Kathimerini.gr
Από την ημέρα που διαδηλωτές εισέβαλαν στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021, το Δημοκρατικό Κόμμα έχει προσπαθήσει να εμφανίσει εαυτόν ως θεματοφύλακα της δημοκρατίας, παρουσιάζοντας τον Ντόναλντ Τραμπ και τους συμμάχους του ως εξτρεμιστές που επιθυμούν να αρνηθούν τη βούληση του εκλογικού σώματος και να ανέβουν στην εξουσία. Τώρα, με τον πρόεδρο Μπάιντεν να έχει εγκαταλείψει την κούρσα για την επανεκλογή του και τα περισσότερα στελέχη να υποστηρίζουν την αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις για διάδοχό του, οι Ρεπουμπλικανοί προσπαθούν να αντιστρέψουν το αφήγημα.
Σε μια σειρά από δηλώσεις και δημοσιεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, υποστηρίζουν πως οι Δημοκρατικοί, πιέζοντας τον Μπάιντεν να παραιτηθεί, έχουν «παρακάμψει» την επιλογή των 14 εκατ. ανθρώπων που τον ψήφισαν στις προκριματικές εκλογές του κόμματος. Αυτή η κατηγορία δεν βασίζεται σε κάποιον κανονισμό του κόμματος ή υποτιθέμενη νομική παραβίαση. Ωστόσο, η οικειοθελής αποχώρηση του Τζο Μπάιντεν και η επακόλουθη στήριξη στο πρόσωπο της αντιπροέδρου Χάρις δεν παραβιάζει κάποιον εσωτερικό κανονισμό του κόμματος, ούτε, βέβαια, κάποιον εκλογικό νόμο.
Σύμφωνα με το καταστατικό του Δημοκρατικού Κόμματος, όταν ένας υποψήφιος ή μία υποψήφια αποχωρούν μετά τις προκριματικές εκλογές πριν λάβουν επισήμως το χρίσμα, τότε οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι μπορούν να επιλέξουν με ψηφοφορία έναν νέο υποψήφιο ή μία νέα υποψήφια. Οργανώσεις προστασίας των πολιτικών δικαιωμάτων και ακτιβιστές υπέρ της δημοκρατίας δεν φαίνεται να συμμερίζονται τις κατηγορίες του Τραμπ περί αντιδημοκρατικών διαδικασιών. Ο Τραμπ έχει προσπαθήσει να επαναπλαισιώσει τη συζήτηση περί αντιδημοκρατικότητας με σχετική επιτυχία. Εχει παρουσιάσει τους εισβολείς του Καπιτωλίου ως πατριώτες και κατηγορεί τους Δημοκρατικούς εισαγγελείς πως εκμεταλλεύονται τη θεσμική τους θέση για να επηρεάσουν τις εκλογές του Νοεμβρίου.
Πρόσφατη δημοσκόπηση της Washington Post έδειξε πως οι ψηφοφόροι σε έξι «αμφιλεγόμενες πολιτείες» εμπιστεύονται περισσότερο τον Ντόναλντ Τραμπ παρά τον Τζο Μπάιντεν σε ζητήματα προάσπισης του δημοκρατικού πολιτεύματος. Το 61% του εκλογικού σώματος στις πολιτείες αυτές αξιολόγησε την απειλή για τη δημοκρατία ως «υπερβολικά σημαντική» και μόνο η οικονομία ήταν το πεδίο που την ξεπερνούσε σε σημασία. «Είμαι ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να σώσει τη δημοκρατία στη χώρα μας», είπε ο Τραμπ αποδεχόμενος το χρίσμα. Για να υποστηρίξει την αντιδημοκρατική συμπεριφορά του Τζο Μπάιντεν, ο Τραμπ χρησιμοποιεί κι άλλο ένα επιχείρημα. Οταν ο Μπάιντεν αντιστεκόταν στις εκκλήσεις για παραίτηση, το έκανε επικαλούμενος τις 14 εκατ. ψήφους που είχε λάβει. «Για μένα αυτό είναι απλώς μια προσπάθεια να επισκιάσουν με αμφιβολία τις εκλογικές μας διαδικασίες», δήλωσε η Τζοάνα Λίντγκεϊτ, επικεφαλής του αμερικανικού κέντρου για τη δημοκρατία. «Θέλουν να κάνουν τους Δημοκράτες υποψηφίους να δείχνουν αναξιόπιστοι».