ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο ανησυχητικός 21ος αιώνας της Γαλλίας

Ανεπιτυχής κοινωνική ενσωμάτωση, εμβάθυνση ταξικών διαφορών, ρατσισμός, λαϊκισμός, αστυνομική βία. Πού εδράζονται οι άγριες διαδηλώσεις των Γάλλων;

Δημήτρης Αθηνάκης

Ο Μισέλ Ουελμπέκ, στην περίφημη «Υποταγή» του (μτφρ. Λίνα Σιπητάνου, εκδ. Εστία, 2015), μιλάει για το 2022 και, χρησιμοποιώντας ως όχημα το ριζοσπαστικοποιημένο Ισλάμ στη Γαλλία και με διακειμενικές λογοτεχνικές αναφορές, μιλάει για την παρακμή του δυτικού πολιτισμού, για τις «δυνάμεις που δρουν στη χώρα και έχουν διασπάσει το πολιτικό σύστημα, επιφέροντας τελικά την κατάρρευσή του. Αυτή η εσωτερική ρήξη χωρίς αναταράξεις, χωρίς αληθινή επανάσταση, εξελίσσεται σαν εφιάλτης». 

Την ίδια χρονιά, το 2015, κυκλοφόρησε στα ελληνικά η μελέτη των Γάλλων κοινωνιολόγων Λικ Μπολτανσκί και Αρνό Εσκέρ «Η επέκταση του πεδίου της Δεξιάς» (μτφρ. Χαριτίνη Καρακωστάκη, εκδ. Πόλις). Στην εργασία τους αυτή, οι δύο στοχαστές εξετάζουν, μεταξύ άλλων, τη μόδα της ακροδεξιάς ρητορικής –με όρους, πλέον, mainstream ρητορικής στον γαλλικό δημόσιο λόγο– και τις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού. Η «Επέκταση του πεδίου της Δεξιάς» μιλάει για τη διολίσθηση Αριστεράς και Δεξιάς στον εθνικιστικό λόγο («πολιορκημένη εθνική επικράτεια»), για τη μετατόπιση προς τον λαϊκισμό και τη στοχοποίηση ενός «ξένου» (είτε είναι Ευρωπαίος είτε μετανάστης ή μουσουλμάνος) ως αποδιοπομπαίου τράγου για όλα τα δεινά της πατρίδας.

Το 2015, βέβαια, ήταν η χρονιά της τρομοκρατικής επίθεσης στο «Charlie Hebdo» και το «Μπατακλάν»· και είχε συμπληρωθεί μία δεκαετία από τις ταραχές του 2005 και τον θάνατο των Ζιέντ Μπενά και Μπουνά Τραορέ, οι οποίοι, έπειτα από προσπάθεια να διαφύγουν τη σύλληψη, έπαθαν ηλεκτροπληξία σε «κρησφύγετο» ηλεκτρισμού όπου είχαν κρυφτεί.

Ξύνοντας πληγές

Σχεδόν μία εβδομάδα μετά το ξέσπασμα των άγριων ταραχών στη Γαλλία, όλοι αναζητούν τα βαθύτερα αίτια που οδηγούν σε τέτοια και εσχάτως τόσο συχνά γεγονότα στη χώρα. Ο θάνατος του 17χρονου Ναέλ στο προάστιο της Ναντέρ, στις 27 Ιουνίου, από αστυνομικά πυρά, προκειμένου να διαφύγει τον έλεγχο καθώς, όπως λέγεται, δεν είχε δίπλωμα οδήγησης, προκάλεσε επιθέσεις σε περίπου 250 αστυνομικά τμήματα, σύμφωνα με το γαλλικό υπουργείο Εσωτερικών, σε κλινικές, δημαρχεία και βιβλιοθήκες, με την αιτιολόγηση ότι αποτελούν «σύμβολα του κράτους», όπως λένε οι Financial Times.

Ο θάνατος του Ναέλ, όμως, έξυσε πολλές, όχι και τόσο παλιές, πληγές της Γαλλίας, η οποία από τις αρχές του 21ου αιώνα μοιάζει να διέρχεται κρίση ταυτότητας. 

