Kathimerini.gr
Υπό την «πίεση» της νέας γεωπολιτικής πραγματικότητας, που δημιουργεί η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, αλλά και της εξαιρετικά δύσκολης κατάστασης στο πεδίο του πολέμου, το Κίεβο απηύθυνε εκ νέου έκκληση για πλήρη ένταξη στο ΝΑΤΟ ως «εγγύηση» ασφαλείας έναντι της Μόσχας, παρά το γεγονός ότι οι υπουργοί Εξωτερικών της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας –που συναντήθηκαν χθες στις Βρυξέλλες– απέρριψαν και πάλι αυτή την προοπτική.
Η επόμενη ημέρα για την Ουκρανία απασχόλησε πάντως το δείπνο που διοργάνωσε χθες το βράδυ ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε, παρουσία για πρώτη φορά της νέας επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Κάγια Κάλας και για τελευταία του Αμερικανού Αντονι Μπλίνκεν, και με τη συμμετοχή του Ουκρανού υπουργού Εξωτερικών, Αντρι Σιμπίχα.
Ενόψει της παρουσίας του στη νατοϊκή σύνοδο, ο Σιμπίχα είχε αποστείλει επιστολή στους 32 ομολόγους του ζητώντας επίσημη πρόσκληση ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, με το σκεπτικό ότι μια τέτοια κίνηση θα έδειχνε στον Βλαντιμίρ Πούτιν ότι δεν μπορεί να πετύχει τουλάχιστον έναν από τους στόχους του, να εμποδίσει δηλαδή το Κίεβο να γίνει μέλος της Συμμαχίας.
Από το περασμένο καλοκαίρι στη διακήρυξη της νατοϊκής συνόδου έχει υπογραμμιστεί ότι η Ουκρανία θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και πως η πορεία προς ένταξη είναι «μη αναστρέψιμη», χωρίς, ωστόσο, να υπάρχει δέσμευση για συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, καθώς δεν υπάρχει ακόμη ομοφωνία ανάμεσα στους 32 συμμάχους. Γι’ αυτόν τον λόγο κάποιοι έχουν προτείνει να λάβει προς το παρόν το Κίεβο εγγυήσεις «ασφαλείας» από μεμονωμένες χώρες, αντί του ΝΑΤΟ.
Εκείνο που τους ανησυχεί φυσικά είναι η στάση που θα τηρήσει ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, καθώς ο ειδικός απεσταλμένος –που έχει ήδη ορίσει για την Ουκρανία και τη Ρωσία–, απόστρατος υποστράτηγος Κιθ Κέλογκ, σε πρόσφατη έκθεσή του έχει προτείνει να «παγώσει» η προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ για «παρατεταμένη περίοδο», ως αντάλλαγμα για μια συμφωνία «ειρήνης με εγγυήσεις ασφαλείας».
Ο γ.γ. του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε είπε ότι η Συμμαχία «χτίζει τη γέφυρα» ένταξης της χώρας, σημειώνοντας ότι αυτό που προέχει είναι η περαιτέρω στρατιωτική ενίσχυση του Κιέβου.
Μνημόνιο Βουδαπέστης
Ωστόσο και χθες το Κίεβο επέμεινε ότι δεν θα αποδεχθεί τίποτα λιγότερο από πλήρη ένταξη, ενώ ο Ουκρανός υπουργός Εξωτερικών κατά την είσοδό του στην έδρα του ΝΑΤΟ έφερε μαζί του το λεγόμενο «Μνημόνιο της Βουδαπέστης» –μέσω του οποίου παραιτήθηκε η Ουκρανία πριν από 30 χρόνια από τη χρήση πυρηνικών–, προκειμένου να λάβει ως αντάλλαγμα διαβεβαιώσεις ασφαλείας από δυτικές δυνάμεις. Κρατώντας στο χέρι του το μνημόνιο, ο Σιμπίχα τόνισε ότι «το έγγραφο αυτό απέτυχε να παράσχει ασφάλεια στην Ουκρανία, αλλά και ευρωατλαντική ασφάλεια. Πρέπει να αποφύγουμε τέτοια λάθη».
Νωρίτερα χθες ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε είχε ξεκαθαρίσει ωστόσο ότι η Συμμαχία «χτίζει τη γέφυρα» ένταξης της Ουκρανίας, σημειώνοντας ότι αυτό που προέχει είναι η περαιτέρω στρατιωτική ενίσχυση του Κιέβου, ώστε όταν η Ουκρανία συναινέσει σε ειρηνευτικές συνομιλίες, να μετάσχει από θέση ισχύος.
Καλωσόρισε, εξάλλου, τις σχετικές πρωτοβουλίες Γερμανίας, Σουηδίας, Εσθονίας, Λιθουανίας και Νορβηγίας, καθώς και των ΗΠΑ που ήδη δεσμεύθηκαν να παράσχουν νέο στρατιωτικό «πακέτο» βοήθειας 725 εκατ. δολαρίων προς την Ουκρανία. Στη διάρκεια του χθεσινού δείπνου ο Μαρκ Ρούτε είχε την ευκαιρία παράλληλα να ενημερώσει τους 32 υπουργούς Εξωτερικών και για την πρόσφατη συνάντησή του με τον Ντόναλντ Τραμπ, η οποία σύμφωνα με τον ίδιο επικεντρώθηκε σε τρία ζητήματα: αύξηση των αμυντικών δαπανών εκ μέρους των Ευρωπαίων συμμάχων –πέραν του 2% του ΑΕΠ–, αύξηση της παραγωγής οπλικών συστημάτων, ενώ ο γ.γ. του ΝΑΤΟ έθεσε το ζήτημα της συνεργασίας Ρωσίας, Ιράν, Κίνας και Βόρειας Κορέας στον πόλεμο της Ουκρανίας, προκειμένου να πείσει τον Τραμπ για την αναγκαιότητα συνέχισης της στήριξης του Κιέβου.
Νωρίτερα χθες οι 32 υπουργοί Εξωτερικών υποδέχθηκαν στην έδρα του ΝΑΤΟ τον βασιλιά της Ιορδανίας Αμπντάλα με «φόντο» τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και στη Συρία. «Η Ιορδανία είναι σημαντικός εταίρος μας», ανέφερε ο Μαρκ Ρούτε, που ανακοίνωσε παράλληλα την έναρξη λειτουργίας γραφείου συνδέσμου του ΝΑΤΟ στη χώρα. Ο γ.γ. σημείωσε ότι παρά το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να έχει αποστολή στη Μέση Ανατολή, ωστόσο δεν μπορεί να αφήσει «κενό», όπου ήδη δρουν εκεί τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα. «Θα πρέπει να κάνουμε αισθητή την παρουσία μας στην περιοχή», υπογράμμισε.