σούπερ – μάρκετ στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης σκοτώνοντας δέκα Αφροαμερικανούς.
Μόλις μια ημέρα μετά, στις 15 Μαΐου, ένας 68χρονος ονόματι Ντέιβιντ Τσου άνοιξε πυρ μέσα σε εκκλησία στην περιοχή Λαγκούνα Γουντς της Καλιφόρνια σκοτώνοντας έναν άνθρωπο και τραυματίζοντας άλλους πέντε.
«Η επανάληψη του τρόμου μουδιάζει το μυαλό», γράφει ο Τόμας Φούλερ στους New York Times. «Η δυστυχία μεγαλώνει, ωστόσο τίποτα δεν αλλάζει», συνεχίζει ο ίδιος. Γιατί;
Οι αιτίες
«Οι αιτίες πίσω από τη βία είναι γνωστές και αδιαμφισβήτητες», σύμφωνα με τον Φούλερ.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σήμερα πιο πολλά όπλα (πάνω από 400 εκατομμύρια) παρά πολίτες (332 εκατομμύρια).
Εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, δε, τα ημιαυτόματα όπλα (semiautomatic handguns) ξεπερνούν σε πωλήσεις τα τυφέκια (rifles) που χρησιμοποιούνταν «παραδοσιακά» στο κυνήγι.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού μάλιστα, η αγορά των όπλων στις ΗΠΑ δεν περιορίστηκε ούτε ατόνησε αλλά αντιθέτως γιγαντώθηκε ακόμη περισσότερο, με την εγχώρια παραγωγή να αγγίζει τα 11,3 εκατομμύρια όπλα το 2020… από εκεί που το 2000 δεν ξεπερνούσε τα 3,9 εκατ.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον αυξημένης προσφοράς και ζήτησης, μόνο το 2021, περισσότεροι από 1.500 ανήλικοι σκοτώθηκαν στις ΗΠΑ από τα πυρά όπλων. Συγκριτικά, το 2020 είχαν αντιστοίχως χάσει τη ζωή τους περίπου 1.380.
Πηγή: New York Times
Τα πολύνεκρα περιστατικά διαδέχονται το ένα το άλλο, ωστόσο τίποτα δεν αλλάζει επί της ουσίας. Γιατί;
Η Δεύτερη Τρoπολογία και η NRA
Επικαλούμενοι τη Δεύτερη Τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος, πολλοί πολιτικοί του Ρεπουμπλικανικού κόμματος θέτουν εμπόδια στην προοπτική υιοθέτησης ενός αυστηρότερου πλαισίου ελέγχων και προϋποθέσεων (background checks) για όσους επιθυμούν να αγοράσουν όπλα στις ΗΠΑ. Προς την ίδια κατεύθυνση, τη μη-υιοθέτησης δηλαδή αυστηρότερων περιορισμών και ελέγχων, πιέζει βέβαια και το πανίσχυρο αμερικανικό λόμπι της οπλοκατοχής (βλ. National Rifle Association – NRA).
Όσο για το υπάρχον ελεγκτικό πλαίσιο, εκείνο σε κάποιες περιπτώσεις – αντί να αυστηροποιηθεί – έχει καταστεί ακόμη πιο χαλαρό. Στην πολιτεία του Τέξας για παράδειγμα, οι σχετικοί κανόνες είναι πια τέτοιοι που επιτρέπουν σε σχεδόν όλους τους άνω των 21 ετών να οπλοφορούν, ενώ παράλληλα πολιτικοί του Ρεπουμπλικανικού κόμματος προτείνουν ως «λύση» στο πρόβλημα των πολύνεκρων επιθέσεων στα σχολεία το να αρχίσουν να οπλοφορούν και… οι δάσκαλοι εντός των σχολικών εγκαταστάσεων.
Ψυχικά ασταθείς νέοι, με προβληματικό παρελθόν, έχουν βρεθεί να κρατούν ημιαυτόματα τυφέκια στις ΗΠΑ, γεγονός το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από σκανδαλωδώς παράλογο έως και εγκληματικό.
«Η ιδέα πως ένας 18χρονος μπορεί να μπει μέσα σε ένα μαγαζί και να αγοράσει επιθετικά όπλα εφόδου (σ.σ. assault weapons) είναι απλά λάθος», σημειώνει σε tweet του ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν.
Το παράδειγμα άλλων χωρών
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι οι κυβερνήσεις σε άλλες χώρες που έζησαν κι εκείνες μαζικές δολοφονίες τις περασμένες δεκαετίες και είχαν προβλήματα με την οπλοκατοχή, ανέλαβαν δράση επιβάλλοντας περιορισμούς και απαγορεύσεις στις πωλήσεις όπλων. Μεγάλη Βρετανία, Αυστραλία, Καναδάς και Νέα Ζηλανδία έχουν σημειώσει επιτυχίες σε αυτό το μέτωπο τα περασμένα χρόνια.
Με πληροφορίες από New York Times, Washington Post