![](https://www.kathimerini.com.cy/assets/modules/wnp/articles/202502/547869/images/b_4.jpg)
Kathimerini.gr
Τον αποκαλούν «ευαγγελιστή» των δασμών. Ο Ρόμπερτ Λάιτχαϊζερ είναι ο εμπνευστής της πολιτικής που απειλεί να αλλάξει το DNA της παγκόσμιας οικονομίας. Εχει διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό τις θέσεις του Ντόναλντ Τραμπ από τη θέση του επικεφαλής εμπορίου στο America First Policy Institute, της δεξαμενής σκέψης που δημιουργήθηκε για να σχεδιάσει την ατζέντα της δεύτερης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ.
Επικεφαλής της εμπορικής διαπραγμάτευσης των ΗΠΑ στην πρώτη θητεία Τραμπ, είναι σήμερα ανεπίσημος σύμβουλος του Αμερικανού προέδρου. Ηταν εκείνος που έστρεψε τις ΗΠΑ από τα 60 χρόνια της υποστήριξης σε ένα πολυμερές εμπορικό σύστημα βασισμένο σε κανόνες προς μια σθεναρά εθνικιστική προσέγγιση σε όρους οικονομικής πολιτικής.
Ο Λάιτχαϊζερ στήριξε με συνέπεια την υποψηφιότητα Τραμπ τηρώντας αποστάσεις από όσους τον θεωρούσαν ακατάλληλο να διατελέσει ξανά πρόεδρος, βλέποντας στο πρόσωπό του έναν πολιτικό που θα ήταν σε θέση να υπηρετήσει τα συμφέροντα των ΗΠΑ παρά τα ελαττώματά του. Ο ίδιος «έπαιξε», μάλιστα, για τη θέση του υπουργού Οικονομικών.
Η επιρροή του θεωρείται καταλυτική, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι ακόμη και η κυβέρνηση των Δημοκρατικών διατήρησε βασικά στοιχεία της πολιτικής του· η διάδοχός του, Κάθριν Τάι, στην πραγματικότητα συνέχισε την πορεία που ο ίδιος χάραξε, παρά τις αρχικές ενστάσεις της τότε υπουργού Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν. Οταν ο Τζο Μπάιντεν είχε επισκεφθεί τα κεντρικά γραφεία της United Steelworkers, του μεγαλύτερου βιομηχανικού συνδικάτου της Βόρειας Αμερικής, ανακοίνωσε την αύξηση των δασμών σε ορισμένες εισαγωγές από την Κίνα που για πρώτη φορά επιβλήθηκαν κατόπιν εισήγησης του Λάιτχαϊζερ στον Τραμπ. Οι Δημοκρατικοί επέβαλαν δασμούς 100% στα εισαγόμενα ηλεκτρικά οχήματα από την Κίνα και ενίσχυσαν τα βάρη, μεταξύ άλλων, στους ημιαγωγούς κινεζικής κατασκευής, υιοθετώντας επίσης ένα εργαλείο μονομερούς εμπορικής προσέγγισης των ΗΠΑ στη ναυπηγική βιομηχανία από τη δεκαετία του 1970 το οποίο είχε αναβιώσει ο Λάιτχαϊζερ.
Γεννημένος αμέσως μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ακολούθησε αρχικά την καριέρα δικηγόρου με ειδίκευση στην προστασία της αμερικανικής βιομηχανίας χάλυβα από τον ξένο ανταγωνισμό. Στη συνέχεια, ορίστηκε αναπληρωτής εμπορικός αντιπρόσωπος του προέδρου Ρόναλντ Ρέιγκαν. Αντλώντας μαθήματα από τον τομέα του χάλυβα –πεδίο στο οποίο διακρίθηκε εντοπίζοντας αθέμιτες πρακτικές, βλ. επιδοτήσεις της παραγωγής και ντάμπινγκ αγαθών κάτω από το κόστος, που κρίνεται ότι απομυζούσαν θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ– έχει προσαρμόσει τις ιδέες του σε μια σειρά από τομείς όπως η τεχνολογία της πληροφορίας και οι υπηρεσίες.