Ευθύνεται η κανονικοποίηση του λαϊκιστικού/εθνικιστικού/ρατσιστικού λόγου; Η αριστεροδεξιά ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας εξαιτίας των κοινωνικών ανισοτήτων που οξύνονται; Η κακή εκπαίδευση της Αστυνομίας; Η κρίση εμπιστοσύνης στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα; Το «fermer les yeux» (η εθελοτυφλία) της γαλλικής κοινωνίας έναντι αυτών των ανισοτήτων, της ρητορικής και της ριζοσπαστικοποίησης;

Τα ανησυχητικά ίχνη του 21ου αιώνα

Αυτό που συμβαίνει σήμερα, όπως συγκλίνουν οι περισσότεροι αναλυτές αλλά και ειδικοί, δεν είναι πρωτοφανές για τη Γαλλία. Η χώρα, εδώ και περίπου μία εικοσαετία, προσπαθεί να βρει την ισορροπία μεταξύ ανοικτής κοινωνίας και κλειστών κοινωνικών τάξεων. Αυτό, με τη σειρά του, δεν μοιάζει πρωτοφανές ούτε για την Ευρώπη εν συνόλω, καθώς και η γηραιά ήπειρος προσπαθεί να πατήσει ανάμεσα σε πολλές βάρκες – οι μοναδικοί που φαίνεται να κερδίζουν από όλη αυτή την κρίση ταυτότητας φαίνεται ότι είναι τα πάσης φύσεως πολιτικά και κοινωνικά άκρα.

Τα «γκέτο» ξυπνούν


27 Οκτωβρίου 2006. Εναν χρόνο μετά τα γεγονότα στο Κλισί-σου-Μπουά. (©AP Photo/Christian Hartmann, File)

Τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 2005, τα προάστια του Παρισιού έζησαν στιγμές χάους. Καταστροφές, πλιάτσικο, κάψιμο δημοσίων κτιρίων. Οι ταραχές ξεκίνησαν στις 27 Οκτωβρίου, όταν η Αστυνομία κλήθηκε να ερευνήσει ληστεία σε μία πολυκατοικία στο προάστιο Κλισί-σου-Μπουά. Νεαροί που είχαν συγκεντρωθεί στην περιοχή άρχισαν να τρέχουν για να μη συλληφθούν. Δύο εξ αυτών, οι Ζιέντ Μπενά και Μπουνά Τραορέ, 17 και 15 ετών τυνησιακής και μαυριτανικής καταγωγής αντίστοιχα, πέθαναν όταν προσπάθησαν να κρυφτούν σε έναν υποσταθμό της γαλλικής εταιρείας ηλεκτρισμού. Οι «δύο» έχασαν τη ζωή τους και η περιοχή βυθίστηκε στο σκοτάδι.

Αυτό, όμως, ήταν το λιγότερο, καθώς ο κουρνιαχτός που σηκώθηκε από τις διαδηλώσεις στα προάστια επέφερε απροσμέτρητες καταστροφές και χιλιάδες συλλήψεις. Ηταν το πρώτο κρίσιμο γεγονός του 21ου αιώνα που θα πυροδοτούσε δύο πολιτικοκοινωνικές οβίδες: την γκετοποίηση των μεταναστών και τα αυτοπροστατευτικά ένστικτα της γαλλικής κοινωνίας. Επί εβδομάδες, οι διαδηλωτές, από τη μια, εξέφραζαν οργή για την περιθωριοποίησή τους και η υπόλοιπη γαλλική κοινωνία, από την άλλη, παρασυρόταν από τις κραυγές για «μιάσματα».

Δύο χρόνια αργότερα, το 2007, δύο έφηβοι, ο Μουσίν και ο Λαραμί, 15 και 16 ετών αντίστοιχα, έχασαν τη ζωή τους όταν το μηχανάκι τους συγκρούστηκε με περιπολικό της Αστυνομίας. Οι γονείς κατηγορούσαν τις Αρχές για φονική σκληρότητα, ενώ η Αστυνομία ισχυριζόταν ότι εκείνοι προσέκρουσαν στο όχημα με υψηλή ταχύτητα, μη φορώντας προστατευτικά κράνη και οδηγώντας μηχανάκι που δεν ήταν για τον δρόμο. Επί τέσσερις ημέρες, το προάστιο Βιγιέ-λε-Μπελ ήταν αναστατωμένο, ενώ καταγράφηκαν δεκάδες συλλήψεις.

