Kathimerini.gr
Γιάννης Παλαιολόγος
Σε λίγες ημέρες, αυτό που η φιλελεύθερη Αμερική περιέγραφε ως θανάσιμο κίνδυνο για τη δημοκρατία θα λάβει σάρκα και οστά: ο Ντόναλντ Τραμπ θα ορκιστεί για δεύτερη φορά πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι ερμηνείες των ηττημένων στους κόλπους του Δημοκρατικού Κόμματος, στα «προοδευτικά media» και στην ακαδημαϊκή κοινότητα συνιστούν πια μια μεγάλη και αντιφατική φιλολογία –από τη σφοδρή αυτοκριτική για την αδυναμία τους να ακούσουν τις αγωνίες της εργατικής τάξης μέχρι την αυτάρεσκη ανάγνωση ότι για όλα φταίει ο ρατσισμός και ο σεξισμός. Μέσα στη «Βαβέλ» για το εκλογικό ναυάγιο, μία φωνή ξεχωρίζει: αυτή του Μούσα αλ Γκάρμπι.
Επίκουρος καθηγητής Επικοινωνίας, Δημοσιογραφίας και Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Stony Brook και εταίρος Κοινωνιολογίας στο Columbia, ο Αλ Γκάρμπι είναι ο συγγραφέας του «We Have Never Been Woke: The Cultural Contradictions of a New Elite» (Princeton University Press), που κυκλοφόρησε τον περασμένο Οκτώβριο. Στο βιβλίο, όπως και στη διδακτορική του διατριβή που εκδόθηκε το 2023, ο Αλ Γκάρμπι, γόνος οικογενείας στρατιωτικών που παραλίγο να χειροτονηθεί καθολικός ιερέας πριν ασπαστεί τη μουσουλμανική πίστη, εξηγεί πώς ο εναγκαλισμός μεταξύ των νέων ελίτ που παράγουν και διαχειρίζονται συμβολικές αξίες –αντί για υλικό πλούτο– και των Δημοκρατικών έχει συμβάλει καταλυτικά στη διάρρηξη της σχέσης τους με την πλειοψηφία των Αμερικανών ψηφοφόρων. Στην αποκλειστική αυτή συνέντευξη εξηγεί στην «Κ» γιατί συνέβη αυτό, πώς ο Τραμπ το εκμεταλλεύθηκε και πώς οι Δημοκρατικοί μπορούν να αποκαταστήσουν τη σχέση τους με τον μέσο ψηφοφόρο.
– Τι είναι οι συμβολικές ελίτ; Γιατί το γεγονός ότι κυρίευσαν το Δημοκρατικό Κόμμα βρίσκεται στην καρδιά των προβλημάτων του;
– Οι «συμβολικοί καπιταλιστές» είναι άτομα που εργάζονται σε συμβουλευτικές εταιρείες, στα χρηματοοικονομικά, στην εκπαίδευση, στην τεχνολογία, στα μέσα ενημέρωσης, που βιοπορίζονται χειριζόμενοι δεδομένα και σύμβολα, αντί να παράγουν υλικά προϊόντα και υπηρεσίες. Αυτό που δείχνω στο βιβλίο μου είναι ότι οι συμβολικοί καπιταλιστές τα τελευταία 50 χρόνια έχουν αποκτήσει πολύ μεγαλύτερη επιρροή στην κοινωνία. Στην περίοδο αυτή πολλές ανισότητες και κοινωνικά προβλήματα έχουν επιδεινωθεί, με αποτέλεσμα πολύς κόσμος να είναι δυσαρεστημένος με την πορεία της οικονομίας και της χώρας.