Με το βιβλίο του «No Trade is Free», το 2023, αμφισβήτησε ευθέως τα οφέλη από την απελευθέρωση του εμπορίου, διαφωνώντας κάθετα με την άποψη ότι η μείωση των εμπορικών φραγμών μέσω διαπραγματεύσεων θα έκανε τις ΗΠΑ και τον κόσμο πλουσιότερο και ασφαλέστερο. Η μείωση των δασμών και η δέσμευση των ΗΠΑ στους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ήταν «πιο έντονη, πιο αδιαμφισβήτητη αποτυχία από ό,τι θα μπορούσα ο ίδιος να έχω προβλέψει», γράφει ο Λάιτχαϊζερ, ο οποίος θεωρεί ότι «τα πολιτικά κατεστημένα τόσο του Ρεπουμπλικανικού όσο και του Δημοκρατικού Κόμματος, υπό την επιρροή πολυεθνικών εταιρειών και εισαγωγέων, δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν τα λάθη τους».
Ο βασικός δείκτης για τον Λάιτχαϊζερ ήταν ανέκαθεν το εμπορικό έλλειμμα. Η αλήθεια είναι ότι οι ΗΠΑ έχουν αξιοσημείωτο έλλειμμα σε αγαθά και υπηρεσίες κάθε χρόνο από το 1975. Ομως οι περισσότεροι οικονομολόγοι προσεγγίζουν το εμπορικό έλλειμμα από την οπτική των εθνικών ποσοστών αποταμίευσης, δηλαδή ως αναγκαστική συνέπεια της υψηλής κατανάλωσης των ΗΠΑ και των χαμηλών ιδιωτικών και δημόσιων αποταμιεύσεων. Ο Λάιτχαϊζερ δεν έχει την ίδια άποψη, καθώς κατανοεί το έλλειμμα μόνον ως άμεση μεταφορά πλούτου των ΗΠΑ στους ανταγωνιστές τους, ιδίως στην Κίνα.
«Θεωρώ ότι η Κίνα είναι υπαρξιακή απειλή για τις ΗΠΑ. Είναι ένας πολύ, πολύ ανταγωνιστικός αντίπαλος. Βλέπει τον εαυτό της ως το νούμερο 1 στον κόσμο και θέλει να είναι έτσι. Μας βλέπουν σαν μια χώρα σε αποδρομή. Εχουν τον μεγαλύτερο στρατό στον κόσμο και τον μεγαλώνουν, το μεγαλύτερο ναυτικό στον κόσμο και το μεγαλώνουν. Μας κατασκοπεύουν. Παίρνουν την τεχνολογία μας. Εχουν εξαπολύσει έναν οικονομικό πόλεμο στις ΗΠΑ και κερδίζουν αυτόν τον πόλεμο εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες», έλεγε πρόσφατα μιλώντας στο «60 minutes» του CBS.
«Πιστεύω σε ένα στρατηγικό de-coupling (σ.σ. αποσύνδεση). Δεν λέω να μην έχουμε καθόλου οικονομικές σχέσεις με την Κίνα. Δεν είναι αυτή η θέση μου. Πιστεύω όμως ότι χρειαζόμαστε ισορροπημένο εμπόριο. Και αυτό το πετυχαίνεις με υψηλούς δασμούς, της τάξης του 50%-60%, στα προϊόντα που μας στέλνουν. «Σας πουλάμε αγαθά αξίας 150 δισ.; Θα σας αγοράζουμε αγαθά αξίας 150 δισ. Οχι παραπάνω». Θα πρέπει στο τέλος της ημέρας να αναρωτηθούμε ποια είναι η πολιτική της Κίνας απέναντί μας. Είναι ακριβώς αυτή! Να κάνουμε στην Κίνα αυτό που κάνει εκείνη σε εμάς», τόνιζε ο Λάιτχαϊζερ, συμπληρώνοντας: «Ενα τρισ. δολάρια τον χρόνο φεύγει από τις ΗΠΑ και καταλήγει στα χέρια γεωπολιτικών ανταγωνιστών τους. Είναι τρελό. Πώς θα πας σε έναν πόλεμο με την Κίνα, και μακάρι να μην πάμε ποτέ, όταν η Κίνα έχει σήμερα τέσσερις φορές μεγαλύτερη δυνατότητα να παράγει αυτά που χρειάζεται για τον πόλεμο; Τους πολέμους δεν τους αποτρέπεις με το ελεύθερο εμπόριο. Τους αποτρέπεις με το να έχεις τον μεγαλύτερο και ισχυρότερο στρατό και ναυτικό, έχοντας την καλύτερη οικονομία στον κόσμο, την καλύτερη τεχνολογία. Ετσι, όταν θα έρχονται οι σύμμαχοι σε εσένα, θα σε βλέπουν ως το μέλλον».