Τα ίδια συνέβησαν και τον Ιούλιο του 2009. Την Ημέρα της Βαστίλλης είχαμε τα πρώτα μεγάλα επεισόδια με καμένα αυτοκίνητα στο προάστιο Μοντρέλ, ενώ τις νέες, σφοδρές διαδηλώσεις, με περίπου 240 συλλήψεις, είχε πυροδοτήσει, στις 9 του μηνός, στο Σεντ-Ετιέν, ο θάνατος ενός Αλγερινού στη φυλακή, του Μοχάμεντ Μπενμούνα, τον οποίο οι Αρχές είχαν αποδώσει σε αυτοχειρία.

Οταν, το 2013, αστυνομικοί σταμάτησαν δύο άτομα, στο υποβαθμισμένο προάστιο Τραπ του Παρισιού, για έλεγχο ταυτότητας, κυρίως της γυναίκας που φορούσε νικάμπ, απαγορευμένο στη Γαλλία από το 2011, ο σύζυγός της επιτέθηκε σε όργανο της τάξης. Οι τριήμερες ταραχές στην Τραπ είχαν ως αποτέλεσμα δεκάδες καμένα αυτοκίνητα, αλλά και απόπειρα πυρπολισμού του αστυνομικού τμήματος της περιοχής. Το επίδικο, η υποχρεωτική εμφάνιση των μουσουλμάνων γυναικών δίχως νικάμπ στον δημόσιο χώρο, κάτι που οι πιστοί του Ισλάμ αρνούνται να τηρήσουν, θεωρώντας τον νόμο καταπιεστικό για την παράδοσή τους.

Η αστυνομική βία ήταν το διακύβευμα των άγριων διαδηλώσεων του Φεβρουαρίου του 2017 στο 18ο διαμέρισμα του Παρισιού, στα βόρεια της γαλλικής πρωτεύουσας. Το φιτίλι που άναψε τις –κυριολεκτικές– φωτιές και επέφερε καταστροφές ήταν οι κατηγορίες των διαδηλωτών εναντίον της Αστυνομίας που αφορούσαν τον βιασμό με κλομπ ενός μαύρου Γάλλου πολίτη, του 22χρονου Τεό, κατά τη διάρκεια της σύλληψής του.

Μέλη της κουρδικής κοινότητας του Παρισιού διαδηλώνουν μετά τη δολοφονική επίθεση σε κουρδικό πολιτιστικό κέντρο στο 10ο διαμέρισμα της γαλλικής πρωτεύουσας. (©AP Photo/Kamil Zihnioglu)

Στις 23 Δεκεμβρίου του 2022, ο 69χρονος Βιλιάμ Μ. πυροβολεί και σκοτώνει δύο άνδρες και μία γυναίκα κουρδικής καταγωγής σε κουρδικό πολιτιστικό κέντρο και σε κοντινό κουρδικό καφέ στο πολυσύχναστο 10ο διαμέρισμα του Παρισιού. Οπως είχε γράψει η «Κ», Οι δολοφονίες ήρθαν σε μια χρονική στιγμή που η κοινότητα ετοιμαζόταν να τιμήσει τη 10η επέτειο της ανεξιχνίαστης δολοφονίας τριών ακτιβιστών και προκάλεσαν διαδηλώσεις που οδήγησαν σε συγκρούσεις με την Αστυνομία. Οι γαλλικές Αρχές έκαναν λόγο για ρατσιστικά κίνητρα του δράστη, ενώ η κουρδική κοινότητα επέμενε ότι το χτύπημα ήταν τρομοκρατικό, «δείχνοντας», ασφαλώς, προς την Τουρκία.