Hδη από τη δεκαετία του ’60, αλλά αυξανόμενα από τη δεκαετία του ’90 και μετά το 2010, οι συμβολικοί καπιταλιστές έχουν συγκεντρωθεί στο Δημοκρατικό Κόμμα. Οι καθηγητές σήμερα ψηφίζουν τους Δημοκρατικούς σε ποσοστό 5:1· στις κοινωνικές επιστήμες και τις ανθρωπιστικές σπουδές είναι περίπου 10:1. Μόνο 3% των δημοσιογράφων είναι Ρεπουμπλικανοί. Οι Δημοκρατικοί, από την πλευρά τους, έχουν αλλάξει τις προτεραιότητές τους ώστε να ταιριάζουν περισσότερο με αυτές των συμβολικών καπιταλιστών, που είναι μία πιο εύπορη, πιο πολιτικά ενεργή κοινωνική κατηγορία από τον μέσο ψηφοφόρο.
Μετά το 2010 είχαμε τη «Μεγάλη Αφύπνιση» («Great Awokening») στις τάξεις των συμβολικών ελίτ, μια ριζοσπαστική στροφή στις πολιτικές μας θέσεις σχετικά με το φύλο, τη φυλή, τον σεξουαλικό προσανατολισμό – και η πλατφόρμα των Δημοκρατικών άλλαξε στην ίδια κατεύθυνση, απομακρύνοντάς τους σημαντικά από τον μέσο ψηφοφόρο. Το χάσμα αυτό κατέστη πιο ορατό και η αντιπάθεια προς τους συμβολικούς καπιταλιστές –και η αποξένωση από τους Δημοκρατικούς– ενισχύθηκε, γιατί [οι συμβολικοί καπιταλιστές] γίναμε πολύ πιο επιθετικοί, επικρίνοντας και λοιδορώντας οποιονδήποτε δεν συμφωνούσε μαζί μας.
– Παράλληλα, οι ανισότητες εισοδήματος και πλούτου διογκώνονταν…
– Σωστά. Οι θεσμοί μας δυσλειτουργούσαν και ενώ μιλούσαμε ηχηρά περί κοινωνικής δικαιοσύνης, αυτή δεν ήταν η πραγματικότητα που βίωνε μεγάλη μερίδα του κόσμου. Aρα και αυτό ήταν πηγή δυσαρέσκειας προς την κοινωνική μας τάξη και προς τους Δημοκρατικούς.
Υπήρξε λοιπόν μία στροφή προς τους Ρεπουμπλικανούς – κι εμείς το εξηγήσαμε ως μία αντίδραση στην πρόοδο που έφερε η «Μεγάλη Αφύπνιση»: με άλλα λόγια, πλούσιοι, λευκοί ετερόφυλοι άνδρες που ανησύχησαν ότι απειλείται η πατριαρχία συντάχθηκαν με το αντιδραστικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα για να υπερασπιστούν την υπεροχή των λευκών κ.ο.κ.
Το πρόβλημα με αυτό το αφήγημα είναι ότι η αντίδραση ήταν πιο έντονη μεταξύ των κοινωνικών ομάδων που εμείς θεωρούμε ότι υποστηρίζουμε: τις φυλετικές και εθνοτικές μειονότητες, τους θρησκευόμενους ανθρώπους, τους οικονομικά ασθενέστερους, τους λιγότερο μορφωμένους, τους νέους. Αυτοί που έχουν αποξενωθεί περισσότερο από τους Δημοκρατικούς είναι οι λιγότερο προνομιούχοι. Αντιστρόφως, οι λευκοί, οι πιο μορφωμένοι, οι κάτοικοι των πόλεων και των προαστίων έχουν στραφεί αυξανόμενα προς τους Δημοκρατικούς.
– Aρα θεωρείτε ότι η απόρριψη των Δημοκρατικών στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου συνδέεται περισσότερο με αυτό που αποκαλείται «κουλτούρα» –με την αποξένωση των απλών ψηφοφόρων σε μία σειρά από κοινωνικά θέματα– παρά με την οικονομία; Aλλωστε, οι πολιτικές που διόγκωσαν την ανισότητα υποστηρίχθηκαν και από τα δύο κόμματα – και περισσότερο από τους Ρεπουμπλικανούς.