Απαντώντας στο επιχείρημα ότι ο δασμός δεν είναι φόρος στις ξένες χώρες αλλά στις ίδιες τις ΗΠΑ, καθώς η επιχείρηση που θα πρέπει να πληρώνει περισσότερα για να εισάγει θα μεταφέρει την επιβάρυνση στην τιμή για τον καταναλωτή, σημείωσε χαρακτηριστικά: «Δεν πρέπει όλοι αυτοί οι καλοπληρωμένοι CEO να βρουν τον τρόπο να εξοικονομήσουν αυτά τα κόστη; Να ενισχύσουν περαιτέρω την καινοτομία και να βάλουν την Αμερική μπροστά; Πρέπει και θα το κάνουν. Και δεν πιστεύω ότι θα υπάρξουν απολύσεις λόγω των δασμών. Αντιθέτως, θα δούμε μεγαλύτερη παραγωγή στις ΗΠΑ και άρα περισσότερες δουλειές. Και περισσότερες ανοδικές πιέσεις στους μισθούς».
«Και αν κάνετε λάθος;», τον ρωτάει ο δημοσιογράφος. «Κάνουμε τόσο καιρό το αντίθετο και δεν δουλεύει. Ας ακολουθήσουμε αυτήν τη συνταγή και αν δούμε σε 10 χρόνια ότι δεν δούλεψε, μπορούμε τότε να επιστρέψουμε στην τωρινή αποτυχημένη πολιτική…», ανταπάντησε ο «εγκέφαλος» πίσω από τους δασμούς του Τραμπ.
Ο Λάιτχαϊζερ είχε προσληφθεί για πρώτη φορά στον Λευκό Οίκο από τον Ρόναλντ Ρέιγκαν και από τότε είναι βασικός σύμβουλος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Ως εμπορικός αντιπρόσωπος του Τραμπ καθ’ όλη τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, επέβαλε δασμούς έως και 25% στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από πολλές χώρες, επέβαλε δασμούς στα 3/4 των εξαγωγών της Κίνας προς τις ΗΠΑ και οδήγησε Καναδά και Μεξικό σε επαναδιαπραγμάτευση των εμπορικών συμφωνιών με τις ΗΠΑ.
Ο Λάιτχαϊζερ έχει επίσης συμβουλεύσει τον Τραμπ να υποτιμήσει το ισχυρό δολάριο ώστε να ενισχύσει τις εξαγωγές των ΗΠΑ. Το σκεπτικό είναι ότι ένα ασθενέστερο δολάριο θα καθιστούσε τις εξαγωγές των ΗΠΑ φθηνότερες στην παγκόσμια αγορά και δυνητικά θα μείωνε το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ. Ο ίδιος είναι υπέρμαχος της σύναψης συμφωνιών με ξένες κυβερνήσεις, οι οποίες θα παραπέμπουν στις αντίστοιχες συμφωνίες της κυβέρνησης Ρέιγκαν το 1985, που αποδυνάμωσαν το δολάριο σε σχέση με το ιαπωνικό γιεν και τα ευρωπαϊκά νομίσματα – τη δεκαετία του ’80 η σιωπηλή απειλή των δασμών από την Ουάσιγκτον είχε οδηγήσει τις ξένες κυβερνήσεις να επαναδιαπραγματευθούν τις συναλλαγματικές τους ισοτιμίες.