Kathimerini.gr
«Δεν έχω δει προβλέψεις που να δείχνουν ότι η στάθμη των θαλασσών θα πάψει να ανεβαίνει επειδή υπάρχει κορωνοϊός». Ο Μπράιαν Στρονγκ, επικεφαλής της μονάδας μελλοντικού σχεδιασμού της πόλης του Σαν Φρανσίσκο, βρίσκεται, όπως και πολυάριθμοι άλλοι αξιωματούχοι, σε δεινή θέση. Από τη μία πλευρά, η πόλη υλοποιεί αντιπλημμυρικό έργο κόστους 5 δισ. δολαρίων, για να προστατευθεί από τα νερά του Ειρηνικού, που γίνονται κάθε χρόνο και πιο απειλητικά. Από την άλλη, η πανδημία του κορωνοϊού έχει αποδεκατίσει τα δημόσια έσοδα και έχει φέρει στο προσκήνιο πιο επείγουσες ανάγκες.
Το αν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ θα παρέμβει για να ενισχύσει την αντιπλημμυρική προστασία του Σαν Φρανσίσκο δεν είναι μόνο τοπικό ζήτημα. Βρίσκεται στην καρδιά των αποφάσεων που πρέπει να λάβουν δεκάδες κυβερνήσεις ανά τον κόσμο, καθώς αντιπαραβάλλουν την ανάγκη διαχείρισης της οξείας κρίσης του κορωνοϊού με την ανάγκη αντιμετώπισης της πολύ σφοδρότερης, αλλά απλωμένης στον χρόνο κλιματικής κρίσης.
Η τωρινή συγκυρία είναι μια από τις σπάνιες ιστορικές στιγμές στις οποίες τα πάντα βρίσκονται στον αέρα και οι κυβερνήσεις μπορούν να αποφασίσουν τον αναπροσανατολισμό των οικονομιών, επιλέγοντας ποιους από τους χειμαζόμενους κλάδους θα στηρίξουν και ποιους όχι. Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης απαιτεί έναν τέτοιο αναπροσανατολισμό σε πολλά επίπεδα – την ενεργειακή μετάβαση, την εξοικονόμηση ενέργειας, την αλλαγή υποδείγματος στη γεωργία, τις μεταφορές και τις εμπορικές σχέσεις.
Οι χώρες οφείλουν το ταχύτερο να μειώσουν τις εκπομπές ρύπων και να προετοιμάσουν τις υποδομές για τις αναπόφευκτες συνέπειες των αλλαγών που έχουν ήδη «κλειδώσει» στο κλιματικό σύστημα, όπως οι σφοδρότερες πλημμύρες. Βρισκόμαστε, δηλαδή, ταυτόχρονα σε μια περίοδο που οι κυβερνήσεις μπορούν να λάβουν δραστικές αποφάσεις και στην οποία η επιστημονική συναίνεση δείχνει προς ποια κατεύθυνση πρέπει να είναι οι αποφάσεις αυτές: προς την κατεύθυνση της νέας Πράσινης Συμφωνίας που έχει χαράξει η Ευρωπαϊκή Ενωση και του Green New Deal που υποστηρίζει μεγάλο μέρος του Δημοκρατικού Κόμματος στις ΗΠΑ.
Την ίδια στιγμή, μια σειρά ρυπογόνων βιομηχανιών ζητούν κρατικές ενισχύσεις και χαλάρωση των κανόνων περιβαλλοντικής προστασίας, υποστηρίζοντας ότι προέχει η διάσωσή τους. Η διαμάχη έχει λάβει χαρακτήρα εσωκομματικής αντιπαράθεσης στη Γερμανία, όπου μερίδα των Xριστιανοδημοκρατών πιέζει για χαλάρωση των δεσμεύσεων, την ώρα που η καγκελάριος Μέρκελ υπογραμμίζει ότι «τα προγράμματα επανεκκίνησης της οικονομίας πρέπει να συνυπολογίζουν την ανάγκη προστασίας του κλίματος». Ταυτόχρονα, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Φρανς Τίμερμανς δήλωσε ότι η ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία «δεν είναι μια πολυτέλεια την οποία εγκαταλείπουμε όταν προκύψει μια άλλη κρίση. Είναι θεμελιώδης για το μέλλον της Ευρώπης».
«Ο Τίμερμανς έχει δίκιο και ο Τραμπ έχει άδικο», δήλωσε ο Βρετανός oικονομολόγος Νίκολας Στερν. «Πρέπει να διασώσουμε μόνο εταιρείες που θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Δεν χρειάζεται αυτή τη στιγμή να είναι επικεντρωμένες μόνο στις καθαρές τεχνολογίες, αλλά να έχουν δεσμευθεί ότι θα περικόψουν τους ρύπους τους σε αντιστοιχία με τους διεθνείς στόχους».
Συγκεκριμένα ως προς τις αεροπορικές εταιρείες, το ερώτημα είναι αν, σε αντάλλαγμα των δισεκατομμυρίων που ζητούν από τις κυβερνήσεις, πρέπει να τους επιβληθούν συγκεκριμένοι όροι, όπως η υποχρέωση να προχωρήσουν σε έρευνες για καθαρά καύσιμα, και αν ήρθε η ώρα να καταργηθούν συγκεκριμένα προνόμια, όπως η αφορολόγητη κηροζίνη, που ενθαρρύνει τις περιβαλλοντικά επιβλαβείς πτήσεις. «Δεν πρέπει να πέσουμε ξανά στο παλιό υπόδειγμα», επισημαίνει ο Στερν.
Οι δύο κρίσεις
Ο οικονομικός κλονισμός που έχει προκληθεί από την πανδημία έχει περισσότερα κοινά με την κλιματική κρίση από όσα φαίνονται. Και οι δύο κρίσεις σαρώνουν με πολύ μεγαλύτερη σφοδρότητα τους πιο φτωχούς, ενώ αποδεικνύουν την ανάγκη διεθνούς συνεργασίας και χάραξης πολιτικής με βάση τις προειδοποιήσεις της επιστήμης. Κατά τον ίδιο τρόπο που τα μαθηματικά μοντέλα προειδοποιούσαν ότι η εμφάνιση πανδημίας ήταν ζήτημα ετών, έτσι προειδοποιούν ότι τα συστήματα που υποστηρίζουν τη ζωή των οργανωμένων κοινωνιών στον πλανήτη υφίστανται συντριπτικές πιέσεις από την αποσταθεροποίηση του κλίματος.
Στην κρίση του κορωνοϊού υπάρχουν λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένες εθνικές στρατηγικές, αλλά όχι εθνικές λύσεις, γιατί το παθογόνο ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο – το ίδιο ισχύει και για την κλιματική κρίση που, όταν οξυνθεί, δεν θα αφήσει ανεπηρέαστη καμία χώρα. Τέλος, οι πιθανότητες να πεθάνει ο καθένας από εμάς εξαιτίας του κορωνοϊού ή της κλιματικής κρίσης είναι ελάχιστες – αλλά και οι δύο κρίσεις αποδεικνύουν ότι η ατομική θεώρηση των πραγμάτων οδηγεί σε επικίνδυνο εφησυχασμό.