– Είναι συνδυασμός. Αλλά ναι, οι οικονομικές σου προοπτικές έχουν χειροτερέψει, αν δυσκολεύεσαι να τα βγάλεις πέρα, και βλέπεις στον δημόσιο διάλογο να κυριαρχούν άλλα θέματα, που δεν σε αφορούν και στα οποία ένα από τα δύο κόμματα παίρνει ακραίες θέσεις, αυτό εντείνει την αποξένωση. Αυτό ισχύει ειδικά μετά το 2010.
– Εσείς ο ίδιος έχετε αναφερθεί στον Oργουελ, στον «Δρόμο για την Αποβάθρα του Γουίγκαν», ο οποίος γράφει για τον Σοσιαλιστή που είναι ο «πιο απομακρυσμένος» κοινωνιολογικά από τους εργάτες τους οποίους υποστηρίζει. Δεν υπήρχε πάντα αυτό το χάσμα μεταξύ των προοδευτικών ελίτ και των κοινωνικών τάξεων που υποτίθεται ότι υπερασπίζονται;
– Πράγματι, πάντα υπήρχε ένα χάσμα μεταξύ των συμβολικών επαγγελματιών και των ευρύτερων μαζών. Αλλά η επιρροή μας είναι αυξημένη και η απώλεια επαφής μας με την καθημερινότητα των υπόλοιπων ανθρώπων θεωρώ ότι είναι μεγαλύτερη από ό,τι στην εποχή του Οργουελ. Τότε, πριν από 100 χρόνια, οι συμβολικοί καπιταλιστές ήταν περίπου το 3% του εργατικού δυναμικού και ήταν πιο ευρέως κατανεμημένοι γεωγραφικά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σήμερα, είμαστε πολύ περισσότεροι –περίπου το 1/3 του εργατικού δυναμικού– και πολύ πιο συγκεντρωμένοι σε ένα μικρό αριθμό αστικών κέντρων.
Η ενίσχυση αυτή της επιρροής και του ριζοσπαστισμού των συμβολικών καπιταλιστών, όπως γράφω και στο βιβλίο, δημιουργεί ευκαιρίες για πολιτικούς ειδικά στα δεξιά, όπως ο Τραμπ, να μας βάλουν στο στόχαστρο, να υποσχεθούν ότι θα σταματήσουν την πλύση εγκεφάλου στα πανεπιστήμια, τη χρήση των ΜΜΕ ως μηχανισμών αριστερής προπαγάνδας κ.ο.κ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ σερβίρει τηγανητές πατάτες σε εστιατόριο McDonald’s, περίπου δύο εβδομάδες πριν από τις προεδρικές εκλογές. Ηταν μια ενέργεια που προκάλεσε συγκαταβατικές αντιδράσεις από συμβολικούς καπιταλιστές, με περιφρονητικές αναφορές στα McDonald’s και στους ανθρώπους που εργάζονται και τρώνε εκεί. Και αυτό ήταν πολύ χρήσιμο για τον ίδιο τον Τραμπ. [Doug Mills/The New York Times]
– Eτσι εξηγείται, λοιπόν, η απήχηση του Τραμπ; Πώς έχει καταφέρει ένας άνθρωπος με το δικό του βιογραφικό και με μία προεδρική θητεία που δεν διακρίθηκε για την προοδευτική της οικονομική πολιτική να κερδίσει την υποστήριξη της αμερικανικής εργατικής τάξης;
– Συμφωνώ ότι είναι αξιοπερίεργο – και είναι ένα βαρύ κατηγορώ για τους Δημοκρατικούς και τους συμβολικούς καπιταλιστές ότι μια τόσο μεγάλη μερίδα Αμερικανών εμπιστεύεται περισσότερο το συγκεκριμένο άτομο αντ’ αυτών. Υπάρχει όμως μία έννοια κατά την οποία ο Τραμπ –ένας δισεκατομμυριούχος που φοίτησε σε Ivy League πανεπιστήμιο– είναι πιο κοντά στον μέσο ψηφοφόρο από εμάς και τους πολιτικούς που τείνουμε να