Ο «πρόεδρος» της αποσχισθείσας από τη Γεωργία επαρχίας της Νότιας Οσετίας ανακοίνωσε απόψε ότι θα διοργανώσει δημοψήφισμα στις 17 Ιουλίου με το ερώτημα της ένωσης της περιοχής με τη Ρωσία, μεταδίδει το πρακτορείο Reuters, επικαλούμενο το ρωσικό Tass.
Η Μόσχα αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας μετά τον πόλεμο-αστραπή με τη Γεωργία, τον Αύγουστο του 2008. Παρέχει οικονομική στήριξη στις δύο περιοχές, πρόσφερε τη ρωσική υπηκοότητα στους κατοίκους τους, ενώ χιλιάδες στρατιώτες σταθμεύουν εκεί.
Σύμφωνα με το Tass, ο πρόεδρος Ανατόλι Μπιμπίλοφ έκανε αυτήν την ανακοίνωση μέσω ενός διατάγματος. Η μικρή, ορεινή επαρχία, έχει πληθυσμό περίπου 60.000 κατοίκους και συνορεύει με τη Βόρεια Οσετία, η οποία αποτελεί τμήμα της Ρωσίας.
«Επιστρέφουμε στο σπίτι» σχολίασε ο ίδιος σε ανάρτησή του στο Telegram. «Ήρθε η ώρα να ενωθούμε όλοι μαζί. Η Νότια Οσετία και η Ρωσία θα είναι μαζί. Είναι η αρχή μιας νέας, σπουδαίας ιστορίας», πρόσθεσε.
Ο Ανατόλι Μπιμπίλοφ δεν κατάφερε να επανεκλεγεί στο αξίωμα του «προέδρου» στις αρχές του μήνα και η Μόσχα εξέφρασε την ελπίδα ότι ο διάδοχός του, ο Αλάν Γκαγκλόγιεφ, θα κατάφερνε να διασφαλίσει τη «συνέχεια» στις σχέσεις της περιοχής με τη Ρωσία. Η εκλογική επιτροπή έχει ορίσει την 24η Μαΐου ως την ημέρα παράδοσης της εξουσίας.
Στις 30 Μαρτίου ο απερχόμενος πρόεδρος Μπιμπίλοφ είχε προαναγγείλει ότι η Νότια Οσετία σχεδίαζε στο εγγύς μέλλον να ενωθεί με τη Ρωσία. Η Γεωργία καταδίκασε τότε την πρόταση διενέργειας δημοψηφίσματος, ως απαράδεκτη.
Όπως και στη ρωσόφωνη περιοχή του Ντονμπάς, στην ανατολική Ουκρανία, η Μόσχα χρησιμοποίησε την αναγνώριση της ανεξαρτησίας των περιοχών και τη χορήγηση υπηκοότητας στους κατοίκους τους για να διατηρήσει την ένοπλη παρουσία της σε περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης τις οποίες θεωρεί τμήμα της σφαίρας επιρροής της.
Στην Ουκρανία, η Ρωσία εισέβαλε στις 24 Φεβρουαρίου, τρεις ημέρες αφότου αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ / ΜΠΕ