ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μιανμάρ: Η μεγαλύτερη απειλή για τη χούντα

Η χούντα είναι αντιμέτωπη με συντονισμένες επιθέσεις ομάδων κοντά στα σύνορα της Μιανμάρ με την Κίνα, την Ινδία και την Ταϊλάνδη.

Kathimerini.gr

Ο επικεφαλής της χούντας στη Μιανμάρ, Μιν Αούνγκ Χλάινγκ, ζήτησε από τις ένοπλες οργανώσεις των εθνοτικών μειονοτήτων που μάχονται εναντίον του στρατού σε πολλές επαρχίες της χώρας να επιλύσουν «πολιτικά» τα προβλήματά τους, όπως μετέδωσαν σήμερα τα κρατικά μέσα ενημέρωσης.

Η χούντα είναι αντιμέτωπη με συντονισμένες επιθέσεις των ομάδων αυτών κοντά στα σύνορα της Μιανμάρ με την Κίνα, την Ινδία και την Ταϊλάνδη. Σύμφωνα με τους αναλυτές, πρόκειται για τη μεγαλύτερη απειλή για το καθεστώς μετά το πραξικόπημα με το οποίο η χούντα πήρε την εξουσία, τον Φεβρουάριο του 2021.

Ο Μιν Αούνγκ Χλάινγκ «προειδοποίησε ότι, αν οι ένοπλες οργανώσεις συνεχίσουν να συμπεριφέρονται παράλογα, οι κάτοικοι των επαρχιών που επηρεάζονται θα υποστούν τις συνέπειες. Οπότε, είναι απαραίτητο να ληφθούν υπόψη οι ζωές των ανθρώπων και αυτές οι οργανώσεις πρέπει να επιλύσουν πολιτικά τα προβλήματά τους», σύμφωνα με την εφημερίδα Global New Light of Myanmar.

Στη Μιανμάρ υπάρχουν περισσότερες από δέκα ένοπλες οργανώσεις εθνοτικών ομάδων, κάποιες από τις οποίες έχουν καταλάβει περιοχές της χώρας στα σύνορα με την Κίνα. Μάχονται εναντίον του στρατού από το 1948, όταν η χώρα απέκτησε την ανεξαρτησία της από τη Μεγάλη Βρετανία.

Στα τέλη Οκτωβρίου τρεις οργανώσεις -ο Στρατός Εθνικής Απελευθέρωσης Τααούνγκ (TNLA), ο Στρατός του Αρακάν (ΑΑ) και η Δημοκρατική Εθνική Ένωση της Μιανμάρ (MNDAA)- συνασπίστηκαν και εξαπέλυσαν κοινή επίθεση στο βόρειο τμήμα της πολιτείας Σαν, καταλαμβάνοντας πόλεις και εμπορικά κέντρα ζωτικής σημασίας για την οικονομία της Μιανμάρ στη μεθόριο με την Κίνα.

Περισσότεροι από 250 άμαχοι, ανάμεσά τους και παιδιά, έχουν σκοτωθεί από την έναρξη των επιχειρήσεων αυτών στα τέλη Οκτωβρίου, σύμφωνα με πληροφορίες που έχει συγκεντρώσει από το πεδίο ο ΟΗΕ. Περισσότεροι από 500.000 άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί, επεσήμανε η ίδια πηγή.

Ενισχυμένες από αυτή την επιχείρηση οι «Δυνάμεις Άμυνας του Λαού», που σχηματίστηκαν μετά το πραξικόπημα εξαπέλυσαν νέες επιθέσεις εναντίον του στρατού στο βόρειο και το ανατολικό τμήμα της χώρας.

Την προηγούμενη εβδομάδα μέλη της οργάνωσης αυτής δήλωσαν στο AFP ότι ελέγχουν κάποιες περιοχές της πρωτεύουσας της πολιτείας Κάγια, στην ανατολική Μιανμάρ, και ότι μάχονται για να εκδιώξουν τα στρατεύματα της χούντας από την πόλη.

Η παράλληλη πολιτική κυβέρνηση που έχει σχηματιστεί μετά την ανατροπή της κυβέρνησης της Αούνγκ Σαν Σου Τσι από τη χούντα απέρριψε τις εκκλήσεις του Μιν Αούνγκ Χλάινγκ για διάλογο.

«Καθώς χάνουν οικτρά επί του πεδίου, προσπαθούν να βρουν μια διέξοδο. Θα υπάρξει γνήσιος διάλογος, αν ο στρατός εγγυηθεί ότι δεν έχει πλέον ρόλο στην πολιτική. Πρέπει να υπάγονται σε μια εκλεγμένη κυβέρνηση», δήλωσε ο Κιάου Ζάου εκπρόσωπος της παράλληλης κυβέρνησης εθνικής ενότητας.

Λόγω των συγκρούσεων στην πολιτεία Σαν, στα σύνορα με την Κίνα, και τις πολιτείες Ραχίν και Τσιν, στα δυτικά, δεκάδες στρατιωτικοί και αστυνομικοί έχουν παραδοθεί στους αντάρτες, σύμφωνα με μέσα ενημέρωσης και υλικό που έχει επιβεβαιώσει το Reuters.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP και Reuters

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση