Kathimerini.gr
Στις κρίσιμες σημερινές διαβουλεύσεις μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών ΗΠΑ και Ρωσίας, Άντονι Μπλίνκεν και Σεργκέι Λαβρόφ στη Γενεύη, είναι στραμμένα τα βλέμματα παγκοσμίως, ενώ εντείνονται οι ανησυχίες για μια πιθανή ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Η αμερικανική πλευρά θα επιδιώξει μια αποκλιμάκωση της έντασης, ενώ η ρωσική θα ζητήσει απαντήσεις στην πρόταση της Μόσχας για την υπογραφή δεσμευτικών συμφωνιών με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, που θα αποκλείουν την περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς.
«Αποχώρηση ΝΑΤΟ από Βουλγαρία – Ρουμανία»
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Μόσχας, το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών απαιτεί πλέον και την αποχώρηση των νατοϊκών δυνάμεων από Ρουμανία και Βουλγαρία, μεταξύ των εγγυήσεων ασφαλείας που ζητεί από τη Δύση.
Συνεπώς, τα ρωσικά αιτήματα για να μην προχωρήσει η Μόσχα σε στρατιωτική επιχείρηση λαμβάνουν νέες διαστάσεις, περνώντας πια και τα σύνορα των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών.
Όπως ανακοίνωσε το ρωσικό ΥΠΕΞ, στις εγγυήσεις ασφαλείας περιλαμβάνονται προβλέψεις που απαιτούν από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ να φύγουν από τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, χώρες που έως το 1989 ανήκαν στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης. Η Μόσχα έχει ζητήσει νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις από το ΝΑΤΟ ότι η συμμαχία θα σταματήσει να επεκτείνεται και θα επιστρέψει στα «σύνορα» του 1997.
Απαντώντας σε ερώτηση για το τι θα σήμαινε αυτό για τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, οι οποίες εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ μετά το 1997, το υπουργείο δήλωσε πως η Ρωσία θέλει να αποσυρθούν από τις χώρες αυτές όλα τα ξένα στρατεύματα, όπλα και άλλος στρατιωτικός εξοπλισμός.
Η απαίτηση να επιστρέψει το ΝΑΤΟ στη δομή που είχε το 1997, αποτελεί για τη Ρωσία «ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία» της πρωτοβουλίας που ανέλαβε προκαλώντας τις διαβουλεύσεις για τις «εγγυήσεις ασφάλειας» με τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και τον ΟΑΣΕ, ανακοίνωσε το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών, εξηγώντας ότι η απαίτηση αυτή «ενσυνείδητα διατυπώθηκε με απόλυτη σαφήνεια και δεν επιτρέπει αμφιλεγόμενες ερμηνείες».
«Λόγος γίνεται για την απομάκρυνση των ξένων δυνάμεων, των τεχνικών μέσων, του εξοπλισμού και άλλων βημάτων με σκοπό την επιστροφή στην κατάσταση ως είχε το 1997 στο έδαφος των χωρών, που δεν ήταν μέλη του ΝΑΤΟ την εν λόγω ημερομηνία. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται και η Βουλγαρία και η Ρουμανία», αναφέρει η υπηρεσία Τύπου του ρωσικού ΥΠΕΞ απαντώντας εξ ονόματος του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ σε σχετική ερώτηση, που υποβλήθηκε γραπτώς.
Την ίδια ώρα, πάντως, οι ουκρανικές στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών ανέφεραν σήμερα πως η Ρωσία στρατολογεί μισθοφόρους και τους στέλνει για εντατική εκπαίδευση σε ελεγχόμενες από τους αυτονομιστές περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας.
Σε ανακοίνωση οι υπηρεσίες ανέφεραν πως καύσιμα, αρκετά άρματα μάχης, πυροβολικό και όλμοι μεταφέρθηκαν μυστικά στην περιοχή από τη Ρωσία.
Μπέρδεψε τις κόκκινες γραμμές ο Μπάιντεν
Στη διάρκεια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξης Τύπου, την Τετάρτη, ο Τζο Μπάιντεν εκτίμησε ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν είναι πολύ πιθανό να προχωρήσει σε επιθετική κίνηση έναντι της Ουκρανίας, αν και θεώρησε λιγότερο πιθανό να προχωρήσει σε ανοιχτό πόλεμο. «Με ρωτάτε αν πιστεύω ότι (ο Πούτιν) θα τσεκάρει τη Δύση; Ναι, πιστεύω ότι θα το κάνει. Αλλά θα πληρώσει ακριβό τίμημα», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος, αφήνοντας πάντως ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας συνάντησης με τον Ρώσο ομόλογό του για το Ουκρανικό. Σοβαρά ερωτήματα προκάλεσε, όμως, τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ όσο και μεταξύ των συμμάχων τους η διάκριση που έκανε ο Μπάιντεν ανάμεσα σε μια σαρωτική στρατιωτική εισβολή και σε ενδεχόμενη «ελάσσονα επίθεση» (minor incursion) της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. «Είναι ένα πράγμα να έχουμε μια ελάσσονα επίθεση, όπου θα καταλήξουμε να συζητάμε (στο ΝΑΤΟ) τι πρέπει να κάνουμε και τι όχι. Αλλά αν κάνουν (οι Ρώσοι) αυτό που μπορούν πραγματικά να κάνουν με τόσες δυνάμεις που έχουν αναπτύξει στα σύνορα, τότε αυτό θα είναι καταστροφή για τη Ρωσία, εφόσον πραγματοποιήσει νέα εισβολή στην Ουκρανία».
«Διχασμένη» η Δύση
Μια τοποθέτηση που, πέραν των άλλων, αποκάλυψε και τις σοβαρές αντιθέσεις στους κόλπους της Δύσης για το εύρος και την ένταση των πιθανών κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Η αντίδραση του Κιέβου ήταν έντονη. Με ανακοίνωσή του, χθες το απόγευμα, ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, δήλωσε: «Επιθυμούμε να υπενθυμίσουμε στις μεγάλες δυνάμεις ότι δεν υπάρχουν ελάσσονες εισβολές, ούτε μικρά έθνη». Νωρίτερα, ανώτερος αξιωματούχος της Ουκρανίας σημείωσε στο CNN ότι o Αμερικανός πρόεδρος «έδωσε το πράσινο φως στον Πούτιν να εισβάλει». Αργότερα, χθες, ο Αμερικανός πρόεδρος υπαναχώρησε από τις προηγούμενες δηλώσεις του περί «ελάσσονος επίθεσης», απευθύνοντας αυστηρή προειδοποίηση προς τη Μόσχα ότι «οποιαδήποτε μετακίνηση ρωσικών δυνάμεων σε ουκρανικό έδαφος θα θεωρηθεί εισβολή».
Την εικόνα του ενιαίου μετώπου έναντι της Ρωσίας προσπάθησε να «αναστηλώσει» ο Μπλίνκεν κατά τη χθεσινή επίσκεψή του στο Βερολίνο, όπου συναντήθηκε με τη Γερμανίδα ομόλογό του, Αναλένα Μπέρμποκ. Στη Μόσχα, η εκπρόσωπος Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, διέψευσε και πάλι τα περί επικείμενης εισβολής, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για «επικοινωνιακή συγκάλυψη των επικείμενων δικών τους (των Δυτικών) μεγάλης κλίμακας προκλητικών ενεργειών».
Βρετανικό κάλεσμα
Παράλληλα η Βρετανίδα υπουργός Εξωτερικών Λιζ Τρας κάλεσε σε μια παγκόσμια πανστρατιά σε περίπτωση επίδειξης επιθετικότητας εκ μέρους της Ρωσίας, δηλώνοντας από την Αυστραλία όπου βρίσκεται ότι η Βρετανία και οι σύμμαχοί της στον ελεύθερο κόσμο, όπως είπε, πρέπει να απαντήσουν ομαδικά στις παγκόσμιες απειλές.
Η υπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου πρόσθεσε ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν «πρέπει να κάνει ένα βήμα πίσω από την Ουκρανία πριν διαπράξει ένα τεράστιο στρατηγικό λάθος» και ότι «μια εισβολή θα οδηγήσει μόνο σε μια τρομερή καταστροφή και απώλεια ζωών όπως τη θυμόμαστε από τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν το 1979-1980 και τη διαμάχη στην Τσετσενία».
Αποστολή εξοπλισμού
Στο μεταξύ, υπενθυμίζεται ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έδωσε άδεια σε Λιθουανία, Λετονία και Εσθονία να στείλουν αμερικανικής κατασκευής πυραύλους και άλλο στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία.
Παράλληλα, έγινε γνωστό ότι ο διευθυντής της CIA, Νίκολας Μπερνς, επισκέφθηκε, χωρίς να ανακοινωθεί, το Βερολίνο και το Κίεβο, όπου συναντήθηκε με τον καγκελάριο Σολτς και τον πρόεδρο Ζελένσκι.