Οι… έξωθεν επιθέσεις

Προσκύνημα στον τόπο του μαρτυρίου, στο «Μπατακλάν». (©AP Photo/Daniel Ochoa de Olza)

Το 2015 ήταν μια μαύρη, αιματηρή σελίδα για τη Γαλλία. Ο Ιανουάριος και ο Νοέμβριος αυτής της χρονιάς στιγματίστηκαν για πάντα από τις ισλαμιστικές τρομοκρατικές επιθέσεις στο περιοδικό Charlie Hebdo και σε εβραϊκό παντοπωλείο και στο «Μπατακλάν» και το Σταντ ντε Φρανς ταυτόχρονα.

Είναι τα δύο ορόσημα των τζιχαντιστικών επιθέσεων σε γαλλικό έδαφος. Είχε προηγηθεί η επίθεση, το 2012, του Μοχάμεντ Μεράχ, του 23χρονου αλγερινής καταγωγής Γάλλου πολίτη, εναντίον Γάλλων στρατιωτών (σκότωσε δύο) και εβραϊκού σχολείου στην Τουλούζη, όπου έχασαν τη ζωή τους τέσσερις άνθρωποι, οι τρεις παιδιά. Ο ίδιος είχε υποστηρίξει ότι εκπαιδεύτηκε από την Αλ Κάιντα, όμως οι γαλλικές Αρχές τον ονόμασαν «προϊόν της Γαλλίας».

Τις απάνθρωπες επιθέσεις του 2015, ακολούθησαν τα γεγονότα της Νίκαιας, το 2016. Οπως είχε γράψει η «Κ», ο 31χρονος Μοχάμεντ Μπουχλέλ, Γάλλος με καταγωγή από την Τυνησία, που οδηγούσε ένα φορτηγό ψυγείο, γεμάτο όπλα και χειροβομβίδες, πέφτει σε πλήθος κόσμου στην παραλιακή λεωφόρο, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 84 άνθρωποι, ανάμεσά τους 10 παιδιά και έφηβοι, πολλών εθνικοτήτων, καθώς ήταν η Ημέρα της Βαστίλλης. Ο δράστης, έλεγε το ρεπορτάζ της εποχής, σκοτώθηκε λίγο αργότερα, κατά την ανταλλαγή πυροβολισμών με την αστυνομία, ενώ την ευθύνη είχε αναλάβει το Ισλαμικό Κράτος.

Τα «περιθώρια» στο κέντρο

Διαδηλωτής των «Κίτρινων Γιλέκων» ανεμίζει τη γαλλική σημαία σε αναχώματα στη λεωφόρο Ηλυσίων Πεδίων. Στο φόντο, η Αψίδα του Θριάμβου. 24 Νοεμβρίου 2018.

Αν οι πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα έχουν στιγματιστεί από τις εξεγέρσεις των μεταναστευτικών «γκέτο», κυρίως της γαλλικής πρωτεύουσας, τότε η τελευταία πενταετία επεφύλασσε ακόμα δυσκολότερες ημέρες για τον Εμανουέλ Μακρόν, που είδε τη φιλελεύθερη πολιτική του να συγκρούεται με τους παντός είδους περιθωριοποιημένους της γαλλικής κοινωνίας και οικονομίας.

Η αρχή έγινε τον Νοέμβριο του 2018, οπότε και είχαν ξεσπάσει οι πρώτες ταραχές αυτών που αργότερα ονομάστηκαν «Κίτρινα Γιλέκα». Ηταν ένα κίνημα που αποτελείτο από όλους εκείνους που ένιωθαν ότι δεν είχαν ίση πρόσβαση στις ευκαιρίες, ίση μεταχείριση στις μεταρρυθμίσεις, ίσο μερίδιο στην οικονομία. Ηταν κυρίως όσοι ζούσαν στις παρυφές του Παρισιού και στην υπόλοιπη περιφέρεια, ιδίως όσοι δραστηριοποιούνταν στη γαλλική επαρχία. 

Ηταν ένα κίνημα που μεγαλύνθηκε με τους μήνες, καλύπτοντας ένα ευρύ κοινωνικοπολιτικό φάσμα Γάλλων, περιορισμένο στην αρχή στις οικονομικές αλλαγές και εμμένοντας στη συνέχεια και σε πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Ηταν η ώρα του εκτός Παρισίων «περιθωρίου» να έρθει στο κέντρο της πολιτικής σκηνής – ήταν μια οργή που ξέσπασε εναντίον πάντων: των πολιτικών και οικονομικών ελίτ, της μεγαλοαστικής τάξης, του Εμανουέλ Μακρόν, των εχόντων και κατεχόντων, ακόμα και μνημείων του γαλλικού πολιτισμού. Η βαλβίδα της χύτρας δεν είχε άλλες αντοχές.