υποστηρίζουμε. Κοιτάξτε τον ρόλο που έχουν παίξει τα McDonald’s στην πολιτική του καριέρα. Σε ένα περιστατικό, είχε καλέσει μία πανεπιστημιακή ομάδα αμερικανικού φούτμπολ [στον Λευκό Οίκο] και τους σέρβιρε McDonald’s σε ασημένιους δίσκους, προκαλώντας κραυγές αναθεματισμού από προοδευτικούς σχολιαστές. Αλλά για πολλούς –και για τους ίδιους τους αθλητές– ήταν μία ωραία, κάπως κωμική χειρονομία. Και μετά ήταν η προεκλογική του βάρδια σε κατάστημα (τον περασμένο Οκτώβριο): κανείς απ’ όσους τον είδαν με το ακριβό του κοστούμι κάτω από την ποδιά του δεν πίστεψε ότι είναι ένας απλός τύπος. Αλλά η εμφάνιση ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματική στο να προκαλέσει συγκαταβατικές αντιδράσεις από συμβολικούς καπιταλιστές, με περιφρονητικές αναφορές στα McDonald’s και στους ανθρώπους που εργάζονται και τρώνε εκεί. Και αυτό είναι χρήσιμο για τον Τραμπ – ο οποίος, άλλωστε, έχει ένα γνήσιο πάθος για το προϊόν.
– Προέρχεστε από μία οικογένεια στρατιωτικών. Πόσο αποτελεσματικό ήταν το μήνυμα του Τραμπ κατά της εμπλοκής των ΗΠΑ σε πολέμους μεταξύ των ψηφοφόρων από τις τάξεις των οποίων αντλούν οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις το προσωπικό τους;
– Πολύ αποτελεσματικό. Αυτό είχε φανεί ήδη το 2016 – περιοχές με μεγάλες συγκεντρώσεις οικογενειών με μέλη που έχουν πολεμήσει, που έχουν γνωρίσει την απώλεια του πολέμου, στράφηκαν αποφασιστικά υπέρ του Τραμπ. Ειδικά τότε, είχε βοηθηθεί από το γεγονός ότι η αντίπαλός του ήταν ένα «γεράκι» που είχε ταχθεί υπέρ όλων των πολέμων των ΗΠΑ. Αλλά έπαιξε ρόλο και το 2024, ειδικά με τις εντάσεις στη Μέση Ανατολή και την αμερικανική εμπλοκή και υποστήριξη στις φρικτές πολιτικές στη Γάζα και στη συνεχή κλιμάκωση των ισραηλινών επιχειρήσεων στην ευρύτερη περιοχή υπό τον Νετανιάχου. Ηταν αξιοσημείωτο ότι είδαμε πολλούς Αραβες και μουσουλμάνους να στρέφονται στους Ρεπουμπλικανούς, σε μέρη όπως το Ντίαρμπορν (του Μίσιγκαν). Παρ’ ότι ο Τραμπ είναι πολύ φιλοϊσραηλινός, οι ψηφοφόροι αυτοί είδαν τι έχει γίνει τον τελευταίο χρόνο με την πλήρη στήριξη του Μπάιντεν στον Νετανιάχου και αποφάσισαν να ρίξουν τη ζαριά. Σαν να προτίμησαν, αντί της βεβαιότητας του ακρωτηριασμού, μία επιλογή που μπορεί να τους οδηγήσει και στον θάνατο, αλλά ενδεχομένως και σε ένα πολύ καλύτερο αποτέλεσμα. Μην ξεχνάτε επίσης ότι ο Τραμπ ήταν διατεθειμένος να συναντηθεί με μουσουλμάνους ηγέτες στο Μίσιγκαν η Κάμαλα Χάρις δεν ήταν. Ο Τραμπ τους σεβάστηκε περισσότερο από ό,τι οι Δημοκρατικοί – κάτι που αποτελεί κατάντια για το κόμμα.
* Ο Μούσα αλ Γκάρμπι είναι Επίκουρος καθηγητής Επικοινωνίας, Δημοσιογραφίας και Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Stony Brook και εταίρος Κοινωνιολογίας στο Columbia.