Οπως έγραφε τότε η «Κ», επειδή, στην αρχή τουλάχιστον, δεν υπήρχε ενιαίο συντονιστικό των διαδηλώσεων, ως εκ τούτου δεν υπήρχε ενιαίος κατάλογος αιτημάτων. Τα αιτήματα κυμαίνονταν από την κατάργηση της σχεδιαζόμενης αύξησης του φόρου στη βενζίνη και στο πετρέλαιο κίνησης ώς την παραίτηση του προέδρου Μακρόν («Macron, demission») και την υιοθέτηση νέου συντάγματος. Εκεί είχαν βρει πάσης φύσεως ακραίοι πολιτικοί καιροσκόποι και λαϊκιστές την ευκαιρία να βγουν μαζί τους από το περιθώριο, διαγκωνιζόμενοι για το ποιος εκφράζει καλύτερα τα «Κίτρινα Γιλέκα».

Το επίδικο, εξάλλου, παρέμενε ένα: πώς θα αμφισβητηθεί το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο – είτε εκ δεξιών είτε εξ ευωνύμων.

Διαδηλωτές στη νότια Γαλλία. 20 Απριλίου 2023. (©AP Photo/Daniel Cole)

Και μπορεί η πανδημία και τα επακόλουθα lockdowns να προκάλεσαν την υποχώρηση των «Κίτρινων Γιλέκων», ωστόσο η Γαλλία έμελλε να περάσει δεύτερη μεγάλη κοινωνική κρίση στις αρχές του τρέχοντος έτους, με τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση που ήθελε –και εντέλει με διάταγμα κατάφερε– να «περάσει» η κυβέρνηση του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και της πρωθυπουργού Ελιζαμπέτ Μπορν. Μια χώρα παραλυμένη για μέρες, τα λαϊκά στρώματα ανάστατα, οι περιουσίες, ιδιωτικές και δημόσιες, καταστρέφονται, οι τραυματίες είναι εκατοντάδες.

Η «ρατσιστική» και «ανεκπαίδευτη» γαλλική Αστυνομία

Από τα γεγονότα της περασμένης Παρασκευής, 30 Ιουνίου 2023, στη Ναντέρ. (©AP Photo/Aurelien Morissard)

Ο Κονστάν Μεέ, στους New York Times, έγραφε προχθές ότι η Εθνοσυνέλευση, το 2017, ψήφισε να επιτραπεί η χρήση όπλων σε οδηγούς, οι οποίοι αρνούνταν να σταματήσουν για έλεγχο, ακόμα και όταν η ζωή των αστυνομικών δεν απειλείτο, ενώ έως τότε επέτρεπε κάτι τέτοιο μόνο στην τελευταία περίπτωση. Αυτό που, όμως, παρατήρησε ο ίδιος, μέσω των ερευνών, είναι ότι «έκτοτε ο αριθμός θανάτων οδηγών από όπλα αστυνομικών εξαπλασιάστηκε».

Ο ίδιος αποδίδει το γεγονός στην ελλιπή εκπαίδευση των αστυνομικών για την ορθή χρήση του όπλου σύμφωνα με τις νέες διατάξεις που είχαν ψηφιστεί. Αυτό επιβεβαιώνει και ο αστυνομικός και συνδικαλιστής Φρεντερίκ Λαγκάς, που έκανε λόγο για παράκαμψη μαθημάτων από τους αστυνομικούς, για μαθήματα εξ αποστάσεως και για πολύ… θεωρητική ύλη. «Είναι σαφές: ο νόμος του 2017 που έδωσε μεγαλύτερες εξουσίες στην Αστυνομία είναι η αιτία για την αύξηση των θανάτων», συνηγορεί, μιλώντας στους ΝΥΤ, ο Σεμπαστιέν Ροσέ, ειδικός του Εθνικού Κέντρου Ερευνών της Γαλλίας.

Από τις σελίδες του Guardian, η Ροκάγια Ντιάλο, συγγραφέας, δημοσιογράφος, σκηνοθέτις και ακτιβίστρια, συνδυάζει τον βαθύ –χρονικά και ουσιαστικά– καλλιεργημένο ρατσισμό με τη βία της Αστυνομίας, συγκρίνοντας τα γεγονότα του 2005 με τα τρέχοντα. «Οι αριθμοί των περιπτώσεων αστυνομικής βίας αυξάνονται ασταμάτητα κάθε χρόνο. Στη Γαλλία, σύμφωνα με τον Συνήγορο των Δικαιωμάτων, οι νεαροί άνδρες που θεωρείται ότι είναι μαύροι ή βορειοαφρικανικής καταγωγής έχουν 20 φορές περισσότερες πιθανότητες να υποβληθούν σε αστυνομικούς ελέγχους ταυτότητας από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Το ίδιο όργανο κατήγγειλε την απουσία οποιασδήποτε προσφυγής κατά του ελέγχου ως μορφή συστημικής αστυνομικής διάκρισης», έγραψε η ίδια.

Ηδη, πάντως, όπως γράφει ο Guardian, το γραφείο της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα (OHCHR) επέκρινε τη γαλλική αστυνόμευση, λέγοντας ότι ο πυροβολισμός αποτελεί «μια στιγμή για τη χώρα να αντιμετωπίσει σοβαρά τα βαθιά ζητήματα του ρατσισμού και των φυλετικών διακρίσεων στην επιβολή του νόμου», συμπληρώνοντας ότι οι αρχές υποχρεούνται να διασφαλίσουν ότι η χρήση αστυνομικής βίας «πάντα σέβεται τις αρχές της νομιμότητας, της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας, της μη διάκρισης, της προφύλαξης και της λογοδοσίας».

Πού πάει, λοιπόν, η Γαλλία;

©AP Photo/Emilio Morenatti

Ηδη από το 2005, ο Κρίστοφ Μπερτοσί, ειδικός σε μεταναστευτικά ζητήματα στο Γαλλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων, έλεγε στην Deutsche Welle ότι «η κοινωνική ενσωμάτωση στη Γαλλία είναι ζήτημα ισότητας. Ωστόσο, όλα αυτά τα χρόνια περιοριστήκαμε στο να μιλάμε μόνον για όλα αυτά. Η πραγματικότητα γι’ αυτές τις ομάδες είναι διαφορετική: υπάρχουν διακρίσεις εξαιτίας της φυλής τους, του πολιτισμού τους και της θρησκείας τους. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ταραχές ξέσπασαν στα βόρεια προάστια του Παρισιού, όπου διαμένουν οι περισσότεροι από αυτούς από τα τέλη της δεκαετίας του ’70».

Εξ όσων συνάγεται, κινήματα τύπου «Κίτρινα Γιλέκα» ή βγαλμένα από τα σπλάχνα των μεταναστευτικών «γκέτο», κυρίως του Παρισιού, είναι ριζωμένα σε έναν θυμό που αναζητεί διαρκώς τρόπους να εκτονωθεί, όσο η γαλλική πολιτεία –και εξ αντανακλάσεως η κοινωνία– δεν προχωρεί σε κοινωνικές και οικονομικές ενσωματώσεις, όσο αφήνει απέξω τμήματα της κοινωνίας που τείνουν να ριζοσπαστικοποιηθούν, ζυμάρι στα χέρια του πολιτικού τυχοδιωκτισμού και του μπερδεμένου αντι-συστημισμού, που μπορεί να χωρέσει από τους όντως κατατρεγμένους έως τους αντιεμβολιαστές και τους αρνητές του εμβολίου.

Αυτό, ωστόσο, δεν φαίνεται να αποτελεί ζήτημα μόνο της Γαλλίας. Ενα φάντασμα, κάθε τόσο, πλανάται πάνω από την Ευρώπη: το φάντασμα του λαϊκισμού. Που γνωρίζει πλέον πολύ καλά πώς να χαϊδεύει τα ένστικτα των –δικαίως– θυμωμένων.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
Γαλλία  | 
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X